Οι ταφικές παραδόσεις αποτελούσαν πρόσφορο χώρο μελέτης από τη γένεση της αρχαιολογίας ως επιστήμης. Οι ταφές προσφέρουν πολυσήμαντες πληροφορίες τόσο για την εποχή τους όσο και διαχρονικά, ενώ χρήζουν ενδελεχούς ανάλυσης και μελέτης. Ειδικά στην προϊστορία του Αιγαίου αποτελούν βασικό στοιχείο πληροφοριών για όλες τις φάσεις της Χαλκοκρατίας. Σε κάποιες περιοχές ή περιόδους είναι οι πιο έγκυρες πηγές για την εξαγωγή συμπερασμάτων για την κοινωνία, το χαρακτήρα της οικονομίας, την πολιτική δομή, τα τοπικά ήθη και έθιμα, καθώς και κάποιες θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ενδεικτικά αναφέρεται η σημασία των ταφικών παραδόσεων για την κατανόηση των Κυκλάδων κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο και της ηπειρωτικής νότιας Ελλάδας κατά τη Μεσοελλαδική και ολόκληρη τη Μυκηναϊκή περίοδο. Οι Cavanagh και Mee το 1998 συγκέντρωσαν σε ένα μνημειώδες έργο τις ως τότε γνωστές ταφές από όλες τις περιόδους της προϊστορίας στη νότια Ελλάδα, πλην Κρήτης. Στο βιβλίο αυτό δεν περιορίστηκαν μόνο στην περιγραφή, αλλά προχώρησαν στην παρουσίαση τόσο των διαφορετικών προσεγγίσεων πάνω στα ταφικά έθιμα, όσο και των γενικών συμπερασμάτων που μπορούσαν να εξαχθούν από αυτά. Δυστυχώς, η μεσολιθική και νεολιθική ταφική παράδοση αποτελεί ένα μικρό τμήμα αυτής της μελέτης, και όχι άδικα. Αν και οι δύο αυτές περίοδοι διαρκούν συνολικά περίπου έξι χιλιετίες και η Χαλκοκρατία μόλις δύο, εντούτοις ο αριθμός των ταφών είναι εξαιρετικά δυσανάλογος. Μολαταύτα, τα τελευταία χρόνια περισσότερες ανασκαφές και δημοσιεύσεις έχουν αυξήσει τις γνώσεις μας για τις μεσολιθικές και νεολιθικές ταφικές πρακτικές. Με αυτό το πρόσθετο εφόδιο θα επιχειρηθεί μια παρουσίαση των στοιχείων που διαθέτουμε, ακολουθώντας χρονολογική σειρά, καθώς και μία πρώτη προσέγγιση της σημασίας τους.
Η Μεσολιθική περίοδος στην Ελλάδα διαρκεί περίπου από το 9000 έως το 6500 π.Χ. Είναι μία περίοδος κατά την οποία συντελούνται σημαντικές αλλαγές στις τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες. Η μελέτη αυτής της εποχής στον ελλαδικό χώρο είναι αρκετά περιορισμένη, με λίγες θέσεις να είναι γνωστές και ακόμα λιγότερες να έχουν μελετηθεί. Μόνο πρόσφατα έχουν αρχίσει να εμφανίζονται περισσότερα δεδομένα με αποτέλεσμα να υπάρχουν κάποια στοιχεία για τις ταφικές πρακτικές των ανθρώπων της εποχής αυτής. Το σπήλαιο Φράγχθι στην Αργολίδα αποτελεί τον πιο καλά ανεσκαμμένο και δημοσιευμένο χώρο αυτής της περιόδου, που διαθέτει και ταφικά ευρήματα. Η χρήση σπηλαίων ως χώρων ενταφιασμού ακολουθεί μια μακρά παράδοση με αφετηρία την Παλαιολιθική περίοδο τόσο στον ελλαδικό χώρο, όσο και πέρα από αυτόν (σημ. 1). Επομένως, υπάρχει συνέχεια σε αυτή την πρακτική, παρ’ όλο που δεν παρατηρείται στα πρωιμότερα στρώματα του σπηλαίου Φράγχθι. Οι ταφές της Μεσολιθικής περιόδου βρέθηκαν συγκεντρωμένες κοντά στην είσοδο του σπηλαίου και ανήκαν σε επτά ενήλικες και δύο βρέφη (σημ. 2). Τα οστά τους βρέθηκαν διασκορπισμένα, είτε γιατί ακολουθήθηκε το έθιμο της δευτερογενούς ταφής, είτε για πρακτικούς λόγους, όπως ο καθαρισμός του σπηλαίου, είτε λόγω φυσικών αιτιών. Το ίδιο φαινόμενο απαντά σε σύγχρονη ταφή που βρέθηκε στο σπήλαιο του Κύκλωπα στην Κυρά Παναγιά των βορείων Σποράδων, καθώς και σε μεταγενέστερες περιπτώσεις (σημ. 3). Ανάμεσα σε αυτές τις ταφές βρέθηκε ένας ενταφιασμός σε λακκοειδή τάφο, που ανήκε σε άνδρα 25-29 ετών και καλυπτόταν από πέτρες. Παρόμοια ταφή της ίδιας περιόδου αποκαλύφθηκε στο σπήλαιο Θεόπετρα της Θεσσαλίας (σημ. 4). Οι πιο σημαντικές ίσως ταφές από το Φράγχθι είναι οι καύσεις ενός άνδρα και μίας γυναίκας, οι οποίες είναι οι πρωιμότερες που απαντούν στο Αιγαίο (σημ. 5). Το νέο αυτό ταφικό έθιμο σίγουρα απαιτούσε αρκετή προετοιμασία με την περισυλλογή πάνω από 150 κιλών ξύλου, την πολύωρη διαδικασία καύσης και την περισυλλογή των αποτεφρωμένων οστών. Φαίνεται πως σε κάποιες περιπτώσεις επιλεγόταν μία πιο δαπανηρή πρακτική τόσο σε υλικά όσο και σε χρόνο, ήδη από τη Μεσολιθική περίοδο.
Εξίσου σημαντική είναι η μεσολιθική ανασκαφή στον Μαρουλά της Κύθνου. Στην ανοικτή αυτή θέση βρέθηκαν πάνω από 16 τάφοι, με ενταφιασμούς που ανήκουν σε ενήλικες, παιδιά και βρέφη (σημ. 6). Στον τάφο 6, μία πέτρα κάλυπτε το στήθος του νεκρού, ένα έθιμο που απαντά σε κάποιες σύγχρονες θέσεις στην Παλαιστίνη, ίσως εκφράζοντας κάποιο φόβο προς το νεκρό ή κάποιο είδος προσφοράς (σημ. 7). Κάποια από τα οστά των νεκρών έφεραν ίχνη ώχρας. Μερικοί από τους τάφους ήταν λαξευμένοι στον φυσικό βράχο, άλλοι κιβωτιόσχημοι, και ορισμένοι βρίσκονταν κάτω από το δάπεδο των οικιών (σημ. 8). Ειδικά οι τελευταίοι βρίσκουν παράλληλα κάτω από οικίες της ίδιας περιόδου στο el Amar και el Wad της Παλαιστίνης (σημ. 9).
Η Πρώιμη Νεολιθική περίοδος σηματοδοτεί την εισαγωγή της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, καθώς και την ίδρυση μόνιμων οικισμών στον ελλαδικό χώρο (6500-5700 π.Χ.). Στο Φράγχθι οι ταφές συνέχισαν όπως στη Μεσολιθική περίοδο, με ενταφιασμούς ενηλίκων, παιδιών και βρεφών εντός του σπηλαίου. Οι ενταφιασμοί βρίσκονται μέσα σε λάκκους, ενώ πιθανόν υπάρχουν δευτερογενείς ταφές. Λίθινες πλάκες ή πέτρες καλύπτουν τις ταφές των βρεφών, ενώ ένα παιδί τοποθετήθηκε με το κεφάλι του να ακουμπάει σε ένα προσκέφαλο φτιαγμένο από πέτρες. Αντίθετα με την προηγούμενη περίοδο, καύσεις δεν βρέθηκαν στο Φράγχθι, παρ’ όλα αυτά το έθιμο αυτό φαίνεται να συνεχίζεται εντός λάκκων στο ΠΝ Σουφλί Μαγούλας στη Θεσσαλία (σημ. 10).
Κατά τη Μέση Νεολιθική περίοδο (5700-5200 π.Χ.), τάφοι από περισσότερες θέσεις είναι διαθέσιμοι για μελέτη. Κάποιες ταφές από το Φράγχθι μάλλον ανήκουν σε αυτή τη φάση και έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με την ΠΝ περίοδο. Το πιο σημαντικό νεκροταφείο αυτής της εποχής βρίσκεται στην Πρόσυμνα Αργολίδος, όπου ως τόπος ταφής χρησιμοποιήθηκε ένα μικρό φυσικό σπήλαιο, το οποίο βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τον σύγχρονό του οικισμό. Εντός του σπηλαίου βρέθηκε ο χώρος που πραγματοποιούνταν οι πυρές, καθώς και λάκκοι όπου τοποθετούνταν οι καύσεις. Παρόμοιες καύσεις σε λάκκους απαντούν στο ΠΝ Σουφλί Μαγούλας και στη ΝΝ Μαγούλα Ζάρκου (σημ. 11). Μαζί με τα καμένα οστά, βρέθηκαν όστρακα και σε μεμονωμένες περιπτώσεις ένα εργαλείο οψιδιανού και μία λίθινη χάνδρα. Στην Τσούγκιζα Νεμέας ανασκάφηκε μικρό σπήλαιο που είχε καταρρεύσει στα όρια του ΜΝ οικισμού (σημ. 12). Τουλάχιστον δύο ταφές αναγνωρίσθηκαν μαζί με οστά ζώων, αλλά οι συνθήκες εύρεσης δεν επιτρέπουν να χαρακτηρίσουμε τις ταφές ως ενταφιασμούς ή ως δευτερογενείς ταφές. Οι ΜΝ ταφές στη Λέρνα Αργολίδος είναι συνολικά εννέα, με τις περισσότερες να ανήκουν σε βρέφη και παιδιά και μόλις δύο σε ενήλικες (σημ. 13). Οι τάφοι ήταν απλοί λάκκοι ή ενταφιασμοί που απλά επικαλύφθηκαν με χώματα. Οι ταφές των ενηλίκων αποτελούνται από λίγα μόνο οστά που σχετίζονται με παιδικές ταφές. Στη ΜΝ ανήκει ακόμα ένας ενταφιασμός κάτω από οικία που ανασκάφηκε στη Χαιρώνεια Βοιωτίας (σημ. 14). Στο λάκκο είχαν ενταφιασθεί δύο ενήλικες άνδρες, ο ένας μεγαλύτερης και ο άλλος νεαρότερης ηλικίας.
Στη Νεότερη Νεολιθική περίοδο (5200-4500 π.Χ.) αποκαλύφθηκαν ταφές σε διάφορες θέσεις. Στο σπήλαιο των Λιμνών Αχαΐας βρέθηκε ένας ενταφιασμός άνδρα σε λακκοειδή ταφή που ορίζεται από πέτρες και αρκετά διάσπαρτα τμήματα κρανίων σε ΝΝ ΙΙ στρώματα (σημ. 15). Στο σπήλαιο Θαρρουνιών στην Εύβοια αναγνωρίσθηκαν οκτώ ταφές ενηλίκων και παιδιών (σημ. 16). Τα οστά βρέθηκαν διασκορπισμένα και ανήκουν είτε σε ενταφιασμούς είτε σε δευτερογενείς ταφές εντός του σπηλαίου. Πιο ξεκάθαρη είναι η περίπτωση των ΝΝ ταφών στο σπήλαιο Καλυθιών της Ρόδου (σημ. 17). Τα οστά που ανακαλύφθηκαν είναι μόνο μικρά σε μέγεθος και ανήκουν τουλάχιστον σε 22 ενήλικες και παιδιά. Ο χαρακτήρας των οστών πιστοποιεί ότι μετά τον ενταφιασμό υπήρξε δευτερογενής ταφή, με άλλα λόγια έγινε περισυλλογή του κρανίου και των μεγάλων οστών, ώστε να επαναταφούν σε άλλη τοποθεσία. Στην ΝΝ Ελάτεια της Φθιώτιδας βρέθηκε ενταφιασμός παιδιού σε λάκκο κάτω από το δάπεδο οικίας, όμοιου τύπου με αυτό στη ΜΝ Χαιρώνεια (σημ. 18). Καύσεις συνεχίζουν να εμφανίζονται σε αυτή την περίοδο βορειότερα, στο Διμήνι Θεσσαλίας (σημ. 19).
Η Τελική Νεολιθική περίοδος (4500-3200 π.Χ.) σηματοδοτεί μια αύξηση οικισμών αλλά και νεκροταφείων στη νότια Ελλάδα. Στο σπήλαιο Αλεπότρυπας στη Λακωνία αποκαλύφθηκαν ταφές διαφορετικών τύπων. Βρέθηκε ενταφιασμός ενήλικης γυναίκας σε λάκκο και καύσεις παιδιών που τοποθετούνταν σε κόγχες του σπηλαίου μαζί με όστρακα αγγείων (σημ. 20). Η πιο ενδιαφέρουσα μορφή ήταν αυτή των δευτερογενών ταφών, όπου αναγνωρίστηκαν δύο οστεοφυλάκια που περιείχαν κρανία και μακρά οστά από 19 ενήλικα άτομα και των δύο φύλων. Η τοποθέτηση των κρανίων σε όρθια θέση χωρίς την κάτω γνάθο, που σε κάποιες περιπτώσεις είναι περιστοιχισμένα από μικρούς λίθους, μαρτυρεί ιδιαίτερη προσοχή και έμφαση (σημ. 21). Παρόμοιο εύρημα προέρχεται από λάκκο που εντοπίστηκε κάτω από οικία, με 11 κρανία στον ΠΝ Πρόδρομο Θεσσαλίας (σημ. 22). Διασκορπισμένα οστά μάλλον της ΤΝ φάσης έχουν βρεθεί αρκετά, όμως οι συνθήκες εύρεσης δεν επιτρέπουν το χαρακτηρισμό τους, όπως στα Αγιωργίτικα Αρκαδίας, και στα σπήλαια του Πανός και του Κίτσου στην Αττική (σημ. 23). Στο Φράγχθι ταφές που ανήκουν σε αυτή τη φάση αποκαλύφθηκαν στο σπήλαιο και στην παραλία. Οι επτά ταφές στην παραλία είναι όλες ενταφιασμοί ενηλίκων, κυρίως γυναικών και λίγων ανδρών. Οι γυναικείες ταφές είχαν προσφορές, ενώ βρέθηκε και μία διπλή που περιείχε μία γηραιά γυναίκα με έναν νεότερο άνδρα. Η ίδια περίπτωση παρατηρείται και στα Θαρρούνια, όπου ταφές βρέθηκαν μέσα στο σπήλαιο και σε ξεχωριστό νεκροταφείο 400 μ. μακριά από τον οικισμό (σημ. 24). Στο σπήλαιο αποκαλύφθηκαν διασκορπισμένα οστά που ανήκουν σε πέντε άτομα, ενώ στους δέκα τάφους του νεκροταφείου, 27 συνολικά αναγνωρίστηκαν. Οι τάφοι αυτοί περιείχαν πολλαπλές ταφές κυρίως ενηλίκων και δευτερευόντως παιδιών και βρεφών, με ελάχιστες μόνο προσφορές. Στους τάφους 1, 3, 4 και 6 τα κρανία τοποθετούνται το ένα δίπλα στο άλλο σε όρθια θέση, εμφανίζοντας μία ιδιαίτερη φροντίδα, παρόμοια με αυτή στην Αλεπότρυπα (σημ. 25). Όλοι οι τάφοι είναι κιβωτιόσχημοι και έχουν κυκλικό, ελλειψοειδές ή τετράπλευρο σχήμα, με διαφορετικό μέγεθος. Στα Θαρρούνια οι ενταφιασμοί γίνονταν εντός του σπηλαίου και μετά οι δευτερογενείς ταφές τοποθετούνταν στους τάφους του νεκροταφείου. Το νεκροταφείο στην Κεφάλα της Κέας δημιουργήθηκε λίγα μέτρα από τον σύγχρονό του οικισμό. Ανακαλύφθηκαν 40 τάφοι, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι κτιστοί, τετράπλευρου, ελλειψοειδούς ή στρογγυλού σχήματος, λίγοι κιβωτιόσχημοι και λίγοι εγχυτρισμοί (σημ. 26). Οι περισσότεροι νεκροί είναι ενήλικες, και των δύο φύλων, λίγα παιδιά και βρέφη. Όλοι είναι ενταφιασμοί, με τους νεκρούς να τοποθετούνται σε στρώμα από βότσαλα. Σε επτά περιπτώσεις πλατφόρμες κατασκευάστηκαν πάνω από τάφους που μάλλον συνδέονται με ταφικές δοξασίες. Σε κάποιους τάφους δεν βρέθηκαν οστά, σε αρκετούς μεμονωμένες ταφές και σε ορισμένους πολλαπλές. Οι προσφορές στους νεκρούς δεν είναι συχνές – πρόκειται κυρίως για κεραμικά αγγεία, λίγα μαρμάρινα και λίθινα εργαλεία. Στα Κουτσούρια Ναυπλίου μία φυσική κόγχη των βράχων χρησιμοποιήθηκε ως χώρος ενταφιασμού που μάλλον ανήκει σε αυτήν τη φάση (σημ. 27). Στην Αγορά της Αθήνας ανασκάφηκε μικρό τεχνητό σπήλαιο, το οποίο περιείχε έναν ενταφιασμό άνδρα της ΤΝ περιόδου με δύο αγγεία ως προσφορά (σημ. 28). Οι ΤΝ ταφές στη Λέρνα είναι δύο ενταφιασμοί νεαρών γυναικών, μία σε κιβωτιόσχημο και μία σε λακκοειδή τάφο. Και στις δύο περιπτώσεις αγγεία τοποθετήθηκαν δίπλα τους ως προσφορές. Στην ίδια περίοδο ανήκει το νεκροταφείο στο μικρό νησί Γυαλί της Δωδεκανήσου, που αποκαλύφθηκε σε λόφο μακριά από τον οικισμό (σημ. 29). Ανασκάφηκαν 74 λακκοειδείς τάφοι σε έξι σειρές με προσανατολισμό βορρά-νότου, χωρίς να περιέχουν οστά ή άλλα ευρήματα.
Τα σπήλαια ως χώροι ταφής ξεκινούν στον ελλαδικό χώρο από την Παλαιολιθική περίοδο και συνεχίζουν να έχουν την ίδια χρήση κατά τη διάρκεια της Μεσολιθικής και της Νεολιθικής περιόδου. Αντίθετα τα νεκροταφεία σε ανοικτές θέσεις εμφανίζονται από τη Μεσολιθική περίοδο και εφεξής. Η ύπαρξη ταφών σε ανοικτές θέσεις και σπήλαια, οι ταφές κάτω από οικίες, οι ενταφιασμοί και οι διαφορετικοί τρόποι απόθεσης των νεκρών, οι καύσεις, η σχεδόν απουσία ταφικών προσφορών και ενδεχομένως η πρακτική της δευτερογενούς ταφής αποτελούν στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ταφική παράδοση στο Μεσολιθικό Αιγαίο. Τα ίδια χαρακτηριστικά, με την εξαίρεση της καύσης, υπάρχουν και στον πολιτισμό των Νατουφίων, της ίδιας περιόδου, στη Συρία και στην Παλαιστίνη. Τα μεσολιθικά νεκροταφεία αποδεικνύουν ότι η συνύπαρξη των νεκρών και των ζωντανών στον ίδιο χώρο ήταν σημαντική, κάτι που ισχύει τόσο στις ανοικτές θέσεις όσο και στα σπήλαια.
Τα χαρακτηριστικά αυτά συνεχίζουν αμετάβλητα και στη Νεολιθική περίοδο με λίγες ακόμα προσθήκες. Σε αυτή την εποχή μπορούν να διακριθούν δύο βασικές τάσεις: η πρώτη είναι η συνέχεια συνύπαρξης νεκρών και ζωντανών στον ίδιο χώρο και η δεύτερη ο διαχωρισμός τους.
Η συνύπαρξη νεκρών και ζωντανών σε σπήλαια συνεχίζεται στο ΠΝ, ΜΝ και ΤΝ Φράγχθι, στις ΝΝ Καλυθιές, στο ΝΝ σπήλαιο των Λιμνών, στα ΝΝ και ΤΝ Θαρρούνια και στην ΤΝ Αλεπότρυπα. Η μεσολιθική παράδοση με τους τάφους κάτω από τα δάπεδα των οικιών παρατηρείται στη Στερεά Ελλάδα, στη ΜΝ Χαιρώνεια και στη ΝΝ Ελάτεια. Ταυτόχρονα, κάποια νεκροταφεία βρίσκονται πολύ κοντά ή εφάπτονται με τους ανοικτούς οικισμούς, όπως στη ΜΝ Τσούγκιζα, στη ΜΝ και ΤΝ Λέρνα και στην ΤΝ Αθήνα.
Στην ΠΝ περίοδο εμφανίζονται ήδη τα πρώτα οργανωμένα νεκροταφεία σε απόσταση από τον οικισμό, μέχρι στιγμής στη Θεσσαλία, και στη ΜΝ περίοδο στη νότια ηπειρωτική Ελλάδα. Οι νεκροί πια μπορούν να διαχωριστούν από τους ζωντανούς και βρίσκονται σε διακριτούς χώρους. Στη ΜΝ περίοδο γίνεται κατανοητό ότι η σημειολογική σημασία που προσδίδεται στα σπήλαια δεν συνδέεται αποκλειστικά με το ότι αποτελούν χώρο συμβίωσης με τους ζωντανούς. Τα μικρά φυσικά σπήλαια στην ΜΝ Πρόσυμνα και τη ΜΝ Τσούγκιζα αποτελούν για πρώτη φορά αποκλειστικά χώρους ταφής, κάτι που παρατηρείται και στην ΤΝ Ναυπλία. Υπάρχουν επίσης νεκροταφεία σε απόσταση από τους οικισμούς με πιο απλούς τάφους και όχι σπηλιές, στην ΤΝ Κεφάλα και στο ΤΝ Γυαλί.
Η συνέχεια τόσο της συνύπαρξης νεκρών και ζωντανών στον ίδιο χώρο, όσο και ο διαχωρισμός τους, για όλη τη Νεολιθική περίοδο, τουλάχιστον για τη νότια Ελλάδα, δεν επιβεβαιώνει την πεποίθηση ότι η δεύτερη ήταν η βασική επιλογή μετά την ΠΝ φάση στην Ελλάδα (σημ. 30).
Σημαντική επένδυση στην κατασκευή τάφων εμφανίζεται στη ΝΝ περίοδο στη νότια Ελλάδα. Ο πρώτος λακκοειδής τάφος που ορίζεται από πέτρες εμφανίζεται ήδη στο ΝΝ σπήλαιο των Λιμνών. Κατά την ΤΝ περίοδο, κτιστοί τάφοι εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Κεφάλα και στα Θαρρούνια, ενώ τον πρωιμότερο λαξευτό σπηλαιώδη τάφο τον βρίσκουμε στην Αγορά των Αθηνών.
Τα ταφικά έθιμα από τις νεολιθικές θέσεις κάθε άλλο παρά ομοιομορφία δοξασιών μας δείχνουν. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα κοινά στοιχεία και κάποιες πρακτικές που είναι ενδεικτικές για την κατανόηση των ταφικών εθίμων της εποχής.
Οι αρχαιολογικές συνθήκες στις περισσότερες μεσολιθικές και νεολιθικές θέσεις δεν επιτρέπουν ασφαλή συμπεράσματα αναφορικά με τις πρακτικές δευτερογενούς ταφής. Οι επιβεβαιωμένες περιπτώσεις εμφανίζονται στο ΝΝ σπήλαιο των Καλυθιών καθώς και στα σπήλαια της ΤΝ στα Θαρρούνια και στην Αλεπότρυπα. Στην ΤΝ φάση παρατηρείται, ακόμη, η συνύπαρξη δύο νεκροταφείων, το ένα σε σπήλαιο και το άλλο σε κοντινή απόσταση, όπως στο Φράγχθι και στα Θαρρούνια, ενώ πιθανολογείται βάσιμα στην περίπτωση των ΝΝ Καλυθιών. Η ύπαρξη δύο νεκροταφείων συνδέεται άμεσα με την πρακτική των δευτερογενών ταφών, συνήθως ο ενταφιασμός, δηλαδή η πρωτογενής ταφή, γίνεται εντός του σπηλαίου, και η ανακομιδή, δηλαδή η δευτερογενής ταφή, εκτός αυτού.
Στις δευτερογενείς ταφές παρατηρείται και άλλο ένα ξεχωριστό έθιμο, αυτό της έμφασης που δίνεται στα κρανία. Φαίνεται πως σε αυτά προσδίδεται μια ιδιαίτερη συμβολική σημασία, αφού συγκεντρώνονται ξεχωριστά και τοποθετούνται όρθια. Ενδεχομένως, είναι μια μορφή προγονολατρίας που απορρέει μέσα από τη διαδικασία της δευτερογενούς ταφής. Το άτομο που ενταφιάζεται χάνει την ταυτότητά του στη συλλογική συνείδηση όταν το κρανίο του τοποθετείται μαζί με άλλα από την ίδια ομάδα και μετατρέπεται από επώνυμο νεκρό σε ανώνυμο πρόγονο. Με αυτό τον τρόπο γίνεται κοινό κτήμα της ομάδας, μάλλον με αποτροπαϊκές δυνάμεις υπέρ όλων πια των απογόνων του. Αυτό το έθιμο παρατηρείται στην ΤΝ περίοδο στο νεκροταφείο εκτός του σπηλαίου των Θαρρουνιών καθώς και στο σπήλαιο της Αλεπότρυπας, ενώ απαντά στον ελλαδικό χώρο από την ΠΝ εποχή στη Θεσσαλία.
Οι πλατφόρμες που αποκαλύφθηκαν στην Κεφάλα δείχνουν πως κάποια μορφή προγονολατρίας πραγματοποιούνταν και σε αυτή τη θέση. Σίγουρα ήταν συνδεδεμένη με δοξασίες και τελετουργίες, πέρα από αυτές των απλών ταφών, αφού δεν απαντούν σε όλους τους, και κατ’ επέκταση δεν ήταν απαραίτητες στην ταφική τελετουργία. Πιθανόν να συνδέονται με πρακτικές που λάμβαναν χώρα μετά τους ενταφιασμούς και με την ανάμνηση ή επίκληση των νεκρών.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεσολιθικής και Νεολιθικής περιόδου στις περισσότερες θέσεις οι ενήλικες ταφές των δύο φύλων έχουν την ίδια μορφή σε κάθε νεκροταφείο. Τοποθετούνται σε όμοιο τύπο τάφου και δέχονται όμοια περιποίηση. Οι προσφορές που τους συνοδεύουν είναι συχνά ανύπαρκτες και όταν αυτές υπάρχουν είναι απλά, καθημερινά αντικείμενα, κυρίως μεμονωμένα αγγεία. Η διαστρωμάτωση της τοπικής κοινωνικής ομάδας δεν αντανακλάται στα ταφικά έθιμα (σημ. 31). Οριζόντιες διαφοροποιήσεις γίνονται αντιληπτές σε κάποιες θέσεις με βάση το φύλο, όπως στο ΤΝ Φράγχθι και στην TN Λέρνα, όπου μόνο οι γυναικείες ταφές έχουν προσφορές, την ηλικιακή ομάδα, όπως στην ΤΝ Αλεπότρυπα όπου καύσεις πραγματοποιούνται μόνο για τις παιδικές ταφές, ή την κοινωνική θέση (status) εντός της ομάδας, όπως ο ενταφιασμός γυναίκας στην ΤΝ Αλεπότρυπας. Ειδικά η συχνότητα και η φροντίδα για τις ταφές παιδιών και βρεφών είναι εμφανής καθ’ όλη τη διάρκεια της Νεολιθικής περιόδου στις περισσότερες θέσεις που έχουν έναν ικανό αριθμό σωζόμενων ταφών. Η περίπτωση της ΜΝ Λέρνας χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς, μιας και τα οστά των ενηλίκων συνοδεύουν αυτά των παιδικών ταφών. Πιο σπάνιοι είναι οι πολλαπλοί ενταφιασμοί όπως στη ΜΝ Χαιρώνεια, το ΤΝ Φράγχθι και την ΤΝ Κεφάλα.
Οι καύσεις εμφανίζονται στον ελλαδικό χώρο από τη Μεσολιθική περίοδο και συνεχίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της Νεολιθικής εποχής. Τις βρίσκουμε στη Θεσσαλία και στη νότια Ελλάδα εντός και εκτός σπηλαίων σε διάφορα νεκροταφεία, άλλοτε ως αποκλειστική ταφική πρακτική και άλλοτε σε συνδυασμό με ενταφιασμούς ή/και δευτερογενείς ταφές. Είναι μια παράδοση που προϋποθέτει επένδυση σε χρόνο και υλικά, περισσότερη από τον ενταφιασμό ακόμα κι αν συνδυαστεί με τη δευτερογενή ταφή.
Είναι κοινός τόπος, που επιβεβαιώνεται συνεχώς, πως η ταφική παράδοση στη Μεσολιθική και τη Νεολιθική περίοδο στην Ελλάδα είναι πολυποίκιλη και ανομοιόμορφη, ως προς τα έθιμα και τις πρακτικές της. Αν και ο Fowler υποστηρίζει ότι περίπλοκα τελετουργικά δεν υπάρχουν όπως και οι επενδύσεις στις ταφές (σημ. 32), οι κτιστοί τάφοι, οι δευτερογενείς ταφές, η προγονολατρία μέσα από τις οστεοθήκες των κρανίων και τις πλατφόρμες πάνω από τους τάφους, οι σκαμμένοι σπηλαιώδεις τάφοι και οι καύσεις, μας προσφέρουν μια πολύμορφη εικόνα για τις πρακτικές της εποχής. Τα περισσότερα από αυτά τα στοιχεία εμφανίζονται από τη ΝΝ και κυρίως κατά την ΤΝ περίοδο στον ελλαδικό χώρο, αποκαλύπτοντας μία αυξανόμενη κοινωνικο-οικονομική πολυπλοκότητα. Εντούτοις, αποτελούν εξέλιξη πρωιμότερων παραδόσεων που έχουν διαμορφωθεί ήδη από τη Μεσολιθική εποχή. Η συνύπαρξη νεκρών και ζωντανών στον ίδιο χώρο είναι κοινή στην Ελλάδα, στην Εγγύς Ανατολή, στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη (σημ. 33), όμως την ίδια στιγμή η διαφοροποίηση νεκρών και ζωντανών είναι μία πρακτική που απαντά σε κάποιες θέσεις στην Ελλάδα. Ενδεχομένως, απεικονίζουν μια μεγάλη, οργανωμένη κοινωνική ομάδα με καθορισμένους κοινωνικούς ρόλους, όπου οι νεκροί έχουν τον δικό τους αυτόνομο χώρο, διαχωρισμένο από αυτό των ζωντανών. Οι νεκροί σε αυτά τα νεκροταφεία δεν έχουν πια υποχρεωτικά αποτροπαϊκές δυνάμεις προστασίας για την οικογένεια ή τον οικισμό συνολικά. Η συνύπαρξη διαφορετικών δοξασιών και εθίμων καταδεικνύει μία ποικιλία πεποιθήσεων με έντονο τοπικό χαρακτήρα. Αυτό αντανακλά μια κατακερματισμένη κοινωνική οργάνωση σε όλο τον ελλαδικό χώρο καθ’ όλη τη Μεσολιθική και Νεολιθική εποχή.
Δρ Μερκούριος Γεωργιάδης
Προϊστορικός Αρχαιολόγος
Μεταδιδακτορικός Ερευνητής
Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ