Τριάντα χιλιόμετρα από την Καλαμάτα απέχει η Αρχαία Μεσσήνη, μια από τις καλύτερα σωζόμενες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας. Κάτω από το βουνό της Ιθώμης και λίγο έξω από το χωριό Μαυρομμάτι, σε μια περίμετρο 9,5 χιλιομέτρων, προστατευόμενη από κραταιά τείχη, εκτεινόταν η αρχαία πολιτεία. Ναοί, οικίες, τείχη και δημόσια κτήρια σώζονται σήμερα σε εξαιρετικά καλή κατάσταση, λες κι ο χρόνος θέλησε να σεβαστεί ξεχωριστά την πόλη που οικοδομήθηκε, ταυτόχρονα με τη Μεγαλόπολη της Αρκαδίας, από τον Θηβαίο στρατηγό Επαμεινώνδα, το 369 π.Χ., μετά τη μάχη στα Λεύκτρα της Βοιωτίας (371 π.Χ.), ως απάντηση στην επεκτατική βουλιμία των Σπαρτιατών στην Πελοπόννησο.
«Το σχέδιο ήταν, στα σύνορα με τη Μεσσηνία και την Αρκαδία, να δημιουργηθούν δύο πολύ μεγάλες πόλεις που θα μείωναν τη σπαρτιατική επιρροή» ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο προϊστάμενος του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιολογικών Χώρων και Έρευνας της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας Σταμάτης Φριτζίλας, ο οποίος πρόθυμα μας συνοδεύει μέχρι την Αρχαία Μεσσήνη.
«Πριν από τη μάχη στα Λεύκτρα, οι Σπαρτιάτες είχαν εκτοπίσει τους Μεσσήνιους. Τους είχαν είλωτες, οπότε ήρθε η μεγάλη τους ευκαιρία να ξαναφτιάξουν ένα ισχυρό κράτος. Όλα τα ορατά οικοδομήματα που βρίσκουμε εδώ είναι μετά το 371 π.Χ.» συμπληρώνει ο αρχαιολόγος κ. Φριτζίλας.
Ο περιηγητής Παυσανίας έχει διασώσει τις περισσότερες πληροφορίες για την ίδρυση και τα μνημεία της πόλης. Κήρυκες σταλμένοι από τους Θηβαίους έφτασαν στην Ιταλία, τη Σικελία, τη Λιβυκή πόλη Ευεσπερίδες και όπου αλλού ζούσαν φυγάδες Μεσσήνιοι και τους κάλεσαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Η επιλογή της θέσης της πόλης έγινε μετά από την πολυθρύλητη θαυματουργή αποκάλυψη της θέσης της διαθήκης του Μεσσήνιου ήρωα Αριστομένη, που έγινε με τη βοήθεια ιερέων και μάντεων. Η πόλη πήρε τ’ όνομά της από τη μυθική βασίλισσα Μεσσήνη.
Ο Παυσανίας εντυπωσιασμένος από τις οχυρώσεις, χτισμένες με λίθινα αγκωνάρια ως τις επάλξεις, επισκέπτεται πρώτα την Αγορά, όπου βλέπει την Κρήνη Αρσινόη, τους ναούς και τα λατρευτικά αγάλματα του Διός Σωτήρος και του Ποσειδώνος, της Αφροδίτης, της Μητέρας των Θεών Κυβέλης, ενώ αναφέρει κάπως αόριστα τα ιερά της Λαφρίας Αρτέμιδος, της Δήμητρας και των Διοσκούρων, καθώς και της θεάς του τοκετού Ειλειθυίας. Συνεχίζοντας προς τα νότια περιγράφει το Ασκληπιείο, κατάμεστο από έργα τέχνης, ανάμεσα στα οποία αγάλματα των δώδεκα θεών και ανδριάντα του Επαμεινώνδα και στη συνέχεια το Στάδιο και το Γυμνάσιο, με αγάλματα του Ηρακλή, του Θησέα και του Ερμή. Βαδίζοντας από το Στάδιο προς τα βόρεια, μνημονεύει το Θέατρο και το ιερό του Σαράπιδος και της Ίσιδας, την Κρήνη Κλεψύδρα και το ιερό του Ιθωμάτα Διός με το βωμό του θεού στη βραχώδη κορυφή του βουνού, όπου σήμερα δεσπόζει το παλιό Μοναστήρι Βουλκάνο με την εκκλησία της Παναγίας της Βουλκανιώτισσας.
Η ανασκαφική δραστηριότητα στην περιοχή της Αρχαίας Μεσσήνης ξεκινά από τους πρώτους χρόνους ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους (το 1831 από τη Γαλλική αποστολή του Μορέως, η οποία καταγράφει τα ορατά μνημεία εκείνης της εποχής, κυρίως τα τείχη). Η Ελληνική Αρχαιολογική Εταιρεία άρχισε την ανασκαφή των κυριότερων δημόσιων οικοδομημάτων της Αγοράς το 1895 με τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, μετέπειτα πρωθυπουργό της Ελλάδας. Oι ανασκαφές συνεχίστηκαν το 1909 και το 1925 από τον Γεώργιο Oικονόμο. Από το 1957 έως το 1974 η ανασκαφή γινόταν κάθε καλοκαίρι από τον ακαδημαϊκό Αναστάσιο Ορλάνδο. Mε τις ελληνικές αυτές ανασκαφές ήλθε στο φως το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομικού συγκροτήματος του Aσκληπιείου.
Tο 1986 η Αρχαιολογική Εταιρεία ανέθεσε στο διακεκριμένο καθηγητή Πέτρο Θέμελη τη διεύθυνση των ανασκαφών της Αρχαίας Mεσσήνης. Oι ανασκαφικές έρευνες με παράλληλες εργασίες στερέωσης και αναστήλωσης των μνημείων συνεχίζονται από το 1987 ως σήμερα με ταχύτερους ρυθμούς. Έχουν φέρει στο φως σημαντικά δημόσια και ιερά οικοδομήματα της πόλης, που είδε και περιέγραψε ο Παυσανίας στη Mεσσήνη, όταν την επισκέφθηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίου Πίου (155-160 μ.Χ.).
Η περιήγηση στον αρχαιολογικό χώρο της Μεσσήνης δεν μπορεί παρά να ξεκινά ή να καταλήγει στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσήνης, το οποίο συναντάμε κατηφορίζοντας από το χωριό Μαυρομμάτι. Ένα απλό, μικρό, διώροφο κτίριο, το οποίο περιλαμβάνει πλήθος ευρημάτων, κυρίως στις αποθήκες του. Αρκετά γλυπτά βλέπει ο επισκέπτης εκεί, όπως δείγματα της τέχνης του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα.
Περνώντας μέσα από αμπέλια και ελαιώνες, δεξιά βλέπουμε το χώρο του Θεάτρου της Αρχαίας Μεσσήνης με τους επιβλητικούς αναλημματικούς τοίχους.
Αριστερά μας, η Κρήνη Αρσινόη. «Συνηθιζότανε δίπλα στο Θέατρο να υπάρχει και νερό, καμιά φορά η πηγή βρισκόταν και εντός του κοίλου» μας πληροφορεί ο κ. Φριτζίλας.
Ανατολικά από το Θέατρο απλώνεται η τεράστια τετράπλευρη Αγορά της πόλης, εκτάσεως περίπου 35 στρεμμάτων. Έχει ανασκαφεί μέρος των στοών της. Στην ανατολική πλευρά της βόρειας στοάς, έχουν αποκαλυφθεί τρεις λίθινες αγορανομικές τράπεζες με κοιλότητες για τη μέτρηση των σιτηρών. Στο μέσον περίπου της Αγοράς βρέθηκε και ο δωρικός περίπτερος ναός της θεοποιημένης βασίλισσας Μεσσάνας.
Στη δυτική πλευρά της Αγοράς μας καλωσορίζει ο καθηγητής Πέτρος Θέμελης, που επί τρεις δεκαετίες διευθύνει την ανασκαφή και τις αναστηλωτικές εργασίες υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Η ημέρα είναι μετά από βροχή κι ο ίδιος, επί το έργον· συντονίζει ταυτόχρονα τρεις εργολαβίες των έργων του ΕΣΠΑ που βρίσκονται σε τελικό στάδιο. Ήδη ο επισκέπτης βλέπει εκεί το περιστύλιο με τους αρράβδωτους κίονες, που αντιστοιχεί σε αρχαίο κρεοπωλείο (σφαγείο για την ακρίβεια), το οποίο αποτελούσε ένα από τα καταστήματα αυτής της πλευράς της αγοράς. Μια ογκώδης πέτρα με οπή για το δέσιμο των μεγάλων ζώων, που εντοπίστηκε από τον ανασκαφέα στη βορειοανατολική γωνία του περιστυλίου, οι αύλακες γύρω από την πέτρα, όπου έτρεχε το αίμα και οι γούβες που είχαν σχηματιστεί στα κατώφλια από τα πολλά πατήματα, είναι τα ίχνη που μαρτυρούν την παραπάνω χρήση, σφαγείου και μαγαζιού.
Στο κέντρο της Αγοράς δεσπόζει το Ασκληπιείο που ήταν ο επιφανέστερος χώρος της Μεσσήνης, κέντρο της δημόσιας ζωής της πόλης. Πολλά βάθρα για χάλκινους ανδριάντες διακεκριμένων προσώπων και εξέδρες περιβάλλουν το ναό και το βωμό ή είναι τοποθετημένα κατά μήκος των στοών.
Στην ανατολική πλευρά του Ασκληπιείου βρίσκεται συγκρότημα τριών οικοδομημάτων: το μικρό στεγασμένο θεατροειδές Εκκλησιαστήριο, δίπλα του το επιβλητικό Πρόπυλο και ακολουθεί το Συνέδριο ή Βουλευτήριο και η αίθουσα του Αρχείου του Γραμματέως των Συνέδρων.
Κατά μήκος της δυτικής πτέρυγας βρίσκεται σειρά δωματίων (Οίκων) που στέγαζαν αγάλματα της θεάς Τύχης, της Αρτέμιδος Φωσφόρου, του Απόλλωνα με τις εννέα Μούσες, του Ηρακλή και της Θήβας με τον Επαμεινώνδα. Ένα ταφικό κτίσμα έξω από τη νοτιοανατολική πλευρά του Ασκληπιείου ανήκε πιθανότατα στον διακεκριμένο γλύπτη Δαμοφώντα και την οικογένειά του. Ενεπίγραφος κίονας, που στήθηκε μετά το θάνατο του γλύπτη, διασώζει ψηφίσματα πόλεων της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας και των νήσων, που τιμούν τον Δαμοφώντα για την κατασκευή αγαλμάτων σε ιερά τους, αλλά και για τις ευεργεσίες του, φωτίζοντας την πολύπλευρη προσωπικότητα, την έντονη καλλιτεχνική δραστηριότητα και ακτινοβολία του, η οποία οριοθετείται μεταξύ 210 και 180 π.Χ., όπως σημειώνεται στο χρήσιμο λεύκωμα-οδηγό του Πέτρου Θέμελη για την Αρχαία Μεσσήνη, που διατίθεται δωρεάν στην είσοδο της αρχαίας πόλης.
Νοτιοανατολικά του Ακληπιείου έχουν έλθει στο φως δύο αίθουσες μιας έπαυλης ρωμαϊκών χρόνων. Η πρώτη αίθουσα φέρει ψηφιδωτό δάπεδο, ενώ η δεύτερη έχει δάπεδο στρωμένο με πολύχρωμα μαρμαροθετήματα. Μεταλλικό στέγαστρο τις προστατεύει από τις καιρικές συνθήκες.
Το επιβλητικό Στάδιο και το Γυμνάσιο με την Παλαίστρα βρίσκονται νοτιότερα και σ’ επαφή με τον οχυρωματικό περίβολο της πόλης. Το Στάδιο περιβάλλεται από δωρικές στοές που στέγαζαν το Γυμνάσιο. Ενεπίγραφα βάθρα, μεταξύ των κιόνων της δυτικής στοάς, έφεραν ανδριάντες Γυμνασιαρχών, ενώ κατάλογοι εφήβων καταγεγραμμένων κατά φυλές βρέθηκαν στον περίγυρο.
Πίσω από τη στοά του Γυμνασίου βρισκόταν τέμενος του Ηρακλή και του Ερμή, με τους ναούς και τα λατρευτικά αγάλματά τους. Το κολοσσιαίων διαστάσεων λατρευτικό άγαλμα του Ηρακλή, έργο του Ερμόδωρου και του γιου του Δημητρίου από την Αλεξάνδρεια, βρέθηκε σε θραύσματα, κατακερματισμένο από τους χριστιανούς, σε δωμάτιο της δυτικής στοάς.
Όλα τα οικοδομήματα της Μεσσήνης έχουν τον ίδιο προσανατολισμό και εντάσσονταν στο νοητό πλέγμα που δημιουργείται από οριζόντιους (με κατεύθυνση Ανατολή-Δύση) και κάθετους (με κατεύθυνση Βορρά-Νότο) δρόμους. Το πολεοδομικό αυτό σύστημα είναι γνωστό ως ιπποδάμειο, από τον αρχικό εμπνευστή και δημιουργό του αρχιτέκτονα, πολεοδόμο και γεωμέτρη του 5ου αιώνα π.Χ., τον Ιππόδαμο από τη Μίλητο.
Το φυσικό περιβάλλον στο οποίο εκτείνεται η αρχαία πόλη της Μεσσήνης συνδυάζει την ορεινή μεγαλοπρέπεια των Δελφών και τη χαμηλή παραποτάμια γαλήνη της Ολυμπίας, με την ακρόπολη να δεσπόζει στον γυμνό ασβεστολιθικό όγκο της Ιθώμης και τη χαμηλή εύφορη κοιλάδα γύρω από την αρχαία πόλη.
Ανάμεσα στα άλλα σχέδια που εκπόνησαν οι Θηβαίοι για να ιδρύσουν την Αρχαία Μεσσήνη, ήταν να δημιουργήσουν μια νέα μεγάλη πόλη με πολύ μεγάλα τείχη. Ο Παυσανίας, όταν ήρθε, είπε ότι ήταν ισχυρότερα και από το Βυζάντιο και από τη Ρόδο. Ο περιηγητής φέρεται να εισήλθε στην πόλη από τη Λακωνική Πύλη (βορειοανατολικά), η οποία δεν σώζεται. Βορειοδυτικά δεσπόζει σχεδόν άφθαρτη και μεγαλοπρεπής, ως τις μέρες μας, η Αρκαδική Πύλη (ή πύλη της Μεγαλόπολης). Στην έξοδό της και δεξιά του δρόμου συναντάς τάφους κατά μήκος της αρχαίας οδικής αρτηρίας.
Το οδοιπορικό μας στην Αρχαία Μεσσήνη βρίσκεται ήδη στο τέλος του. Ευτυχώς, σ’ αυτό δεν είμαστε μόνοι. Το μοιραζόμαστε με τα συνεργεία και τους ακάματους σκαπανείς του καθηγητή Πέτρου Θέμελη που εργάζονται αθόρυβα, αλλά σε πλήρη έξαρση, σε τρεις τουλάχιστον μεριές του αρχαιολογικού χώρου. Η πόλη και τη σημερινή ημέρα κατακλύζεται από επισκέπτες, κυρίως Γερμανούς, νέους από σχολεία, αλλά και πολλά ζευγάρια ηλικιωμένων. Χιλιάδες είναι αυτοί που κάθε χρόνο επισκέπτονται την αρχαία πόλη.
Αναμφίβολα, η επίσκεψη στον εκτεταμένο αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης ανταμείβει τον επισκέπτη για το ταξίδι του, καθώς οι ανασκαφές δεν έχουν ολοκληρωθεί και μερικά από τα νέα ευρήματα, που έρχονται στο φως, είναι ασυνήθιστα και απρόσμενα.