Μια από τις ελάχιστες θέσεις στο ελλαδικό χώρο, η οποία διασώζει στρωματογραφική ακολουθία από την αρχή, τουλάχιστον, της Ανώτερης Παλαιολιθικής (40000-10000 π.Χ.) έως και το τέλος της Νεολιθικής περιόδου (7000-3000 π.Χ.) είναι το σπήλαιο Φράγχθι στη ΝΔ Αργολίδα.
Στην Παλαιολιθική και Μεσολιθική περίοδο το Φράγχθι υπήρξε καταφύγιο μετακινούμενων κυνηγών, τροφοσυλλεκτών και ψαράδων, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν για τις καθημερινές τους ανάγκες εργαλεία φτιαγμένα από σκληρές και αιχμηρές πέτρες, όπως ο πυριτόλιθος και ο οψιανός. Η Μεσολιθική είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ιστορία του σπηλαίου, καθώς συνδέεται με κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές. Πραγματοποιούνται οι πρώτοι ενταφιασμοί, τα ταξίδια ανοιχτής θαλάσσης και εμφανίζονται τα πρώτα δείγματα συστηματικής αλιείας.
Στη Νεολιθική, η κατοίκηση επεκτάθηκε εκτός του σπηλαίου, στον παρακείμενο υπαίθριο χώρο. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του οικισμού, το οποίο ονομάζεται Παραλία, είναι σήμερα καταβυθισμένο λόγω της ανόδου της θαλάσσιας στάθμης. Σπήλαιο και υπαίθριος χώρος αποτέλεσαν το χώρο δραστηριοτήτων μιας κοινότητας γεωργών και κτηνοτρόφων, η οποία διατηρούσε επαφές με πολλές περιοχές του νοτίου Αιγαίου.
Οι κάτοικοι του οικισμού χρησιμοποιούσαν πλήθος λίθινων εργαλείων, όπως λεπίδες για δρεπάνια, μαχαιράκια, αιχμές βελών, μυλόπετρες, τσεκουράκια και αξίνες, αλλά και πολλά οστέινα, όπως αγκίστρια, σπάτουλες και σουβλιά. Πολλά είδη της καθημερινής τους εργαλειοθήκης δεν έχουν σωθεί λόγω του φθαρτού τους χαρακτήρα.
Για την εξυπηρέτηση των καθημερινών τους αναγκών, οι κάτοικοι είχαν διαμορφώσει το εσωτερικό του σπηλαίου σε επιμέρους χώρους χρήσης, κάποιοι από τους οποίους περιείχαν λιθόστρωτα δάπεδα ή εστίες φωτιάς. Στον υπαίθριο χώρο, τα σπίτια τους ήταν απλές κατασκευές με λίθινη θεμελίωση, δάπεδα από πατημένο πηλό και τοίχους σοβατισμένους για μόνωση και καθαριότητα. Τόσο το σπήλαιο όσο και ο υπαίθριος χώρος χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς και ως τόποι ενταφιασμού.
Μία από τις καινοτομίες της περιόδου είναι η κατασκευή αγγείων και ειδωλίων από ψημένο πηλό. Κάποια από τα αγγεία έφεραν περίτεχνη πολύχρωμη διακόσμηση. Όπως οι προκάτοχοί τους, έτσι και οι Νεολιθικοί κάτοικοι του σπηλαίου φρόντιζαν για τον καλλωπισμό τους φτιάχνοντας κοσμήματα από απλά φυσικά υλικά, όπως τα θαλάσσια κοχύλια.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως εποχικό ποιμνιοστάσιο, ενώ αρχαιολογικές έρευνες στον οικισμό διενεργήθηκαν μεταξύ 1969-1979 από το Πανεπιστήμιο Ιντιάνα (ΗΠΑ), υπό την αιγίδα της Αμερικάνικης Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα.
Ιστορικά το σπήλαιο Φράγχθι υπήρξε η πρώτη ανασκαμένη θέση η οποία πυροδότησε τη συζήτηση της πρώιμης ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο, με την εύρεση οψιανού από τη Μήλο στα μεσολιθικά στρώματα. Επιπλέον, υπήρξε από τις πρώτες θέσεις που ανασκάφηκαν από διεπιστημονικό επιτελείο ερευνητών, εφαρμόζοντας μερικές από τις καινοτόμες μεθόδους της εποχής και συλλέγοντας συστηματικά πλήθος ευρημάτων οργανικής προέλευσης, όπως φυτικά, κατάλοιπα μικροσπονδυλωτών, χερσαία και θαλάσσια όστρεα, ενώ σημαντικός αριθμός δειγμάτων από ξυλάνθρακες και οστά χρονολογήθηκαν με τη μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακα (C14).
Μετά το πέρας των ανασκαφών, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, και για περισσότερα από τριάντα χρόνια δεν πραγματοποιήθηκαν έργα συντήρησης μέσα στο σπήλαιο ή στο χώρο του υπαίθριου οικισμού, με αποτέλεσμα την προοδευτική διάβρωση των ανασκαφικών τομών. Το φαινόμενο αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το σπήλαιο παρέμενε συνεχώς ανοικτό στους πολυάριθμους επισκέπτες του, μεγάλωνε διαρκώς τον κίνδυνο ατυχημάτων, ενώ παράλληλα υπήρχε ανάγκη πληροφόρησης του κοινού για τα πορίσματα των ανασκαφών και γενικότερα της αρχαιολογικής έρευνας στο χώρο.
Τον Νοέμβριο του 2011 η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας Ν. Ελλάδος ξεκίνησε εργασίες στη θέση, με σκοπό ακριβώς την ομαλή και ασφαλή έλευση του κοινού στο χώρο, καθώς και την ενημέρωσή του. Οι εργασίες, που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος «Σπήλαιο Φράγχθι, Δήμου Ερμιονίδας, Περιφέρειας Πελοποννήσου: Ανάδειξη και αξιοποίηση του σπηλαίου και του περιβάλλοντος αυτού χώρου» (ΕΣΠΑ 2007-2013), ολοκληρώθηκαν τον περασμένο Ιούνιο (2013).
Βασικές αρχές του έργου υπήρξαν η ελάχιστη δυνατή επέμβαση στο χώρο, χωρίς αισθητή αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος και η δημιουργία διακριτικών και αναστρέψιμων κατασκευών με υλικά αισθητικά συμβατά με το εσωτερικό του σπηλαίου.
Στις σημαντικότερες εργασίες που πραγματοποιήθηκαν συγκαταλέγονται η διαμόρφωση μονοπατιού πρόσβασης από την παράλια ζώνη έως την είσοδο του σπηλαίου, το οποίο συνεχίζει στο εσωτερικό του ως διάδρομος περιήγησης κατασκευασμένος από μεταλλική βάση και ξύλινο δάπεδο, εργασίες σταθεροποίησης των βράχων της εισόδου, πλήρωση των διαβρωμένων ανασκαφικών τομών, στερέωση και ανάδειξη μίας αντιπροσωπευτικής τομής που παρουσιάζει τη στρωματογραφία του σπηλαίου, τοποθέτηση ενημερωτικών πινακίδων σε επιλεγμένα σημεία εσωτερικά και εξωτερικά αυτού. Τέλος, καθαρίστηκε από τη βλάστηση και οριοθετήθηκε το ανασκαμμένο τμήμα του υπαίθριου νεολιθικού οικισμού. Παράλληλα εκτυπώθηκε τρίπτυχο δίγλωσσο ενημερωτικό φυλλάδιο και φυλλάδιο στο σύστημα Braille με τις συνοπτικές πληροφορίες για τη θέση.