Παλιά για να έχουν δροσερά ποτά και για να διατηρούν τα τρόφιμα, όπου ήταν δυνατό, κατασκεύαζαν «αποθήκες πάγου», δηλαδή μεγάλους, βαθείς λάκκους τους οποίους επίστρωναν με άχυρο και μέσα έβαζαν είτε χιόνι είτε, το καλύτερο, πάγο από νερά που μάζευαν το χειμώνα. Στην Κρήτη, μέχρι αρκετά πρόσφατα, οι κτηνοτρόφοι προμηθεύονταν πάγο από τα Λευκά Όρη για να δροσίζουν τα ποτά τους το καλοκαίρι.
Τον 19ο αιώνα μια εφεύρεση άλλαξε τον τρόπο ζωής των αστών. Η παγωνιέρα. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο ξύλινο επιπλάκι με δύο χώρους. Στον επάνω χώρο τοποθετούσαν μια «κολόνα» πάγου που πουλούσε ο παγοπώλης και η οποία διατηρούνταν για 2-4 μέρες. Στον κάτω χώρο της παγωνιέρας αποθηκεύονταν τα ευαίσθητα τρόφιμα.
Ο παγοπώλης κυκλοφορούσε μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα (1950) σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, είτε με γαϊδουράκι είτε με τρίκυκλο, και πουλούσε κολόνες πάγου που οι νοικοκυρές τύλιγαν σε λινάτσες ή άλλα χοντρά υφάσματα για να τις βάλουν στην παγωνιέρα.
Το 1877 ο Γερμανός Καρλ φον Λίντε (Karl von Linde) κατασκεύασε την παγομηχανή που, με ατμό ή με πετρέλαιο, έφτιαχνε πια τεχνητό πάγο.
Να αναφέρουμε επίσης ότι το μοναδικό Μουσείο του Πάγου στην Ευρώπη βρίσκεται στην πόλη Μαζόγκ (Mazaugues) στη Γαλλία.