Τον υπόγειο τάφο και τα ερείπια του ναού του Κύπριου αγίου Αθανασίου του Πεντασχοινίτη έφερε στο φως ανασκαφή του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, υπό τη διεύθυνση του αρχαιολογικού λειτουργού Α’, Γιώργου Φιλοθέου, η οποία διενεργείται έξι χιλιόμετρα νότια του χωριού Άγιος Θεόδωρος της Επαρχίας Λάρνακας.
«Η περίπτωση του υπόγειου τάφου του αγίου Αθανασίου είναι μοναδική και για τη θέση του στο κέντρο του ναού και για τη μνημειακότητά του», υπογράμμισε ο κ. Γιώργος Φιλοθέου, ο οποίος ξενάγησε το ΑΠΕ-ΜΠΕ στο χώρο της ανασκαφής.
Ο άγιος Αθανάσιος καταγόταν από το χωριό Πεντάσχοινο, από όπου πήρε και το επίθετο Πεντασχοινίτης. Σύμφωνα με το βίο του έζησε και κοιμήθηκε στο χωριό αυτό, που υφίστατο μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, στις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα.
Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε και έζησε πριν την εισβολή των Αραβών το 649 μ.Χ. και πέθανε νέος –περίπου 20 χρόνων– δηλαδή πρέπει να έζησε μεταξύ 620 και 640 μ.Χ. Στο βίο του, αναφέρεται ότι, μεταξύ των ετών 670-680 επισκέφθηκε και προσκύνησε τον τάφο του ο Μητροπολίτης Δαμασκού και πήρε προφορικές μαρτυρίες από τους γέροντες του χωριού που σίγουρα θα τον πρόλαβαν ζωντανό. Ο εορτασμός της μνήμης του ατόνησε παντελώς από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και χάθηκε από τη συλλογική μνήμη ακόμα και η ημέρα του εορτασμού της. Πρόσφατα καθιερώθηκε ως ημέρα εορτασμού η 10η Ιουλίου και συντάχθηκε νέα ασματική ακολουθία.
Ο ναός του αγίου Αθανασίου κτίστηκε πάνω στον τάφο του και μέχρι πριν από μερικά χρόνια βρισκόταν σε πολύ κακή κατάσταση. Στην έναρξη της ανασκαφής συνέβαλε η επιθυμία των κατοίκων του γειτονικού χωριού Άγιος Θεόδωρος, της Μητροπόλεως Κιτίου και της Αδελφότητας της μονής Σταυροβουνίου.
Στη διάρκεια της ανασκαφής αποκαλύφθηκε μεγάλος τρίκλιτος ναός διαστάσεων 17×11 μ., που χωρίζεται με έξι πεσσούς σε κάθε σειρά. Η ίδρυση του ναού μπορεί να χρονολογηθεί στα τέλη του 8ου και στις αρχές του 9ου αιώνα. Όπως επεσήμανε ο κ. Φιλοθέου, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, το πιο σημαντικό στοιχείο της ανασκαφής ήταν η αποκάλυψη στο κεντρικό κλίτος του υπόγειου τάφου του αγίου Αθανασίου. Αρχικά φαινόταν από μία οπή από την οποία εισέρχονταν οι τυμβωρύχοι, ότι η είσοδος του τάφου ήταν στα ανατολικά. Όμως, ανέφερε, μετά τον καθαρισμό διαπιστώθηκε ότι η κανονική είσοδος του τάφου ήταν δυτικά και η πρόσβαση γινόταν με λαξευτή κλίμακα. Η οροφή του τάφου είχε καταρρεύσει σε δύο σημεία και ο καθαρισμός έγινε από αυτά τα δύο σημεία.
«Πρόκειται ουσιαστικά για ταφικό συγκρότημα που αποτελείται από έναν κεντρικό διάδρομο» εξηγεί ο κ. Φιλοθέου. «Αριστερά διασώζεται υπέργειος ο τάφος του αγίου Αθανασίου, ενώ στα δεξιά διασώζεται άλλος τάφος, υπόγειος όμως σε σχέση με το δάπεδο του συγκροτήματος. Ο τάφος στα αριστερά διαπιστώθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι πρόκειται για τον τάφο στον οποίο εναποτέθηκε το λείψανο του αγίου Αθανασίου του Πεντασχοινίτη. Η πρόσοψη του τάφου είναι επενδυμένη με μάρμαρο εισηγμένο, αφού στην Κύπρο δεν υπάρχει μάρμαρο. Μετά την ταφή, ο τάφος σκεπάστηκε με πλάκες και σφραγίστηκε στις άκρες του με ασβεστοκονίαμα. Η οροφή πάνω από τον τάφο επενδύθηκε με τρεις πλάκες από ντόπιο γυψομάρμαρο πάνω στις οποίες είναι ζωγραφισμένοι σταυροί με πεπλατυσμένες άκρες που χρονολογούνται στον 7ο ή 8ο αιώνα. Τα τοιχώματα γύρω από τον τάφο καλύφθηκαν με ασβεστοκονίαμα και τοιχογραφήθηκαν».
Δυστυχώς, ο τάφος του αγίου ήταν συλημένος και πλήρης από οστά ζώων. «Η προσδοκία για την ανεύρεση του ιερού λείψανου του Αγίου Αθανασίου δυστυχώς δεν καρποφόρησε. Παρ’ όλα αυτά, η ανεύρεση του τάφου σε τόσο καλή κατάσταση είναι μία ιδιαίτερη ευλογία για τους πιστούς και την Εκκλησία της Κύπρου», τόνισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γιώργος Φιλοθέου.
Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε ο ίδιος:
– Ο ναός πιθανώς στο κέντρο να έφερε τρούλο, ενώ το σύνθρονο που διασώζεται στο Ιερό Βήμα είναι νεότερο.
– Διαπιστώθηκε ότι σε δεύτερη φάση ο ναός υπέστη σημαντικές και σχετικά πρόχειρες μετατροπές, πιθανώς μετά τον σεισμό του 1491. Από ό,τι φάνηκε ο ναός θα ήταν σε χρήση τουλάχιστον μέχρι τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, δηλαδή μέχρι το τέλος του 16ου ή τις αρχές του 17ου αιώνα.
– Ο ναός ήταν κατάγραφος εσωτερικά αλλά μόνο ελάχιστα λείψανα τοιχογραφιών βρέθηκαν στα κατώτερα τμήματα της τοιχοποιίας.
– Εντοπίστηκαν λίγα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη και πεσσίσκοι που προέρχονται πιθανώς από το μαρμάρινο τέμπλο του ναού.
– Η κεραμική που βρέθηκε στην ανασκαφή ανήκει κυρίως στη Μεσαιωνική περίοδο, κατά την οποία φαίνεται ότι το προσκύνημα του αγίου Αθανασίου του Πεντασχοινίτη βρισκόταν σε μεγάλη ακμή.
– Οι μεγάλοι ογκώδεις και χωρίς ανοίγματα εξωτερικοί τοίχοι παραπέμπουν στις τρίκλιτες καμαροσκέπαστες βασιλικές, που υπάρχουν στην χερσόνησο της Καρπασίας.
Κατά τη διάρκεια της ανασκαφικής έρευνας διαπιστώθηκε, επίσης, ότι στην περιοχή του Ιερού Βήματος υπήρχε άλλο ταφικό συγκρότημα, που αποτελείτο από έναν τετράγωνο χώρο αδιευκρίνιστης χρήσης και έναν μεγάλο κιβωτιόσχημο τάφο από πλάκες γυψομαρμάρου. Μέσα στον τάφο αυτό, ο οποίος ήταν σφραγισμένος και ασύλητος, βρέθηκε πολύ μεγάλος αριθμός οστών, γεγονός που μαρτυρεί ότι πρόκειται για οστεοφυλάκιο, καθώς και λίγα όστρακα από αγγεία που μπορούν να χρονολογηθούν στον 7ο-8ο αιώνα. Επίσης, βρέθηκε ένα χρυσό σκουλαρίκι.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι το ταφικό συγκρότημα λαξεύτηκε στο βραχώδες πέτρωμα της περιοχής. Τα σκαλιά που βρέθηκαν στην ανατολική πλευρά του νότιου κλείτους φαίνεται ότι ήταν η πρόσβαση προς τον υπόγειο τάφο. Οι ισχυροί πέσσοι του ναού θεμελιώθηκαν στο πάτωμα του υπόγειου ταφικού συγκροτήματος.
Η διεξαγόμενη αρχαιολογική έρευνα επιβαιώνει τις πηγές για τον άγιο Αθανάσιο τον Πεντασχοινίτη, οι οποίες είναι: ο βίος του, όπως τον διασώζει ο σχεδόν σύγχρονός του όσιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης, Κύπριος και αυτός στην καταγωγή και η πλούσια εικονογραφία του αγίου, που διασώζεται σε μεγάλο αριθμό εκκλησιών της Κύπρου.
Η μορφή του αγίου Αθανασίου του Πεντασχοινίτη εικονογραφείται σε πολλούς ναούς της Κύπρου. Η αρχαιότερη και ωραιότερη παράσταση διασώζεται στο Ιερό Βήμα του Καθολικού της Μονής της Παναγίας της Αμασγού και χρονολογείται στις αρχές του 12ου αιώνα. Εξαιρετική τοιχογραφία, που χρονολογείται στο τέλος του 12ου αιώνα, εντοπίστηκε στο Καθολικό της Μονής του Χριστού Αντιφωνητή στην Καλογραία, που βρίσκεται στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Στον 13ο αιώνα χρονολογείται μία άλλη εικονογράφηση του αγίου στην εκκλησία της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στο χωριό Σωτήρα της Επαρχίας Αμμοχώστου.
Η τιμή προς τον άγιο φαίνεται ότι ήταν πολύ μεγάλη την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1192-1489) και της Βενετοκρατίας (1489-1571), αφού η εικονογράφηση της μορφής του είναι σχεδόν απαραίτητη στο Ιερό Βήμα των ναών που κτίζονται και εικονογραφούνται στις περιόδους αυτές.