«Κάντε υπομονή θα μας πουν οι ανθρωπολόγοι, σε ονόματα δεν αναφερόμαστε», απάντησε η Κατερίνα Περιστέρη, Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών, στις ερωτήσεις ως προς το σκελετικό υλικό, κατά τη διάρκεια των επιστημονικών ανακοινώσεων για τις ανασκαφικές εργασίες, στον Τύμβο Καστά, στην Αμφίπολη που έγινε το περασμένο Σάββατο στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Στο θέμα παρενέβη και η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟΑ, Λίνα Μενδώνη, η οποία επανέλαβε ο σκελετός βρέθηκε αποσπασματικά εντός και εκτός του ταφικού ορύγματος. Όπως είπε, το κρανίο βρέθηκε σε κάποια απόσταση από το όρυγμα, ακριβώς απ’ έξω από αυτό εντοπίστηκε η κάτω γνάθος, ενώ μέσα στο όρυγμα βρέθηκε το μεγαλύτερο μέρος του σκελετικού υλικού. Βρέθηκαν επίσης τα μεγάλα κόκαλα των ποδιών και τα κόκαλα των χεριών, πλευρά και μέλη της σπονδυλικής στήλης, καθώς και η λεκάνη, η οποία, όπως ανέφερε η κα Μενδώνη, σώζεται σε πολύ αποσπασματική κατάσταση, εξαιτίας της πτώσης λίθων, έτσι ώστε να μην επιτρέπεται στους αρχαιολόγους να πουν αν είναι ανδρική ή γυναικεία.
Αναφερόμενη, δε, στις δηλώσεις που είχε κάνει προηγουμένως η κα Περιστέρη ότι αφαιρέθηκαν μαζί με τα οστά χώματα, αυτό, όπως είπε, έγινε «για τον πολύ απλό λόγο ότι αν το σύγχρονο γενετικό υλικό, δηλαδή τα χέρια αρχαιολόγων, εργατών κλπ., άγγιζαν το αρχαίο, αυτομάτως θα εξαφάνιζαν ή θα διατάρασσαν πληροφορίες τις οποίες μπορεί να έχει διασώσει η γη».
Ως προς τον χαρακτηρισμό της ανασκαφής, η κα Μενδώνη διευκρίνισε ότι μέχρι σήμερα η ανασκαφή δεν έχει χαρακτηριστεί συστηματική επειδή από τη στιγμή της αποκάλυψης των Σφιγγών «ήταν πολύ μεγάλο το ρίσκο να μην αφήσουμε να εξελιχθεί η διαδικασία».
Σημειώνεται ότι από τις επιστημονικές ανακοινώσεις που πραγματοποιήθηκαν από την Κ. Περιστέρη («Ανασκαφική έρευνα Ταφικού Μνημείου Τύμβου Καστά Αμφίπολης (2012-2014)»), τον αρχιτέκτονα Μιχ. Λεφαντζή («Η σχέση του Λέοντος με τον Τύμβο της Αμφίπολης: Αρχιτεκτονικές και οικοδομικές προσεγγίσεις») και τον πολιτικό μηχανικό Δημ. Εγγλέζο («Ο ρόλος του πολιτικού μηχανικού κατά την αποκάλυψη του Ταφικού Μνημείου στον Τύμβο Καστά: Παρουσίαση προσωρινών στερεωτικών εργασιών και αναλύσεις για την ερμηνεία και τον έλεγχο ιστορικών υποθέσεων»), αλλά και τη συζήτηση που ακολούθησε με τις ερωτήσεις δημοσιογράφων, αρχαιολόγων και άλλων, σημαντικά ήταν τα σημεία που αφορούσαν τα εξής:
Σύμφωνα με τον κ. Εγγλέζο, από τους υπολογισμούς που έγιναν διαπιστώθηκε ότι το ταφικό όρυγμα στον τέταρτο χώρο προηγήθηκε κατασκευαστικά του κυρίως μνημείου, οι ιστορικοί σεισμοί δεν επηρέασαν σημαντικά το μνημείο, ενώ ο πολύ καλός σχεδιασμός του, σε συνδυασμό με την εσωτερική επίχωση, αποτέλεσαν τους κύριους παράγοντες για την καλή διατήρησή του. Επίσης, δεν επαληθεύεται η υπόθεση εργασίας για καταπόνηση του μνημείου από πλημμύρα. Αντίθετα βασικό παράγοντα γι’ αυτό αποτέλεσε η πολύ ισχυρή επιφόρτισή του από αποθέσεις προηγούμενων ανασκαφών.
Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με το αν έχουν βρεθεί κινητά ευρήματα, η κα Περιστέρη είπε ότι έχουν βρεθεί κεραμική (μελαμβαφής, όχι όμως και ερυθρόμορφη αν και δεν έχει αναλυθεί το υλικό) και νομίσματα, όπως του Αλεξάνδρου Γ’, τονίζοντας ότι πρόκειται για πλούσιο υλικό το οποίο θα πρέπει να μελετηθεί.
Επίσης η κα Περιστέρη απέδωσε την καταστροφή του προσώπου της δεξιάς Καρυάτιδας στην πτώση ενός δοκαριού, πιθανότατα από το επιστύλιο που βρίσκεται πίσω απο τις Καρυάτιδες.
Επιπλέον, στη διάρκεια της ενημέρωσης αναφέρθηκε ότι το μνημείο ήταν ένα δημόσιο έργο, του τελευταίου τετάρτου του 4ου αι. π.Χ., ανοιχτό αλλά με ελεγχόμενη επισκεψιμότητα. «Ο πρώτος χώρος που έχει την κλίμακα ήταν διακριτός πάνω στον περίβολο. Δίστυλος εν παραστάσι. Έχουμε πρόσβαση από εκεί, αλλά ελεγχόμενη, δηλαδή αυτός ο περίβολος από τη μία λειτουργούσε ως ανάλημμα και από την άλλη ήταν ένας τοίχος που απέτρεπε την εύκολη προσέγγιση», δήλωσε ο κ. Λεφαντζής, που τόνισε ότι το μνημείο αυτό δεν είναι μόνο του, αλλά ανήκει σε ένα μεγαλύτερο σύνολο.
Σύμφωνα με τους ομιλητές, το μνημείο σφραγίστηκε μετά τη λεηλασία του κάποια στιγμή τα ρωμαϊκά χρόνια. Η επίχωση στο εσωτερικό του είναι σύγχρονη με τους τοίχους σφράγισης, τα δε ανοίγματα στα τύμπανα των διαφραγματικών τοίχων δεν έγιναν από τυμβωρύχους, αλλά χρησιμοποιήθηκαν για να μπουν τα χώματα της επίχωσης.
Επίσης, κατέστη σαφές ότι δεν έχουν βρεθεί επιγραφές, ενώ κάποια τεκτονικά γράμματα, Ε και Α, πάνω στον περίβολο που προφανώς έγιναν για την παραγγελία του υλικού, ταιριάζουν με τη χρονολόγηση του περιβόλου και αποτελούν αντικείμενο μελέτης.
Τη συζήτηση συντόνισαν ο ομότιμος καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, Βασίλης Λαμπρινουδάκης, και ο αρχαιολόγος, διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, Νίκος Σταμπολίδης, που τόνισαν, όπως και οι μελετητές του μνημείου, ότι από εδώ και πέρα αρχίζει ο δύσκολος δρόμος της έρευνας.