Πόσοι γνωρίζουν ότι πίσω από την ιστορία της Έλεν Κέλερ, της τυφλοκωφής Αμερικανίδας συγγραφέως και ακτιβίστριας η οποία αποτέλεσε ένα από τα λαμπρότερα παραδείγματα θάρρους και θέλησης του 20ού αιώνα, βρίσκεται ένας Έλληνας; Ο λόγος για τον Ηπειρώτη Μιχαήλ Αναγνωστόπουλο (Ανάγνο), μετανάστη στις ΗΠΑ, ο οποίος, ως διευθυντής του Σχολείου Τυφλοκωφών Perkins της Βοστώνης, ήταν αυτός που έστειλε το 1887 την απόφοιτο Ανν Σάλιβαν να διδάξει τη μικρή τότε Κέλερ αλλάζοντας τη ζωή της για πάντα.
Η περίπτωση του Μιχαήλ Ανάγνου (1837-1906) είναι μία μόνο από τις ιστορίες που «φωτίζει» η έκθεση «American Moments: The Legacy of Greek Immigration to the US» («Αμερικανικές στιγμές: Η κληρονομιά της ελληνικής μετανάστευσης στις ΗΠΑ»), η οποία θα φιλοξενείται από τον προσεχή Νοέμβριο στο Εθνικό Ελληνικό Μουσείο του Σικάγου, με σκοπό να αποτελέσει την πρώτη ευρεία και τεκμηριωμένη παρουσίαση της ιστορίας της ελληνικής μετανάστευσης στις ΗΠΑ, με αφετηρία τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο.
Η προβολή της ιστορίας και της κληρονομιάς της ελληνικής μετανάστευσης στις ΗΠΑ αλλά και η συμβολή των Ελληνοαμερικανών στην αμερικανική κοινωνία αποτελεί, άλλωστε, πάγιο σκοπό του Μουσείου: «Ας μην ξεχνούμε ότι η ΗΠΑ είναι μια χώρα όπου οι μετανάστες αποτελούν την ίδια τη βάση της» λέει η διευθύντρια του Μουσείου, κυρία Κόνι Μουρτουπάλα. «Είναι φτιαγμένη από διάφορες ομάδες και το ωραίο είναι πως κανείς δεν αμφισβητεί το ότι είσαι Αμερικανός επειδή έχεις ελληνική καταγωγή. Αντιθέτως, κάτι που προωθείται και θεωρείται δεδομένο είναι ότι κάθε Αμερικανός έχει δικαίωμα στην ιδιαίτερη πολιτιστική κληρονομιά του. Γι’ αυτό και το Μουσείο δεν απευθύνεται μόνο στους Ελληνοαμερικανούς, είναι κομμάτι της ίδιας της αμερικανικής ιστορίας».
Η κυρία Μουρτουπάλα διευθύνει το Εθνικό Ελληνικό Μουσείο του Σικάγου —το μεγαλύτερο ελληνικό μουσείο στις ΗΠΑ— εδώ και λίγους μήνες, έχοντας εργαστεί προηγουμένως για χρόνια στην Ελληνική Πρεσβεία της Ουάσιγκτον. Μετανάστρια πρώτης γενιάς η ίδια, πήγε στις ΗΠΑ με τους γονείς της σε ηλικία 14 ετών, σπούδασε εκεί, κάποια στιγμή επέστρεψε στην Ελλάδα και εργάστηκε για αρκετά χρόνια εδώ, ώσπου τελικά επέστρεψε στις ΗΠΑ.
Για ποιον λόγο αποφάσισε να μετακινηθεί από την Ουάσιγκτον στο Σικάγο και να αναλάβει τη διεύθυνση του Μουσείου; «Η αλήθεια είναι ότι, όταν μου προτάθηκε η θέση αυτή, σκέφτηκα πως ήταν μάλλον δύσκολο να την αποδεχθώ» λέει. «Ωστόσο, όταν είδα το Μουσείο, εντυπωσιάστηκα και συγκινήθηκα. Είναι ένα έργο αγάπης για την Ελλάδα και μόνο αν το δει κανείς καταλαβαίνει πόσο μεγάλη αφοσίωση απαιτείται για να φτιαχθεί κάτι τέτοιο. Χτίστηκε από τους Έλληνες του Σικάγου και κυρίως όχι πρώτης γενιάς αλλά τρίτης και τέταρτης».
Το Εθνικό Ελληνικό Μουσείο του Σικάγου ιδρύθηκε το 1983 και για αρκετά χρόνια ενοικίαζε χώρους στην πόλη. Τον Δεκέμβριο του 2011 εγκαινιάστηκε το ιδιόκτητο, έκτασης 3.700 τ.μ., κτίριό του στην «καρδιά» της Greektown, στη συμβολή των οδών Halsted και Van Buren. Το οικόπεδο αγοράστηκε από την πόλη του Σικάγου, ενώ το κτίριο στοίχισε περί τα 14 εκατ. δολάρια, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων συγκεντρώθηκε από ομογενείς του Ιλινόι. Πρόκειται για ένα τετραώροφο «σύγχρονο και ταυτόχρονα διαχρονικό αλλά και φιλικό προς το περιβάλλον κτίριο», όπως σημειώνει η κυρία Μουρτουπάλα, το οποίο σχεδίασε ο ελληνικής καταγωγής αρχιτέκτονας Δημήτριος Σταυριανός.
Εκτός από την προβολή της ιστορίας της μετανάστευσης, στους σκοπούς του Μουσείου συγκαταλέγονται η παρουσίαση διεθνούς επιπέδου εκθέσεων τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από την Ελλάδα, η συγκέντρωση και η διαφύλαξη ατομικών ιστοριών μεταναστών έτσι ώστε να είναι προσβάσιμες στις μελλοντικές γενιές μέσω του πρότζεκτ Προφορικής Ιστορίας, αλλά και η προώθηση της ελληνικής γλώσσας και κουλτούρας μέσα από τη διοργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων και διαλέξεων.
Η συλλογή του Μουσείου περιλαμβάνει περισσότερα από 12.000 αντικείμενα τα οποία χρονολογούνται από το 1.200 π.Χ. ως σήμερα, αρχαία κυπριακά κεραμικά, φωτογραφίες, χειροποίητα υφάσματα, παραδοσιακά κοστούμια, μουσικά όργανα, είδη λαϊκής αλλά και σύγχρονης τέχνης.
«Από τη στιγμή που η προβολή της ελληνικής κουλτούρας είναι ένας από τους βασικούς σκοπούς του μουσείου, οφείλουμε να απευθυνθούμε στην πηγή», λέει η διευθύντρια του μουσείου κυρία Κόνι Μουρτουπάλα. Στο πλαίσιο αυτό γίνονται ήδη συζητήσεις με μουσεία στην Ελλάδα προκειμένου να αναζητηθούν δυνατότητες συνεργασιών και ανταλλαγών εκθέσεων.
«Το Μουσείο του Σικάγου βοηθά την Ελλάδα με την ύπαρξή του και μόνο, προβάλλοντας την εικόνα ενός λαού που είναι δραστήριος, ικανός και έχει δημιουργήσει εκπληκτικά πράγματα. Αυτό συμβάλλει ουσιαστικά στη θετική εικόνα της χώρας και σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί να παίξει ακόμη ουσιαστικότερο ρόλο. Ελπίζουμε οι φορείς στη χώρα, τα μουσεία, η κυβέρνηση, να το αισθανθούν αυτό και να συστρατευθούν όλοι» προσθέτει, ενώ αναφέρεται σε ακόμη έναν τρόπο θετικής συμβολής: «Ξέρω ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν μουσεία που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα με τη μείωση της κρατικής επιχορήγησης και τη δυσκολία εξεύρεσης χορηγών. Θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε έτσι ώστε να αρχίσουν να στέλνουν εκθέσεις έξω τραβώντας με τον τρόπο αυτόν και την προσοχή χορηγών από το εξωτερικό. Αν, για παράδειγμα, έρθει στο μουσείο μας μια έκθεση κυκλαδικής τέχνης, για την οποία είμαι σίγουρη ότι θα ταξίδευαν άνθρωποι από ολόκληρη την Αμερική, τότε αυτομάτως το Κυκλαδικό Μουσείο μπαίνει στο ραντάρ χορηγών».