Η συμβολή του Πολιτισμού στην ανάπτυξη, το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο, η ψηφιοποίηση περίπου 500.000 κινητών μνημείων, το νέο «ΕΣΠΑ», η μετακόμιση του ΥΠΠΟ και η «θετική» πλευρά της κατάχωσης αρχαίων μνημείων είναι μερικά από τα θέματα στα οποία αναφέρθηκε η γενική γραμματέας Πολιτισμού του υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΑΙΘΠΑ) Λίνα Μενδώνη, σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Στην παρούσα χρονική περίοδο η χώρα μας καλείται να αναλάβει εκτεταμένες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα προβλήματα που δημιουργεί η δύσκολη οικονομική συγκυρία, τόσο στα μεγάλα αστικά κέντρα όσο και στην περιφέρεια. Στην κοινή αυτή προσπάθεια έρχεται να συμβάλει και η Γενική Γραμματεία Πολιτισμού, με στρατηγικό σχεδιασμό που περιλαμβάνει την ανάδειξη του Πολιτισμού ως ζωτικού παράγοντα της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας, τη συμβολή του στην αξιοποίηση δυναμικών παραγωγικών κλάδων όπως ο τουρισμός και, τέλος, τη σημαντικότητά του για την παραγωγή εισοδήματος και την αύξηση της απασχόλησης. Με βάση τους στόχους αυτούς, διαμορφώθηκε το Πρόγραμμα Δράσεων του Τομέα Πολιτισμού» τόνισε μεταξύ άλλων η γγ Πολιτισμού.
Σύμφωνα με την κ. Μενδώνη, αναπτύσσεται έτσι μια καινούργια δυναμική στην αντιμετώπιση του Πολιτισμού και αναδεικνύεται η σπουδαιότητα του ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει στη συνολική αναζωογόνηση των πόλεων και της υπαίθρου, αλλά και στην αναβάθμιση της συμβολικής θέσης των πόλεων, στη διάρθρωση του χώρου και στο δίκτυο των τουριστικών προορισμών. «Τα μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι αποτελούν πόλους γύρω από τους οποίους αναπτύσσονται σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες, γιατί αποτελούν πόλους έλξης επισκεπτών σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο. Αυτή καθαυτή η ύπαρξη και ανάδειξη του μνημειακού πλούτου αποτελεί τη βάση σημαντικών οικονομικών δραστηριοτήτων» εξηγεί.
Παράλληλα, τονίζει τις πολλές δυνατότητες που επιφέρει η ανάδειξη των πολιτιστικών πόλων, όπως η δημιουργία έμμεσων και άμεσων θέσεων εργασίας. «Είναι ένα γεγονός που πρέπει να επισημανθεί και να τονιστεί ιδιαίτερα, κυρίως σήμερα, με την ανεργία να αυξάνεται καταγράφοντας πρωτοφανή αρνητικά ρεκόρ. Έτσι, η συνεισφορά των έργων του Πολιτισμού στην αύξηση της απασχόλησης και στην καταπολέμηση του κοινωνικού προβλήματος της ανεργίας είναι καίρια, αφού στα ενταγμένα αρχαιολογικά έργα, που εκτελούνται με αυτεπιστασία, απασχολούνται ανά την Ελλάδα περίπου 3.500 εργαζόμενοι» επισημαίνει.
Το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο από τη μία και ο εμπλουτισμός των ψηφιακών συλλογών των κινητών μνημείων και η ανάπτυξη Νέου Πληροφοριακού Συστήματος του Εθνικού Αρχείου Μνημείων από την άλλη, είναι δύο έργα στα οποία η Γενική Γραμματεία Πολιτισμού δίνει πολύ μεγάλη σημασία.
«Το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο θα αποτελέσει την πρώτη οργανωμένη, ενιαία, συστηματική και διαρκώς ενημερωμένη ψηφιακή καταγραφή και τεκμηρίωση των Δημοσίων Ακινήτων που διαχειρίζεται η Γενική Γραμματεία Πολιτισμού, αλλά και κυρίως των μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων, χαρτογραφώντας το καθεστώς προστασίας που διέπει το σύνολο της επικράτειας. Το έργο αυτό θα αποτυπώσει σε ένα ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης γεωγραφικής πληροφορίας, χωρικά και περιγραφικά δεδομένα για πάνω από 7.500 δημόσια ακίνητα, 5.100 χερσαίους και ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους και θέσεις, συμπεριλαμβανομένων των ζωνών προστασίας τους, καθώς και 20.000 αρχαίων και νεότερων προστατευόμενων μνημείων» λέει.
Όσο για την πρόσβαση στην πολιτιστική πληροφορία, αυτή θα παρέχεται προς τους διάφορους χρήστες (δημόσιους φορείς, πολίτες) μέσω της δημιουργίας διαδικτυακής πύλης με δυνατότητα πολυκαναλικής διάθεσης των σχετικών δεδομένων και υπηρεσιών. «Στο πλαίσιο του έργου θα αποτυπωθούν σε έγχρωμους ορθοφωτοχάρτες οι κηρύξεις μνημείων και αρχαιολογικών χώρων, καθώς και οι ζώνες προστασίας που τα περιβάλλουν, ούτως ώστε ο κάθε ενδιαφερόμενος να είναι σε θέση να γνωρίζει εξαρχής τους όρους και τους πιθανούς περιορισμούς που διέπουν την αξιοποίηση της γης σε μια συγκεκριμένη περιοχή (πληροφόρηση σε σχέση με τις χρήσεις γης και τις σχετικές αδειοδοτήσεις, τους όρους δόμησης, τις απαλλοτριώσεις κ.λπ.). Εκτός από την προφανή χρησιμότητα του συγκεκριμένου εργαλείου στο έργο της προστασίας των μνημείων που ασκούν οι Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού, είναι φανερή η θεμελιώδης σημασία που αυτό αποκτά για την ανάπτυξη των επενδύσεων σε μια χώρα, όπου η συνεχής κατοίκηση από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα έχει δημιουργήσει ένα εκτεταμένο αρχαιολογικό παλίμψηστο» εξηγεί.
Η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος για την ψηφιακή καταγραφή, τεκμηρίωση, διαχείριση και προβολή του συνόλου των μνημείων της χώρας στο Διαδίκτυο αποτελεί τον δεύτερο άξονα των παρεμβάσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού, ο οποίος συμπληρώνει και συνεργάζεται με το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο. «Στο πλαίσιο του έργου θα εισαχθούν στο σύστημα περίπου 500.000 κινητά μνημεία (π.χ. αγγεία, κοσμήματα, γλυπτά, νομίσματα κ.λπ.), πολλά δε από αυτά άγνωστα μέχρι σήμερα, τα οποία θα καταγραφούν και θα φωτογραφηθούν για πρώτη φορά. Πρόκειται για έναν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό κινητών μνημείων τα οποία, εκτός από φωτογραφίες και σχέδια, θα συνοδεύονται από πληροφορίες ταυτότητας και εύληπτες, συνοπτικές περιγραφές. Και στην περίπτωση αυτή, η χρησιμότητα του συστήματος είναι πολλαπλή: αποτελεί ένα αναγκαίο εργαλείο για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και την προστασία της από τη φθορά και την κλοπή, ενώ παράλληλα εμπλουτίζει τις όποιες πρωτοβουλίες για την προβολή της» πληροφορεί η κ. Μενδώνη.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ ζήτησε τη γνώμη της γενικής γραμματέως και για το θέμα της κατάχωσης, που συχνά προκαλεί αντιδράσεις μεταξύ των πολιτών (όπως ο Ναός της «Αφροδίτης» στη Θεσσαλονίκη ή ο Βωμός των 12 Θεών στην Αθήνα). Ποιοι είναι οι λόγοι που οδηγούν την Αρχαιολογική Υπηρεσία σε αυτή τη λύση;
«Η κατάχωση δεν αποτελεί λύση ανάγκης, αλλά επιστημονική μέθοδο προστασίας, που επιβάλλεται τόσο από τη διεθνή νομοθεσία όσο και από τη σχετική εξειδικευμένη βιβλιογραφία. Υποχρέωση της Πολιτείας δεν είναι μόνον η μέριμνα για την πρόσβαση των συμπολιτών μας στην πολιτιστική τους κληρονομιά, αλλά και η προστασία των μνημείων για τις μελλοντικές γενεές, η προστασία δηλαδή και η ανάδειξη των μνημείων σύμφωνα με τις αρχές της αειφόρου, της βιώσιμης ανάπτυξης. Μολονότι, πιθανόν δεν είναι εύκολα κατανοητή από μια μερίδα του κοινού, η κατάχωση αποσκοπεί στη διατήρηση των ευπαθών αρχαιολογικών ευρημάτων σε ένα περιβάλλον, το οποίο προσομοιάζει με αυτό στο οποίο διατηρήθηκαν επί αιώνες. Για ποικίλους λόγους και ιδίως λόγω της κακής κατάστασης διατήρησης και της επιστημονικής επιταγής της διατήρησης του αρχαίου in situ, δηλαδή στον τόπο εύρεσής του, δεν είναι πάντοτε εφικτή η έκθεση των ανασκαφικών ευρημάτων και η προσπέλασή τους από το κοινό. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι οι αποφάσεις αυτές δεν λαμβάνονται ατεκμηρίωτα: για τα κρίσιμα αυτά ζητήματα γνωμοδοτούν κατά νόμο τα αρμόδια όργανα, που αποτελούνται από επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, μετά από ενδελεχή έλεγχο και εμπεριστατωμένες εισηγήσεις από τις αρμόδιες Υπηρεσίες» σημειώνει.
Όσο για το καθεστώς προστασίας των χώρων που κηρύσσονται αρχαιολογικοί, καθώς και των ζωνών Α και Β, η γγ διευκρινίζει: «Το καθεστώς προστασίας των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν. 3028/2003. Με εξαιρετική απλούστευση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Ζώνη Α είναι κατά βάση αδόμητη και σε αυτήν μπορούν να επιτραπούν μόνον ήπιες δραστηριότητες που δεν θίγουν τα μνημεία. Στη Ζώνη Β επιτρέπεται συνήθως μια ευρύτερη κλίμακα δραστηριοτήτων, με την προϋπόθεση να μην είναι βλαπτικές για τα μνημεία ή τον αρχαιολογικό χώρο. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι με τον καθορισμό Ζωνών Β, το κράτος ενθαρρύνει εμμέσως τη διατήρηση παραδοσιακών δραστηριοτήτων, που εντάσσονται στις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης».
Ως προς την εγκατάσταση της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού στο εργοστάσιο Τσαούσογλου στην Πειραιώς, η κ. Μενδώνη εξήγησε: «Πρόκειται για ένα παλιό σχέδιο, ήδη από το 2000 συζητείται, και ελπίζουμε αυτή τη φορά η προσπάθεια να ευοδωθεί. Η εγκατάσταση των υπηρεσιών Πολιτισμού του υπουργείου στην Πειραιώς, πολύ κοντά στην Σχολή Καλών Τεχνών και σε συνάφεια με το Ίδρυμα Κακογιάννη, το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού και άλλους πολιτιστικούς φορείς, ενισχύει σε κάθε περίπτωση τη φυσιογνωμία της οδού Πειραιώς ως πολιτιστικού άξονα της Αθήνας. Η πολιτική βούληση, όπως έχει εκφραστεί από τον Κώστα Τζαβάρα, τον αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, είναι δεδομένη. Πρέπει να ολοκληρωθούν το συντομότερο και οι σχετικές γραφειοκρατικές διαδικασίες, προκειμένου το Δημόσιο να καταλήξει σε οριστική συμφωνία με την Εθνική Τράπεζα, η οποία έχει στην ιδιοκτησία της το ακίνητο».
Τέλος, με αφορμή τη συζήτηση για την επόμενη Προγραμματική Χρηματοδοτική Περίοδο (το νέο «ΕΣΠΑ»), η κ. Μενδώνη ανέφερε τις προτάσεις της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού για την περίοδο 2014-2020. Μεταξύ αυτών είναι η πραγματοποίηση προσεκτικά επιλεγμένων επενδύσεων σε ειδικές υποδομές προστασίας, συντήρησης και ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης, η ποιοτική αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρονται στο ευρύ κοινό, η ανάπτυξη ενός νέου τύπου επιχειρηματικότητας και η περαιτέρω διεύρυνση της χρήσης των νέων ψηφιακών τεχνολογιών της πληροφορικής και των επικοινωνιών για την προβολή και προώθηση του πολιτισμού με στόχο τη βελτίωση των παρεχόμενων πολιτιστικών υπηρεσιών, καθώς και για την αποτελεσματικότερη λειτουργία των υπηρεσιών και φορέων του τομέα του Πολιτισμού. Σε αυτούς τους άξονες εξάλλου στηρίζεται και η Πρόταση για τη Διαμόρφωση Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής Τομέα Πολιτισμού 2014-2020, η οποία εκπονήθηκε και υποβλήθηκε στο υπουργείο Ανάπτυξης τον περασμένο Σεπτέμβριο, στο πλαίσιο της διαδικασίας σχεδιασμού της επόμενης Προγραμματικής Περιόδου.