Ξεχωριστή, πλούσια και σπουδαία είναι η συλλογή της Μονής του Μεγάλου Μετεώρου ή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος όπως ονομάστηκε λίγο αργότερα, στη μοναστική πολιτεία των Μετεώρων, η οποία, εκτός από τις σπάνιες φορητές εικόνες και τις μοναδικές τοιχογραφίες, συμπληρώνεται από τα 640 χειρόγραφα, έγγραφα και βιβλία που χρονολογούνται από τον 9ο έως και τον 19ο αιώνα.
Πρόκειται για στοιχεία εργασίας της προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Τρικάλων, Κρυσταλλίας Μαντζανά, για το εν λόγω μοναστήρι, το οποίο, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, αποτελεί σταθμό ή μάλλον αφετηρία του οργανωμένου μετεωρίτικου μοναχισμού. Εδώ φυλάσσονται σπάνιες φορητές εικόνες, όπως το δίπτυχο των παλαιολόγειων χρόνων όπου στο ένα φύλλο απεικονίζεται η Παναγία και στο άλλο ο Χριστός ως Άκρα Ταπείνωση. Μοναδικό θέμα στην ιστορία της χριστιανικής τέχνης, όπου στο πρόσωπο της Παναγίας αποτυπώνεται διακριτικά η συγκρατημένη οδύνη και ο εσωτερικός πόνος και γενικά τα πρόσωπα αποπνέουν μια ευγένεια.
Ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία του Μεγάλου Μετεώρου έχουν δύο εικόνες που δώρισε η Μαρία Παλαιολογίνα μετά το 1372 και πριν από το 1384 με επιγραφή «Μαρία ευσεβεστάτη βασίλισσα Αγγελίνα Δούκενα η Παλαιολογίνα». H βασίλισσα απεικονίζεται γονατισμένη μικροσκοπική κάτω αριστερά. Κι αυτή η εικόνα προέρχεται από δίπτυχο και στο άλλο φύλλο εικονιζόταν ο Χριστός και ο σύζυγός της δεσπότης των Ιωαννίνων Θωμάς Πρελούμπιτς, όπως επιβεβαιώνει το σωζόμενο αντίγραφο στον καθεδρικό ναό της CUENCA.
Σπουδαία είναι, σύμφωνα με την προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων, η παλιά Τράπεζα της μονής, ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα του 1557, ένα ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό οικοδόμημα που με πέντε κίονες χωρίζεται σε δύο κλίτη και κοσμείται με πλινθόκτιστα τόξα, σταυροθόλια και θόλους. Σήμερα αποκαταστημένη, αναπαριστά ακριβώς τη λειτουργία με όλα τα χρηστικά και λειτουργικά σκεύη.
Το παλιό γηροκομείο-νοσοκομείο, που κτίστηκε το 1572 με επίσης ιδιάζουσα αρχιτεκτονική, είναι διώροφο με περίτεχνη πλινθόκτιστη οροφή του ισογείου, με κεντρικό θόλο που την ανωδομή του βλέπει ο επισκέπτης στον πάνω όροφo.
Η μονή αυτή είναι η παλαιότερη, μεγαλύτερη και επισημότερη από τις υπάρχουσες σήμερα μετεωρικές μονές γιατί, όπως είναι σκαρφαλωμένη πάνω στον επιβλητικό της βράχο, κυριαρχεί με τη θέση και τον όγκο της ανάμεσα στο μοναστικό συγκρότημα των Μετεώρων.
Σύμφωνα με την κα Μαντζανά, ιδρύθηκε λίγο πριν από τα μέσα του 14ου αιώνα από τον όσιο Αθανάσιο τον Μετεωρίτη, ο οποίος υπήρξε και ο πρώτος κτήτορας της μονής και οργανωτής συστηματικής μοναστικής κοινότητας. Ο κατά κόσμον Ανδρόνικος, μετά από πολλές περιπλανήσεις και αναζητήσεις σε Κωνσταντινούπολη, Κρήτη και Άγιο Όρος, είχε ως τελικό σταθμό το Μεγάλο Μετέωρο. Ο βράχος του Στύλου όπου εγκαταστάθηκαν αρχικά οι μοναχοί Γρηγόριος και Αθανάσιος δεν επαρκεί για την ανήσυχη φύση του Αθανασίου, ο οποίος οδηγείται στο βράχο, τον λεγόμενο Πλατύ Λίθο ή Πλατύλιθο, που ο ίδιος αποκαλεί Μετέωρο, ονομασία η οποία έμελλε να καθιερωθεί έκτοτε, να διατηρηθεί διά μέσου των αιώνων, να γενικευτεί στο σύνολο των γύρω μοναστηριών και βράχων και να ξεπεράσει πολύ τα όρια του ελλαδικού χώρου.
Στα μέσα του 14ου αιώνα κτίζει τον μικρό ναό, που σήμερα αποτελεί το ιερό του καθολικού της μονής. Ο ναός αγιογραφείται το 1483 και οι τοιχογραφίες αποτελούν ένα λαμπερό ζωγραφικό σύνολο, που αντιπροσωπεύει την τέχνη των τελευταίων παλαιολόγειων χρόνων, λίγο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κα Μαντζανά, προσθέτοντας: «Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παράσταση του Χριστού Αναπεσόντα, που νοηματικά ανήκει στον λειτουργικό κύκλο. Απεικονίζεται σε μικρή ηλικία ξαπλωμένος νωχελικά, η Παναγία τον σκεπάζει και ένας άγγελος ή κρατά τα σύμβολα του Πάθους ή παίζει λύρα όπως στην παράσταση του νέου καθολικού της ίδια μονής».
Άμεσος διάδοχός του και δεύτερος κτήτορας της μονής ήταν ο πρώην βασιλεύς Ιωάννης Ούρεσης ο Παλαιολόγος, ο οποίος στα 1372 με 1373, κατέφυγε στη Μονή του Μεγάλου Μετεώρου, έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και στα 1544/45 επέκτεινε τον αρχικό ναό ακολουθώντας τον αθωνίτικο τύπο. Επιγραφή αναφέρει ότι το επώνυμο ως προς την τέχνη ζωγραφικό σύνολο φιλοτεχνήθηκε το 1552, αλλά ο αγιογράφος κράτησε την ανωνυμία του. Μελετητές το αποδίδουν στον Θεοφάνη, τον μεγάλο Κρητικό ζωγράφο, άλλοι σε μαθητές του και άλλοι στον ζωγράφο Τζώρτζη που το 1557 αγιογραφεί τη Μονή Δουσίκου.
Από το νέο καθολικό, προσθέτει επίσης η ίδια, σημειώνουμε την παράσταση της Σταύρωσης με δύο άλλα επεισόδια, τους νεκρούς που ανασταίνονται και το διαμελισμό των ιματίων από μικρά παιδιά, και πάλι την παράσταση του Αναπεσόντα που τοποθετείται στα περισσότερα μνημεία σε περίοπτη θέση.
Σε μια επίσης σημαντική παράσταση εικονίζεται ο Άγ. Ιωάννης ο Θεολόγος να στοχάζεται και ο μαθητής του ο Πρόχορος συγγράφει το ευαγγέλιο.
Όλες οι παραστάσεις προβάλλονται ως αυτοτελή επεισόδια, σαν πίνακες με μια κόκκινη ταινία να τις διαχωρίζει. Λάμψη και ποικιλία χρωμάτων συνδυάζονται με την τελειότητα της εκτέλεσης, εξηγεί η κα Μαντζανά.
Λάμψη και χρώμα δεν δίνουν μόνο οι τοιχογραφίες, αλλά και οι εικόνες του τέμπλου που χρονολογούνται τον 16ο με 17ο αιώνα. Δύο αντιπροσωπευτικά δείγματα, η Θεοτόκος Βρεφοκρατούσα και γύρω της σκηνές από τον Ακάθιστο Ύμνο και ο Αγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος με σκηνές από τη ζωή του.
Για να καταλήξει τονίζοντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Αυτός ο μετεωρίτικος πλούτος με τη φυσική ποικιλομορφία του οικοσυστήματος αντικατοπτρίζει την εξέχουσα οικουμενική αξία βάσει της οποίας έχουν εγγραφεί τα Μετέωρα, αιωρούμενα στον αέρα, όπως είναι η σημασία της λέξης, στον κατάλογο της UNESCO».