Το ενδεχόμενο ύπαρξης ασφαλούς τεχνικής λύσης για κατασκευή του σταθμού «Βενιζέλου» του Μετρό Θεσσαλονίκης με ταυτόχρονη παραμονή των αρχαιολογικών ευρημάτων απέκλεισε χθες ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Αττικό Μετρό ΑΕ Χρήστος Τσίτουρας στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που έδωσε από κοινού με τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Έργων Στράτο Σιμόπουλο.
Με αφορμή το ζήτημα των αρχαιολογικών ευρημάτων στο σταθμό του Μετρό «Βενιζέλου», ο κ. Σ. Σιμόπουλος δήλωσε από τη μεριά του: «Βρισκόμαστε τώρα μπροστά σε ένα εμπόδιο που αν δεν το ξεπεράσουμε, θα αποτελέσει ταφόπλακα για το έργο. Σέβομαι απόλυτα την αξία των ευρημάτων, την ιστορία της πόλης και τη σημασία της ιστορικής μνήμης. Άλλωστε οι λαοί για να έχουν μέλλον πρέπει να έχουν μνήμη. Δεν υπάρχει όμως τεχνική λύση ενσωμάτωσης των ευρημάτων στο σταθμό. Ταυτόχρονα δεν μπορεί να καταργηθεί ο σταθμός, διότι θα έχουμε ένα έργο κουτσουρεμένο, ενώ ο ανασχεδιασμός του θα το πάει χρόνια πίσω».
Ο κ. Χ. Τσίτουρας σημείωσε: «Η Αττικό Μετρό Α.Ε. διερευνά από τριμήνου τη δυνατότητα κατασκευής του σταθμού χωρίς να απαιτείται η μεταφορά των αρχαιοτήτων που έχουν αποκαλυφθεί στο πρώτο επίπεδό του. Η ενδελεχής μελέτη απέδειξε ότι, με δεδομένα τις ιδιαιτερότητες του υπερσύγχρονου συστήματος του Μετρό της Θεσσαλονίκης, όπου τα ηλεκτρομηχανολογικά συστήματα είναι συνδεδεμένα μεταξύ των σταθμών, καθώς και τις τοπικές συνθήκες με τον περιορισμένο χώρο από τα υφιστάμενα κτίρια, δεν υπάρχει καμία ασφαλής τεχνική λύση για να κατασκευαστεί ο σταθμός χωρίς να μεταφερθούν οι αρχαιότητες».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη σημασία του σταθμού «Βενιζέλου», ο οποίος υπολογίζεται ότι θα έχει την τέταρτη μεγαλύτερη επιβατική κίνηση στο σύνολο των 13 σταθμών της βασικής γραμμής του Μετρό Θεσσαλονίκης. Μάλιστα, όπως τόνισε, για τις εργασίες κατασκευής και αρχαιολογικής έρευνας του συγκεκριμένου σταθμού, έχουν ήδη δαπανηθεί περίπου 20 εκ. ευρώ.
Όπως αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου που εξέδωσε η Αττικό Μετρό, «μία ενδεχόμενη κατάργηση του σταθμού «Βενιζέλου», λόγω της παραμονής των αρχαιοτήτων στη θέση που αποκαλύφθηκαν, θα προκαλούσε δυσμενείς συγκοινωνιακές, κυκλοφοριακές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, καθώς θα απέκλειε 67.000 πολίτες ημερησίως από τη γρήγορη, αξιόπιστη και ασφαλή μετακίνηση που προσφέρει το Μετρό». Στο ίδιο Δελτίο τονίζεται ότι μία ενδεχόμενη μετακίνηση του πρώτου επιπέδου του σταθμού «Βενιζέλου», «θα απαιτούσε νέα ανασκαφή μεγάλης έκτασης στο κέντρο της πόλης, με ανάλογη επικινδυνότητα εύρεσης σημαντικών αρχαιοτήτων, με συνέπεια, ξοδεύοντας χρήμα και χρόνο, να ξαναβρεθούμε ακριβώς στο ίδιο αποτέλεσμα».
«Η Αττικό Μετρό Α.Ε. έχει έμπρακτα αποδείξει σεβασμό στις αρχαιότητες της πόλης και όπου αυτό ήταν τεχνικά εφικτό τις διατήρησε επιτόπου, όπως συνέβη με τη Βασιλική στο σταθμό του Μετρό ‘‘Σιντριβάνι’’. Αντίστοιχα, όταν αυτό δεν ήταν εφικτό, φρόντισε για την ασφαλή μεταφορά τους με εξειδικευμένες εταιρίες μεγάλης εμπειρίας. Αυτό συνέβη με την ίδια αρχαία οδό που αποκαλύφθηκε σε μήκος περίπου 80 μέτρων στο σταθμό του Μετρό ‘‘Αγίας Σοφίας’’ και από τον περασμένο Αύγουστο έχει μεταφερθεί. Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και με τις αρχαιότητες που αποκαλύφθηκαν στο σταθμό ‘‘Βενιζέλου’’, για τις οποίες υπάρχει Υπουργική Απόφαση κατόπιν ομόφωνης γνωμοδότησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου για την απόσπαση και την ανάδειξή τους στο στρατόπεδο ‘‘Παύλου Μελά’’ ή σε άλλο χώρο στην πόλη. Οποιαδήποτε σκέψη, είτε για κατάργηση του σταθμού «Βενιζέλου», είτε για αλλαγή στο σχεδιασμό του, θα επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του έργου, με ορατό κίνδυνο την απένταξη από την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση», κατέληξε ο κ. Χ. Τσίτουρας.
Και όλα αυτά την ώρα που οι αντιδράσεις για την απόσπαση και τη μεταφορά των αρχαιοτήτων πληθαίνουν συνεχώς.