Οι τρόποι απάλειψης της μνήμης ποικίλλουν. Απάλειψη του ονόματος από επιγραφές και καθαίρεση των απεικονίσεων του καταδικασμένου προσώπου∙ διαγραφή του προσώπου ή του γεγονότος από τα χρονικά και τα ιστορικά κείμενα∙ απαγόρευση αναφοράς του ονόματός του∙ αλλά επίσης περιθωριοποίηση του προσώπου εν ζωή και αποκλεισμός του από την επικαιρότητα. […]
Στην αρχαία Ρώμη η Σύγκλητος επέβαλλε την «καταδίκη μνήμης» (damnatio memoriae) σε περιπτώσεις επιφανών προσώπων που είχαν εμπλακεί σε συνομωσίες, που κρίθηκαν ένοχοι προδοσίας ή θεωρούνταν επικίνδυνοι για την ασφάλεια του κράτους ή είχαν πέσει σε δυσμένεια. Η καταδίκη ήταν ατιμωτική και πρακτικά σήμαινε την απάλειψη κάθε μαρτυρίας της ύπαρξης του προσώπου εκείνου, την καθολική διαγραφή του από το δημόσιο κλίμα, σαν να μην είχε ποτέ υπάρξει. Θύματα αυτής της πολιτικής καταδίκης υπήρξαν μέλη της άρχουσας τάξης (όπως ο ύπατος Λεύκιος Αίλιος Σηιανός που είχε συνωμοτήσει το 31 μ.Χ. κατά του αυτοκράτορα Τιβέριου) και Ρωμαίοι αυτοκράτορες, μετά το θάνατό τους (ο Δομιτιανός το 96 μ.Χ. και ο Γέτας, δολοφονημένος το 211 μ.Χ. από τον συναυτοκράτορα αδελφό του, Καρακάλλα). Η ρωμαϊκή Σύγκλητος αποφάσιζε για τη δήμευση της περιουσίας του καταδικαζόμενου, την απόσυρση, διασκευή ή καταστροφή γλυπτών και άλλων απεικονίσεων και, φυσικά, την απόξεση του ονόματός του από επιγραφές και δημόσια κείμενα.
Βέβαια, ανάλογες περιπτώσεις, μολονότι όχι θεσμοθετημένες, έχουν σημειωθεί και στο ιστορικό παρελθόν άλλων λαών. Στην αρχαία Αίγυπτο είχε επιβληθεί η πρακτική της καταδίκης μνήμης (απάλειψης του ονόματος και των απεικονίσεων του προσώπου τους) σε βάρος πέντε φαραώ –της βασίλισσας-φαραώ Χατσεπσούτ, του μονοθεϊστή Ακενατόν, του Σμενκχαρέ, του πασίγνωστου σήμερα αλλά άγνωστου έως τον 20ό αιώνα Τουτανκχαμών και του φαραώ Αυ. Το ίδιο είχε συμβεί και κατά τον μεσαίωνα σε χώρες όπως η Νορβηγία και η Αγγλία. Στη Βενετία, στην αίθουσα του Μεγάλου Συμβουλίου στο Δουκικό Ανάκτορο, όπου υπάρχουν οι προσωπογραφίες των δόγηδων, απουσιάζει η προσωπογραφία του δόγη Μαρίνου Φαλιέρ που, επιδιώκοντας την ανατροπή του βενετικού πολιτεύματος, καταδικάστηκε σε θάνατο και αποκεφαλίστηκε το 1355 ως προδότης∙ στη θέση της προσωπογραφίας υπάρχει ζωγραφισμένο από τον Τιντορέττο ένα μαύρο ύφασμα με την επιγραφή:
HIC EST LOCUS MARINI FALETRI DECAPITATI PRO CRIMINIBUS
«Αυτή είναι η θέση του Μαρίνου Φαλιέρ που αποκεφαλίστηκε για εγκλήματα».
Στην περίπτωση αυτή, η καταδίκη με την απουσία της μορφής του καταδικασμένου και την ατιμωτική μνεία του ονόματός του απέβαινε βαρύτερη από την ολοσχερή σιωπή. […]
Η διαγραφή του ονόματος από τη μνήμη των ανθρώπων ισοδυναμεί με τον καθολικό και οριστικό θάνατο του προσώπου. Αυτή ήταν η χειρότερη καταδίκη που θα μπορούσε να επιβληθεί στον αντίπαλο και τη σημασία του πράγματος είχε ενωρίς αντιληφθεί η ανθρωπότητα, γι’ αυτό και την πρακτική αυτή είχαν εφαρμόσει οι κατά καιρούς και τόπους ισχυροί. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πόσο βάρος είχε η έκκληση οργής του Δαυίδ κατά των αντιπάλων του: Εξαλειφθήτωσαν εκ βίβλου ζώντων και μετά δικαίων μη γραφήτωσαν (ψαλμός ΞΗ΄[ΞΘ΄], 29) αλλά και πόση σημασία έχει η ελπιδοφόρα χριστιανική ευχή για «αιωνία μνήμη» εκείνων που έχουν εκδημήσει. Η συντήρηση της μνήμης ισοδυναμεί με διάρκεια ζωής.
[Από το βιβλίο του Νίκου Γ. Μοσχονά Στην επικαιρότητα του παρελθόντος, κεφ. «Damnatio memoriae», εκδ. Αρχείο, σειρά «Μικρό Αρχείο», Αθήνα 2015, σελ. 13-28].