Τι συνδέει τη νέα ανασκαφή στο Πλάσι Μαραθώνα, τα πρόσφατα ευρήματα στο ιερό και στην πόλη της Επιδαύρου με τις ανασκαφές στην Ανατολή Ιεράπετρας Κρήτης και κάποιες «τολμηρές» ερμηνείες των ανασκαφικών ευρημάτων από τη Ζάκρο;
Πέρα από το γεγονός ότι διεξάγονται από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ήταν μερικές μόνο από τις παρουσιάσεις που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη Τετάρτη, 22 Απριλίου 2015, πρώτη μέρα του 10ου επιστημονικού συμποσίου το οποίο διοργανώθηκε από τον Τομέα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης στο κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Εξαιρετικά πλούσιες και ενδιαφέρουσες ήταν οι πληροφορίες που πλημμύρισαν το ειδικό κατά κύριο λόγο κοινό, το οποίο αποτελούνταν από φοιτητές, υποψήφιους διδάκτορες, καθηγητές και συνεργάτες του παραπάνω τομέα του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά και από αρχαιολόγους και επίτιμους εφόρους αρχαιοτήτων.
Η ανασκαφή στο Πλάσι Μαραθώνα, ένα όνειρο χρόνων των αρχαιολόγων, βρέθηκε στην κορυφή του ενδιαφέροντος, καθώς οι έρευνες στην περιοχή, που ξεκίνησαν από τον Σπύρο Μαρινάτο το 1969 για να εγκαταλειφθούν μέχρι πολύ πρόσφατα, φιλοδοξούν να φέρουν στην επιφάνεια σημαντικότατα στοιχεία μιας αδιάλειπτης κατοίκησης από τους προϊστορικούς χρόνους (4η χιλιετία π.Χ.) ως την ύστερη αρχαιότητα. Το γεγονός, δε, ότι η περιοχή διεκδικεί με πολύ μεγάλες πιθανότητες τον χώρο όπου εκτεινόταν ο αρχαίος δήμος του Μαραθώνα –ένα ιστορικό ερώτημα που δεν έχει ακόμα επιλυθεί– καθιστά τις ανασκαφές, οι οποίες ξεκίνησαν ως διερευνητικές τον περασμένο Μάιο, πολλά υποσχόμενες. Η παρουσίαση των πρώτων αποτελεσμάτων της έρευνας έγινε από τον καθηγητή Γιάννη Παπαδάτο.
Το ιερό και η πόλη της αρχαίας Επιδαύρου δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, ενώ το γεγονός ότι το Ασκληπιείο, το σημαντικότερο θεραπευτικό κέντρο όλου του ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου, βρίσκεται στον κατάλογο με τα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO αποδεικνύει το μέγεθος της σημασίας του. Ο Βασίλης Λαμπρινουδάκης, ομότιμος καθηγητής κλασικής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, έδωσε σημαντικά στοιχεία από τα νεότερα ευρήματα της περιοχής του ιερού, όπως αυτά που βρέθηκαν σε ένα σχετικά ανεξερεύνητο κτίριο, στο οποίο εντοπίζεται η παλιότερη λατρεία του χώρου προς τιμήν του Ασκληπιού – και όχι του Απόλλωνα όπως αρχικά πιστευόταν. Η λατρεία αυτή ξεκινά τον 7ο αι. π.Χ. με έναν βωμό τέφρας, του οποίου τα κατάλοιπα βρέθηκαν στις παλιότερες φάσεις του κτιρίου και αποτελούνταν από καμένα και άκαυτα οστά ζώων, δηλαδή οστά που έπεσαν στον βωμό για τον θεό και κάποια άλλα που ήταν από το βράσιμο του κρέατος το οποίο διαμελιζόταν κατά τη διάρκεια τελετουργικών δείπνων.
Η ανασκαφή στη μινωική έπαυλη του Γαϊδουροφά στην Ανατολή Ιεράπετρας, που χρονολογείται στη νεοανακτορική περίοδο (1600-1450 π.Χ.) και ερευνάται από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, έχει πολλά να δείξει για τις σχέσεις με τις θέσεις της περιοχής, όπως το ιερό κορυφής που αποκαλύφθηκε το περασμένο καλοκαίρι στον λόφο του Σταυρωμένου, με πλήθος ευρημάτων (ζωόμορφα και ανθρωπόμορφα ειδώλια) και με χρήση που διαρκεί ως και τα ρωμαϊκά χρόνια. Επίσης, η σύνδεση του διώροφου και πολύ μεγαλύτερου από ό,τι αρχικά πιστευόταν κτιρίου, που λειτουργούσε ως αγροτική έπαυλη για την αποθήκευση και διακίνηση της ορεινής παραγωγής, με κάποια μεγάλη μινωική πόλη της περιοχής, μένει να αποδειχθεί.
Με ένα θέμα ταμπού, αυτό της ιερής πορνείας, ασχολήθηκε ο αναπληρωτής καθηγητής προϊστορικής αρχαιολογίας, Λευτέρης Πλάτων, ο οποίος ερμήνευσε τα ανασκαφικά δεδομένα ενός κτιρίου της αρχαίας Ζάκρου. Όπως τόνισε ο ίδιος, δεν είναι ακόμη απόλυτα πεπεισμένος ότι το κτίριο αυτό είχε τη συγκεκριμένη πρακτική, η οποία έχει αμφισβητηθεί από πολλούς, παρά το γεγονός ότι αρχαίοι συγγραφείς, με πρώτο τον Ηρόδοτο, έχουν αναφερθεί στην ιερή πορνεία. Ωστόσο, τα δεδομένα (ευρήματα και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα) δίνουν ισχυρές ενδείξεις προς αυτή την κατεύθυνση.