Στα τέλη του Φεβρουαρίου επτά νέες αίθουσες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου ανοίγουν για να παρουσιάσουν για πρώτη φορά περί τα 2.500 αρχαία αντικείμενα, που για πολλά χρόνια περίμεναν αυτή την ημέρα φυλαγμένα προσεκτικά -αλλά πάντα στο σκοτάδι- στην τεράστια, πολύτιμη κιβωτό του. Η αποχώρηση του Νομισματικού Μουσείου από το κτίριο του Εθνικού προσέφερε αυτή τη δυνατότητα και το αποτέλεσμα είναι η άνθηση των συλλογών αγγείων και μικροτεχνίας στις έξι από τις αίθουσες ενώ μία ακόμη είναι αφιερωμένη στην κυπριακή τέχνη. Και, πλην αυτής της τελευταίας, όλα τα άλλα αρχαία αντικείμενα χρονολογούνται από τη Γεωμετρική εποχή ως τη Ρωμαϊκή.
Το θαύμα
Μπαίνοντας «από το πλάι», από την είσοδο της οδού Τοσίτσα δηλαδή, ο προσανατολισμός δεν είναι εύκολος. Ανέβηκα σκάλες, κι άλλες σκάλες, πέρασα από πόρτες, φανερές και «μυστικές» ώσπου, ω του θαύματος, να βρεθώ ξαφνικά σε μια αίθουσα κατάφορτη από τα πιο μικροσκοπικά, αλλά και τα πιο γοητευτικά ειδώλια που είδα ποτέ. Στην πραγματικότητα βέβαια, και για τον κανονικό επισκέπτη, οι νέες αίθουσες αποτελούν τη φυσική συνέχεια εκείνων της κεραμικής τέχνης της αρχαιότητας που λειτουργούν ήδη στον όροφο του μουσείου. Αλλά εδώ όλα είναι διαφορετικά. Σε αυτές τις αίθουσες του Εθνικού Μουσείου ο επισκέπτης θα σταματήσει και θα πάρει μια ανάσα. Εδώ το θάμπος από τα μυκηναϊκά καλλιτεχνήματα, τις μινωικές τοιχογραφίες, τη μεγάλη γλυπτική της αρχαιότητας, τα χάλκινα έργα τέχνης και την αριστουργηματική κεραμική δίνει τη θέση του στη χαρά και στην απόλαυση. Εδώ ο κόσμος είναι «μικρός» από 3 ως 30 εκ. αλλά εξίσου θαυμαστός. Αφορά την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και τις ποικίλες πτυχές της αρχαίας κοινωνίας, όπως ήταν η άσκηση λατρείας, το θέατρο, η μουσική, οι γυναικείες ασχολίες στο σπίτι, οι αγροτικές εργασίες, αλλά και ο κόσμος του παιδιού. Και το ξάφνιασμα είναι μεγάλο βλέποντας πρακτικές, που ποτέ δεν άλλαξαν, αντικείμενα που συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται σήμερα όπως και τότε, ανάγκες που παραμένουν οι ίδιες παρά το πέρασμα των αιώνων. Όπως αυτή της επίδειξης πλούτου και ισχύος μέσα από ένα χρυσό κόσμημα, όσο πιο ωραίο, όσο πιο πλούσιο γίνεται. Και είναι τελικά αυτές οι αίθουσες που φέρνουν τον κόσμο των αρχαίων κοντά στον σύγχρονο άνθρωπο για να διαπιστώσει ότι το νήμα που τον δένει μαζί τους είναι καλά και γερά υφασμένο.
Η σταρ
Η αρχαιολόγος, Μπέτυ Στασινοπούλου, η υπεύθυνη των συλλογών αγγείων και μικροτεχνίας του Εθνικού, με τις άπειρες γνώσεις τις οποίες επιθυμεί να μεταδώσει πάραυτα στον συνομιλητή της, αρχίζει τον ευπρόσδεκτο «βομβαρδισμό» πληροφοριών. Οι πολλές, μικρές διακοπές όμως, οι οποίες δεν είναι τίποτε άλλο από εκδηλώσεις θαυμασμού και λατρείας(!) για κάποια κομψοτεχνήματα, κάνουν τη διαφορά από μια απλή ξενάγηση. Το μυστικό, όπως γρήγορα ανακαλύπτω, είναι ότι κάθε ένας από τους επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων που εργάζονται για την έκθεση έχει το «αγαπημένο» έργο του. Μπορεί να είναι ένας μικρός Έρωτας ξαπλωμένος νωχελικά μέσα σε ένα άνθος. Μια πανέμορφη νέα γυναίκα με ιδιαίτερα μακριές βλεφαρίδες (η αρχαία σταρ Νικόλ Κίντμαν, κατά την προσωνυμία που της δόθηκε). Μικροσκοπικά δίδυμα μωρά. Ένα πιθηκάκι που τρίβει σιτάρι. Το κορίτσι που παίζει αστραγάλους. Μια νέα γυναίκα, καθιστή, με τους κοθόρνους της, το τεράστιο διάδημα και το εντυπωσιακό κάλυμμα στο κεφάλι. Μια γυμνή πλαγγόνα, δηλαδή κούκλα, της οποίας η πραγματική σημασία ακόμη αναζητείται (παιχνίδι, αποτροπαϊκό σύμβολο, εταίρα ή χορεύτρια;).
Αριστουργήματα της κοροπλαστικής από όλες τις περιοχές της Ελλάδας, αυτά τα πήλινα ειδώλια διατηρούν μερικές φορές τα χρώματά τους επιτρέποντας να φανταστούμε την αρχική τους χαρούμενη και ζωντανή όψη. Τα περισσότερα έχουν βρεθεί σε τάφους αφού συνόδευαν ως κτερίσματα τους νεκρούς, όμως προσφέρονταν και στα ιερά ως αφιερώματα στους θεούς, μπορεί να ήταν παιδικά παιχνίδια, μπορεί ακόμη να χρησιμοποιούνταν για προσφορές στα οικιακά ιερά ή -όπως και σήμερα- να λειτουργούσαν ως διακοσμητικά αγαλμάτια για τον στολισμό του σπιτιού. Περί τα 550 είναι αυτά τα ειδώλια μέσα από τα οποία μπορεί εκτός των άλλων να κατανοηθεί και η τεχνική της κατασκευής τους, η οποία γινόταν άλλοτε με το χέρι, άλλοτε με τον κεραμικό τροχό, άλλοτε με μήτρα, αλλά και με πολλούς τρόπους μαζί.
Το γυαλί
Δύο αίθουσες καταλαμβάνουν τα ειδώλια, ενώ στις επόμενες δύο εκτίθεται η Συλλογή Βλαστού, η οποία δωρήθηκε το 1980 στο Εθνικό Μουσείο και περιλαμβάνει αγγεία κυρίως, εξαιρετικής τέχνης και διατήρησης. Μαζί εξάλλου εκτίθενται και αρχαιότητες από τον Τάραντα της Κάτω Ιταλίας. Και ακολουθεί η αίθουσα με τα γυάλινα αντικείμενα- είχαν παρουσιαστεί σε περιοδική έκθεση του μουσείου πριν από μερικά χρόνια- τα οποία σηματοδοτούν την πολυτέλεια στη ζωή των ανθρώπων. Τα ακέραια είναι δυσεύρετα σήμερα λόγω του εύθραυστου χαρακτήρα τους, όμως οι λόγοι που έλκυαν τόσο τους αρχαίους όσο και εμάς είναι οι ίδιοι: Η λάμψη, η καθαρότητα του γυαλιού (σε βαθμό που να μιμείται την ορεία κρύσταλλο), τα ρευστά σχήματα, τα χρώματα που ξαφνιάζουν, όπως το γαλάζιο του λαζουρίτη (Lapis lazuli), το πράσινο του τιρκουάζ (Τurquoise) ή τα ποικίλα χρώματα του ταινιωτού αχάτη. Αυτά του Εθνικού Μουσείου προέρχονται από όλες τις περιοχές της Ελλάδας, ενώ χρονολογικά καλύπτουν τις περιόδους από την Προϊστορική εποχή ως και τη Ρωμαϊκή. Σε λίγες ημέρες θα έχουν τοποθετηθεί στις προθήκες τους, επί του παρόντος όμως μόλις που ξεχωρίζουν μέσα από το προστατευτικό περιτύλιγμά τους.
Ελάχιστα γνωστή, η Κυπριακή Συλλογή του μουσείου ετοιμάζεται κι αυτή να πάρει τη θέση της στην έκθεση με την επιμέλεια του αρχαιολόγου, Βάσου Καραγιώργη. Πρόκειται για αντικείμενα από την πρώιμη εποχή του Χαλκού ως και τα Ρωμαϊκά χρόνια που άλλοτε είναι λίθινα γλυπτά μικρών διαστάσεων άλλοτε χάλκινα μικροαντικείμενα, πήλινα αγγεία, μερικά ειδώλια, αλλά και κοσμήματα. Όλος ο αρχαίος ελληνικός κόσμος παρών, πλην της Μακεδονίας και της Θράκης! «Έχω ζητήσει τον εμπλουτισμό του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και με μακεδονικά ευρήματα, προκειμένου να αντιπροσωπεύεται σε αυτό όλη η Ελλάδα, αλλά δεν έχει υπάρξει ανταπόκριση. Είναι θέμα του υπουργείου πλέον» λέει ο διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, Ν. Καλτσάς, εξασφαλίζοντας την προσυπογραφή μας.
Χρυσός για πάντα
Είναι άγνωστες οι αντιδράσεις των ανθρώπων όταν αντίκρισαν για πρώτη φορά χρυσάφι, σε αναλογία όμως με τη σημερινή εποχή δεν θα ήταν πολύ διαφορετικές. Οι σπάνιες ιδιότητές του, όπως είναι η αφθαρσία και η αιώνια λάμψη, δεν αφήνουν κανέναν ανεπηρέαστο μηδέ εμού εξαιρουμένης, είτε αναζητώντας τον στις προθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όπου τον τοποθετούν τα ευγενή, γαντοφορεμένα χέρια των συντηρητών, είτε στα εργαστήρια καθώς ετοιμάζεται για την έκθεση.
Ολόκληρα σύνολα πολύτιμων κοσμημάτων, χρυσών ή αργυρών, που βρέθηκαν σε ταφές πλουσίων γυναικών της αρχαιότητας με χρονολόγηση από τη Γεωμετρική εποχή ως τη Ρωμαϊκή διαθέτει το μουσείο. Ανάμεσά τους είναι ο λεγόμενος «θησαυρός της Αναβύσσου» από τη θέση στην οποία βρέθηκε, ο «θησαυρός της Ερέτριας» και πολλά ταφικά σύνολα από την Αττική.
Χρυσά στεφάνια, περιδέραια, διαδήματα, ενώτια, περικάρπια, δαχτυλίδια, κοσμήματα που ράβονταν στα ενδύματα ή πόρπες που τα συγκρατούσαν, παίρνουν σιγά σιγά τη θέση τους στις προθήκες που φωτίζονται με οπτικές ίνες. Φορέθηκαν κάποτε από γυναίκες για να προβάλλουν την ομορφιά τους σε ξεχωριστές περιστάσεις όπως ήταν ο γάμος ή και από άνδρες ως ένδειξη του πλούτου και της κοινωνικής θέσης τους. Πολλά ανατέθηκαν στα ιερά των θεών. Αλλά τους συντρόφευσαν στον θάνατο. Γιατί έτσι ήταν η παράδοση. Ο σεβασμός προς τον νεκρό επέβαλε να πάει στον άλλο κόσμο με όλα τα πλούτη του. Σφυρήλατα, όταν ο τεχνίτης μετέτρεπε τον χρυσό σε πολύ λεπτό έλασμα και στη συνέχεια το διακοσμούσε με εγχάρακτη ή ανάγλυφη παράσταση, χυτευτά, με την τέχνη της κοκκίδωσης ή κατασκευασμένα από σύρμα, απλό ή πλεγμένο σε αλυσίδα, τα κοσμήματα προσέφεραν στον τεχνίτη τη δυνατότητα να αναπτύξει τη μεγάλη επιδεξιότητα, τη φαντασία και την έμπνευσή του. Αφετηρία του υπήρξαν συχνά το φυτικό και το ζωικό βασίλειο, τα μυθικά πλάσματα, χωρίς όμως να λείπουν τα γεωμετρικά σχέδια, οι συμβολισμοί και οι επιδράσεις κάθε εποχής.
Στην έκθεση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου τα κοσμήματα δεν είναι μόνα τους. Λίγα αλλά εξαιρετικά αγγεία δίπλα τους, στα οποία απεικονίζονται παραστάσεις με τη χρήση των κοσμημάτων, επιτρέπουν στον επισκέπτη όχι μόνο να θαυμάσει, αλλά και να φανταστεί πώς ήταν η γυναίκα που τα φορούσε.
Πηγή: Το Βήμα, Μ. Θερμού, 18/1/09