Ένα από τα μεγαλύτερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας, η ανέγερση του οποίου συνδέεται με την ίδρυση από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ Κομνηνό της Αρχιεπισκοπής Χριστιανουπόλεως στα τέλη του 11ου αιώνα, αποκαταστάθηκε και θα αποδοθεί στο κοινό. Πρόκειται για τον Ι.Ν. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στους Χριστιάνους Τριφυλίας της Περιφερειακής Ενότητας Μεσσηνίας, τα θυρανοίξια του οποίου θα τελεστούν την Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016 και ώρα 19:00, από τον σεβασμιότατο Μητροπολίτη Τριφυλίας και Ολυμπίας, Χρυσόστομο.
Η απόδοση του μνημείου στο κοινό θα γίνει από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας διά της Προϊσταμένης, Ευαγγελίας Μηλίτση-Κεχαγιά. Θα ακολουθήσουν χαιρετισμοί από τον Περιφερειάρχη Πελοποννήσου, Πέτρο Τατούλη, και τον Δήμαρχο Τριφυλίας, Παναγιώτη Κατσίβελλα, και η παρουσίαση των αναστηλωτικών εργασιών από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Θεμιστοκλή Βλαχούλη, και την Προϊσταμένη του Τμήματος Έργων, Ιωάννα Καράνη. Στη συνέχεια θα γίνει ξενάγηση στον κυρίως ναό και το επισκοπείο από την Ε. Μηλίτση και τον Θ. Βλαχούλη.
Ο ναός ήταν εσωτερικά διακοσμημένος με εξαιρετικής ποιότητας μαρμάρινα αρχιτεκτονικά γλυπτά, ορθομαρμαρώσεις, ψηφιδωτά και τοιχογραφίες, στοιχεία που μαρτυρούν την οικονομική ευρωστία των κτητόρων του και καθιστούν δελεαστική την άμεση σύνδεσή του με την ίδια την αυτοκρατορική οικογένεια. Στα δυτικά της εκκλησίας εφάπτεται ένα δαιδαλώδες κτήριο με σύνθετη οικοδομική ιστορία, που ταυτίζεται από τους περισσότερους ερευνητές με επισκοπείο. Ο ναός είχε καταρρεύσει μετά τον σεισμό που έπληξε την Τριφυλία το 1886 και αναστηλώθηκε σε μεγάλο βαθμό τη δεκαετία του 1950 από τον Ευστάθιο Στίκα.
Στον κυρίως ναό και στο επισκοπείο πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες στερεωτικές εργασίες με τοπικές ανακτήσεις λιθοδομών, εκτέλεση αρμολογημάτων και εφαρμογή ενεμάτων. Δόθηκε μεγάλη έμφαση στη διατήρηση των αυθεντικών αρμολογημάτων του ναού, στα οποία διακρίνονται τρεις τουλάχιστον διαφορετικές φάσεις. Στον τεράστιο τρούλο που ανέκτησε ο Στίκας κατασκευάστηκαν μεταλλικά κελύφη, τα οποία, σε συνδυασμό με μία σειρά ελκυστήρων και αγκυρίων τιτανίου, παρέλαβαν το βάρος του ημισφαιρικού θόλου αποφορτίζοντας την υποκείμενη αρχική τοιχοποιία. Το δάπεδο επιστρώθηκε με μαρμάρινες πλάκες, ενώ στη θέση τους παρέμειναν τα ελάχιστα δείγματα από την αρχική πλακόστρωση. Το ιερό βήμα καλύφθηκε με πήλινα πλακίδια. Κατά το πρώτο στάδιο του έργου εκτελέστηκαν, τόσο στο επισκοπείο όσο και στον κυρίως ναό, εκτεταμένες διερευνητικές εργασίες, κατά τις οποίες αποκαλύφθηκαν πολύτιμα στοιχεία για την πληρέστερη κατανόηση της οικοδομικής ιστορίας του ναού, ενώ στον χώρο του νάρθηκα εντοπίστηκαν δεκάδες αλλεπάλληλες ταφές του 13ου και 14ου αιώνα.
Οι εργασίες αποκατάστασης του μνημείου υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο του Ε.Π. Δυτικής Ελλάδας, Ιονίων Νήσων και Πελοποννήσου 2007-2013 από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, με προϋπολογισμό 2.897.000 ευρώ. Η ολοκλήρωση των εργασιών επισφραγίστηκε με απόλυτη επιτυχία ικανοποιώντας στο έπακρο και τις υψηλότερες προδιαγραφές που ορίζουν οι διεθνείς συνθήκες για την αναστήλωση αρχαίων και μεσαιωνικών μνημείων.