Το λογότυπο του περιοδικού. Η άνοιξη είναι η αγαπημένη μου εποχή. Για τη φύση είναι πρωτοχρονιά. Η ετήσια παρουσία του περιοδικού ξεκινά κι αυτή τώρα. Οι αρχαίοι μελισσοκόμοι δάμαζαν τις μέλισσες, αλλά δεν μπορούσαν παρά να τις λατρεύουν ταυτόχρονα. Είναι υπεύθυνες για την ανθοφορία, εξάλλου. Το δε μέλι έτρεφε τον ίδιο τον Δία. Η ενασχόληση με τις μέλισσες είχε τόσο αιχμαλωτίσει τη σκέψη του προϊστορικού ακόμα ανθρώπου, που την είχε αποτυπώσει σε χρυσά δαχτυλίδια που βρέθηκαν σε μυκηναϊκούς και μινωικούς τάφους. Σε μια τέτοια μικρογραφία, ο άνθρωπος απεικονίζεται να προστατεύει τις μέλισσες από το μελισσοφάγο πτηνό. Τις προστατεύει με το ίδιο το κορμί του. Το χώμα φυλάει τους θησαυρούς. Προσωπικοί όπως ένα κόσμημα που δεν άφησε ποτέ τον ιδιοκτήτη του ή συλλογικοί όπως αυτός που πιθανώς άφησε πίσω του ο στρατός του Μεγαλέξανδρου σ’ ένα χωριό της Μολδαβίας, κοιμούνται μέσα στην αγκαλιά της γης. Εκεί τρέχουν και τα υπόγεια νερά, αυτά που οριοθετούν τον Πάνω από τον Κάτω Κόσμο. Ήταν για τους αρχαίους φορείς ζωής αλλά και θανάτου, μεταιχμιακά σημεία, μοιραία στη δύναμή τους να παίξουν τον ρόλο του ζωοδότη ή του δήμιου. Μεταιχμιακή είναι και η εποχή αυτή της φύσης. Η Περσεφόνη επιστρέφει από τον Άδη και ο Χριστός ανασταίνεται. Η άνοιξη ή Άνοιξη έχει εμπνεύσει τους ποιητές, αφού έχει παίξει βασανιστικά με τις χορδές της καρδιάς τους. Έκανε τον Καρυωτάκη να βλέπει τους κήπους σαν κήπους μελαγχολίας και τον θάνατο των Ελεύθερων Πολιορκημένων του Σολωμού να είναι χίλιες φορές θάνατος. Ο κύκλος της φύσης βρίσκεται τώρα στην πιο γλυκιά στιγμή του. Αν ποτέ ενσαρκώνεται η ελπίδα, αυτό γίνεται τώρα. Την άνοιξη η ζωή είναι ζωή.
O Γιάννης Χαμηλάκης. Φωτ.: Nick Dentamaro / Brown University. Ο αρχαιολόγος Γιάννης Χαμηλάκης αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, έκανε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στην Αγγλία και, μετά από χρόνια διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο του Southampton, είναι τώρα καθηγητής Αρχαιολογίας και Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Brown (Ινστιτούτο Joukowsky) των ΗΠΑ. Νεωτεριστής και βαθιά αντι-νεωτερικός, έχει δώσει στην ελληνική αρχαιολογία μια ορμητική θεωρητική ώθηση, ενώ της έχει αποδώσει την πολιτική της διάσταση.
Η βιτρίνα με τα αντικείμενα του «Θησαυρού από το Ολανέστι» στην «ερυθρά» αίθουσα του Μουσείου. Το 1958, σε ένα χωριό της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, βρέθηκε αποθησαυρισμένο ένα σύνολο από μπρούντζινα μέρη αμυντικού οπλισμού – κάποια επιχρυσωμένα. Ο «θησαυρός» περιλάμβανε περικνημίδες, κράνη και ένα λύχνο με εγχάρακτη επιγραφή, μάρτυρα της πολύ διαδεδομένης λατρείας της Εφεσίας Αρτέμιδος στον βόρειο και βορειοδυτικό Πόντο. Έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι η αποθησαύριση των αντικειμένων, που τοποθετούνται ανάμεσα στο τέλος του 5ου και το γ΄ τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ., πραγματοποιήθηκε κατά την εκστρατεία του μακεδονικού στρατού εναντίον των Σκυθών (331–330 π.Χ.).
Το Δωμάτιο της Πηγής στην Κνωσό (Evans 1928, εικ. 61). Σε κατασκευές των μινωικών χρόνων που σχετίζονται με την εκμετάλλευση του πηγαίου νερού, εντοπίστηκαν ευρήματα τα οποία υποδηλώνουν ότι, έστω και περιστασιακά, αυτές χρησιμοποιούνταν ως χώροι απόθεσης προσφορών ή και διεξαγωγής τελετουργικών δρώμενων. Καθώς τα υπόγεια νερά αποτελούν μεταβατικούς «τόπους» ανάμεσα στον Πάνω και τον Κάτω Κόσμο, οι προσφορές και οι τελετουργικές αποθέσεις στο εσωτερικό τους ίσως σχετίζονται με τη λεγόμενη «χθόνια» λατρεία.
Άποψη από ανατολικά του θεάτρου της αρχαίας Θουρίας. Στη θέση «Ελληνικά» Αμφείας, τα τελευταία χρόνια η αρχαιολογική σκαπάνη φέρνει στο φως το αρχαίο θέατρο της Θουρίας. Χτισμένο σε προνομιακό σημείο, έχει θέα στην απέραντη, εύφορη πεδιάδα της Μεσσηνίας, γνωστή στην αρχαιότητα ως «Μακαρία», αλλά και στα νερά του Μεσσηνιακού κόλπου, που οι αρχαίοι ονόμαζαν «Θουριάτη».
Δεσποτικές εικόνες από το παλαιό τέμπλο του ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στην Αλεξάνδρεια. Φωτ.: Ηλίας Παπαγεωργίου. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου στο Παλαιό Κάιρο είναι το σημαντικότερο και παλαιότερο μνημείο της ορθόδοξης παράδοσης στην Αφρική. Χώρος σπειροειδής, με τέσσερα επίπεδα, συνυφαίνει ιστορία, λατρεία και θρύλους. Σε έναν τέτοιο χώρο, οι σχεδιαστές κλήθηκαν να σκηνογραφήσουν μια έκθεση με εκκλησιαστικά αλλά και πολυπολιτισμικά εκθέματα. Για να τα ενοποιήσουν αλλά και να τα ξεχωρίσουν από το ιστορικό μνημείο που τα φιλοξενεί, επέλεξαν ένα στοιχείο ιθαγενές, το αιγυπτιακό μπλε, που τους προσδίδει κάτι από το χρώμα της νέας τους πατρίδας.
Τα μελισσοκομικά σκεύη αποθήκης στην Κνωσό (Evans 1935, σ. 95, εικ. 109). Στην Κνωσό ο Evans ονόμασε ένα μικρό δωμάτιο ιδιωτικού σπιτιού «δωμάτιο λατρείας του φιδιού» επειδή θεώρησε ότι τα αγγεία που περιείχε αφορούσαν σε μια τέτοια λατρεία. Η νεότερη έρευνα αναγνώρισε σε αυτά μελισσοκομικά σκεύη στην αποθήκη μελισσοκόμου.
Πέτρος: Ο μαθητής του Χριστού εικονίζεται μετωπικά με ελαφρά στροφή της κεφαλής στα δεξιά (188x82x2 εκ., Μουσείο Ζακύνθου, MZ 145). Θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής, ενός καλλιτεχνικού ρεύματος που άφησε πίσω του τη βυζαντινή παράδοση και υιοθέτησε δυτικά πρότυπα. Στο ναό του Αγ. Γεωργίου του Πετρούτσου, ο Νικόλαος Κουτούζης φιλοτέχνησε τις εικόνες για τις επτά κόγχες του επιστυλίου του τέμπλου. Οι μορφές, όλες ζωγραφισμένες με λάδι σε ξύλο, χαρακτηρίζονται από γήινη βαρύτητα, ψυχογραφική επάρκεια και δραματική εσωτερική ένταση, στοιχεία που συμβάλλουν στην εκκοσμίκευση της ζακυνθινής εκκλησιαστικής τέχνης.
Ο J.L. Caskey (αριστερά) στην Γκίζα, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο άρθρο που υπογράφει η σύζυγός του ξεδιπλώνεται η διαδρομή τού Αμερικανού αρχαιολόγου, ανασκαφέα της Λέρνας στην Αργολίδα και της Αγίας Ειρήνης στην Κέα. Η προσέγγισή του, πρωτότυπη και ιδιοσυγκρασιακή, προσαρμοζόταν στην κάθε ανασκαφική θέση. Συνδυάζοντας την ενδελεχή επιστημονική έρευνα, την παρατήρηση και το ένστικτο, σε διάλογο με το παρελθόν και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, ο Caskey δεν εντάσσεται σε κανένα από τα θεωρητικά ρεύματα της εποχής του.
Αεροφωτογραφία του νότιου τομέα της ακρόπολης Καστρίτσας. Ο λόφος της Καστρίτσας, νοτιοανατολικά της λίμνης Παμβώτιδας, δεσπόζει στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων, απέχοντας μόλις 10 χλμ. από τα Ιωάννινα και 22 χλμ. από τον αρχαιολογικό χώρο της Δωδώνης. Ο λόφος αποτελεί ένα «αρχαιολογικό παλίμψηστο», στο οποίο έχει καταγραφεί η ανθρώπινη παρουσία από την Ανώτερη Παλαιολιθική περίοδο (22000 π.Χ.) έως τους χρόνους της Τουρκοκρατίας και μέχρι σήμερα. Η ονομασία του λόφου οφείλεται στην οχυρωμένη πόλη που καταλαμβάνει την κορυφή του, σε υψόμετρο 757 μ. από τη θάλασσα και 250 μ. από την επιφάνεια της λίμνης. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ελληνιστική ακρόπολη του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων και μία από τις μεγαλύτερες της Ηπείρου, η οποία αναπτύσσεται σε έκταση 345 στρεμμάτων. Στη βορειοδυτική πλευρά του λόφου βρίσκεται το παλαιολιθικό σπήλαιο Καστρίτσας.
Το λογότυπο του περιοδικού. Ο πλάνης, η φιγούρα που ενσαρκώνει την ποίηση του Μποντλέρ, αρνείται να υποταχθεί, αρνείται να υποταχθεί στην εποχή του, στην ταχύτητά της. Δεν είναι συμβατός με αυτήν, δεν είναι αφομοιώσιμος. Κρατά τα στοιχεία αυτά που τον κάνουν να ξεχωρίζει, που αποτελούν μέρος της ταυτότητάς του, δεν τα θυσιάζει για χάρη της ομοιομορφίας, δεν ενδίδει στην ευκολία του ανήκειν. Είναι καμιά φορά επώδυνο να ξεχωρίζει κανείς. Ο Μποντλέρ και στη ζωή και στο έργο του ακολούθησε τη φωνή που παραινεί τους τρελούς αυτού του κόσμου να διαφυλάξουν τα όνειρά τους, γιατί, όπως λέει η φωνή στο ομώνυμο ποίημά του, τα δικά τους είναι ωραιότερα. Η φωνή αυτή τον επέλεξε και την επέλεξε κι αυτός, ενώ βρισκόταν, όπως αφηγείται, στριμωγμένος με την πλάτη στη σκοτεινή Βαβέλ της βιβλιοθήκης του. Το κέρας της Αμάλθειας, το σύμβολο της αφθονίας υπάρχει ως διακοσμητικό στοιχείο σε οικοδόμημα χτισμένο πάνω σε πύργο του Φρουρίου της Βαβυλώνας. Πολυπολιτισμικότητα και αφθονία. Η πολυφωνία, όμως, δεν ταυτίζεται με την αφθονία, συχνά είναι απλώς φασαρία. Είναι σαν την οχλοβοή στο μέσο της οποίας είναι εξόριστος ο ποιητής, όπως τόσο οξυδερκώς περιγράφεται η μοναξιά του στο ποίημα Άλμπατρος του Μποντλέρ. Στους πλάνητες αυτού του κόσμου εύχομαι ολόψυχα να μην υποκύψουν ποτέ στις σειρήνες της κανονικότητας, να συνεχίσουν να περιδιαβαίνουν στο περιθώριο της ζωής αλλά και εντός της, για να μας θυμίζουν να μην προδίδουμε τα όνειρά μας.
Η Χρυσούλα Παλιαδέλη. Η Χρυσούλα Σαατσόγλου–Παλιαδέλη είναι σήμερα ομότιμη καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Τμήμα Ιστορίας–Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), στο οποίο είχε η ίδια φοιτήσει. Αγαπημένοι της δάσκαλοι ο Γεώργιος Μπακαλάκης και ο Μανόλης Ανδρόνικος. Πτυχιούχος πια, διετέλεσε βοηθός του Γιώργου Δεσπίνη (1972–1975) και, στη συνέχεια, του Μανόλη Ανδρόνικου (1975–1984). Το 1975 εντάχτηκε στην ομάδα της συστηματικής ανασκαφής του ΑΠΘ στη Βεργίνα και υπήρξε μέλος της όλα τα χρόνια της ανασκαφής της Μεγάλης Τούμπας που αποκάλυψε τους βασιλικούς τάφους (1976–1980). Από το 1982 έχει την επιστημονική ευθύνη για την έρευνα του Ιερού της Εύκλειας, στην αγορά των Αιγών, πανεπιστημιακή ανασκαφή την οποία διευθύνει από το 2001. Το εντυπωσιακό εύρημα του 2008–2009 από τον τομέα του Ιερού της Εύκλειας εικονογράφησε το δραματικό τέλος που επεφύλαξε ο Κάσσανδρος στη γενιά των Τημενιδών. Για την αρχαία Μακεδονία και τη Βεργίνα έχει συγγράψει μονογραφίες και αρχαιολογικούς οδηγούς. Έχει εκπαιδεύσει τους φοιτητές και τις φοιτήτριές της στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική, την πλαστική, τη ζωγραφική και την επιγραφική τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Έχει επίσης συμμετάσχει σε ελληνικές αποστολές στην Αίγυπτο, το Πακιστάν και το Ουζμπεκιστάν και έχει δώσει πλήθος διαλέξεων σε συνέδρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η διδακτορική της διατριβή, Τα επιτάφια μνημεία από τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας, εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη από το ΑΠΘ το 1984 (Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής, Παράρτημα αρ. 50). Η Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας (αρ. 231) εξέδωσε το 2004 το βιβλίο της Βεργίνα. Ο τάφος του Φιλίππου. Η τοιχογραφία με το κυνήγι. Από τα άρθρα της επιλέξαμε εδώ το «The arts at Vergina – Aegae, the cradle of the Macedonian kingdom», στον συλλογικό τόμο των εκδόσεων Brill, τον οποίο επιμελήθηκε ο Robin J. Lane Fox, Brill’s Companion to Ancient Macedon. Studies in the Archaeology and History of Macedon, 650 BC–300 AD (Leiden/Boston 2011). Η αρχαιολογία τη γοήτευσε, έχει πει, γιατί συνδυάζει τη γνώση με τη χρήση της κοινής λογικής, γιατί είναι η πιο ορθολογική από τις θεωρητικές επιστήμες και η περισσότερο ανοικτή στη συνεργασία με τις θετικές. Ωστόσο, δεν ενδιαφέρεται μόνο για τον αρχαίο πολιτισμό. Την ενδιαφέρει πρωτίστως ο πολιτισμός της καθημερινότητας, ο οποίος βλέπει ότι μας λείπει. Και αυτό τη θλίβει. Όπως έχει εξομολογηθεί σε συνέντευξή της: «Ζούμε στον τόπο μας λες και δεν είναι δική μας αυτή η χώρα και αντιμετωπίζουμε τα κοινά σαν να ήταν ξένα». Όμως, η Χρυσούλα Σαατσόγλου–Παλιαδέλη, το γένος Σαδικάριο, ίσως είχε αναπτύξει ευαίσθητη πολιτική συνείδηση για έναν πρόσθετο λόγο. Η μητέρα της, η μικρή τότε Ζάννα, το 1943 στοιβάχτηκε μαζί με όλη της την οικογένεια στο τρένο για το Άουσβιτς. Ήταν μία από τους λιγοστούς Εβραίους της Θεσσαλονίκης που γύρισαν από την κόλαση. Το ενδιαφέρον της για τα κοινά το έχει εκδηλώσει πολλαπλά: Όταν η Θεσσαλονίκη έγινε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 1997, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου το 2009 της πρότεινε μια θέση στο Ευρωκοινοβούλιο. Ίσως λιγότερο γνωστή είναι η συμμετοχή της στην Ανεξάρτητη Αρχή για τη Διασφάλιση της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) ή στις Επιτροπές Ερευνών και Δημοσίων Σχέσεων του ΑΠΘ.
Το βορειοανατολικό τμήμα των ανασκαφών του Τύρα. Λίγα χρόνια πριν από το ξέσπασμα της ιωνικής εξέγερσης, άποικοι από τη Μίλητο ίδρυσαν στον Εύξεινο Πόντο την Οφιούσσα. Τον 4ο αιώνα π.Χ. η πόλη μετονομάστηκε σε Τύρα. Οι άποικοι συγχρωτίστηκαν με τους ντόπιους «βαρβάρους» και ανέπτυξαν ευρύ δίκτυο εμπορικών σχέσεων. Ο Τύρας επιβίωσε ως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Mεγάλο μέρος από τα ερείπιά του καλύφθηκε από το μεσαιωνικό οχυρό Άκκερμαν.
Γενική άποψη του μικρού θεάτρου της Αμβρακίας. Είδαν οι Κορίνθιοι την προνομιακή φυσική θέση και ίδρυσαν εκεί την Αμβρακία, τη σημαντικότερη πόλη–κράτος της βορειοδυτικής Ελλάδας μετά την Κέρκυρα. Ο βασιλιάς Πύρρος την έκανε πρωτεύουσά του. Μετά από κάποιους αιώνες σιγής, σε χρόνους μεσοβυζαντινούς, μια άλλη πόλη αναδύθηκε στη θέση της. Τη λέγαν Άρτα και στέριωσε πάνω στα ερείπια της στοιχειωμένης Αμβρακίας.
Το έργο της Ayşe Erkmen «On Water», εμπορευματοκιβώτια, δοκοί χάλυβα, σχάρες χάλυβα, 6.400x640 εκ. διάδρομος, στην έκθεση Skulptur Projekte Münster του 2017, Μύνστερ. Ευγενική παραχώρηση: LWL–Museum für Kunst und Kultur (Westfälisches Landesmuseum), Münster/Henning Rogge. © Ayşe Erkmen. Αν ο πλάνης του 19ου αιώνα είναι, όπως γράφει ο Baudelaire, ο «ήρωας της μοντέρνας ζωής», τότε η αντιβολή του με τον σύγχρονο φιλότεχνο αναδεικνύει τον δεύτερο σε «ήρωα της μεταμοντέρνας κατάστασης». Στο άρθρο εξετάζεται η έννοια της περιπλάνησης και γίνεται αναφορά σε σημαντικές εκθέσεις, όπου οι αντισυμβατικές εκθεσιακές πρακτικές που εφαρμόστηκαν προϋπέθεταν την περιπλάνηση του θεατή.
Άποψη του αγγλικού νεκροταφείου. Φωτογραφία από τηλεκατευθυνόμενο τετρακόπτερο, 2017. Η ίδρυση του εγγλέζικου νεκροταφείου το 1675 για την ταφή προτεσταντών Άγγλων πολιτών μαρτυρεί την ύπαρξη παροικίας στη Ζάκυνθο πολύ πριν από τα χρόνια της Αγγλικής Προστασίας. Ανάμεσα στα απλά μνήματα, σκαλισμένα με τα προσωπικά στοιχεία των νεκρών, με επικλήσεις και επιγράμματα, διακρίνονται ταφικά μνημεία με γλυπτικές δημιουργίες ανώνυμων λιθοξόων που, επηρεασμένες από την Αναγέννηση, το αυστηρό Μπαρόκ και τον δυτικότροπο Νεοκλασικισμό, ανασύρουν στοιχεία αρχαιοελληνικής αισθητικής.
Το κεφάλι του αλόγου από το έργο «O Μέγας Αλέξανδρος». Ο εφαπτομενικός φωτισμός αποκαλύπτει τη μορφολογία της επιφάνειας (φωτ.: ARTICON). Συστατικά στοιχεία της «ναΐφ» τέχνης του Θεόφιλου, που προδίδουν και συνθήκες της καθημερινότητάς του, διαγνώστηκαν χάρη στις σύγχρονες, μη καταστρεπτικές μεθόδους που εφάρμοσε το Εργαστήριο ARTICON του ΤΕΙ Αθήνας σε πέντε έργα του λαϊκού ζωγράφου από τη συλλογή του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης.
Ένα από τα δύο κιονόκρανα με θέμα τη γλαύκα της θεάς Αθηνάς. Η εισαγωγή εκλεκτικιστικών στοιχείων, όπως το κέρας της Αμάλθειας ή η γλαύκα της Αθηνάς, σε έναν από τους σημαντικότερους χριστιανικούς ναούς της Μέσης Ανατολής, στόχευε στην ανάδειξη της ελληνικότητας του Πατριαρχείου και της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής του μνημείου.
Μήτρα Ελληνιστικής περιόδου για την κατασκευή πήλινων πωμάτων οριζόντιων κυψελών. Φέρει την επιγραφή ΕΜΒΙΟΥ. Αρχαιολογική Συλλογή Αεροδρομίου Αθηνών. Πληροφορίες για την άσκηση της μελισσοκομίας δεν έχουν διασωθεί παρά ελάχιστες στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Όμως, οι Λατίνοι παρέχουν πολύτιμα στοιχεία που επιτρέπουν τη διαμόρφωση ακριβούς εικόνας, τουλάχιστον για την Ιταλική και την Ιβηρική χερσόνησο. Τα κενά έρχεται να καλύψει η αρχαιολογική έρευνα σε συνδυασμό με τα εθνογραφικά παράλληλα.
Το ιερό του Ιππολύτου στα δυτικά της αρχαίας πόλης (αεροφωτογραφία). Η αρχαία Τροιζήνα βρισκόταν λίγο δυτικότερα του σημερινού ομώνυμου χωριού της βορειοανατολικής Πελοποννήσου. Τα μνημεία της είναι γνωστά κυρίως από την εκτενή περιγραφή του Παυσανία (II.30.5–32.10), ο οποίος μνημονεύει πολλά λατρευτικά οικοδομήματα και άλλα δημόσια κτήρια που είδε εκεί, παραθέτοντας ταυτόχρονα αρκετά στοιχεία για τις μυθικές παραδόσεις της πόλης. Σημαντικές είναι και οι μαρτυρίες ξένων περιηγητών που την επισκέφθηκαν στη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα (Fourmont, Chandler, Dodwell, Gell, Stackelberg, Pouqueville, Prokesch von Osten, Blouet, Puillon Boblaye, Curtius, Bursian κ.ά.), καθώς μας άφησαν αξιοσημείωτες περιγραφές των ερειπίων που ήταν ορατά πριν από την έναρξη των ανασκαφών. Οι αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή της αρχαίας πόλης άρχισαν από τον Legrand στα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίστηκαν από τον Welter στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Ορισμένα από τα αντικείμενα που έφεραν στο φως οι ανασκαφές του Legrand εντοπίστηκαν στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και τώρα κοσμούν την έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Πόρου, ενώ η τύχη των κινητών ευρημάτων των ερευνών του Welter παραμένει άγνωστη. Οι σωστικές ανασκαφές της Εφορείας Αρχαιοτήτων ξεκίνησαν το 1979 και μέχρι σήμερα έχουν φέρει στο φως πολλά αξιόλογα ευρήματα, προερχόμενα κυρίως από δύο μεγάλα νεκροταφεία, το ένα στα ανατολικά και το άλλο στα δυτικά της πόλης. Τα σημαντικότερα από αυτά εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιώς και κάποια άλλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πόρου. Το μεγαλύτερο μέρος της αρχαίας Τροιζήνας είναι θαμμένο κάτω από πυκνοφυτεμένα περιβόλια με οπωροφόρα δέντρα, αλλά όσα από τα μνημεία της έχουν αποκαλυφθεί ή παρέμειναν ορατά από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, καθώς και η διεξοδική περιγραφή του Παυσανία, μαρτυρούν ότι ήταν μια πολύ σπουδαία πόλη. Μόνο το τέμενος του Ιππολύτου, το οποίο βρισκόταν έξω από τα τείχη της, έχει ανασκαφεί σε μεγάλη έκταση και τώρα αποτελεί τον επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο της Τροιζήνας. Στο ιερό αυτό λατρεύτηκε αρχικά ως ήρωας και κατόπιν ως θεός ο νεαρός γιος του Θησέα, τον οποίο ερωτεύτηκε παράφορα αλλά χωρίς ανταπόκριση η μητριά του Φαίδρα, με αποτέλεσμα να βρουν και οι δύο τραγικό θάνατο.
Το λογότυπο του περιοδικού. Για όλα τα όμορφα άλογα… Στην εκδρομή μας στον νομό Αργολίδας επισκεφτήκαμε μεταξύ άλλων το Βυζαντινό Μουσείο στο Άργος, το οποίο επί Καποδίστρια στέγαζε το ιππικό. Δέστρες και ταΐστρες έχουν παραμείνει στο κτίριο και έχουν ενσωματωθεί στο αφήγημα της έκθεσης. Όταν κανείς δεν έχει φυσική πρόσβαση σε άλογα, αυτά καταλαμβάνουν χώρο στη φαντασία του. Είναι καλά ριζωμένο στη συνείδησή μας ότι αυτά τα θαυμάσια πλάσματα ανέκαθεν πρόσφεραν τον εαυτό τους στον άνθρωπο, όμως σε μια στιγμή σαν αυτή που κανείς αγγίζει τους σιδερένιους κρίκους στον τοίχο στον οποίο δένονταν ή τις χτιστές ταΐστρες στον χώρο που ξαπόσταιναν, η επίγνωση της χρήσης τους από τον άνθρωπο γίνεται απτή. Χρησιμοποιούνταν σαν ζωντανά εργαλεία στις καθημερινές ανάγκες του ανθρώπου: μετακινήσεις και μεταναστεύσεις. Όργωμα της γης, για να 'χει ο άνθρωπος τροφή και προϊόντα να πουλήσει. Κυνήγι και αγωνίσματα, για να θρέψει την περηφάνια του. Θυσιάζονταν στο πεδίο της μάχης, τον ακολουθούσαν στον θάνατο. Κι ακόμα παραπέρα, τον συντρόφευαν και στο επέκεινα. Τόσες ταφές έχουν βρεθεί με άλογα. Ακόμα κι αν δεν ήταν η ώρα τους να φύγουν, έπρεπε να θυσιαστούν για να τιμήσουν κάποιον σημαντικό νεκρό και να εμπλουτίσουν την ταφή του, σαν κτερίσματα κι αυτά. Κάποια άλογα είχαν ονόματα τα οποία έμειναν στην ιστορία, γιατί ήταν σύντροφοι με πρόσωπο. Στο ψηφιδωτό που εκτίθεται στο Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας απεικονίζονται τα τέσσερα άλογα ενός άρματος σε μια στιγμή θριάμβου. Τα ονόματά τους περιλαμβάνονται στο περίτεχνο έργο, ως φόρος τιμής, ως μνεία. Θα καλπάζουν αιώνια σαν τα ανώνυμα άλογα της ζωφόρου του Παρθενώνα. Σε μια στιγμή γαλήνης, κλείστε τα μάτια κι ονειρευτείτε, όπως λέει το παλιό αμερικάνικο νανούρισμα, όλα τα όμορφα άλογα να περνούν από μπροστά σας.
Ο E.–L. Schwandner δείχνει τα ίχνη δεύτερης χρήσης των λίθων του αρχαϊκού βωμού — τους νέους συνδέσμους που χρησιμοποιήθηκαν όταν επί Αττάλου Α΄ ο βωμός μεταφέρθηκε 15 μ. ανατολικότερα. Διαπρεπής ερευνητής, παθιασμένος με τη δουλειά του, ο Ernst–Ludwig Schwandner, Γερμανός αρχιτέκτονας–αρχαιολόγος, απόκτησε την πρώτη του ανασκαφική εμπειρία στην Πέργαμο. Χρόνια αργότερα, βρέθηκε στην ανασκαφή του ιερού της Αφαίας. Αποκάλυψε τον πρωιμότερο αρχαϊκό ναό της θεάς μελετώντας τα θραύσματά του. Ανέδειξε μαζί με τον Dyfri Williams την εν πολλοίς άγνωστη παρουσία των βασιλέων Άτταλου Α' και Ευμένη Β' και τον ισχυρό δεσμό τους με το ιερό της θεάς που τους ταξίδευε από την Πέργαμο στην Αφαία.
Το εσωτερικό του χώρου όπου στεγάζεται η βασιλική, όπως διαμορφώθηκε το 2016 (φωτ.: G. Dincu). Ταραγμένοι καιροί έρχονται για τους κατοίκους του Κάτω Δούναβη με το τέλος του 4ου αιώνα. Οι Βησιγότθοι, όπως αργότερα και οι Ούννοι, φέρνουν ερήμωση και χάος. Στα ίδια χρόνια στο χωριό Νικουλιτσέλ κατασκευάζονται βασιλική και διώροφη κρύπτη–«μαρτύριο». Θαμμένη κάτω από την Αγία Τράπεζα, με σφραγισμένη είσοδο, η κρύπτη προφύλασσε τα άγια λείψανα από τους ιερόσυλους «βαρβάρους». Η αρχιτεκτονική σύλληψη της κρύπτης και ο μεγάλος αριθμός μαρτύρων που εμπεριέχει την καθιστούν μοναδικό μνημείο στην Ευρώπη.
Άποψη του κεντρικού τμήματος της ανασκαφής, λίγα μέτρα από τον κλειστό, θαλάσσιο όρμο (Αρχείο ανασκαφής, φωτ.: Κώστας Ξενικάκης). Τα Αστέρια Γλυφάδας, στη χερσόνησο Πούντα, βρίσκονται ανάμεσα στις χερσονήσους του Αγίου Κοσμά και του Καβουρίου–Βουλιαγμένης. Και στις τρεις θέσεις αποκαλύφθηκαν εκτεταμένα οικιστικά, εργαστηριακά και ταφικά κατάλοιπα από την 4η χιλιετία και καθ’ όλη τη διάρκεια της 3ης χιλιετίας π.Χ. Μαρτυρείται έντονη δραστηριότητα των κατοίκων της δυτικής αττικής ακτής, τουλάχιστον από τη Νεολιθική εποχή, στην κατεργασία, την παραγωγή και τη διακίνηση αγαθών αλλά και στην επικοινωνία με τους παράκτιους οικισμούς του Αιγαίου.
Γενική άποψη του φρουρίου από ανατολικά, προς τη Λευκάδα. Καρτ ποστάλ της δεκαετίας του '80. Το οχυρό ιδρύθηκε το 1300 στο στρατηγικό σημείο συνάντησης χερσαίων και θαλάσσιων δρόμων. Σε οργανική σχέση με το χαμηλό ελώδες τοπίο που το περιβάλλει, το ασύμμετρο οχύρωμα με τον μικτό αμυντικό σχεδιασμό υπήρξε ταυτόχρονα φραγμός σε προελάσεις επιδρομέων και δίοδος επικοινωνίας. Στους έξι αιώνες ζωής, δεν έπαψε να προσαρμόζει τα αμυντικά του συστήματα στα νέα πρότυπα, αποκτώντας τον στιβαρό φρουριακό χαρακτήρα μιας αμυντικής μηχανής ικανής να αντεπεξέλθει σε επίμονες πολιορκίες.
Μικρογραφία από το χειρόγραφο των «Κυνηγετικών» του Ψευδο-Οππιανού, κώδ. 479, φ. 62r, β' μισό του 11ου αι. Η προστατευτική προσωπίδα ενισχύει την απεικόνιση του Αρισταίου ως μελισσοκόμου (δεξιά). Οι κυψέλες, χρηστικά αγγεία «βιοτεχνικής» χρήσης και «παραγωγής–επεξεργασίας πρώτων υλών», έχουν παραμεληθεί από την έρευνα των βυζαντινολόγων, μαζί με όλα τα αγροτικά εργαλεία ή σκεύη. Τα ίχνη τους είναι πενιχρά, ενώ η επιφανειακή συλλογή και η ανεπαρκής τεκμηρίωση δεν πιστοποιούν την αποκλειστικά μελισσοκομική τους χρήση. Δείγμα «ανακύκλωσης» των κυψελών είναι η χρήση τους σε παιδικές ταφές. Για την πληρέστερη κατανόηση της μελισσοκομικής δραστηριότητας επιστρατεύονται η εικονογραφία και οι γραπτές πηγές.
Λιθόκτιστο μελισσοκομείο στη Μάνη (φωτ.: Σ. Γερμανίδου). Οι ελληνικές κυψέλες κινητής κηρήθρας, χάρη στις περιγραφές των περιηγητών του 17ου αιώνα, έδωσαν στη Δύση τις βάσεις της σύγχρονης μελισσοκομίας. Οι κυψέλες, κατασκευασμένες από πρόσφορα τοπικά υλικά, ήταν πήλινες, λίθινες, σανιδένιες, μελισσοκόφινα. Θάσος και Χαλκιδική μαζί με το Θριάσιο πεδίο της Αττικής ήταν οι μόνες περιοχές με επαγγελματίες μελισσοκόμους. Συχνά τοποθετούσαν τις κυψέλες σε «μελισσόκηπους» ή «μελισσομαντριά» για να προστατεύονται, ακόμα και από το βάσκανο μάτι.
Ανάγλυφο με διττή απεικόνιση της θεότητας: κάτω ως ορθογώνιος λατρευτικός λίθος και επάνω με ανθρώπινο πρόσωπο μέσα σε μετάλλιο. Αν και εξαιτίας της διάβρωσης δεν μπορεί να διαπιστωθεί με ασφάλεια η ταυτότητα της θεότητας, πρόκειται πιθανόν για τον Δουσάρη, τον προστάτη θεό της βασιλικής δυναστείας της Πέτρας και του ναβαταϊκού κράτους. Στην Πέτρα, το θρησκευτικό κέντρο της αραβικής φυλής των Ναβαταίων, εγκατεστημένων εκεί από τον 4ο αιώνα π.Χ., συντριπτική είναι η αριθμητική υπεροχή των ανεικόνιστων λατρευτικών στηλών έναντι των ανάγλυφων ανθρωπόμορφων θεοτήτων. Ιδιαίτερη ομάδα αποτελούν οι λίθοι στους οποίους αποδίδονται σχηματικά τα μάτια και η μύτη. Τίθεται το ερώτημα: η τάση αποφυγής της ανθρωπόμορφης ή ζωόμορφης απεικόνισης των θεοτήτων, ούτως ή άλλως κυρίαρχη στην προϊσλαμική Αραβία, είναι τοπικό χαρακτηριστικό ή απότοκο θεολογικού στοχασμού;
Ναός του Καρνάκ. Νέο Βασίλειο, περίοδος XVIII και XIX Δυναστείας. Έχετε ποτέ σκεφθεί ότι η αρχαία αιγυπτιακή θρησκεία αποτελεί, όπως και ο Ιουδαϊσμός, πρόγονο του Χριστιανισμού; Επώνυμοι Αιγύπτιοι στοχαστές που κάνουν ενσυνείδητη χρήση του όρου «θεός» στον ενικό κατατάσσονται στους ενοθεϊστές. Εν μέσω της πολλαπλότητας των μορφών στην απεικόνιση των αιγυπτιακών θεοτήτων, η ενοθεϊστική μεταφυσική προσέγγιση συντελούσε στη θεώρηση του κοσμικού γίγνεσθαι. Τι θα λέγατε όμως αν μαθαίνατε ότι οι θεότητες της Αιγύπτου μπορούν να ιδωθούν ως κβαντομηχανικές κυματοσυναρτήσεις και, μάλιστα, ως νέφη πιθανότητας;
Το οροπέδιο του Θέρμου με τα ερείπια του Ιερού του Απόλλωνος στους πρόποδες του Μεγαλάκκου. Στο βάθος η λίμνη Τριχωνίδα και ο σημερινός οικισμός του Θέρμου. Το Ιερό του Απόλλωνος ιδρύθηκε στο κατάρρυτο οροπέδιο του Θέρμου, σε υψόμετρο 360 μ. βορειοανατολικά της λίμνης Τριχωνίδας, σε θέση φύσει οχυρή, προστατευμένη από τις βουνοκορφές του Παναιτωλικού όρους και των χαμηλότερων υψωμάτων της Αγριλιάς. Λόγω της στρατηγικής του θέσης χαρακτηρίζεται από τον Πολύβιο «ακρόπολις συμπάσης της Αιτωλίας». Ο φυσικός πλούτος και το κομβικό σημείο ίδρυσής του στο σταυροδρόμι μεταξύ της ορεινής και της πεδινής Αιτωλίας, των εύφορων κοιλάδων και των ποταμών Ευήνου και Αχελώου, προσέφεραν ιδανικές συνθήκες για την εγκατάσταση πληθυσμιακών ομάδων, ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συνάντησης και συναλλαγής κοινοτήτων που αναζητούσαν την άσκηση κοινών λατρευτικών πρακτικών, κυρίως σε περιόδους κρίσεων και πολέμων.
Το λογότυπο του περιοδικού. Άνδρος, με τη στοιχειωτικά όμορφη Χώρα. Με τα αρχοντικά και με τον ναύτη που χαιρετά, με τα ξωκλήσια. Η Παναγία η Θαλασσινή εν μέσω των κυμάτων. Ο αέρας να σε σηκώνει. Είναι τόσα τα ξωκλήσια στα ελληνικά νησιά, λες και στήθηκαν για να δαμάζουν αυτόν τον αέρα. Η επίκληση του θείου στοιχείου, η παράδοση του ανθρώπου στον Θεό μια γλυκιά, λυτρωτική ταπείνωση. Σ’ ένα σημείο πάντα σπάει το φράγμα των παράλληλων κόσμων. Το σημείο επαφής ανθρώπου–Θεού είναι το θεϊκό άγγιγμα στο δάχτυλο του Αδάμ στην εικόνα που δημιούργησε ο Μιχαήλ Άγγελος, είναι και το ξωκλήσι που χτίζει ο πιστός στο άκρο του ελληνικού νησιού. Είναι η Πυθία στο Μαντείο των Δελφών μέσα από την οποία μιλά ο ίδιος ο θεός Απόλλωνας. Είναι η μούσα που ψιθυρίζει στο αφτί του καλλιτέχνη τα μυστικά της ομορφιάς του σύμπαντος, όπως αναφέρει στο άρθρο του ο Δρ Νίκος Ξανθούλης. Τι μπορεί, όμως, στ’ αλήθεια να παρηγορήσει τον άνθρωπο μέσα στην απέραντη υπαρξιακή μοναξιά του; Την αίσθηση του μάταιου και του φευγαλέου της ζωής, του χρόνου που ξεγλιστράει μέσ’ από τα χέρια μας την έχει εκφράσει μοναδικά ο Έντγκαρ Άλαν Πόε σε ποίημά του λέγοντας πως όλα τα φαινόμενα δεν είναι παρά ένα όνειρο μέσα σ’ όνειρο. Αναρωτιέται, όμως, στο τέλος ο ποιητής αν αυτό ισχύει καθολικά. Μήπως κάτι διασώζεται; Μήπως υπάρχει κάτι άφθαρτο και ακατάλυτο;
Η Ελένη Νομικού. Βαδίζοντας στον ωραιότερο πεζόδρομο της Αθήνας, μαγνητισμένοι από τις υπαίθριες αρχαιότητες. Στην απέναντι πλευρά, δύο νεοκλασικές κατοικίες μάς μεταφέρουν στα τέλη του 19ου αιώνα και σε έναν τρόπο ζωής που χάθηκε ανεπιστρεπτί. Στη νέα ζωή τους άνοιξαν σε ένα ευρύ κοινό και συναπαρτίζουν το κέλυφος του Μουσείου των Ηρακλειδών. Το Μουσείο, που τάραξε τα νερά της ελληνικής μουσειακής πραγματικότητας όταν πρωτοεμφανίστηκε, προβάλλει σήμερα την αρχαία ελληνική τεχνολογία με την έκθεση «Εύρηκα». Στο τιμόνι του, η Ελένη Νομικού.
Jean–Auguste–Dominique Ingres, «Η αποθέωση του Ομήρου», 1827. «Αν θεός είναι ο Όμηρος, ίδιες τιμές με τους αθάνατους ας έχει. Αλλά πάλι, και θεός να μην είναι, ας θεωρείται πως είναι θεός». Ο Γάλλος ζωγράφος Ingres (Ενγκρ) ξεδιπλώνει στην οροφή μιας αίθουσας του Λούβρου τη μεγάλη, πολυπρόσωπη σύνθεση που αποθεώνει τον ποιητή. Ένθρονος, ο Όμηρος περιβάλλεται από εμβληματικές θεϊκές μορφές. Τα έπη του προσωποποιούνται. Παρούσες οι Μούσες και οι επτά πόλεις που ερίζουν για το ποια είναι η γενέτειρα του ποιητή.
Πομπή θυσίας, Πίνακας Α του Πιτσά. ΕΑΜ, αρ. ευρ. 16464. Φωτ.: Ελευθέριος Γαλανόπουλος. Σε μια βαθιά σπηλιά στον Άνω Πιτσά, κοντά στο Ξυλόκαστρο, βρέθηκαν το 1935 τέσσερις ξύλινοι και επιζωγραφισμένοι αναθηματικοί πίνακες. Ανάθημα στις Νύμφες, ο πρώτος πίνακας (540-530 π.Χ.) ζωγραφίζει με τρία χρώματα, γαλάζιο, κόκκινο, κίτρινο, πομπή θυσίας. Τρεις γυναικείες, τρεις παιδικές και μια πιθανολογούμενη ανδρική μορφή, στεφανωμένες και ντυμένες επίσημα, κατευθύνονται προς το βωμό. Μουσικά όργανα, κλαδιά μυρτιάς, ταινίες νίκης και το πρόβατον επί σφαγήν. Πώς διαβάζεται ο πίνακας Α του Πιτσά;
Τμήμα γεωμετρικού αγγείου (The Helike Project, Ντ. Κατσωνοπούλου). Περιδεείς οι κάτοικοι της αρχαίας Ελίκης, περιοχής με σεισμική δράση έντονη και ακατάπαυστη από τα προϊστορικά χρόνια, επέλεξαν για πολιούχο θεό και προστάτη τους τον Ποσειδώνα που διαφεντεύει τους σεισμούς. Θρυλείται ότι με το σεισμό του 373 π.Χ. η Ελίκη βυθίστηκε στη θάλασσα. Αξιοποιώντας και τη σύγχρονη τεχνολογία, μια συστηματική και διεπιστημονική αρχαιολογική έρευνα εντόπισε την αρχαία πόλη στη στεριά.
Λύκτος: Ελληνιστική Οικία Δ, οικόπεδο Γ.Μ. Ζουραράκη (φωτ.: Γ. Ρεθεμιωτάκης). Ανθεκτικά τα αρχαία πιθάρια, αρκετά από τα οποία αποτελούν προϊόντα του μακρόβιου εργαστηρίου κεραμικής στην ενδοχώρα της επαρχίας Πεδιάδος, επιβεβαιώνουν, με τη μακροχρόνια χρήση τους, την εξέχουσα σημασία της μεταποίησης και της αποθήκευσης των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων στους αρχαίους χρόνους. Στην αρχαία πόλη της Λύκτου, τα αποθέματα τροφής σε πίθους και σε διάφορα φέροντα σκεύη από φθαρτά υλικά, μαζί με τα εποχιακά προϊόντα, εξασφάλιζαν επάρκεια τροφής σε πέντε ενήλικα μέλη καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, πρακτική συνήθης και στην προβιομηχανική Κρήτη.
Camillo Miola (Biacca), «Ο χρησμός» (1880), J. Paul Getty Museum. Η φωτογραφία διατίθεται από το μουσείο στο πλαίσιο του προγράμματος Open Content. Η «ιερή νόσος» του Ιπποκράτη, η σημερινή επιληψία, γινόταν αντιληπτή από τους αρχαίους ως είσοδος κάποιου θεού ή δαίμονα στο ανθρώπινο σώμα. Τα συμπτώματα της νόσου ταυτίζονται με εκείνα που εμφάνιζε η Πυθία σε μαντική έκσταση. Μέσα από το σώμα της, ο Απόλλωνας πρόφερε χρησμούς με τη δική της φωνή. Τη μετάπτωση της Πυθίας σε μια τεχνητή και αναστρέψιμη κατάσταση επιληψίας εξασφάλιζε το μάσημα φύλλων και η εισπνοή καπνού ροδοδάφνης.
Αγία Θαλασσινή, Χώρα Άνδρου. Κεραμοσκεπές ξωκλήσι με δίριχτη στέγη από βυζαντινό κεραμίδι. Στις παραδοσιακές κοινωνίες ο άνθρωπος λειτουργεί με γνώμονα τη θρησκευτική σκέψη. Το τοπίο που δεν ελέγχει τον τρομάζει. Για να το εξαγνίσει από τα δαιμόνια που τον επιβουλεύονται, κτίζει στα όρια μεταξύ του οικισμού και της ατιθάσευτης φύσης εξωκκλήσια που θα του εξασφαλίσουν θεϊκή προστασία. Με δομικά υλικά από το νησί, με τις απλές γραμμές και τα λιτά σχήματα της κυκλαδικής λαϊκής κατοικίας και με το «γαλάχτισμα», το ανδριώτικο ξωκλήσι παραδίδεται πάλλευκο, ευδιάκριτο από μακριά.
Το κείμενο της επιγραφής (φωτ.: Μ. Τσαμπλάκος). Σε θέση προικισμένη από τη φύση και σπαρμένη με ερείπια μεσαιωνικών πύργων, βρίσκεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Πικρού. Στο κατώφλι του Ιερού Βήματος έχει ενσωματωθεί μαρμάρινη επιγραφή, που πιθανότατα προέρχεται από το κατεστραμμένο εβραϊκό νεκροταφείο της Χίου. Η ερμηνεία της επιγραφής συνηγορεί υπέρ της ταφικής χρήσης της.
Πήλινη πρόχους στα χέρια της αρχαιολόγου Δέσποινας Χατζή–Βαλλιάνου. Περιέχει θησαυρό 322 αργυρών νομισμάτων του 2ου αι. π.Χ. Βρέθηκε κάτω από το δάπεδο ενός λαξευτού τάφου. Ανασκαφές ΚΓ΄ ΕΠΚΑ στη νεκρόπολη της αρχαίας Φαιστού, στη θέση Φαλαγκάρι, το 1987. Φωτ.: Αρχείο Δ. Χατζή–Βαλλιάνου. Η αναζήτηση και η εύρεση κρυμμένων θησαυρών αποτελεί διαχρονικό όνειρο σε πολλές κοινωνίες και σε διαφορετικές εποχές. Ο απρόσμενος και εύκολος πλουτισμός αλλά και η συναισθηματική φόρτιση που μπορεί να δημιουργήσει ένα αντικείμενο από μια παλαιότερη εποχή τροφοδότησαν τη φαντασία των ανθρώπων.
Θησαυρός αργυρών νομισμάτων που ανευρέθηκε στη γωνία των οδών Νικοκρέοντος και Χατζοπούλου, στην επέκταση του αρχαιολογικού χώρου του Λόφου Αγίου Γεωργίου. Λευκωσία, 2006, ανασκαφές της Εφόρου Αρχαιοτήτων δρος Δ. Πηλείδου. Οι νομισματικοί θησαυροί εμπλουτίζουν σημαντικά τις πληροφορίες για την ιστορία της Κύπρου που μας δίνουν οι πρωτογενείς πηγές. Νησί πλούσιο σε χαλκό αλλά χωρίς κοιτάσματα χρυσού και αργύρου, η Κύπρος στηριζόταν για την έκδοση νομισμάτων στην εισαγωγή των πολύτιμων μετάλλων ακόμα και σε μορφή αντικειμένων ή νομισμάτων από άλλους τόπους. Στους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους μάλιστα, η Κύπρος λειτούργησε ως «εργοστάσιο ανακύκλωσης» καθώς, με το που έφταναν ξένα νομίσματα στο νησί, μετατρέπονταν σε τοπικό νόμισμα.
Θησαυρός Κορίνθου (Πελοπόννησος), 1930 (IGCH 77). Απόκρυψη θησαυρού: τελευταίο τέταρτο 4ου αι. π.Χ. Περιέχει χρυσούς στατήρες Φιλίππου Β’ και Αλεξάνδρου Γ΄. Νομισματικό Μουσείο Αθηνών. Φωτ.: Μ. Σκιαδαρέσης. Με τα χιλιάδες τάλαντα που βρήκε αποταμιευμένα από τους Πέρσες βασιλείς, ο Αλέξανδρος έκοψε χρυσά και αργυρά νομίσματα σε μεγάλες ποσότητες, τους «Αλεξάνδρους». Η τεράστια παραγωγή αλλά και ο αποθησαυρισμός χρυσών «Αλεξάνδρων» μειώθηκαν κατακόρυφα μετά τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., καθώς ο χρυσός που είχε εισρεύσει στη Μακεδονία επενδύθηκε σε πολυτέλεια και δεν παρέμεινε στην εγχρήματη οικονομία. Οι περισσότεροι χρυσοί θησαυροί βρέθηκαν στη Βαλκανική, κρυμμένοι από Θράκες μισθοφόρους στο δρόμο της επιστροφής.
Το Κυκλοτερές ταφικό μνημείο στις Κολώνες. Φωτ.: Εύη Μικρομάστορα. Το νησί πήρε το όνομά του από τη νύμφη Σαλαμίνα, μία από τις είκοσι κόρες του θεού–ποταμού Ασωπού σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση. Οι αρχαιολογικές έρευνες που έχουν διενεργηθεί στη Σαλαμίνα είναι τόσο σωστικού όσο και συστηματικού χαρακτήρα. Ξεκινούν με τον Σλήμαν το 1883 που στράφηκε στις νησίδες στο βόρειο τμήμα του Στενού της Σαλαμίνας. Ακολούθησαν ο Χ. Τσούντας το 1884 στο Στενό της Σαλαμίνας και ο Π. Καββαδίας το 1896 στην περιοχή του Ναυστάθμου όπου αποκαλύφθηκε πλειάδα τάφων του 11ου αιώνα π.Χ. Ο Α. Κεραμόπουλλος επικεντρώθηκε στο βόρειο τμήμα του τείχους της Κλασικής περιόδου, ο Ευθ. Μαστροκώστας το 1958 στη θέση Χαλιώτη στα νότια του νησιού και στη θέση Καμίνια στα Αμπελάκια. Ο Β. Πετράκος το 1960 και ο Κ. Δαβάρας το 1964 ανέσκαψαν το γνωστό εκτεταμένο μυκηναϊκό νεκροταφείο της Αγίας Κυριακής στα νοτιοανατολικά της πόλης της Σαλαμίνας. Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από τις αρχαιολόγους της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ι. Δεκουλάκου, Μ. Πωλογιώργη και, τα τελευταία 14 χρόνια, από την Τ. Κάττουλα. Στο νότιο τμήμα του νησιού εργάζεται από το 1994 έως σήμερα η ανασκαφική ομάδα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων υπό τη διεύθυνση του καθ. Γ. Λώλου. Έχοντας εντοπίσει αρχικά το Σπήλαιο του Ευριπίδη και το Ιερό του Διονύσου, συνεχίζει την αποκάλυψη της Μυκηναϊκής Ακρόπολης των Κανακίων. Τα τελευταία δύο χρόνια το Ινστιτούτο Εναλίων Αρχαιοτήτων διεξάγει έρευνα στον όρμο του Αμπελακίου, καταγράφοντας τις εγκαταστάσεις του αρχαίου λιμένα. Τέλος, το Φινλανδικό Ινστιτούτο Αθηνών το 2016 πραγματοποίησε επιφανειακή έρευνα και χαρτογράφηση της αρχαίας πόλης της Κλασικής περιόδου στα Αμπελάκια.
Το λογότυπο του περιοδικού. Με αφορμή το τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας, είχαμε την τιμή να συνομιλήσουμε με τον διαπρεπή ιδιωτικό ερευνητή, κύριο Γιώργο Τσούκαλη. Είναι προφανές πως η επιτυχία που έχει γνωρίσει ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι απόλυτα δικαιολογημένη από τα προσόντα που διαθέτει και έχει επιστρατεύσει στην επαγγελματική δραστηριότητά του, δεν είναι συγκυριακή. Επιπλέον, όπως διαπιστώνεται από την επικοινωνία και τη συναναστροφή μαζί του, πρόκειται για έναν πραγματικό κύριο. Τα όσα μας εμπιστεύτηκε είναι συγκλονιστικά και εγείρουν έντονα συναισθήματα γύρω από τη μοίρα του υλικού πολιτισμού μας και τις επιπτώσεις της στην εθνική ταυτότητά μας. Στην πορεία της καριέρας του έχει σώσει αμέτρητους εθνικούς θησαυρούς από αρχαιοκάπηλoυς και ιερόσυλους. Τα αγαθά αυτά θα ήταν καταδικασμένα να αλλάζουν χέρια που μόνο το κέρδος υπολογίζουν, αποξενωμένα από το περιβάλλον στο οποίο πραγματικά ανήκουν, από το οποίο προσδιορίζονται και το οποίο προσδιορίζουν. Όταν εξαφανίζονται αυτά τα αγαθά, χάνουμε κομμάτια της ιστορίας μας και, κατά συνέπεια, της ταυτότητάς μας. Αυτό πιστεύει και ο κύριος Τσούκαλης. Έχει ταχθεί έμπρακτα και με αυταπάρνηση στη δίωξη αυτού του εγκλήματος, από το οποίο θίγεται το κοινωνικό σύνολο, το έθνος αλλά και ο οικουμενικός πολιτισμός. Ο σεβασμός και η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς δεν είναι επένδυση, είναι διατήρηση της αξιοπρέπειας. Απόδειξη ότι αξίζουμε τα δώρα που βρέθηκαν στον δρόμο μας, ότι μπορούμε να διακρίνουμε ανάμεσα σε τι προστατεύεται και τι απεμπολείται.
Ο Γιώργος Τσούκαλης. Καταξιωμένος ιδιωτικός ερευνητής, ο Γιώργος Τσούκαλης έχει μια παράπλευρη αδυναμία: είναι στρατευμένος στην πάταξη της αρχαιοκαπηλίας. Στο βιβλίο του Λαθρέμποροι ιστορίας. Επιστροφή των 20 θησαυρών (εκδ. Ι. Σιδέρης, Αθήνα 2012), παρουσιάζει είκοσι υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας από το 1991 έως το 2012, τις οποίες έλυσαν ο ίδιος και οι συνεργάτες του. Μας ταξιδεύει εδώ κι εκεί στην ηπειρωτική Ελλάδα, ακολουθώντας τα ίχνη των αρχαιοκάπηλων και της λαθραίας συγκομιδής τους. Υπάρχει αναμέτρηση, υπάρχει σασπένς. Εκείνος προσπαθεί να τους παρασύρει σε παγίδα, οι άλλοι μπλοφάρουν προκειμένου να φυλάξουν τα νώτα τους. Η ατμόσφαιρα έχει κάτι από κατασκοπευτική ταινία ή και θρίλερ. Η συνεργασία του Γιώργου Τσούκαλη με την Ελληνική Αστυνομία ξεκίνησε το 1991. Η αρχή έγινε στα Μέγαρα με μια μεγάλη ανάγλυφη επιτύμβια πλάκα από μάρμαρο. Ακολούθησαν υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα τόσο διαφορετικά όσο μια αρχηγός κυκλώματος σωματεμπορίας, που είχε παράλληλα οργανώσει μεγάλο δίκτυο αρπαγής και μεταφοράς βυζαντινών εικόνων, ένας ιδιαίτερα γνωστός γκαλερίστας, ένας συντηρητής έργων τέχνης, δύο αντικέρ, ένας απόστρατος συνταγματάρχης, ένας μετρ γνωστού ξενοδοχείου κ.ά. Η σημαντικότερη ίσως υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στην Ελλάδα είναι μυθιστορηματική: Ύστερα από πολυετείς ενέργειες, το 1998 επαναπατρίζονται από το Μαϊάμι τα 277 αρχαία αντικείμενα που είχαν κλαπεί από το Μουσείο της Κορίνθου τον Απρίλιο του 1990. Οι δράστες, έχοντας τότε τραυματίσει σοβαρά το φύλακα, είχαν μπει στο μουσείο από τα κεραμίδια. Το 2011, σημειώθηκαν δύο επιτυχίες που ξεπέρασαν κατά πολύ τα ελληνικά σύνορα: Ανακτήθηκαν το «Κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου», ο πίνακας του Ρούμπενς που είχε κλαπεί το 2001 από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Γάνδης, και ένα χρυσοκέντητο Κοράνι. Την ίδια χρονιά αποτράπηκε η πώληση ενός αγαλματιδίου της θεάς Εκάτης που προερχόταν από την περιοχή της Κορίνθου ή της Νεμέας. Τα χρηματικά ποσά που διακυβεύονται είναι διόλου ευκαταφρόνητα. Στο κέρδος προσβλέπουν άλλωστε όσοι ανακαλύπτουν τα περιζήτητα αρχαία και επιθυμούν να τα πουλήσουν, πόσω μάλλον οι διακινητές που αναζητούν ή «έχουν έτοιμο» τον τελικό αποδέκτη. Τρίτο και τελευταίο πρόσωπο αυτής της διαδρομής, ο αγοραστής, ενδέχεται να εμφορείται από αγάπη για τις ελληνικές αρχαιότητες — εκτός εάν η απόκτησή τους ενισχύει απλά το κενόδοξο κοινωνικό του γόητρο. Είναι πάντως διατεθειμένος να πληρώσει αδρά. Και το εμπόριο αρχαιοτήτων καλά κρατεί.
Αττική επιτύμβια στήλη από πεντελικό μάρμαρο (περ. 360 π.Χ.), στην οποία απεικονίζεται οικογένεια. Είναι μία από τις αρτιότερες επιτύμβιες στήλες της Κλασικής περιόδου. Στην καρδιά του Μανχάταν, ακουμπώντας στο δυτικό όριο του Central Park, το κεντρικό παράρτημα του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης παρουσιάζει ένα πανόραμα πολιτισμών που εκτείνονται σε περισσότερες από πέντε χιλιετίες και περιλαμβάνουν θησαυρούς που έχουν συγκεντρωθεί από κάθε γωνιά της γης. Μία από τις συλλογές του απαρτίζεται από εξαιρετικά έργα της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, όλα τους υψηλής καλλιτεχνικής και ιστορικής αξίας.
Νέδα. Θέση «Μπέρεκλα». Τα ερείπια της εκκλησίας του Άι-Στράτηγου, που είναι κτισμένη επάνω στα θεμέλια του ναού του Νομίου Πανός. Οι γοητευτικές τοποθεσίες της Άνω Μεσσηνίας κρατούν ακόμη μυστικές τις θέσεις που αναφέρουν οι αρχαίες πηγές. Η αρχαία Ανδανία, μυθική κοιτίδα της μεσσηνιακής επικράτειας, δεν έχει ταυτιστεί. Ωστόσο, αποκαλύφθηκαν τα λείψανα μεγάλου δωρικού ναού των πρώιμων κλασικών χρόνων, ο οποίος αποδίδεται στον Απόλλωνα. Ο ναός βρίσκεται σε άμεση οπτική επαφή με το ναό του Επικουρίου στις Βάσσες.
Η ζωγραφισμένη αυλαία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Ένα ειδυλλιακό ξέφωτο με ψηλά δέντρα και κελαρυστά νερά. Μια παρέα από Νύμφες ακούνε μαγεμένες τη μουσική του Ορφέα. Εκείνος, απόμακρος, στρέφεται εκστατικός προς το ηλιοβασίλεμα. Η αυλαία, μεσοπολεμικό δημιούργημα του σκηνογράφου Θεόδωρου Αρμενόπουλου, είχε βίο περιπετειώδη και δεν θα είχε καλή κατάληξη αν δεν έπεφτε στα έμπειρα και ευαίσθητα χέρια της ομάδας συντήρησής της.
Τοιχογραφία από το θρησκευτικό κέντρο του ανακτόρου των Μυκηνών, 13ος αι. π.Χ. Γυναικεία μορφή (θεότητα; ιέρεια;) με πόλο στο κεφάλι. Τα εικονογραφημένα ευρήματα των ανασκαφών στο Ακρωτήρι, τη Μινωική Κρήτη και τις Μυκήνες αναδεικνύουν μια ενδυματολογική εμφάνιση που αποκαλείται «ιερή» ή «ιερατική», μια φορεσιά επίσημη και εξαιρετική με ανάλογα εξαρτήματα και περίτεχνη κόμμωση για τις γυναίκες. Γίνεται όμως να διακρίνουμε το ιερό από το κοσμικό σε σκηνικά με έντονο τελετουργικό πρόσημο;
Ψηφιδωτό που απεικονίζει την Κτίσιν (αρχές 5ου αι. μ.Χ.). Οικία Ευστολίου, Κούριον. Διάσπαρτα σε όλη την Κύπρο, τα ψηφιδωτά δάπεδα καλύπτουν έκταση που αγγίζει τα 13 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ανέλαβε να μελετήσει την τεχνολογία κατασκευής τους. Ερευνήθηκαν ο τρόπος δημιουργίας του στρώματος ψηφοθέτησης, τα κονιάματα που χρησιμοποιήθηκαν ως υποστρώματα και ως υποδομή για τη σωστή στήριξη των δαπέδων, ο τρόπος επιλογής και κοπής των πετρωμάτων και η αξιοποίηση των φυσικών και μηχανικών τους ιδιοτήτων, καθώς και ο τρόπος ψηφοθέτησης και τοποθέτησης των ψηφιδωτών.
Χρυσό επιστήθιο κόσμημα από σφυρήλατο χρυσό έλασμα και ενθέσεις κεχριμπαριού. Palestrina, αρχές 7ου αι. π.Χ. Εκθαμβωτικής ομορφιάς, η χρυσοχοΐα των Ετρούσκων φανερώνει τον κοσμοπολιτισμό της κοινωνίας τους και τη στενή επαφή με τις τέχνες της Ανατολής. Τα κοσμήματά τους είναι αναγνωρίσιμα από την τελειότητα των τεχνικών διακόσμησης. Στην κοκκίδωση, τα σφαιρίδια γίνονται τόσο μικροσκοπικά που μοιάζουν με χρυσόσκονη. Σκεπτόμενες μαϊμούδες και πάπιες καμαρωτές προσμετρούνται σε έναν εκρηκτικό αριθμό ζώων, πραγματικών και φανταστικών, που συγχρωτίζονται ελεύθερα με ανθρώπους, με θεϊκές μορφές και ιερά σύμβολα.
Αργυρό τετράδραχμο Αντιόχου Γ' με κεφαλή του βασιλέως στον εμπροσθότυπο. Νομισματοκοπείο ΔΕΛ, 17,06 γρ., 29 χιλ., 12. SC 1063 (Ιδιωτική συλλογή «The Medicus collection»). Η «Βάση Θησαυρικών Δεδομένων των Σελευκιδών» επιτρέπει τη μελέτη των νομισμάτων που έκοψε ο Αντίοχος Γ' αλλά και των θησαυρών που οι ιδιοκτήτες τους απέκρυψαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Ο Αντίοχος Γ' αξιοποιεί τα προϋπάρχοντα νομισματοκοπεία της Μεσοποταμίας, τα νομίσματά του όμως έχουν δυτικόστροφο προσανατολισμό με τελικό προορισμό τη Μικρά Ασία. Τη νομισματική του παραγωγή χαρακτηρίζει η εξαιρετικά πλούσια κοπή χάλκινων νομισμάτων που συνδέονται με την πληρωμή των πολυάριθμων στρατιωτικών φρουρών στην επικράτειά του.
Εύρημα από οικία στην Cosa, λατινική αποικία στα τυρρηνικά παράλια. Αποτελείται από 2.004 αργυρά δηνάρια, τα τελευταία από τα οποία χρονολογούνται στα 74–72 π.Χ. Συνδέεται άμεσα, δηλαδή, με τη δήωση και την καταστροφή της πόλης από Τυρρηνούς πειρατές το 70 π.Χ. Οι αιτίες για αποθησαυρισμό δεν εξαντλούνται στις πολεμικές συγκρούσεις. Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια ενδέχεται να πυροδοτούνται και από λόγους ακραιφνώς οικονομικούς. Άλλωστε, πόλεμος και χρήμα είναι έννοιες αλληλένδετες. Οι βαρβαρικές εισβολές στα τέλη του 3ου αιώνα που συντάραξαν την αυτοκρατορία συνοδεύτηκαν από μια μαζική υποτίμηση. Η μελέτη της σύνθεσης των «θησαυρών» αποκαλύπτει τις διακυμάνσεις στην αξία του χρήματος και, κατ’ επέκταση, στην ευρύτερη οικονομική και χρηματιστηριακή αυτοκρατορική πολιτική.
Αεροφωτογραφία του αρχαιολογικού χώρου. Διακρίνονται τα κατάλοιπα του αρχαίου λιμένα της Κυλλήνης, της μεσαιωνικής πόλης και του λιμένα της Γλαρέντζας (2004). Ο αρχαιολογικός χώρος Κυλλήνης-Γλαρέντζας βρίσκεται στην τοπική κοινότητα Κυλλήνης του Δήμου Ανδραβίδας-Κυλλήνης της Περιφερειακής Ενότητας Ηλείας, σε μικρή απόσταση από το σύγχρονο ομώνυμο του χωριού λιμάνι, που εξυπηρετεί τη θαλάσσια επικοινωνία της Πελοποννήσου με τα νησιά του νοτίου Ιονίου. Πρόκειται για το χώρο όπου ιδρύθηκε το λιμάνι της αρχαίας Κυλλήνης αρχικά και της μεσαιωνικής Γλαρέντζας αργότερα. Η θέση, στο βορειοδυτικό άκρο της δυτικότερης χερσονήσου της Πελοποννήσου, βόρεια του ακρωτηρίου Χελωνάτας στον Κυλλήνιο κόλπο, ασφαλής και στρατηγική, αποτέλεσε το μοναδικό λιμάνι της περιοχής από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας και διαχρονική πύλη επικοινωνίας της Ελλάδας με τη Δύση.
Το λογότυπο του περιοδικού. Η καταγραφή και η ματιά. Ο φωτογράφος Σωκράτης Μαυρομμάτης πραγματεύεται στο άρθρο του τη σχέση ανάμεσά τους. Η καταγραφή είναι υποχρεωτική και είναι η αφορμή. Η ματιά αναδεικνύει τις διαχρονικές αξίες. Περίσσιο λυρισμό μπορεί ν’ ανιχνεύσει κανείς και στις εικόνες και στις λέξεις του. Λυρισμό, όμως, που συμβαδίζει με την αρτιότητα στη δομή. Οι υφές, δηλαδή η αλήθεια στο φως. Μέσα από τις εικόνες του, ανακαλύπτουμε τις υφές, όπως όταν επισκεπτόμαστε έναν αρχαιολογικό χώρο και όλη τη διαφορά απ’ το να βλέπουμε μια φωτογραφία την κάνει το γεγονός ότι μπορούμε επιτέλους ν’ αγγίξουμε τα περίφημα μάρμαρα. Μας δείχνει τα μάρμαρα με τις πληγές τους. Μας δείχνει την ηλικία τους. Η πέτρα μοιάζει σαν να ’χει εκραγεί, σαν να ’χει τρέξει νερό από μέσα της. Σαν να ’χει αλλάξει η ύλη της, να ’χει μετουσιωθεί. Οι χαρακιές των αρχαίων τεχνιτών, τα ίχνη τους βρίσκονται ξαφνικά μπροστά μας και μαζί με την απόσταση στον χώρο μηδενίζεται και η απόσταση στον χρόνο. Η ματιά του φωτογράφου, εκτός από τα μνημεία, αναδεικνύει εξίσου τη σωστική παρέμβαση του σύγχρονου ανθρώπου σε αυτά, γεφυρώνοντας το παρελθόν με το παρόν. Οι αιώνιες πέτρες που στέκουν παθητικά και ο άνθρωπος, με την προσωρινή φύση του και τον ενεργητικό ρόλο που καλείται να παίξει για να τις βοηθήσει να συντηρηθούν μέσα στον χρόνο, βρίσκονται σε αντιπαραβολή. Υπέροχη, αγαπητική γειτνίαση.
Ο Κώστας Ιωαννίδης. Τι είναι η φωτογραφία; Αν δεν είναι τέχνη, τότε τι; Μήπως είναι τεχνολογία; Ή μήπως τεκμηρίωση; Και πάλι, το μέσο είναι διάφανο ή μήπως αναπόδραστα συγχέει τα όρια τεκμηρίωσης και υποκειμενικότητας; Ερωτήματα ζητούν απαντήσεις: πρόκληση για τον θεωρητικό που αναμετριέται μαζί τους. Στην εποχή των εικόνων, με τα «έξυπνα κινητά» να μας ωθούν στην πρακτική της παραγωγής τους, δεν είναι άκαιρο να αναλογιστούμε τα της φωτογραφίας, τη φύση και τη χρήση, το οδοιπορικό της.
Εξωτερική όψη του Παλάτσο Μπο. Ακόμη και πριν από την Άλωση, Έλληνες και Κύπριοι φοιτητές ξεκίνησαν να πηγαίνουν στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Προπύργιο του Ουμανισμού και της Αναγέννησης, το πανεπιστήμιο εξελίχθηκε σε σπουδαίο κέντρο ελληνικών σπουδών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση. Tη δεκαετία του 1940 φιλοτεχνήθηκαν οι προσωπογραφίες σαράντα σπουδαστών του από άλλες χώρες, που διακρίθηκαν σε πολιτικά αξιώματα της πατρίδας τους. Ανάμεσά τους, τρεις Έλληνες.
Ποσειδών Λιβαδόστρας. Ανάλυση με φθορισιμετρία ακτίνων Χ (XRF). Ούτε οι θεοί είναι άτρωτοι. Μας το μαθαίνει η Αφροδίτη της Ιλιάδας. Πόσο μάλλον η γλυπτή αναπαράσταση μιας θεότητας, φτιαγμένη από χέρια θνητών, από υλικά φθαρτά. Ακρωτηριασμένος και σπασμένος σε πολλά κομμάτια βρέθηκε το 1897 στη θάλασσα αυτός ο μπρούντζινος Ποσειδώνας. Μόνο το κεφάλι είχε σωθεί αλώβητο. Συντηρήθηκε το 1897, το 1935, το 1970 και το 2016. Το ιστορικό των περιπετειών του εικονογραφεί παράλληλα τις τεχνολογικές κατακτήσεις της επιστήμης της Συντήρησης.
Η απόκρημνη ακτή στη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού. Οι αρχαιολογικές έρευνες που διενεργήθηκαν το διάστημα 1999–2001 στο Μόδι, μια ακατοίκητη σήμερα βραχονησίδα απέναντι από την ανατολική ακτή του Πόρου, έφεραν στο φως κτηριακά κατάλοιπα ενός σημαντικού οικισμού της Υστερομυκηναϊκής περιόδου. Δεδομένης της νευραλγικής θέσης του πάνω στους θαλάσσιους δρόμους που συνδέουν τον Αργοσαρωνικό με τον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου, το Μόδι θεωρείται πιθανό να λειτούργησε ως διαμετακομιστικός σταθμός για τη διακίνηση εμπορικών προϊόντων.
Παρθενώνας. Λεπτομέρεια κιονοκράνου του προνάου στο έδαφος, εκτεθειμένου στα φυσικά στοιχεία, με χαμένη την αρχαία επιφάνεια (1980). Φωτογραφία: Σωκράτης Μαυρομμάτης. «Η αισθητική της τεκμηρίωσης του αρχαίου κόσμου συμπλέκεται στην εποχή μας με τις σύγχρονες κατασκευές, τα μικρά και μεγάλα κτήρια που αναρριχώνται σε πλαγιές, λόφους και ακροπόλεις. Περικυκλώνουν και συνοδεύουν την αρχαιότητα άλλοτε θωπευτικά, άλλοτε απειλητικά και ενίοτε καταστροφικά. Αρκετά συχνά, σκαλωσιές και εργοτάξια συμπληρώνουν τη γενική εικόνα που μετά τις επεμβάσεις δεν θα είναι ποτέ η ίδια. Οι επεμβάσεις στα μνημεία συνυπάρχουν με ένα σύνολο τεχνικών βοηθημάτων που τα εγκλωβίζει μέσα σε ένα σιδερένιο δάσος ικριωμάτων και γερανών. Αυτή η αναγκαιότητα τεκμηριώνεται ως έργο, αλλά κυρίως ως ιστορική στιγμή μεγάλης σημασίας που έχει τη δική της αισθητική, την “αισθητική της αναστήλωσης”». (από το κείμενο του Σωκράτη Μαυρομμάτη)
Χρυσό περιδέραιο με αλυσίδες και σφυρήλατα περίαπτα. Ruvo, 480 π.Χ. Ο εξελληνισμός και η κομψή πολυτέλεια ενός νέου τρόπου ζωής σφραγίζουν την ώριμη Αρχαϊκή περίοδο έως και το 480 π.Χ. Στις τεχνικές επικρατεί η συρματερή, συνηθίζεται η ένθεση σκληρών λίθων ή υαλόμαζας. Λιτά τώρα τα κτερίσματα των νεκρών. Περόνες για τα μαλλιά, ενώτια τύπου «μπαούλο», δισκοειδή ενώτια, περιδέραια, περικάρπια, πόρπες, δαχτυλίδια με σφενδόνη ή με περιστρεφόμενο ψευδοσκαραβαίο, επίρραπτα πλακίδια. Με νόμο του 449 π.Χ. θα απαγορευτεί να συνοδεύουν τους νεκρούς χρυσά κτερίσματα.
Λεπτομέρεια από παράσταση Δευτέρας Παρουσίας. Ο φιλοχρήματος παρουσιάζεται με το πουγγί κρεμασμένο από το λαιμό του. 13ος αι. Άγιος Γεώργιος Κουβαρά, Αττική. Φωτ.: Κ. Ξενικάκης (1η ΕΒΑ). Εφορεία Ανατολικής Αττικής. Είμαστε στο Βυζάντιο τον καιρό των Παλαιολόγων. Είναι οι δύο αιώνες που μεσολαβούν μεταξύ του τέλους της Λατινοκρατίας και την Άλωση της Πόλης. Από τα νομίσματα που κόπηκαν τότε συγκροτήθηκαν 94 θησαυροί μοιρασμένοι, κατά σειρά μεγέθους, ανάμεσα στη Βουλγαρία, την Τουρκία, την Ελλάδα, τη Βόρεια Μακεδονία, τη Ρουμανία, τη Σερβία και την Αγγλία [sic]. Για τον προσδιορισμό και την κατανόηση του τρόπου διανομής των νομισμάτων αξιοποιείται η μέθοδος της ποσοτικής ανάλυσης.
Ο Νοτιοανατολικός Πύργος αναστηλωμένος και πλήρως αποκατεστημένος (Γ. Ασβεστάς, 2016, Αρχείο ΥΠΠΟΑ). «Η απομόνωση του τοπίου διέσωσε για εμάς μια ελληνική οχυρωμένη πόλη στην καλύτερη κατάσταση και μεγαλύτερη πληρότητα από οποιαδήποτε άλλη... ένα μέρος, που όσοι το έχουν δει, το αναπολούν με θαυμασμό και τείνουν να επιστρέφουν...» Με τα λόγια αυτά περιγράφει ο Βρετανός αρχαιολόγος E.F. Benson το αρχαίο φρούριο των Αιγοσθένων σε άρθρο που δημοσιεύει στα τέλη του 19ου αιώνα. Ακόμη και σήμερα, το φρούριο των Αιγοσθένων, στο Πόρτο Γερμενό της Δυτικής Αττικής, αποτελεί ένα από τα επιβλητικότερα και εντυπωσιακότερα αρχαία φρούρια στον ελλαδικό χώρο.
Το λογότυπο του περιοδικού. Οι μυθικοί πολεμιστές της Αίγινας, μετά τη θριαμβευτική εκστρατεία τους στην Τροία, δοξάστηκαν στον τόπο τους, στον ιερό λόφο της Αφαίας. Έχοντας μείνει για αιώνες κρυμμένοι στον ναό τους, έμελλε να ταξιδέψουν ξανά και να δοξαστούν σε ξένο τόπο. Επιδεικνύουν τις άρτιες κινήσεις τους, προκαλούν το δέος των θεατών, βρίσκονται σ’ ετοιμότητα. Είναι περήφανοι και άξιοι πολεμιστές. Όταν η Γλυπτοθήκη αδειάζει, νοσταλγούν τον πευκόφυτο λόφο, όπως η Αφροδίτη νοσταλγεί το όμορφο νησί της. Αναρωτιέμαι αν νιώθουν το ίδιο οι Λαπίθες και οι Κένταυροι του Παρθενώνα και αν οι έφιπποι Αθηναίοι αγωνιούν — θα φτάσει ποτέ το πέπλο στη θεά τους; Η Καρυάτιδα και η φτερωτή Νίκη παλεύουν να μην ξεχάσουν τις αδερφές τους. Οι Μαγεμένες, άραγε, θυμούνται τη Θεσσαλονίκη; Εγώ θυμάμαι τη μέρα που ξεναγήθηκα στον ναό της Αφαίας από τον καθηγητή Schwandner. Είπε κάτι που θα μείνει στο μυαλό μου για πάντα. Μίλησε για το numen, την ενέργεια του τόπου, αυτό που κάνει τους ανθρώπους να λατρεύουν θεούς στο ίδιο μέρος ανά τους αιώνες. Γεννάει και κάτι άλλο, λοιπόν, ο λόφος εκτός από τα αγάλματα, κάτι άπιαστο. Οι αίθουσες των μουσείων μπορεί να φιλοξενούν τα μάρμαρα, το numen, όμως, παραμένει στον τόπο.
Ανασυνθέτοντας τον ομηρικό ήχο. Ο Χρήστος Τερζής σε εκδήλωση στην Αρχαιολογική Εταιρεία, 2015. Με μια βουτιά στα άπατα νερά της Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών, ο νεαρός απόφοιτος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών αναδύθηκε με ένα διδακτορικό στο αντικείμενο της μαθηματικής αρμονικής επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα. Αρχαιομουσικολόγος, καταπιάστηκε με την ανακατασκευή αρχαίων μουσικών οργάνων, σε συνεργασία με επιστήμονες της Πληροφορικής ενεπλάκη σε προγράμματα που απευθύνονται σε μικρούς και μεγάλους. Ακόμη και η διδασκαλία και οι διαλέξεις του δεν στοχεύουν παρά στη διάδοση της αρχαίας ελληνικής μουσικής.
Πληγωμένος πολεμιστής από την αριστερή γωνία του ανατολικού αετώματος του ναού της Αφαίας, π. 490 π.Χ. Γλυπτοθήκη Μονάχου. Η Γλυπτοθήκη, το μοναδικό μουσείο στον κόσμο αφιερωμένο στην αρχαία γλυπτική, και η Κρατική Συλλογή Αρχαιοτήτων, με τα εξαιρετικά έργα μικροτεχνίας, καταλαμβάνουν τις δύο πλευρές της Königsplatz στο Μόναχο. Η «Πλατεία του Βασιλιά» συνδέει άρρηκτα τα δύο μουσεία με τη μορφή του Λουδοβίκου Α'. Το πάθος του βασιλιά της Βαυαρίας για την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή τέχνη προίκισε τα μουσεία με σπάνιες συλλογές που είχε καταρτίσει με δικά του έξοδα.
Καθιστή αρθρωτή πλαγγόνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Πηγή: Χ. Λάζος, «Παίζοντας στο χρόνο. Αρχαία ελληνικά και βυζαντινά παιχνίδια», Αίολος, Αθήνα 2002, σ. 527. Το ερευνητικό ενδιαφέρον για το παιδικό παιχνίδι στις κοινωνίες του παρελθόντος αναπτύσσεται στο πλαίσιο της σταδιακής εμφάνισης μελετών για την οικογένεια, τη δημογραφία και την παιδική ηλικία αρχικά από κοινωνικούς ιστορικούς. Μετά από μια μακρόχρονη παραμέληση του θέματος από τις επιστήμες της ιστορίας και της αρχαιολογίας, το έναυσμα για τις παραπάνω μελέτες δίνουν στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 έργα–σταθμοί στην ιστορία της παιδικής ηλικίας, όπως τα βιβλία του Lloyd deΜause και του Philippe Ariès, που εισάγουν την ιδέα της κοινωνικής συγκρότησης τόσο των συναισθημάτων προς τα παιδιά όσο και των αντιλήψεων για την παιδική ηλικία, ως ιδιαίτερης κοινωνικής κατηγορίας. Καθώς κερδίζει έδαφος η θέση ότι η παιδική ηλικία συγκροτείται κοινωνικά και επομένως διαφέρει από κοινωνία σε κοινωνία και από τη μια ιστορική περίοδο στην άλλη, αναπτύσσεται βαθμιαία ένα έντονο διεπιστημονικό ενδιαφέρον για τη διερεύνηση των αντιλήψεων περί παιδικής ηλικίας, των σχέσεων γονέων–παιδιών και της παιδικής κουλτούρας σε διάφορες ιστορικές περιόδους από τους προϊστορικούς μέχρι τους νεότερους χρόνους.
Καθιστή αρθρωτή πλαγγόνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Πηγή: Χ. Λάζος, «Παίζοντας στο χρόνο. Αρχαία ελληνικά και βυζαντινά παιχνίδια», Αίολος, Αθήνα 2002, σ. 527. Το παιχνίδι, στοιχείο καθοριστικό για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και της φαντασίας, συνοδεύει το παιδί και σε διαβατήριες τελετές, σε λατρευτικές πρακτικές, στον τάφο ως κτέρισμα. Εστιάζοντας στο παιχνίδι-αντικείμενο, παρακολουθούμε την απεικόνισή του στην αγγειογραφία, την κεραμοπλαστική και, κυρίως, στη γλυπτική. Διαπιστώνουμε ότι ένα ακίνητο παιχνίδι στα χέρια του παιδιού δηλώνει την πολύ μικρή ηλικία του, όπως o κυνηγετικός σκύλος ή μια στλεγγίδα μαρτυρούν τις ασχολίες των νεαρών εφήβων.
Σκηνή άσκησης της μαντικής τέχνης με αστραγάλους σε χάλκινο καθρέφτη του πρώιμου 4ου αι. π.Χ. (Inv. 1888,1213.1 – © The Trustees of the British Museum). Η έλλειψη συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας οδήγησε στην πεποίθηση ότι οι αστράγαλοι και το παιχνίδι τους συνδέονταν αποκλειστικά με τη νεαρή ηλικία, παρόλο που αρχαίες μαρτυρίες αναφέρουν την ευρεία χρήση τους από ενήλικες ανεξαρτήτως φύλου. Η νεκρόπολη του Λουτσιφέρο (6ος–3ος αι. π.Χ.) στους Επιζεφύριους Λοκρούς ανατρέπει το μονοπώλιο της νεαρής ηλικίας ενώ τεκμηριώνει το συμβολικό νόημα των αστραγάλων και τη χρήση τους σε τελετουργικές δραστηριότητες.
Αττική ερυθρόμορφη λήκυθος, 470–460 π.Χ. Μαλιμπού, Μουσείο J. Paul Getty, Συλλογή Βίλλας, 71.AE.444. Η φωτογραφία διατίθεται από το Mουσείο στο πλαίσιο του προγράμματος Open Content. Σε αγγεία της Κλασικής περιόδου, αγόρια και κορίτσια σε ηλικία γάμου απεικονίζονται σε παιχνίδια δεξιοτεχνίας και τύχης. Οι αγγειογράφοι αξιοποιούν μεταφορικά τη δράση του παιχνιδιού για να εντάξουν σε μια εικονική πραγματικότητα το κρίσιμο στάδιο της ερωτοτροπίας, προάγγελο του γάμου. Με τις ευλογίες του Έρωτα και της Αφροδίτης, τόσο στο ελεύθερο όσο και στα οργανωμένα παιχνίδια, τα κορίτσια φανερώνουν αυτενέργεια απέναντι στις αβεβαιότητες της ζωής.
Ναυτική κασέλα, μαρνέρα, με σκαλιστή διακόσμηση στην πρόσοψη και ζωγραφιστή εσωτερικά στο καπάκι. Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Ηράκλειο. Με ασφάλεια θα μπορούσαμε να πούμε ότι για τρεις τουλάχιστον χιλιετίες, η κασέλα ήταν το μοναδικό έπιπλο φύλαξης στο σπίτι, τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και στον ευρύτερο της Μέσης Ανατολής. Συχνά ήταν και το μόνο έπιπλο του σπιτιού. Το άρθρο αποτελεί μια σύνοψη του πρώτου μέρους του βιβλίου Η ελληνική κασέλα, που προέκυψε από 25ετή έρευνα σε όλη σχεδόν την Ελλάδα,η οποία συνεχίζεται ακόμη. Εδώ παρουσιάζονται η γενική συζήτηση για την κασέλα ως έπιπλο, οι χρήσεις, οι συμβολισμοί, η κατασκευή και η παραγωγή της, αλλά και η διακόσμησή της. Στο βιβλίο περιγράφονται και τα αποτελέσματα της επιτόπιας έρευνας σε όλες τις περιοχές στις οποίες αυτή διεξήχθη.
Γενική άποψη νεκροταφείου. Οικόπεδο Π. Μαρούγκα. Από το 2014 έως το 2019 έχουν ανασκαφεί στην περιοχή του Βορειοδυτικού Νεκροταφείου περισσότεροι από 160 τάφοι, γεγονός που οδηγεί τους αρχαιολόγους σε επανεκτίμηση της πυκνότητας και της έκτασής του. Όπως άλλωστε φαίνεται μετά και την ανασκαφή στο οικόπεδο Π. Μαρούγκα, το νεκροταφείο επεκτείνεται και προς τα ανατολικά, όχι μόνο στην περιοχή πέριξ των αρχαίων τειχών αλλά και σε μεγαλύτερη απόσταση από αυτά, στοιχείο που μέχρι σήμερα δεν γνωρίζαμε. Η περαιτέρω έρευνα των νέων αρχαιολογικών δεδομένων αναμένεται να δώσει πολλά στοιχεία τόσο για την τοπογραφία των νεκροταφείων της αρχαίας πόλης όσο και για τα ταφικά έθιμα που επικρατούσαν και, κυρίως, για τις κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές συνθήκες στο πλαίσιο των οποίων αναπτύχθηκαν.
Mark Dion, «Tate Thames Dig», 1999. Ξύλινο ντουλάπι, πορσελάνη, πήλινα σκεύη, μέταλλο, οστά ζώων, γυαλί και δύο χάρτες. Διαστάσεις: περ. 2,66x3,70x1,26 μ. © Mark Dion, Ευγενική παραχώρηση του καλλιτέχνη και της Tanya Bonakdar Gallery, Νέα Υόρκη / Λος Άντζελες. © Tate, Λονδίνο 2019. Στον ρακοσυλλέκτη, περιπλανώμενο σαν τον πλάνητα ποιητή, χωρίς όμως την κομψότητα εκείνου, ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είδε τον «αστικό αρχαιολόγο». O Mark Dion αναδεικνύει τη συλλογή ευρημάτων σε δημιουργική μέθοδο τέχνης, θολώνοντας τα όρια μεταξύ επιστήμης και τέχνης, αρχαιολογικής ανασκαφής και καλλιτεχνικής επιτέλεσης. Για τις ανασκαφές του επιλέγει πολιτισμικά τοπόσημα. Μετά την Ελβετία, την Ιταλία, τα κανάλια της Βενετίας, στο πλαίσιο της Μπιενάλε 1997–98, στράφηκε στο Λονδίνο και τον Τάμεση.
Άποψη της Άμφισσας. Η ιστορική εξέλιξη της πόλης της Άμφισσας πέρα από τις γραπτές πηγές πιστοποιείται και από τις υλικές μαρτυρίες, τα κατά χώραν εναπομείναντα οικοδομικά κατάλοιπα και τα ευρήματα της αρχαιολογικής έρευνας που επιτρέπουν εν μέρει την ανασύσταση της ιστορίας στην περιοχή από τους προϊστορικούς έως τους νεότερους χρόνους. Ξεχωριστή θέση κατέχουν ο θολωτός τάφος στη θέση Άμπλιανος, η οχύρωση της πόλης, τα κτίρια, θρησκευτικά ή κοσμικά, τα οποία κοσμούνται με πολυτελή ψηφιδωτά δάπεδα, τα οικοδομικά λείψανα οικιών και εργαστηρίου, τα νεκροταφεία της, τα οποία μαρτυρούν το επίπεδο οικονομικής ευημερίας της πόλης.
Το λογότυπο του περιοδικού. Ο ήλιος δύει πάνω απ’ τη λιμνοθάλασσα του Αμβρακικού. Οι αργυροπελεκάνοι, μετά από κυκλικές πτήσεις, κλείνουν τα πελώρια φτερά τους και προσγειώνονται στην επιφάνεια του νερού, την ίδια στιγμή που οι ερωδιοί επιδίδονται σε αρμονικό χορό. Η μέρα επιτέλους περνά στις δροσερές ώρες της. Τα ελαιόδεντρα στη Στρογγυλή τώρα δείχνουν περισσότερο πράσινα παρά ασημένια και το χώμα κόκκινο. Στη ρωμαϊκή έπαυλη ανάβουν οι πρώτες φλόγες στους λύχνους και το δείπνο ετοιμάζεται. Οι κίονες ρίχνουν τη σκιά τους στη στοά και το φως φτάνει μέχρι τα μισά της σκάλας. Πιο κάτω, τα λουτρά με το πανέμορφο ψηφιδωτό δάπεδο δελεάζουν τις αισθήσεις. Για αιώνες, οι ένοικοι της έπαυλης και οι φιλοξενούμενοί τους απολαμβάνουν τον πλούτο της φύσης και ιδιαίτερα τον καρπό του ιερού δέντρου της ελιάς, την τεράστια αξία του οποίου γνώριζαν και άδραξαν. Τιμώντας πάντα με δέος τους νεκρούς τους, θα νιώθουν αμέτρητη ευτυχία που ανήκουν στους ζωντανούς, ίσως και μια γλυκιά ενοχή που συνοδεύει τους ευσυνείδητους προνομιούχους. Φύση και αρχιτεκτονική πλέκουν μια εικόνα ομορφιάς και αρμονίας σ’ έναν ιδιωτικό παράδεισο. Η περσική λέξη απ’ την οποία προέρχεται η λέξη παράδεισος σημαίνει «περίκλειστος κήπος». Αγαλλίαση που έρχεται όταν περικλείονται οι απολαύσεις κι εμείς μαζί τους.
Ο Μιχάλης Κοσμόπουλος στην Ίκλαινα Μεσσηνίας. Βραβευμένος αρχαιολόγος και πανεπιστημιακός δάσκαλος, μαχητικός Έλληνας του εξωτερικού, ταξίδεψε στη Βόρειο Αμερική κρατώντας ένα πτυχίο Ιστορίας και Αρχαιολογίας από το Καποδιστριακό. Πήρε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο Washington στο Σαιντ Λούις (ΗΠΑ, 1989), άρχισε να εκπαιδεύει φοιτητές του Πανεπιστημίου της Μανιτόμπα στις Κλασικές Σπουδές (Καναδάς, 1989–1998), για να συνεχίσει τη διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι ως τακτικός καθηγητής Αρχαιολογίας (ΗΠΑ, 2001–). Από το 2006 διευθύνει τις ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας στην Ίκλαινα Μεσσηνίας. Τον Απρίλιο του 2019 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Πανοραμική άποψη του αρχαιολογικού χώρου και της περιοχής του Σάτμπυ (από δυτικά). Στο βάθος δεξιά, το ακρωτήρι της Σελσέλα (Άκρα Λοχιάδος). Πρώτη στην κομψότητα, την έκταση, τον πλούτο και την πολυτέλεια, η Αλεξάνδρεια έκρυβε μια νεκρόπολη υπόγεια, λαξευμένη στον φυσικό βράχο του εδάφους. Ένα πολύπλοκο δίκτυο διαδρόμων και οικοδομημάτων φιλοξενούσε τις ταφικές πρακτικές όλων των τάξεων και παραδόσεων. Χώροι συναθροίσεων και τελετών, παροχές νερού και πλήθος πρακτικών χώρων μαρτυρούν την ύπαρξη «ζωής» και έντονης δραστηριότητας, κάτι που καθιστά την «τελευταία κατοικία» των νεκρών σημείο επαφής τους με την κοινωνία των ζωντανών.
Κεραμική σφυρίχτρα, Μεσοβυζαντινή περίοδος. Εφορεία Αρχαιοτήτων Εύβοιας, αρ. ευρ.: 4349. Στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος στο παιδικό παιχνίδι που φιλοξενεί το περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνες», τέσσερις ιστορικοί του Βυζαντίου συνεισφέρουν με ισάριθμα κείμενα. Τα άρθρα τους καλύπτουν κυρίως την περίοδο από τον 4ο μέχρι τον 12o αιώνα και αναφέρονται σε ποικίλες περιοχές της Βυζαντινής επικράτειας, από την Αίγυπτο και τη Σικελία μέχρι τη Θεσσαλονίκη, την Κωνσταντινούπολη και το Αμόριο, με ειδική αναφορά στη Βενετοκρατούμενη Κρήτη του 14ου και του 16ου αιώνα.
Ψηφιδωτό από τη Μονή της Χώρας, Κωνσταντινούπολη, 14ος αι. (φωτ.: B. Caseau). Το καχύποπτο βλέμμα των ενηλίκων ακολουθεί τα παιδιά που έχουν αφήσει τα ανώδυνα αθύρματα της πρώτης παιδικής ηλικίας και τώρα εξερευνούν τα άτακτα προεφηβικά παιχνίδια. Ο πρώιμος γάμος ή η εξίσου πρώιμη είσοδος στο μοναστήρι αντανακλούν το εγχείρημα της βυζαντινής χριστιανικής κοινωνίας: την προσπάθεια κατάργησης της εφηβείας ως αυτόνομης ηλικίας. Θα χρειαστεί να περιμένουμε τον αιώνα των Κομνηνών για να δούμε το παιχνίδι της ερωτοτροπίας στη λογοτεχνία.
Παιxνίδι παιδικής αρματοδρομίας. Εικονίζεται στο ψηφιδωτό της έπαυλης στην Piazza Armerina στην Σικελία (αρχές 4ου αι.). Παιδιά εποχούνται σε τροχήλατο άρμα που σέρνουν δύο μεγάλα πουλιά. Πώς έπαιζαν τα παιδιά στο Βυζάντιο; Στον κόσμο τους θα μας οδηγήσουν οι ποικίλες γραπτές πηγές, οι φιλολογικές και αγιολογικές μαρτυρίες, καθώς και τα αρχαιολογικά ευρήματα, παιχνίδια–αθύρματα (σείστρα, αλογάκια, σφυρίχτρες, πεσσοί, κούκλες κ.λπ.), αλλά και ομαδικά παιχνίδια (Αλυσοδεμένος διάβολος, ξύλινο ιππικό, παιδική αρματοδρομία κ.λπ.).
Αγόρια που παίζουν με τσέρκια. Κωνσταντινούπολη, ψηφιδωτά Μεγάλου Παλατίου, 6ος αι. © Reidar Aasgaard. Οι κειμενικές, εικονογραφικές και αρχαιολογικές μαρτυρίες σχετικά με τα παιδικά παιχνίδια δείχνουν ότι οι Βυζαντινοί θεωρούσαν την παιδική ηλικία ως μια περίοδο παιχνιδιού, ένα διάστημα στο οποίο τα παιδιά άρχιζαν να γνωρίζουν τον κόσμο, να αποκτούν κοινωνικές δεξιότητες και να διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους.
Η πόλη του Χάνδακα τον 15ο αι. σε σχεδίασμα του Cristoforo Buondelmonti, 1429. Στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, στην πόλη του Χάνδακα, οι αρχές απαγορεύουν τον επικίνδυνο πετροπόλεμο με χέρια ή με σφεντόνες. Πού έπαιζαν πετροπόλεμο τα αγόρια; Ποιες ποινές προβλέπονταν για τους παραβάτες και πώς προσαρμόζονταν αυτές στην ηλικία και την κοινωνική τάξη τους; Η ποινικοποίηση του βίαιου παιχνιδιού αντανακλά τη βούληση της Βενετίας να προλάβει τυχόν κοινωνικές αναταραχές που θα έθιγαν την εύρυθμη λειτουργία των κρατικών μηχανισμών και το αστικό περιβάλλον.
Ειδώλιο γυναικείας μορφής, πιθανώς Αφροδίτης, από ταφή του γ΄ τετάρτου του 4ου αι. π.Χ. στο ανατολικό νεκροταφείο (Μ. Πόρου, αρ. 1852). Οι σωστικές ανασκαφές στην περιοχή των νεκροταφείων της αρχαίας Τροιζήνας απέδωσαν αξιόλογα πήλινα ειδώλια, χρονολογούμενα από τους αρχαϊκούς έως και τους ελληνιστικούς χρόνους. Το θεματολόγιό τους περιλαμβάνει ανδρικές και γυναικείες μορφές, έρωτες, πλαγγόνες, ζώα και πτηνά. Όπως προκύπτει από τα έως τώρα ανασκαφικά δεδομένα, τα κτερίσματα αυτού του είδους συνόδευαν κατά προτίμηση ταφές γυναικών και παιδιών.
Ψηφιδωτό δάπεδο από την αγρέπαυλη μετά τις εργασίες συντήρησης. Ρωμαίοι άποικοι στην Ήπειρο από τον 1ο έως και τον 3ο αιώνα μ.Χ. οργάνωσαν ένα οικιστικό σύνολο στη Στρογγυλή, μια θέση που βρίσκεται κοντά στην Άρτα και τον Αμβρακικό κόλπο. Η εγκατάσταση περιλάμβανε αγρέπαυλη, οκταγωνικό βαλανείο, πηγάδι και ελαιοτριβείο. Τα πολύχρωμα ψηφιδωτά της έπαυλης, η ποιότητα των κινητών ευρημάτων, το άψογα στημένο λιοτρίβι δηλώνουν ότι ο ιδιοκτήτης ήταν πιθανότατα κάποιος γαιοκτήμονας ευγενής που επιδιδόταν στην επιχειρηματική κτηνοτροφία και γεωργία. Οι Ρωμαίοι άποικοι αυτού του τύπου είναι γνωστοί ως Epirotici homines ή Synipirotae.
Ο ναός του Αγ. Αθανασίου από ανατολικά, μετά την ολοκλήρωση του αναστηλωτικού έργου, τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου και την εγκατάσταση νέου στεγάστρου στη νότια όψη. Διάσπαρτα στον Ελαιώνα των Μεγάρων, αφιερώματα τοπικών οικογενειών, τα βυζαντινά εκκλησάκια επιζούν ως μάρτυρες της ιστορίας της Μεγαρίδας κατά τη Μεσοβυζαντινή και την Υστεροβυζαντινή περίοδο. Τρία από τα ναΰδρια γειτονεύουν. Είναι ο Χριστός (12ος αι.), ο Άγιος Αθανάσιος (13ος αι.) και ο Άγιος Γεώργιος (12ος αι.). Απλοί τετρακιόνιοι ναοί, σταυροειδείς εγγεγραμμένοι με τρούλο. Παρά τη φθορά του χρόνου παραμένουν όσο ελκυστικοί υπήρξαν για τους περιηγητές του 17ου αιώνα που τους πρόσεξαν.
Αεροφωτογραφία της ακρόπολης του Γλα (φωτ.: Κ. Ξενικάκης, © Ανασκαφικό Πρόγραμμα Γλα 2018–2022). Η μυκηναϊκή ακρόπολη του Γλα, τόσο κοντά στην εθνική οδό Αθηνών–Λαμίας αλλά και τόσο διακριτικά αποτραβηγμένη από αυτήν, προβάλλει ως νησίδα, στο μέσον του βορειοανατολικού μυχού της Κωπαΐδας. Η σύνδεσή της με το επίτευγμα της αποξήρανσης της λίμνης και η κεντροβαρική θέση της, που παρείχε εποπτεία της πεδιάδας προς όλες τις κατευθύνσεις και πρόσβαση στις θαλάσσιες επικοινωνίες μέσω του βόρειου Ευβοϊκού κόλπου, καθιστούν σημαντικό τον ρόλο που διαδραμάτιζε στο πολιτικό περιβάλλον της ανακτορικής βόρειας Κωπαΐδας, ως οικονομοτεχνικό κέντρο λειτουργίας των αποστραγγιστικών έργων και ως σταθμός συγκέντρωσης των αυξημένων αγροτικών προϊόντων της περιοχής.
Το λογότυπο του περιοδικού. Ο κύκλος μιας ημερολογιακής χρονιάς ολοκληρώνεται, αυτός μιας νέας χρονιάς ξεκινά. Είμαστε στο μεταίχμιο και αυτό αναπόφευκτα γεννά στοχασμό. Ακούμε πολύ συχνά τελευταία ανθρώπους στο περιβάλλον μας να μιλούν αρνητικά για την ίδια τη χρονιά που διανύουμε. Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό, που μια τέτοια σκέψη μπορεί να περάσει απ’ το μυαλό μας δεν είναι άλλος από το προνόμιό μας. Ο κόσμος ήταν και θα είναι γεμάτος πόνο για τόσο πολλούς ανθρώπους με πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά του προνομιούχου κόσμου στον οποίο έχουμε την τύχη να ανήκουμε. Η αναπάντεχη διατάραξη της βολικής θέσης μας σε αυτόν τον κόσμο δικαιολόγησε σε πολλούς από εμάς μια τυφλότητα μπροστά στις ευλογίες που η ίδια χρονιά έφερε. Ας μην κάνουμε το ίδιο λάθος τη χρονιά που έρχεται. Ας ζητήσουμε από τον εαυτό μας την απαραίτητη δύναμη και τη διαύγεια να μπορούμε να διακρίνουμε τα πάντα γι’ αυτό που πραγματικά είναι. Ο πόνος δίνει ευκαιρίες για υπέρβαση των ορίων μας και για εξέλιξη. Η ζωή απαιτεί θάρρος και επιμονή. Η ίδια είναι ασταμάτητη. Ακόμα κι αν νιώθουμε πως η απόλαυση της ζωής μάς διαφεύγει, αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να την καταδιώξουμε μέχρι να μην έχει άλλη επιλογή παρά να μας παραδοθεί.
Η Αικατερίνη Πολυμέρου–Καμηλάκη στο γραφείο της στο Κέντρο Λαογραφίας, το 2013. Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα του Πηλίου, φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Βιέννη. Υπηρέτησε το «Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών» επί 40 χρόνια, τα 20 τελευταία ως εκλεγμένη Διευθύντρια. Αποχώρησε έχοντας παραδώσει ένα Κέντρο έτοιμο να υποδεχθεί τον 21ο αιώνα. Έκτοτε δεν έπαψε να ασχολείται με τον αγαπημένο της λαϊκό πολιτισμό και τις σύγχρονες εφαρμογές που εμπνέονται από τις τέχνες και τις τεχνικές του.
Μπρούντζινο βαλσαμάριο με μορφή ανδρικής προτομής. Βρέθηκε από ψαρά στον χώρο του λιμανιού της Τίου. Παράκτιος οικισμός σε προνομιακή θέση, σε εύφορη γη, με πρόσβαση μέσω ποταμού στην ενδοχώρα, η Τίος ήταν η μόνη αρχαία πόλη στη βόρεια μικρασιατική ακτή που ενώ δεν ήταν καταχωμένη δεν είχε ανασκαφεί. Από τις σωζόμενες ελληνορωμαϊκές και βυζαντινές αρχαιότητες, η ανασκαφή εστίασε στην ακρόπολη, στο κέντρο της πόλης, στα παραθαλάσσια τείχη, στο θέατρο και στη νεκρόπολη. Ανασκαφικά ευρήματα επιβεβαίωσαν την παράδοση που θέλει την Τίο αρχαϊκή αποικία των Μιλησίων.
Η κούκλα ως χριστουγεννιάτικο δώρο. Από την έκθεση «Μια φορά κι έναν καιρό στο εργαστήρι του Αϊ-Βασίλη», Αθήνα, Δεκέμβριος 2004 – Ιανουάριος 2005. Φωτ.: Κ. Γκουγκουλή. Το τρίτο μέρος του αφιερώματος του περιοδικού Αρχαιολογία και Τέχνες στο παιδικό παιχνίδι είναι διεπιστημονικό. Παρουσιάζονται τέσσερα άρθρα που προσεγγίζουν το παιχνίδι από τη σκοπιά της κοινωνικής ανθρωπολογίας και των σπουδών του υλικού πολιτισμού (Κλειώ Γκουγκουλή), της ιστορίας της τέχνης (Αφροδίτη Κούρια), της σύγχρονης ιστορίας (Δέσποινα Καρακατσάνη), των ψηφιακών μέσων επικοινωνίας και της τεχνολογίας της πληροφορίας και επικοινωνίας (Δημήτρης Γκούσκος / Ηρώ Βούλγαρη).
Παιχνίδια των δεκαετιών 1960–1970. Από την έκθεση «Μια φορά κι έναν καιρό στο εργαστήρι του Αϊ–Βασίλη» (Αθήνα, Δεκέμβριος 2004–Ιανουάριος 2005). Φωτ.: Κ. Γκουγκουλή. Ένας από τους τρόπους για να προσεγγίσουμε το νόημα των παιδικών αθυρμάτων, αλλά και όλων των υλικών αντικειμένων της κοινωνίας μας, σύμφωνα με τις νεότερες θεωρίες του Υλικού Πολιτισμού, είναι να παρακολουθήσουμε τη σημασία που αποκτούν τα παιχνίδια αυτά στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Ακολουθώντας τις παραπάνω προσεγγίσεις οδηγούμαστε στην άποψη ότι τα αντικείμενα —συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών— έχουν «κοινωνική ή πολιτισμική ζωή», με την έννοια ότι αποκτούν διαφορετικά νοήματα ανάλογα με τις σχέσεις τις οποίες εκφράζουν και τα πεδία στα οποία εντάσσονται κατά τη διάρκεια της «ζωής» τους, από την κατασκευή μέχρι την ολοσχερή καταστροφή τους. Το άρθρο ασχολείται με τον τρόπο με τον οποίο τα παιχνίδια συνυφαίνονται με τη ζωή των κατόχων τους αποκτώντας βιογραφική σημασία, καθώς και με τα νοήματα που αποκτούν ορισμένα από αυτά στη «δεύτερη» ζωή τους ως κειμήλια της παιδικής ηλικίας.
Αλέξης Ακριθάκης, «Ποδήλατο», 1971, τέμπερα και σινική, 49x64 εκ., ιδιωτική συλλογή. Αναδημοσίευση από Κοτζαμάνη M. (επιμ.), Ακριθάκης (κατάλογος έκθεσης), Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Εκδόσεις Ιτανός — Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου, Αθήνα 1998. Το παιχνίδι, ως αντικείμενο, δραστηριότητα, διαδικασία και έννοια, απασχόλησε τους σύγχρονους Έλληνες καλλιτέχνες του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Στα έργα τους, που φιλοτέχνησαν με ποικίλα υλικά και διαφορετικούς εικαστικούς τρόπους, συναντάμε πτυχές τόσο της σχέσης του κάθε δημιουργού με το παιχνίδι όσο και μιας ευρύτερης υπαρξιακής ή φιλοσοφικής κοσμοαντίληψής του.
Αγόρια και κορίτσια από τις παιδικές εξοχές των Αγίων Αποστόλων Χανίων ποζάρουν με τον δάσκαλό τους σε παιχνιδοκατασκευή με σχοινιά στην αμμουδιά, το καλοκαίρι του 1936. Πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο Μαρίας Ναξάκη. Στο άρθρο αυτό επιχειρείται η ανάλυση της εμφάνισης και της εξέλιξης των παιχνιδότοπων στην ελληνική κοινωνία του Μεσοπολέμου. Εξετάζονται οι παιδαγωγικές και ψυχολογικές αναφορές, καθώς και οι επιδράσεις από αντίστοιχες προσπάθειες στο εξωτερικό. Καθώς καταγράφεται η πορεία εξέλιξής τους από τους παιδικούς κήπους στις παιδικές χαρές και τους παιχνιδότοπους, διερευνώνται το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο και οι παιδαγωγικές αλλά και οι ιδεολογικές χρήσεις τους, οι βασικοί εκφραστές και συντελεστές του συγκεκριμένου οικιστικού και παιδαγωγικού νεωτερισμού. Ειδικότερα αναλύεται ο ρόλος της μεταρρυθμιστικής παιδαγωγικής και του γυμναστικού κινήματος, καθώς και η χρήση και η εκμετάλλευσή τους από το καθεστώς Μεταξά.
Στιγμιότυπο από τη διοργάνωση World of Warcraft Legion GamesCom 2017. Πηγή: Wikimedia Commons. Στο άρθρο επιχειρείται μια συνοπτική αναφορά στην έννοια και το φαινόμενο του ψηφιακού παιχνιδιού στη σημερινή εποχή, καθώς και στις δυνατότητες που τα ψηφιακά παιχνίδια παρουσιάζουν ως μέσα επικοινωνίας και δομικά στοιχεία πλαισίων μάθησης. Με αναφορές σε ενδεικτική βιβλιογραφία και παραδείγματα παιχνιδιών, οι συγγραφείς συζητούν ορισμένες σχεδιαστικές αρχές και επικοινωνιακές αξίες που διέπουν τη διαδικασία και την εμπειρία του ψηφιακώς παίζειν, καθώς και την ανάγκη ανάπτυξης γραμματισμού απέναντι στο ψηφιακό παιχνίδι ως μια ισχυρά επικοινωνιακή και μαθησιακή αναπαράσταση του εκτός παιχνιδιού κόσμου. Αντί άλλων συμπερασμάτων, στέκονται στη σημασία της κοινωνικής διάστασης της ενασχόλησης με ψηφιακά παιχνίδια, ιδιαίτερα στην περίπτωση της χρήσης τους σε εκπαιδευτικές διαδικασίες με σκοπό την αξιοποίησή τους πέρα από στερεότυπα.
Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας, Άποψη της υποενότητας «Στο βυζαντινό σπίτι» (© ΕΦΑ Αργολίδας, Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας). Με αφετηρία τη συλλογή του Βυζαντινού Μουσείου Αργολίδας που προέρχεται από σωστικές ανασκαφικές έρευνες στην Αργολίδα (κυρίως στο Άργος, το Ναύπλιο και τη μεταξύ τους περιοχή), παρουσιάζονται ορισμένα βασικά στοιχεία στην εξέλιξη της βυζαντινής εφυαλωμένης κεραμικής σε συνδυασμό με τα νεότερα πορίσματα της έρευνας.
Διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη ανατολικά της εισόδου του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας. 35Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής συστάθηκε τον Ιανουάριο του 2018 με χωρική αρμοδιότητα σε 13 Δήμους: Μεγαρέων, Μάνδρας–Ειδυλλίας, Ελευσίνας, Ασπροπύργου, Χαϊδαρίου, Αγίων Αναργύρων–Καματερού, Αιγάλεω, Ιλίου, Περιστερίου, Πετρούπολης, Αγίας Βαρβάρας, Φυλής, Αχαρνών. Στην αρμοδιότητα της Εφορείας εμπίπτουν σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία, όπως ο αρχαιολογικός χώρος της Ελευσίνας, η Μονή Δαφνίου, τα αρχαία φρούρια Αιγοσθένων, Ελευθερών, Φυλής και Οινόης, η «Κρήνη του Θεαγένους» και οι αρχαιότητες στην πόλη των Μεγάρων, ο θολωτός τάφος και το αρχαίο θέατρο Αχαρνών, η αρχαία ακρόπολη των Παγών στο Αλεποχώρι και πλήθος άλλων. Επιπλέον, η Υπηρεσία έχει την ευθύνη για τη λειτουργία και τη διαχείριση τριών μουσείων: του Αρχαιολογικού Μουσείου της Ελευσίνας, του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεγάρων και της Αρχαιολογικής Συλλογής Αχαρνών. Από την έναρξη της λειτουργίας της Υπηρεσίας, τέθηκε ως ύψιστη προτεραιότητα ο σχεδιασμός και η εκτέλεση εργασιών για την αναβάθμιση και την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου και του Μουσείου Ελευσίνας, τη βελτίωση των υποδομών και τη δημιουργία προσβασιμότητας ΑμΕΑ, τον ευπρεπισμό και τη συντήρηση της πορείας των επισκεπτών, την αντικατάσταση και αναβάθμιση του εποπτικού υλικού, την ανανέωση του αστικού εξοπλισμού του χώρου και την ανάδειξη σημαντικού αρχαιολογικού υλικού που φυλάσσεται σε αποθηκευτικούς χώρους. Επιπλέον, η κήρυξη της Ελευσίνας ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 2021 υπήρξε εφαλτήριο για να επανέλθει η πόλη, έπειτα από πολλά χρόνια, στο επίκεντρο του κρατικού σχεδιασμού και να ξεκινήσουν έργα αναβάθμισης του πολιτιστικού της τοπίου. Το 2021 αποτέλεσε ασφαλώς ένα χρονικό και συμβολικό ορόσημο —ταυτόχρονα αφορμή και στόχο— για τα έργα ανάπλασης της πόλης και ανάδειξης του πολιτιστικού κεφαλαίου της.
Ο λόφος της αρχαίας ακρόπολης και μερική άποψη του αρχαιολογικού χώρου. Ορθοφωτ.: Διεύθυνση 'Ερευνας και Τεχνικής Υποστήριξης Μελετών και Έργων Αναστήλωσης/ΥΠΠΟΑ. Το Ιερό της Ελευσίνας υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά αρχαία λατρευτικά κέντρα της αρχαιότητας. Σε αυτό λατρευόταν η Δήμητρα, θεά της φύσης, της γεωργίας και της αγροτικής ζωής, μαζί με την Κόρη της, την Περσεφόνη. Η σύνδεση της Ελευσίνας με τις δύο θεές οφείλεται στον μύθο της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα και της αναζήτησής της από τη μητέρα της. Ο μύθος αυτός, χιλιοειπωμένος από ραψωδούς και δραματουργούς, αποτέλεσε έναν από τους πιο αγαπημένους του αρχαίου κόσμου και πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες σε διάφορες εποχές.