Το νέο ψηφιακό Μουσείο, αφιερωμένο στον Πλάτωνα και το έργο του, ξεκίνησε τη λειτουργία του και προσκαλεί τους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης να περπατήσουν στους δρόμους που περπάτησε και δίδαξε ο ίδιος ο φιλόσοφος και να μυηθούν στο έργο του, μέσω των ψηφιακών αναπαραστάσεων και των ειδικών κατασκευών που περιλαμβάνει το νέο Μουσείο.
Η κατασκευή του κτιρίου του Ψηφιακού Μουσείου υλοποιήθηκε από τον Δήμο Αθηναίων. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, η μουσειολογική μελέτη και η παραγωγή των εκθεμάτων εκπονήθηκαν από το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, στο πλαίσιο του συγχρηματοδοτούμενου έργου ΕΣΠΑ «Ακαδημία Πλάτωνος, Η Πολιτεία και ο Πολίτης» του υπουργείου Παιδείας, που ξεκίνησε επί της υπουργίας της κυρίας Άννας Διαμαντοπούλου, η οποία παρέστη στα εγκαίνια.
Το Ψηφιακό Μουσείο της Ακαδημίας Πλάτωνος εγκαινίασαν ο Δήμαρχος Αθηναίων, κύριος Γιώργος Καμίνης και η Αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, κυρία Σοφία Κουνενάκη-Εφραίμογλου.
Από την 1η Δεκεμβρίου τη λειτουργία του Ψηφιακού Μουσείου – Ακαδημία Πλάτωνος αναλαμβάνει ο Οργανισμός Πολιτισμού Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων.
Λέγοντας σήμερα «Ακαδημία Πλάτωνος», ο νους μας πάει αφενός στη συγκεκριμένη γειτονιά της Αθήνας και αφετέρου στην Ακαδημία, τη Φιλοσοφική Σχολή του Πλάτωνα. Στόχος της έκθεσης είναι να αποτελέσει μια γέφυρα ανάμεσα στα δύο αυτά θέματα, να συνδέσει, δηλαδή, μια παγκοσμίως γνωστή ιστορία με τον τόπο στον οποίο διαδραματίστηκε.
Μια έκθεση για τον Πλάτωνα θα μπορούσε να βρίσκεται σε οποιοδήποτε μεγάλο μουσείο του κόσμου. Όμως, αυτή η ιστορία ξεκίνησε σε αυτή την πόλη και αυτό αποτελεί κύριο στοιχείο της αφήγησης του Μουσείου.
Η έκθεση είναι μια «βουτιά» στον χρόνο. Ξεκινάει από τη σημερινή αθηναϊκή γειτονιά «Ακαδημία Πλάτωνος». Σε μία διαδρομή, στον εξωτερικό χώρο του κτιρίου, ο χρόνος κυλάει προς τα πίσω και μας οδηγεί στο κατώφλι του Πλάτωνα. Ο επισκέπτης ετοιμάζεται να χτυπήσει την πόρτα του.
Στην πρώτη αίθουσα του Μουσείου παρουσιάζεται ο Πλάτωνας ως ιστορικό πρόσωπο, που έδρασε στην Αθήνα του 4ου αιώνα π.Χ. Ταυτοχρόνως, παρουσιάζεται ο τόπος που έδρασε, δηλαδή ο αρχαιολογικός χώρος της «Ακαδημίας Πλάτωνος».
Η δεύτερη αίθουσα αφιερώνεται στο έργο και τις μεθόδους του. Εκεί, δίνεται η ευκαιρία στον επισκέπτη να «φιλοσοφήσει» και να συνειδητοποιήσει κατά πόσον η σκέψη του Πλάτωνα τον αφορά.
Στην τρίτη αίθουσα βλέπουμε τους τρόπους με τους οποίους η μορφή και το έργο του Πλάτωνα ταξίδεψαν μέσα στον χρόνο, ξεκινώντας από τους άμεσους συνεχιστές της Ακαδημίας και φτάνοντας στο σήμερα.
Η έκθεση καταλήγει στο «τώρα» με την έξοδο στη σημερινή γειτονιά. Τι σημαίνει άραγε να ζει κανείς σήμερα στη «γειτονιά του Πλάτωνα»;
Με τη βοήθεια διαδραστικών εκθεμάτων, οι επισκέπτες καλούνται να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην «εξερεύνηση» του Μουσείου. Για το λόγο αυτό δημιουργήθηκαν σύγχρονα ψηφιακά μέσα αναπαράστασης και φυσικά εκθέματα, προκειμένου οι επισκέπτες να έχουν τη δυνατότητα να εμβαθύνουν σε θέματα που τους ενδιαφέρουν.
Ένας χώρος που αφορά στον Πλάτωνα πρέπει να συνδιαλέγεται διακριτικά με τον ομώνυμο χώρο. Το κτίριο του νέου Μουσείου μοιάζει με ένα «κουτί», μία κατασκευή που ανοίγει, χρησιμοποιείται και ξανακλείνει.
Η πορεία προς την είσοδο και η έξοδος του κτιρίου ακολουθεί τον άξονα του κεντρικού δρόμου (οδός Μοναστηρίου), αρχίζει και καταλήγει στη διαμορφωμένη πλατεία, μέσω της οποίας συνδέεται με το σήμερα και τις δράσεις των πολιτών.
Ο σχεδιασμός του κτηρίου συμβολίζει τη διαδρομή προς το φως: ανοίγματα υπάρχουν μόνο στην αρχή και το τέλος της διαδρομής. Μπαίνοντας μέσα στην έκθεση, ο επισκέπτης διανύει μια πορεία προς το φωτεινό άλλο άκρο του Μουσείου. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, θα μάθει πράγματα και θα ζήσει εμπειρίες. Στο τέλος της έκθεσης, βγαίνει πάλι στην καθημερινότητά του.
Το κτήριο, λοιπόν, έχει τοποθετηθεί με τέτοιο τρόπο, αφενός για να συνδέεται με τις λειτουργίες και τις δράσεις των πολιτών της περιοχής, αφετέρου για να αποτελέσει πόλο έλξης επισκεπτών, έτσι ώστε να συνδεθεί με το ευρύτερο δίκτυο των μουσείων και εκθέσεων της Αθήνας.