«Τον Φεβρουάριο του 2012, οι έντονες βροχοπτώσεις έκαναν εμφανή τα προβλήματα στο νότιο Τείχος της Ακρόπολης, μεταξύ 6ης και 7ης αντηρίδας, από όπου υπήρξε πτώση της εξωτερικής τοιχοποιίας. Ακολούθησε σύσκεψη και τότε δόθηκαν οδηγίες, που οδήγησαν στη σημερινή μελέτη», δήλωσε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟΑ, Λίνα Μενδώνη, αναφερόμενη στο πρόβλημα, αλλά και στην επικείμενη επίλυσή του.
Η μελέτη αποκατάστασης του συγκεκριμένου τμήματος, που πήρε ομόφωνα το «πράσινο φως» από τα μέλη του ΚΑΣ, εκπονήθηκε από την Ανθή Χατζηπαπά, αρχιτέκτονα μηχανικό της Υπηρεσίας Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ). Η παρουσίασή της στο Συμβούλιο συνοδεύτηκε από τα ευμενή σχόλια της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, αλλά και του προέδρου της Επιτροπής Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως (ΕΣΜΑ), καθηγητή Χαράλαμπου Μπούρα, που παραβρέθηκε στη συνεδρίαση.
«Ήρθε ο καιρός και για το θέμα των Τειχών, το οποίο οξύνεται κατά καιρούς λόγω των ομβρίων υδάτων», είπε χαρακτηριστικά ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, ο οποίος δεν αναφέρθηκε μόνο στο επίμαχο τμήμα. «Το πολυτιμότερο μέρος των Τειχών είναι το βόρειο, όπου έχουν ενσωματωθεί αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη και είναι αυτό με το μεγαλύτερο πρόβλημα», επισήμανε, προσθέτοντας ότι η αντιμετώπισή του είναι ένα τεράστιο έργο, που θα πρέπει να προσεγγιστεί και να ιεραρχηθεί αρχικά με μια προμελέτη.
Το σημείο που κατέρρευσε αφορά την οθωμανική κατασκευή ενώ, όπως τονίστηκε, το νότιο τμήμα του Τείχους της Ακρόπολης δεν αντιμετωπίζει πουθενά αλλού πρόβλημα. Κύριες αιτίες της πτώσης ήταν η έντονη υγρασία από τις βροχοπτώσεις, αλλά και από μια σοβαρή διαρροή που είχε σημειωθεί πριν το 1998 στο παλιό αποχετευτικό σύστημα του παλιού Μουσείου Ακρόπολης, το οποίο σήμερα βρίσκεται εκτός λειτουργίας. Άλλοι παράγοντες που επιβάρυναν την κατάσταση ήταν η ώθηση των γαιών λόγω της κατασκευαστικής ιδιαιτερότητας του μνημείου και της αναλημματικής λειτουργίας του, οι συνεχείς επεμβάσεις, η φυσική φθορά του δομικού υλικού και η σεισμική δραστηριότητα.
Η επέμβαση έχει δύο στόχους: την αντιμετώπιση της υγρασίας στο εσωτερικό της τοιχοποιίας και την αποκατάσταση της συνέχειας της εξωτερικής πλευράς του τείχους. Ο πρώτος στόχος θα αντιμετωπιστεί με τη διερεύνηση της διαδρομής των υδάτων στην περιοχή και με τον έλεγχο του αποχετευτικού δικτύου του παλαιού μουσείου Ακρόπολης. Ο δεύτερος με την τοποθέτηση νέου υλικού σε επιφάνεια περίπου 10 τ.μ. και συγκεκριμένα λίθου τραβερτίνη από το λατομείο Άνω Πιτσών Κορινθίας, που έχει δοκιμαστεί με επιτυχία σε μνημεία της νότιας πλευράς της Ακρόπολης, δηλαδή στο Ιερό του Ασκληπιού και στο Διονυσιακό Θέατρο.
Στο μεταξύ, να μην καταχωθεί, αλλά να μείνει ορατή και να ελέγχεται μετά την αποκατάστασή της, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, αποφάσισαν τα μέλη του ΚΑΣ για την πλακόστρωτη αυλή της Κλεψύδρας. Η παρουσίαση των δεδομένων έγινε από τους μελετητές της Α΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, οι οποίοι αναφέρθηκαν και στην αποκατάσταση της θολωτής κατασκευής της γνωστής αθηναϊκής πηγής, που βρισκόταν σε χρήση από τους προϊστορικούς ως τους νεότερους χρόνους, ενώ δεν έχει πάψει ακόμα και σήμερα να ρέει.
Όσο για τις τοιχογραφίες που σώζονται στον θόλο, αυτές θα συντηρηθούν σε δύο φάσεις, οι οποίες θα ολοκληρωθούν με την επανατοποθέτησή τους αφού πρώτα θα έχουν τελειώσει οι αναστηλωτικές επεμβάσεις στην κατασκευή. Τέλος, θα ληφθεί μέριμνα και για τη στερέωση των βραχωδών μαζών στα σπήλαια Πανός και Απόλλωνα στο βόρειο πρανές της Ακρόπολης, πάνω από το μνημείο της Κλεψύδρας, που παρουσιάζουν προβλήματα ετοιμορροπίας. Οι παραπάνω εργασίες προβλέπεται να διαρκέσουν περίπου ως το τέλος του χρόνου, ενώ τα έργα –εκτός από τη δεύτερη φάση συντήρησης των τοιχογραφιών– είναι ενταγμένα σε ΕΣΠΑ. Σε ΕΣΠΑ είναι ενταγμένο και το έργο της αποκατάστασης του νότιου τμήματος του Τείχους της Ακρόπολης.