Βροχή πέφτουν τα ρεκόρ επισκεπτών που σημειώνουν τα μεγάλα μουσεία της Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η επισκεψιμότητα των ελληνικών μουσείων. Το Λούβρο —κατεξοχήν πρώτο σε αριθμό επισκεπτών σε παγκόσμιο επίπεδο— κατάφερε να ξεπεράσει τον εαυτό του συγκεντρώνοντας το 2011 κατά 5% περισσότερους επισκέπτες, με αποτέλεσμα να κόψει 8,9 εκατ. εισιτήρια. Κοσμοσυρροή και στο Βρετανικό Μουσείο που είδε να περνάνε το κατώφλι του 5,8 εκατ. επισκέπτες — ποσοστό αύξησης 4,9% σε σχέση με πέρυσι.
Την ίδια ώρα τα μηνύματα από τα ελληνικά μουσεία δεν είναι εξίσου αισιόδοξα. Παρά το γεγονός ότι μέσα στο 2011 έφτασαν στην Ελλάδα περισσότεροι από 16 εκατ. τουρίστες —αύξηση 9,6% σε σχέση με το 2010—, τα ταμεία των μουσείων δεν γεμίζουν καθώς η επισκεψιμότητά τους μειώνεται. Χαρακτηριστικό είναι ότι το μεγαλύτερο μουσείο της χώρας, το Εθνικό Αρχαιολογικό, είχε 13% λιγότερους επισκέπτες σε σχέση με το 2010 (και στις δυο χρονιές έως και τον Νοέμβριο), ήτοι έκοψε 166.281 εισιτήρια.
Το Μουσείο Ακρόπολης κυμάνθηκε στα ίδια περίπου ποσοστά με πέρυσι και υποδέχτηκε περί το 1,3 εκατ. επισκέπτες. Στο Μουσείο Μπενάκη η μείωση των επισκεπτών κυμάνθηκε στο 10%. Εξαίρεση το Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης που είχε αύξηση κατά 11,5%. Η εικόνα στην Ισπανία είναι εντελώς διαφορετική. Ρεκόρ σημειώθηκε στο «χρυσό τρίγωνο της τέχνης» στη Μαδρίτη με το Εθνικό Μουσείο Τέχνης Βασίλισσα Σοφία να κόβει 2,7 εκατ. εισιτήρια (αύξηση 17%), το γειτονικό Πράδο να κόβει 2,91 εκατ. εισιτήρια (αύξηση 6,6%) και το τρίτο του τριγώνου, το Τίσεν-Μπορνεμίτσα, να σημειώνει αύξηση 30,4% με 1,07 εκατ. επισκέπτες.
Τι συμβαίνει και ενώ στην Ευρώπη το ταμείο ανθεί, στην Ελλάδα οι τουρίστες διαβαίνουν πιο δύσκολα το κατώφλι των μουσείων; «Θα ήταν περίεργο να καίγεται το σύμπαν και τα μουσεία μας να έχουν τεράστια επισκεψιμότητα», λέει στα «Νέα» ο πρόεδρος του Μουσείου Ακρόπολης Δημήτρης Παντερμαλής. «Εξακολουθούμε να διατηρούμε υψηλό αριθμό επισκεπτών, που φτάνει και τους 4.600 ανά ημέρα. Είμαστε ευχαριστημένοι».
«Αν και η ερμηνεία του φαινόμενου δεν είναι εύκολη, σίγουρα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο οι καλοκαιρινές απεργίες», εκτιμά η πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων Μάρθα Σημαντώνη.
«Ο συχνός αποκλεισμός του Κέντρου και η κρίση είναι οι δύο βασικοί λόγοι της πτώσης», υποστηρίζει η αναπληρώτρια διευθύντρια του Μουσείου Μπενάκη Ειρήνη Γερουλάνου. «Το καλοκαίρι υπήρχαν ημέρες που γινόταν χαμός. Το χειμώνα όμως πέρασαν μέρες που το μουσείο ήταν αγριευτικά άδειο».
Όταν, δε, ένα από τα πιο επικίνδυνα σημεία της Αθήνας είναι η οδός Τοσίτσα, δίπλα ακριβώς στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, δεν είναι παράλογο που οι τουρίστες διστάζουν να πλησιάσουν και χάνουν την ευκαιρία να δουν μοναδικούς πρωτότυπους θησαυρούς, με άμεση συνέπεια να μπαίνουν λιγότερα χρήματα στο ταμείο του υπουργείου Πολιτισμού.
Την ώρα που τα γεμάτα εντυπωσιακούς αρχαίους, ως επί το πλείστον, θησαυρούς ελληνικά μουσεία δεν καταφέρνουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των τουριστών, οι αρχαιολογικοί χώροι αποδεικνύονται δημοφιλέστεροι και η επισκεψιμότητά τους παίρνει την ανιούσα. Απόδειξη πως στην Ακρόπολη κόπηκαν το 2011 περί τα 1,3 εκατ. εισιτήρια σημειώνοντας αύξηση κατά 33%. Στους Δελφούς η αύξηση ήταν 14% και στην Αρχαία Ολυμπία 10%, γεγονός το οποίο έχει αποτέλεσμα και την αύξηση στην κίνηση των αντίστοιχων μουσείων: το Μουσείο των Δελφών σημείωσε αύξηση 22% και το Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας 36,2%.
Πού οφείλεται το γεγονός; «Οι αρχαιολογικοί χώροι είναι πιο εύκολοι στην ξενάγηση και τους προτιμούν οι ξεναγοί. Ένα μουσείο με πολλά εκθέματα διαφορετικών εποχών απαιτεί περισσότερο χρόνο και άριστα καταρτισμένο ξεναγό. Επιπλέον, οι τουρίστες με όσα παρακολουθούν στην τηλεόραση να συμβαίνουν στην Ελλάδα δεν εμπιστεύονται τις υποδομές μας και θεωρούν ότι τα μουσεία της χώρας τους μπορεί να είναι και καλύτερα. Προτιμούν λοιπόν να δουν τα μνημεία και να απολαύσουν παράλληλα το κλίμα και τη φύση» λέει στα «Νέα» η πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων Μάρθα Σημαντώνη.
Το πρόβλημα είναι υπαρκτό αλλά, όπως φαίνεται, άμεσα λύση δεν είναι δυνατό να δοθεί. Το άλλοθι της κρίσης αποτελεί αφορμή ώστε η κατάσταση να χειροτερεύει. «Λεφτά δεν υπάρχουν» είναι η φράση που έχει κολλήσει στα χείλη των αρμοδίων. Και ουδείς φαίνεται να επιχειρεί να ανατρέψει τα δεδομένα.
Λεφτά δεν υπάρχουν και στην Ισπανία. Απόδειξη πως το Πράδο βλέπει τον προϋπολογισμό του να μειώνεται κατά 30% λόγω των περικοπών στην κρατική επιχορήγηση εξαιτίας της κρίσης. Μόνο που εκεί δεν μπήκε λουκέτο τα Σαββατοκύριακα — όπως συνέβη στην Ελλάδα μέσα στον Ιανουάριο επειδή οι αρχαιοφύλακες δεν πληρώθηκαν για την εκτός του πενθημέρου εργασία τους. Αντιθέτως, αποφασίζει να παραμένει ανοικτό επτά ημέρες την εβδομάδα και να παρατείνει τις επιτυχημένες του εκθέσεις σε μια προσπάθεια να καλύψει τα οικονομικά κενά του.
Στην Ελλάδα όμως η εικόνα δεν βελτιώνεται. Τα μουσεία και οι χώροι σε μεγάλο ποσοστό ακόμη και το καλοκαίρι κλείνουν στις 15.00. Ποιος θα ξυπνήσει πρωί πρωί να πάει στο μουσείο και ποιος θα σταθεί κάτω από τον καυτό ήλιο σε έναν αρχαιολογικό χώρο είναι ζητήματα που έχουν πέσει στο τραπέζι αλλά δεν έχουν λυθεί ώς τώρα. Την ίδια ώρα τα πωλητήρια είναι σε αρκετές περιπτώσεις άδεια, αν όχι κλειστά. Τα καφέ δεν παρέχουν πάντα υπηρεσίες υψηλής ποιότητας ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που οι συνθήκες υγιεινής στις τουαλέτες είναι υποτυπώδεις καθώς δεν υπάρχουν καθαρίστριες και χρέη καθαριότητας εκτελούν οι φύλακες.
Το κίνητρο των ενιαίων εισιτηρίων ισχύος μιας εβδομάδας που έχει ως στόχο να ενισχυθεί το ενδιαφέρον των επισκεπτών και κατά συνέπεια η επισκεψιμότητα —και σε αρκετές περιπτώσεις αποδεικνύεται οικονομικότερη λύση—, αν και εγκρίθηκε τον Οκτώβριο από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, φαίνεται πως δεν θα είναι έτοιμο την άνοιξη, όπως προγραμματιζόταν, για τεχνικούς λόγους.
Και ενώ στο εξωτερικό οι ποιοτικές έρευνες κοινού είναι καθιερωμένες ώστε τα μουσεία να γνωρίζουν πού απευθύνονται και σε ποιες ομάδες υστερούν ώστε να προσαρμόζονται αναλόγως — χαρακτηριστικό είναι ότι το Μουσείο του Λούβρου ταυτόχρονα με το ρεκόρ επισκεψιμότητας ανακοίνωσε και το προφίλ των επισκεπτών του: 66% τουρίστες με πρώτους τους Αμερικανούς, δεύτερους τους Βραζιλιάνους και τρίτους τους Ιταλούς ενώ το 50% είναι κάτω των 30 ετών — στην Ελλάδα μόνο το Μουσείο Ακρόπολης κάνει ανάλογη έρευνα.
Τρεις είναι οι παράγοντες στους οποίους οι Ισπανοί αποδίδουν —παρά την κρίση που μαστίζει και τη δική τους χώρα— την αύξηση των επισκεπτών στα μουσεία τους. «Η επιτυχία των περιοδικών εκθέσεων, το μεγαλύτερο εύρος των ωραρίων λειτουργίας και η αύξηση των τουριστών», υποστηρίζει ο διευθυντής του Μουσείου Τισέν-Μπορνεμίτσα —το οποίο εκθέτει έργα από τον Ελ Γκρέκο έως τον Πικάσο— Μιγκέλ Ανχελ Ρέτσιο.
Αντιθέτως η Ελλάδα, αν και έχει αύξηση της τουριστικής κίνησης, δεν διαθέτει τα άλλα δυο στοιχεία της επιτυχημένης ισπανικής συνταγής. Ακόμη και όταν η τουριστική περίοδος βρίσκεται στο ζενίθ, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι κλείνουν το μεσημέρι καθώς δεν προσλαμβάνεται εγκαίρως έκτακτο φυλακτικό προσωπικό είτε λόγω γραφειοκρατικών κωλυμάτων είτε έλλειψης χρημάτων. «Χρήματα για περιοδικές εκθέσεις δεν υπάρχουν. Και δεν διαθέτουμε την κατάλληλη επικοινωνιακή πολιτική για την προβολή των μουσείων», παραδέχεται η πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων Μάρθα Σημαντώνη.