Πλήρης ημερών απεβίωσε ο διαπρεπής ιστορικός της Κύπρου, Θεόδωρος Παπαδόπουλος, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, επίτιμος διδάκτωρ Πανεπιστημίων Αθηνών και Κύπρου, ιδρυτής και διευθυντής για σειρά ετών του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου και διευθυντής του Γραφείου Ιστορίας της Κύπρου στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’.
Η κηδεία του έγινε χτες στον Ι. Ναό Αγ. Νικολάου Έγκωμης Λευκωσίας, χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Β’, ο οποίος το 2012 είχε απονείμει στον εκλιπόντα την ανώτατη τιµητική διάκριση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου, το Χρυσό Παράσημο του Αποστόλου Βαρνάβα.
Η Κυπριακή Πολιτεία του απένειμε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ στη Γαλλία ανακηρύχθηκε «Αξιωματούχος της Λεγεώνος της Τιμής» και στην Ισπανία αντεπιστέλλον μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας της Βαρκελώνης. Ο Θ. Παπαδόπουλος μόχθησε ακούραστα και προσέφερε τα μέγιστα, τόσο προς την ιστορική επιστήμη όσο και προς την Εκκλησία της Κύπρου γενικότερα, με το επιστημονικό συγγραφικό και ερευνητικό του έργο. Δίκαια χαρακτηρίστηκε ως «η αξιολογότερη και διαπρεπέστερη ιστορική φυσιογνωμία» που ανέδειξε τα νεότερα χρόνια ο Ελληνισμός της Κύπρου.
Ο Θεόδωρος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1920 και, μετά την αποφοίτησή του από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, αναγκάστηκε –λόγω των σκληρών μέτρων της Παλμεροκρατίας– να μεταναστεύσει στο τότε Βελγικό Κογκό, όπου εργάστηκε από το 1939-1945 σε μεταλλευτική εταιρία, μαθαίνοντας ταυτόχρονα τις γλώσσες των ιθαγενών, ιδιαιτέρως δε τη Σουαχίλι. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σπούδασε στο Λονδίνο Αρχαία Ελληνική και Γαλλική Φιλολογία και Φιλοσοφία και σε μεταπτυχιακό επίπεδο Μεσαιωνική και Νέα Ελληνική Φιλολογία. Η διδακτορική του διατριβή είχε ως θέμα «Η ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και τού Ελληνικού λαού επί Τουρκοκρατίας».
Στη συνέχεια εργάστηκε στο Ινστιτούτο Εθνολογίας του Πανεπιστημίου των Παρισίων και, το 1963, μετά από πρόσκληση του τότε προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, επανήλθε στην Κύπρο και επιδόθηκε συστηματικά στην επιστημονική έρευνα, επί παντός επιστητού, που αφορά στις πηγές και στην ιστορία της νήσου. Στόχος όλων των επιστημονικών του ερευνών ήταν να αποδείξει και επιστημονικώς την αδιάσπαστη παρουσία τού ελληνικού στοιχείου στην Κύπρο από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Η βιβλιογραφία του, μόνο στον τομέα της Κυπριακής Ιστορίας ( Αρχαίας, Μεσαιωνικής και Σύγχρονης), της Λαογραφίας και Φιλολογίας υπερβαίνει τους 120 τίτλους.
Παράλληλα, ασχολήθηκε ενδελεχώς με τη θεωρία και μεθοδολογία των επιστημών του ανθρώπου και η βιβλιογραφία του στον τομέα αυτό αριθμεί 40 τίτλους. Πλην του επιστημονικού-ερευνητικού πεδίου, ο Θ. Παπαδόπουλος υπήρξε ο κατ’ εξοχήν πρωτεργάτης του επιστημονικού γίγνεσθαι της νεοσύστατης την εποχή εκείνη Κυπριακής Δημοκρατίας. Το 1965 πρωτοστάτησε και ίδρυσε το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, το οποίο διεύθυνε, ως πρόεδρος, μέχρι και το 1981. Στο διάστημα αυτό οργανώνει το Κέντρο, το οποίο λειτουργεί με τις πιο σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους και παράγει αξιόλογο έργο που τιμά το επιστημονικό τούτο ίδρυμα και κατ’ επέκταση την Κύπρο.
Μερίμνησε για την επανέκδοση κλασικών έργων της κυπριολογικής γραμματείας, που είχαν εξαντληθεί όπως π.χ. την περισπούδαστη τρίτομη Ιστορία της Νήσου Κύπρου του Φίλιου Ζαννέτου.
Διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και εκδότης του ετησίου επιστημονικού περιοδικού της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, η οποία επί των ημερών του επανεξέδωσε βασικά έργα της κυπριακής ιστορίας. Με την ιδιότητά του αυτή οργάνωσε τα πρώτα δύο Κυπριολογικά Συνέδρια, το 1969 και 1982, και επιμελήθηκε την έκδοση των πρακτικών τους.
Εξέδωσε, επίσης, τους τόμους 28 έως 50 του περιοδικού «Κυπριακαί Σπουδαί». Για ένα τέταρτο του αιώνα διετέλεσε Πρόεδρος της Κυπριακής Επιτροπής Ιστορικών Επιστημών (1976-2001) και Πρόεδρος της Κυπριακής Επιτροπής Βυζαντινών Σπουδών.
Υπήρξε μέλος των αντιπροσωπιών της Κύπρου στην Επιτροπή Ανωτέρας Παιδείας και Έρευνας του Συμβουλίου της Ευρώπης και στη Γενική Συνέλευση της ΟΥΝΕΣΚΟ. Η εισήγησή του στο ΙΓ’ Διεθνές Συνέδριο Ιστορικών Επιστημών, στη Μόσχα, το 1970, που αναφέρεται στη μέθοδο των κοινωνικών επιστημών στην Ιστορία, εξεδόθη υπό της Ακαδημίας των Επιστημών της τότε Σοβιετικής Ενώσεως και αναδημοσιεύτηκε σε Βελγικό περιοδικό, για ενημέρωση των καθηγητών της Ιστορίας. Επίσης, το έργο του για τα ανθρωπολογικά κριτήρια της έννοιας της προόδου, δημοσιεύτηκε στο διεθνές περιοδικό της ΟΥΝΕΣΚΟ «Διογένης» στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αραβικά.
Ο Θ. Παπαδόπουλος υπήρξε και εμβριθέστατος ιστοριοδίφης. Καρπός αυτής της επιστημονικής του εμβρίθειας είναι η περίφημη και περισπούδαστη «Κυπριολογική Βιβλιοθήκη», που αριθμεί συνολικά 20 τόμους.
Ο Θ. Παπαδόπουλος εξέδωσε τον αρχαιότερο κώδικα της Ιεράς Μονής Κύκκου και την Εκκλησιαστική Σάλπιγγα του Στυλιανού Χουρμούζιου σε 8 τόμους, με συγκινητικό πρόλογο του πατέρα του, Χαράλαμπου Παπαδόπουλου, που αποτελεί κόσμημα για τη Βυζαντινή Υμνολογία.
Ο εκλιπών υπήρξε διευθυντής έκδοσης της «Κυπριακής Ιστορίας», ενώ πολύ σημαντικό είναι και το έργο του, με τίτλο «Προλεγόμενα εις την μετάφρασιν των γραφών εις την Σουαχίλι». Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι με αυτό «κατέθεσε την επιστημονική προβληματική, έθεσε τις συντεταγμένες και προετοίμασε διεθνώς τη μέθοδο της μεταφράσεως της Καινής Διαθήκης στη Σουαχίλι». Ξένοι επιστήμονες χαρακτήρισαν το έργο αυτό ως «επιστημονικό πόνημα θεμελιώδους σημασίας».