Στο πλαίσιο των εργασιών για την ανέγερση της ξενοδοχειακής μονάδας Costa Navarino – Navarino Dunes με γήπεδο γκολφ δεκαοκτώ διαδρομών, το οποίο αναπτύσσεται σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, βορειοδυτικά του χωριού Ρωμανός, διεξήχθησαν από τις 20 Φεβρουαρίου του 2007 έως τις 31 Ιουλίου του 2010, σε διάφορα σημεία της τεράστιας έκτασης, συνεχόμενες σωστικές αρχαιολογικές ανασκαφές.
Οι ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν υπό την επίβλεψη της ΛΗ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας και με δαπάνες της εταιρείας ΤΕΜΕΣ, ενώ υπεύθυνος των ανασκαφών ήταν ο υπογράφων ως επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας και του εργατοτεχνικού προσωπικού.
Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα ήταν συγκεντρωμένα κυρίως στα νότια και ανατολικά όρια της προβλεπόμενης περιοχής ανάπτυξης του έργου της Π.Ο.Τ.Α Ρωμανού.
Ο εξαιρετικά εκτεταμένος πρωτοελλαδικός οικισμός βρίσκεται στο ύψωμα από το οποίο διέρχονται οι διαδρομές 15 και 16 του γηπέδου γκολφ (εικ. 1). Στα βόρεια επεκτείνεται έως τον ποταμό Σέλα, ενώ προς τα δυτικά φθάνει μέχρι το green της διαδρομής 15 του γκολφ. Τα ανατολικά και νότια όρια του οικισμού είναι απροσδιόριστα. Είναι πάντως βέβαιο ότι επεκτείνεται πέραν των ορίων της περίφραξης της Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού σε γειτονικά κτήματα (εικ. 2).
Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα γνωστά ανασκαφικά δεδομένα ο πρωτοελλαδικός οικισμός καλύπτει μια έκταση τουλάχιστον 40 στρεμμάτων και μπορεί να θεωρηθεί ως ο μεγαλύτερος έως τώρα εξερευνημένος οικισμός της ΠΕ ΙΙ περιόδου στην Μεσσηνία.
Εντυπωσιακή είναι η οργάνωση του οικισμού, με τις ευρύχωρες κατοικίες, που έχουν ορθογώνια κάτοψη και προσανατολισμό από ΝΔ-ΒΑ. Διακρίνονται επίσης δρόμοι, πηγάδια με λίθινη επένδυση, εργαστήρια, αποθήκες, οικίες, καθώς και μία θέση, η οποία πολύ πιθανόν να συνδέεται με τελετές ή γιορτές στο πλαίσιο κάποιας λατρείας.
Ένα από τα πρώτα κτίρια του οικισμού της ΠΕ ΙΙ περιόδου, που αποκαλύφθηκε ήδη το 2007, υπήρξε ένα εργαστήριο για την επεξεργασία χαλκού, δηλαδή για την τήξη και τη μετέπειτα επεξεργασία του μέταλλου (εικ. 3). Παρόμοια εγκατάσταση της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, δηλαδή της 3ης χιλιετίας π.Χ., είναι απολύτως μοναδική για την Πελοπόννησο, ιδιαίτερα λόγω του σχεδιασμού του εργαστηρίου, που προοριζόταν εξ αρχής αποκλειστικά για τη χρήση αυτή. Από τις προσεκτικές παρατηρήσεις μας στον συγκεκριμένο χώρο διαπιστώθηκε η προνοητικότητα με την οποία κτίστηκε το εργαστήριο αυτό, προκειμένου να υπάρξει απόλυτη εκμετάλλευση των καιρικών συνθηκών και ιδιαίτερα της κατεύθυνσης του ανέμου, για την καλύτερη απόδοση της φωτιάς και την εξασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών θερμοκρασίας στην επεξεργασία του χαλκού. Στο σημείο της τήξης του χαλκού βρέθηκαν, ανάμεσα στη στάχτη και στα κομμάτια από κάρβουνο, αρκετά τμήματα σκωρίας χαλκού καθώς και θραύσματα από πήλινες χοάνες με κολλημένα λείψανα σκωρίας χαλκού στις εσωτερικές πλευρές τους. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε πολλά σημεία του προϊστορικού οικισμού συλλέχθηκαν τμήματα σκωρίας χαλκού, τόσο επιφανειακά όσο και εντός των ανασκαφικών σκαμμάτων, κυρίως στο χώρο ΒΔ της διαδρομής 16 του γηπέδου γκολφ. Σε άλλο χώρο του εργαστηρίου χαλκού γινόταν και επεξεργασία οψιδιανού, όπως μαρτυρούν οι εκατοντάδες εργαλείων, θραυσμάτων και πυρήνων οψιδιανού, που βρέθηκαν εκεί.
Επισημαίνεται ότι ήταν τεράστιος ο αριθμός των εργαλείων και των αντικειμένων από οψιδιανό που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές σε όλη την έκταση του προϊστορικού οικισμού, γεγονός που μαρτυρά στενές εμπορικές επαφές και συναλλαγές των προϊστορικών κατοίκων με τις Κυκλάδες. Αντίθετα, λιγοστά υπήρξαν τα εργαλεία από πυριτόλιθο.
Λίγα μέτρα δυτικά του εργαστηρίου αποκαλύφθηκε ένα φρέαρ της ΠΕ ΙΙ περιόδου (εικ. 3), η μισή λίθινη επένδυση του οποίου είχε καταρρεύσει και είχε πέσει στο εσωτερικό του. Το εγκαταλελειμμένο πλέον φρέαρ χρησιμοποιήθηκε ως αποθέτης από τους προϊστορικούς κατοίκους (εικ. 4), αφού μέχρι βάθους περίπου 3,5 μ. ήταν γεμάτο με κεραμική της ΠΕ ΙΙ περιόδου και με άλλα αντικείμενα της εποχής, όπως εργαλεία από οψιδιανό, πυριτόλιθο, χαλκό και οστά ζώων (εικ. 5).
Πολλά αγγεία που βρέθηκαν στο φρέαρ ήταν ολόκληρα, μερικά μάλιστα άθιχτα, ενώ υπήρχε και κεραμική με γραπτή και εγχάρακτη διακόσμηση. Πρόκειται κυρίως για σαλτσιέρες, ασκούς, φιαλίδια με δακτυλιόσχημες βάσεις, πρόχους, αλλά και βαθιές φιάλες, πίθους και τηγάνια (εικ. 6). Ιδιαίτερα αξιόλογος ήταν ένας ασκός-θήλαστρο για το τάισμα βρέφους.
Το τεράστιο αυτό σύνολο ολόκληρων αγγείων της ΠΕ ΙΙ περιόδου, που βρέθηκε στο φρέαρ, είναι μοναδικό για τη Μεσσηνία.
Υπολογίζεται ότι μετά τη συντήρηση της συλλεγείσας από το φρέαρ κεραμικής, θα προκύψουν τουλάχιστον 200 ολόκληρα, ή σχεδόν ολόκληρα, πήλινα αγγεία. Παρόμοιος αριθμός ολόκληρων αγγείων αυτής της περιόδου βρέθηκε στην Πελοπόννησο μόνο ανάμεσα στο δημοσιευμένο υλικό από τον ΠΕ ΙΙ οικισμό της Λέρνας ΙΙΙ στην Αργολίδα.
Το εργαστήριο επεξεργασίας χαλκού και οψιδιανού καθώς και το φρέαρ καταχώθηκαν το 2008 σε βάθος 1 μ. από τη σημερινή επιφάνεια της διαδρομής 16 του γηπέδου γκολφ.
Νοτιότερα, αποκαλύφθηκε ένα πυκνά οικοδομημένο τμήμα του πρωτοελλαδικού οικισμού, που καταλαμβάνει 14 ανασκαφικά τετράγωνα 5×5 μ. (εικ. 7).
Στις δύο πλευρές ενός αρχαίου δρόμου, που είχε κατεύθυνση από δυτικά-βορειοδυτικά προς ανατολικά-νοτιοανατολικά, αναπτύσσεται μια σειρά ορθογώνιων κατοικιών με αυλές. Οι τοίχοι αυτών των οικιών είχαν γερά θεμέλια κατασκευασμένα από αργούς λίθους, το ύψος των οποίων έφθανε το 1 μ., ενώ η ανωδομή τους ήταν από πλίθρες.
Ένας άλλος δρόμος, με κατεύθυνση προς τα βορειοανατολικά θα πρέπει να διασταυρωνόταν με τον πρώτο. Το σημείο της διασταύρωσης των δύο δρόμων δεν έχει έλθει στο φως, δεδομένου ότι τα ασφυκτικά περιορισμένα χρονικά περιθώρια που είχαν τεθεί από πλευράς των ιδιοκτητών για την περαίωση της ανασκαφής δεν επέτρεψαν την επέκταση της αρχαιολογικής έρευνας.
Κατά την ανασκαφή αυτού του τμήματος του οικισμού, διαπιστώθηκαν τρεις με τέσσερις διαδοχικές φάσεις οικοδόμησης και κατοίκησης, γεγονός μοναδικό για τη Μεσσηνία, όπου σε καμία άλλη θέση δεν έχει αποκαλυφθεί μέχρι τώρα μια τόσο βαθιά και πλούσια σε κεραμική και άλλα ευρήματα στρωματογραφία της Πρωτοελλαδικής ΙΙ περιόδου.
Οι δεκάδες σπασμένων πήλινων αγγείων, κυρίως πρόχων μετρίου μεγέθους, που βρέθηκαν σε έναν από τους χώρους των κατοικιών φανερώνουν ότι επρόκειτο για αποθήκη ή κατάστημα ενός εμπόρου ή αγγειοπλάστη.
Η πρωτοελλαδική οικοδόμηση στη θέση αυτή επεκτείνεται με βεβαιότητα προς τα δυτικά σε μη ανεσκαμμένη περιοχή, όπου σε μερικά σημεία είναι ήδη ορατοί μερικοί λίθοι, που ανήκουν στη συνέχεια των αποκαλυφθέντων τοίχων. Είναι επίσης σαφές ότι οι τοίχοι συνεχίζονται προς τα νότια και ανατολικά και αν μας είχε δοθεί η δυνατότητα επέκτασης της ανασκαφής θα είχαμε αποκομίσει σημαντικότατες πληροφορίες σχετικά με το ολοκληρωμένο οικοδομικό σχέδιο αυτού του τμήματος του προϊστορικού οικισμού.
Η ανασκαφή στα 14 ανασκαφικά τετράγωνα διήρκεσε, με μακροχρόνιες διακοπές εξαιτίας άλλων απαιτήσεων της εταιρείας ΤΕΜΕΣ, από 15.10.2007 έως 07.05.2010.
Με απόφαση του ΥΠΠΟΤ, το 2011, αποφασίστηκε η κατάχωση και αυτού του τμήματος του ΠΕ ΙΙ οικισμού.
Ο δρόμος που προαναφέρθηκε επεκτείνεται προφανώς ανατολικά έως τη νοτιοανατολική γωνία της περιφραγμένης έκτασης της Π.Ο.Τ.Α, όπου εντοπίστηκαν τουλάχιστον δύο κτίρια της ΠΕ ΙΙ εποχής (εικ. 2). Σε ένα χώρο αυτών των κτιρίων, ο οποίος ερευνήθηκε ανασκαφικά, βρέθηκαν συγκεντρωμένα πολλά, πεσμένα, μεγάλα πιθάρια (εικ. 8), αλλά και μερικά μικρά αγγεία, μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι ένα μεγάλο τμήμα από τηγανόσχημο αγγείο του Mainland Type! Προφανώς ο χώρος αυτός ήταν αποθήκη, ίσως για ελαιόλαδο ή κρασί. Τα δύο κτίρια, τα οποία δεν έχουν ερευνηθεί ανασκαφικά, προφανώς συνεχίζονται ανατολικά στο διπλανό κτήμα.
Σε μια έρευνα, που πραγματοποιήθηκε το 2011, διαπιστώθηκε το εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο ότι μερικοί πίθοι αυτού του χώρου της ΠΕ ΙΙ περιόδου περιείχαν μεγάλες ποσότητες απανθρακωμένων κουκουτσιών σταφυλιών (εικ. 9)!
Είναι προφανές ότι πρόκειται για τον αποθηκευτικό χώρο τροφίμων και αγροτικών προϊόντων μιας από τις κατοικίες, που ανήκουν στον εξαιρετικά εκτεταμένο οικισμό της ΠΕ ΙΙ περιόδου, ο οποίος καταλαμβάνει μεγάλο μέρος των εγκαταστάσεων του γηπέδου γκολφ του ξενοδοχειακού συγκροτήματος της Costa Navarino.
Στο νοτιότερο ορατό άκρο του πρωτοελλαδικού οικισμού παρατηρήθηκαν λείψανα τοίχων (πιθανότατα κτιρίου), που σχηματίζουν γωνία ή καμπύλη, ενώ κατά καιρούς έχουν συλλεγεί από αυτό το σημείο λεπίδες οψιδιανού και πρωτοελλαδικά όστρακα (εικ. 2).
Το δυτικότερο σημείο με ευρήματα της ΠΕ ΙΙ περιόδου εντοπίστηκε μετά από αφαίρεση ελαιόδεντρου, όπου η περιορισμένης έκτασης έρευνα φανέρωσε, αμέσως κάτω από τη σύγχρονη επιφάνεια, το τμήμα ενός ρηχού στρώματος ή λάκκου της ΠΕ ΙΙ εποχής.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εύρεση ενός τεράστιου λάκκου της ΠΕ ΙΙ εποχής, που εντοπίστηκε στην ίδια περιοχή (εικ. 2), πλησίον ενός αναλημματικού τοίχου (ανατολικά του green της διαδρομής γκολφ 15). Ο λάκκος (εικ. 10), σχήματος ωοειδούς, με διαστάσεις 10×15 μ. και βάθος έως 1,2 μ. περιείχε πακτωμένες μέχρι επάνω χιλιάδες μικρές πέτρες, με δεκάδες χιλιάδες θραύσματα πήλινων αγγείων όλων των ειδών, μεταξύ άλλων και μερικών ολόκληρων, με εργαλεία από οψιδιανό, κομμάτια από κάρβουνο, πολλά οστά ζώων, και πάνω από εκατό κέρατα βοοειδών (ταύρων;). Τα κέρατα βοοειδών, τα οποία βρέθηκαν σχεδόν αποκλειστικά μόνο σε αυτόν το λάκκο, και το γεγονός ότι μερικά αγγεία είχαν εξαρχής διάτρητη βάση και μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί για σπονδές, μας οδηγούν στη σκέψη ότι ο λάκκος ήταν συνδεδεμένος με τελετές, λατρείες ή εορτές των ανθρώπων του οικισμού.
Η ύπαρξη πληθώρας οικιστικών καταλοίπων της ΠΕ ΙΙ περιόδου στην ευρύτερη περιοχή του γηπέδου γκολφ είχε ως συνέπεια την αλλαγή των αρχικών σχεδιασμών για την ανέγερση διαφόρων ογκωδών κτιριακών συγκροτημάτων, ενώ κάποιες διαδρομές χρειάστηκε να μετατοπιστούν.
Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος των προϊστορικών εγκαταστάσεων βρίσκεται δίπλα ή κάτω από την επιφάνεια των διαδρομών του γηπέδου γκολφ. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την περιοχή της διαδρομής 16, όπου διαπιστώνεται ότι η κατοίκηση της 3ης χιλιετίας π.Χ. άρχιζε ήδη σε μια μεταβατική περίοδο από την ΠΕ Ι προς την ΠΕ ΙΙ εποχή, στον λεγόμενο ορίζοντα Ταλιότι, δηλαδή γύρω στα 2900/2800 π.Χ.
Αυτό μαρτυρούν τα ευρήματα ενός λάκκου στο ανατολικό τμήμα του οικισμού, ο οποίος περιείχε μεταξύ άλλων αρκετά ολόκληρα αγγεία της ΠΕ ΙΙ, καθώς και άφθονη πρώιμη κεραμική, η οποία πρέπει να αποδοθεί στην αναφερόμενη μεταβατική περίοδο από την ΠΕ Ι προς την ΠΕ ΙΙ ή ακόμη και στην ΠΕ Ι.
Το γεγονός αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, δεδομένου ότι δεν έχει έως σήμερα εντοπιστεί σε καμία θέση της Μεσσηνίας κεραμική της ΠΕ Ι ή της μεταβατικής ΠΕ Ι-ΙΙ περιόδου!
Στη διαδρομή 16 του γηπέδου γκολφ εξερευνήθηκε ένας μυκηναϊκός θολωτός τάφος, που αποκαλύφθηκε περίπου 15 μ. ανατολικά του τρίτου σημείου εκκίνησης της διαδρομής 16 (εικ. 11).
Πρόκειται για έναν πολύ πρώιμο θολωτό τάφο, με πολύ βραχύ στόμιο-διάδρομο και σφραγισμένη με αργούς λίθους είσοδο. Η χρήση του πρέπει να είχε αρχίσει –σύμφωνα με τα ευρήματα– στην ΥΕ Ι περίοδο, δηλαδή γύρω στα 1600/1550 π.Χ. (εικ. 12).
Το τοίχωμα του κυκλικού νεκρικού θαλάμου σώζεται ακόμα σε ύψος περίπου 1,20 μ., ενώ τα ανώτερα τμήματα της θόλου του τάφου είχαν καταρρεύσει και οι λίθοι της βρέθηκαν πεσμένοι στο εσωτερικό του. Αμέσως κάτω από το στρώμα με τους πεσμένους λίθους της θόλου, βρέθηκε το δάπεδο, πάνω στο οποίο είχαν εναποτεθεί τουλάχιστον έξι νεκροί.
Δυστυχώς και αυτός ο θολωτός τάφος ήταν συλημένος από την αρχαιότητα.
Η τάφρος, την οποία είχαν ανοίξει οι αρχαιοκάπηλοι, βρέθηκε στη δυτική πλευρά του τάφου.
Παρά τη σύλησή του ο τάφος απέδωσε μερικά πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα, ανάμεσα στα οποία ως πολυτιμότερα κτερίσματα μπορούν να θεωρηθούν μια σφαιρική χάλκινη πυξίδα με πώμα και μια χάλκινη τριχολαβίδα. Κεραμική βρέθηκε ελάχιστη και το πιο σημαντικό εύρημα αυτού του είδους είναι ένα κύπελλο Βαφειού.
Πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει και το σκελετικό υλικό, που βρέθηκε μέσα στον τάφο (εικ. 13). Ήδη κατά τη διάρκεια των ανασκαφών είχαμε διαπιστώσει την ύπαρξη δύο κρανίων αλόγου ανάμεσα στα οστά ζώων. Το ένα κρανίο μάλιστα βρέθηκε τοποθετημένο πάνω στην κοιλιακή χώρα του ενός των νεκρών. Οι καθηγήτριες ανθρωπολογίας Lynne Schepartz του Πανεπιστημίου της Φλόριντα και Sari Miller-Antonio του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, οι οποίες μελετούν ήδη το ανθρωπολογικό υλικό, αναγνώρισαν ανάμεσα στα οστά ζώων και τμήματα οστών από πρόβατο, κατσίκι και ίσως και ελάφι. Φαίνεται πως υπήρξαν προσφορές προς τιμήν των νεκρών ή τοποθετήθηκαν κτερίσματα σε μορφή τροφής.
Η ανασκαφή του θολωτού τάφου ολοκληρώθηκε στις 12.05.2009. Για τον θολωτό τάφο προβλεπόταν η κατασκευή ενός μόνιμου στεγάστρου, το οποίο θα επέτρεπε στο μέλλον την πρόσβαση και την επίσκεψη του μνημείου. Με απόφαση του ΥΠΠΟΤ του 2011 και αυτό το μνημείο θα διατηρηθεί σε κατάχωση και δεν θα είναι πλέον ορατό.
Δρ Jörg Rambach
Αρχαιολόγος