Τα αρχαιολογικά μουσεία ανά την επικράτεια αναζητούν και υλοποιούν εκθέσεις που προσελκύουν το ενδιαφέρον των επισκεπτών, αυξάνοντας ταυτόχρονα την επισκεψιμότητά τους. Με αφορμή τρεις εκθέσεις -«Ωδή στη Θάλασσα», «Αρχαίο DNA – παράθυρο στο παρελθόν και το μέλλον» και «Ρόδος: Ένα ελληνικό νησί στις πύλες της Ανατολής»- που βρίσκονται σε εξέλιξη και οι οποίες είναι μόλις ένα δείγμα των πολλών περιοδικών εκθέσεων που διοργανώνουν τα μουσεία της χώρας, το ΑΠΕ-ΜΠΕ μίλησε με τρεις αρχαιολόγους που συνέβαλαν τα μέγιστα στην υλοποίησή τους, αποδεικνύοντας περίτρανα πώς ένα μουσείο μπορεί να γίνει ζωντανό κύτταρο πολιτισμού, αρχαίου αλλά και σύγχρονου, εμπλουτίζοντας συνεχώς τις γνώσεις και τις βιωματικές εμπειρίες των επισκεπτών του.
Από την Παρασκευή 21 Αυγούστου, οπότε εγκαινιάστηκε η εικαστική έκθεση «Ωδή στη Θάλασσα», 51 σύγχρονα έργα βρήκαν θέση ανάμεσα στα αρχαία στο ισόγειο του Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά. Η έκθεση, που θα διαρκέσει δυο μήνες και διοργανώνεται από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων σε συνεργασία με το 3ο εργαστήρι ζωγραφικής και το εργαστήρι χαρακτικής του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ, καθώς και με την Εφορεία Δυτικής Αττικής, Πειραιώς και Νήσων, έχει επίκεντρο τους νέους.
«Με την έκθεση αυτή δίνεται ένα βήμα σε νέους καλλιτέχνες που εκθέτουν για πρώτη φορά. Μας ενδιαφέρει να έχουν ένα τέτοιο βήμα οι νέοι εικαστικοί», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Στέλλα Χρυσουλάκη, προϊσταμένη της Εφορείας Δυτικής Αττικής, Πειραιώς και Νήσων, μιας Εφορείας που ακολουθεί σταθερή πολιτιστική πολιτική για τα μουσεία της ώστε να μπορούν να μετρηθούν και τα αποτελέσματά της. «Με μια έννοια, έχουμε δώσει στα μουσεία μας κάποια εξειδίκευση ως προς ποιες εκδηλώσεις μπορούν να υποδεχτούν και να “σηκώσουν”. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά έχει περισσότερη ποικιλία, καθώς είναι πολύ μεγάλο. Αντίθετα, στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πόρου θέλουμε εκθέσεις με γνωστούς και καταξιωμένους καλλιτέχνες, περισσότερο γιατί είναι ένας μικρός χώρος, που θα τον σεβαστούν απόλυτα και θα τον καταλάβουν, ώστε τα σύγχρονα έργα να μην τραβάνε το βλέμμα προς όφελός τους. Ένας παλαίμαχος καλλιτέχνης ξέρει να το κάνει αυτό», εξηγεί.
Η εικαστική έκθεση του ζωγράφου Κώστα Παπανικολάου, που ως τις 20 Σεπτεμβρίου εμπλουτίζει τη μόνιμη συλλογή του Αρχαιολογικού Μουσείου Πόρου, φαίνεται ότι διαθέτει το παραπάνω χαρακτηριστικό, αποτελείται δηλαδή από έργα που «δένουν» αρμονικά με τα αρχαία. Ο τίτλος της «έτσι πολύ ατένισα», από τον γνωστό στίχο του Καβάφη, φαίνεται να της ταιριάζει γάντι. «Πρόκειται για σχεδόν φυσικού μεγέθους πίνακες κοριτσιών που στέκονται όρθια. Τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να “κοιτάζουν” τα εκθέματα κι εμείς να κοιτάζουμε αυτές που τα “κοιτάνε”. Είναι πάρα πολύ όμορφη έκθεση, κυρίως το στήσιμό της στη μόνιμη συλλογή του μουσείου, ανάμεσα στα γλυπτά. Οι εκθέσεις αυτές, που οργανώνουμε σε συνεργασία με την γκαλερί Citronne τα τελευταία τρία χρόνια, έχουν ανεβάσει πάρα πολύ την επισκεψιμότητα, την έχουν διπλασιάσει», σημειώνει η κα Χρυσουλάκη. Αν υπήρχε και επαρκές προσωπικό φύλαξης, ώστε το μουσείο να ανοίγει και τα απογεύματα, τότε σίγουρα θα ήταν πολύ περισσότεροι. «Μακάρι να είχαμε τη δυνατότητα να είχαμε και απογευματινές εκθέσεις. Δυστυχώς όταν έρχονται οι εποχιακοί φύλακες είναι προς το τέλος. Βέβαια θα προλάβουμε και θα ανοίξουμε το ωράριο με τους εποχιακούς, έστω και στην τελευταία φάση της έκθεσης», εύχεται.
Προ των πυλών βρίσκεται η νέα περιοδική έκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κολώνας στην Αίγινα, που θα ξεκινήσει το Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου και θα διαρκέσει έως τις 30 του ίδιου μήνα. Πρόκειται για την έκθεση τριών γλυπτριών του πηλού, της Laure Gaudeberg, της Κλειώς Μακρή (κόρης του γνωστού γλύπτη Μέμου Μακρή) και της Helen Mudie-Ιωαννίδου, που έχουν συνδεθεί με το νησί μέσα από σεμινάρια γλυπτικής τα οποία παραδίδουν σε γνωστό εργαστήρι. Η Αίγινα εξάλλου έχει πολύ μεγάλη παράδοση στη χρήση και στην καλλιτεχνία του πηλού από τα προϊστορικά ως τα νεότερα χρόνια, ενώ σήμερα υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες που έχουν εγκατασταθεί και εργάζονται εκεί. «Πρόκειται για έργα εμπνευσμένα από το μουσείο, όπως συνέβη και με την προηγούμενη έκθεση. Είναι ο τέταρτος χρόνος που εκτίθενται γλυπτά έργα, κυρίως πηλού, στο αίθριο του μουσείου, όπου υπάρχουν επίσης αρχαία γλυπτά. Τοποθετούνται πάρα πολύ κοντά με αυτά, η “συνομιλία” τους είναι απόλυτη», αναφέρει η κα Χρυσουλάκη.
Η περιοδική έκθεση «Αρχαίο DNA. Παράθυρο στο παρελθόν και το μέλλον» που ξεκίνησε πριν λίγο καιρό στη Θεσσαλονίκη, είναι πρωτοποριακή και μοναδική στο είδος της. «Είναι η πρώτη φορά που ελληνικό μουσείο οργανώνει τέτοια έκθεση, διεθνώς θα μπορούσα να πω, καθώς οι έρευνες για το αρχαίο DNA ξεκίνησαν μόλις τα τελευταία χρόνια», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Τζένη Βελένη, διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, το οποίο από το 2008 έως σήμερα έχει οργανώσει 98 περιοδικές εκθέσεις. «Ένα απίστευτο ρεκόρ για ελληνικό, αλλά και για ευρωπαϊκό μουσείο», επισημαίνει, εξηγώντας παράλληλα μία ακόμα καινοτομία του μουσείου: «Με όλες αυτές τις περιοδικές εκθέσεις που οργανώνουμε, σκεφτήκαμε ότι θα ήταν πραγματικά κρίμα να μην τις δίνουμε και σε άλλα μουσεία. Αυτό ξεκίνησε το 2009 με την έκθεση “50 χρόνια Αστερίξ”, που άρεσε πάρα πολύ επειδή ήταν ένα ελκυστικό και ταυτόχρονα τολμηρό θέμα για ένα αρχαιολογικό μουσείο (σ.σ.: φιγούρες από το γνωστό κόμικς που σχολιάζουν τις ρωμαϊκές αρχαιότητες). Η έκθεση άρχισε να ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα -σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής- ενώ μετά ακολούθησαν κι άλλες», αναφέρει για τις περιοδεύουσες εκθέσεις, που εμπλουτίζουν μόνιμες συλλογές ελληνικών αλλά και ξένων μουσείων.
«Έχουμε επίσης την έκθεση “Χρυσά στεφάνια της Μακεδονίας”, που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο Μουσείο της Φλώρινας. Έχει ήδη ταξιδέψει στην Κύπρο και στο Βελιγράδι και τώρα μας τη ζητούν και στην Ιορδανία», συμπληρώνει. Ακόμη μια περιοδεύουσα έκθεση είναι τα «Φυτά και Πολιτισμός», που μιλάει για τα φυτά της αρχαιότητας, της Ελλάδας, της Ιταλίας και της Ευρώπης γενικά. Έχει ήδη πάει σε 15 μουσεία (αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αταλάντης), ενώ στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Ηρακλείου (όπου εμπλουτίστηκε και με εγχώρια φυτά) από περιοδική μετατράπηκε σε μόνιμη έκθεση. Άλλες εκθέσεις που ξεκίνησαν από τη Θεσσαλονίκη και σήμερα περιοδεύουν είναι η «Αρχαιολογία Στοπ», που βρίσκεται τώρα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας και «τα 100 χρόνια των ανασκαφών της Γαλλικής Σχολής στη Θάσο», που αυτή τη στιγμή εκτίθεται στο κονάκι του Μοχάμεντ Άλι στην Καβάλα. «Μιλάμε για εκθέσεις με εποπτικό υλικό, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν καθόλου αντικείμενα, γι’ αυτό είναι ευέλικτες και μπορούν εύκολα να ταξιδέψουν και να τις δανείσουμε και σε άλλα μουσεία», εξηγεί η κα Βελένη.
Και η απήχηση στο κοινό; «Είναι εξαιρετικά μεγάλη. Για παράδειγμα με την περιοδική για το αρχαίο DNA, την ημέρα που έγινε η ημερίδα και τα εγκαίνια της έκθεσης ήρθαν πάρα πολλά άτομα, ίσως περισσότερα από 500, κάτι που ούτε εμείς περιμέναμε. Φαίνεται ότι είναι ένα θέμα που ελκύει πάρα πολύ το κοινό, όλους μας θα έλεγα, καθώς είναι ένα άγνωστο πεδίο, ακόμα και για εμάς που οργανώσαμε την έκθεση. Μάθαμε πάρα πολλά πράγματα», σημειώνει η κα Βελένη, που συνεχίζει, όπως λέει, να βλέπει τουρίστες -αυτή την εποχή έχει πολλούς η Θεσσαλονίκη- να παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την 4λεπτη σχετική με το θέμα ταινία στο μουσείο. Εκεί όπου συγκεκριμένος χώρος έχει επίτηδες μετατραπεί σε εργαστήριο ώστε να παραπέμπει αληθινά σε αυτούς που ερευνούν το αρχαίο γενετικό υλικό, δίνοντας στους επισκέπτες τη δυνατότητα της βιωματικής εμπειρίας.
«Ρόδος: Ένα ελληνικό νησί στις πύλες της Ανατολής» λέγεται η έκθεση που αυτή τη στιγμή εμπλουτίζει τη μόνιμη συλλογή του ανακαινισμένου Αρχαιολογικού Μουσείου Ρόδου και η οποία αποτελεί συνέχεια εκείνης που πραγματοποιήθηκε στο Λούβρο τον προηγούμενο χειμώνα. «Ήταν η πρώτη έκθεση αφιερωμένη στη Ρόδο παγκοσμίως, στην οποία εκτέθηκαν αρχαία από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ρόδου, ευρήματα που υπήρχαν στο Λούβρο και στο Βρετανικό Μουσείο από το νησί και τα οποία είχαν βρεθεί σε ανασκαφές που έγιναν τον 19ο αιώνα. Επίσης περιλάμβανε ευρήματα από το Μουσείο της Κοπεγχάγης που κι αυτό έχει ευρήματα από τη Ρόδο από ανασκαφές που έκαναν οι Δανοί στη Λίνδο στις αρχές του 20ού αιώνα. Στη δική μας έκθεση τα ευρήματα προέρχονται μόνο από το Λούβρο και βέβαια από το Μουσείο της Ρόδου», πληροφορεί το ΑΠΕ-ΜΠΕ η Βασιλική Πατσιαδά, αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου και επιμελήτρια της έκθεσης, που θα διαρκέσει έως τις 31 Νοεμβρίου.
Συγκεκριμένα, από το Λούβρο ήρθαν κοσμήματα από ήλεκτρο (κράμα χρυσού και αργύρου) του 6ου αι. π.Χ., χαρακτηριστικά της χρυσοχοΐας των αρχαϊκών χρόνων της Ρόδου. Επίσης, εκτίθεται ένας τάφος που ανασκάφηκε τον 19ο αι. και στη συνέχεια τα ευρήματά του διαχωρίστηκαν από το σύνολό τους. «Όλα αυτά τα αγγεία του τάφου επανενώθηκαν, καθώς μετά από πρόσφατη έρευνα που έκανε η Αν Κουλιέ, επιμελήτρια του Λούβρου, διαπιστώθηκε ότι συνανήκουν σε ένα κοινό ταφικό σύνολο. Είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό σύνολο με ποικιλία ευρημάτων από διάφορες περιοχές της Ελλάδας και της Ανατολής», σημειώνει η αρχαιολόγος. Άλλο έκθεμα που ξεχωρίζει είναι ένα μυκηναϊκό ρυτό (τύπος αγγείου) με παράσταση χταποδιού, που ήταν και το έμβλημα της έκθεσης τόσο στο Παρίσι όσο και στη Ρόδο. «Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό εύρημα διότι ανήκει στα πρώτα μυκηναϊκά αγγεία που ήρθαν ποτέ στο φως, δέκα χρόνια προτού ανακαλύψει τις Μυκήνες ο Σλήμαν», αναφέρει η κα Πατσιαδά. Όσο για την επισκεψιμότητα, φαίνεται να είναι κι εδώ αυξημένη. «Ξένοι τουρίστες έρχονται φυσικά, υπάρχει η αφίσα στην είσοδο του μουσείου που προσκαλεί τον επισκέπτη. Κυρίως όμως την επισκέπτονται κάτοικοι της Ρόδου, που έρχονται ειδικά γι’ αυτήν, καθώς είχε προβληθεί πολύ η έκθεση του Λούβρου», καταλήγει.