Μια εποπτική εικόνα της ιστορίας της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας μάς προσφέρει ο διεθνούς κύρους ιστορικός της κοινωνίας και της πολιτειακής οργάνωσης της αρχαίας Ελλάδας Φριτς Γκσνίτσερ, ορίζοντας ως πυρήνα της κοινωνικής ιστορίας το ζήτημα της ανισότητας ανάμεσα στους ανθρώπους.
Παρότι ο τίτλος του βιβλίου («Ιστορία της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας») παραπέμπει σε μια ελληνική κοινωνία, είναι προτιμότερο να γίνει εξ αρχής λόγος για τέσσερις κοινωνίες ή καλύτερα για τέσσερις διαφορετικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης που λειτούργησαν στις ελληνικές κοινότητες κατά τη μακρά περίοδο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας. Αφετηρία της μελέτης του αυστριακού ιστορικού αποτελούν τα μυκηναϊκά χρόνια και συγκεκριμένα η υστερομυκηναϊκή εποχή — 12ος αιώνας π.Χ. Ξεκινώντας την εξέταση και παρουσίαση της ελληνικής κοινωνικής ιστορίας σχεδόν πέντε αιώνες πριν από τα ομηρικά έπη (8ος αιώνας), ο Γκσνίτσερ το 1981, χρονιά κατά την οποία εκδόθηκε το βιβλίο αυτό, υπήρξε πρωτοπόρος.
Εκμεταλλευόμενος την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Γραφής Β, παρουσίασε για πρώτη φορά αυτήν την πρώιμη και έως τότε άγνωστη φάση της ελληνικής ιστορίας. Από τα μεγάλα μυκηναϊκά ανάκτορα, κέντρο μιας γραφειοκρατικής διοίκησης στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο «άναξ», ο συγγραφέας περνάει στην ομηρική εποχή και στις αυλές των ευγενών, οι οποίοι πλέον είναι πιο ταπεινοί, εν μέρει ιππότες και εν μέρει αγρότες. Μεσολαβεί η αρχαϊκή εποχή, περίοδος «ταξικών αγώνων» και βίαιων κοινωνικών μεταβολών, ενώ η κατάληξη είναι η αμιγώς δημοκρατική κοινωνία της κλασικής εποχής.
Σημείο αναφοράς του Γκσνίτσερ είναι η ανισότητα που απορρέει από την εκάστοτε κοινωνική οργάνωση. Αναγνωρίζοντας την ιστορία της κοινωνικής διαστρωμάτωσης ως θεμελιώδη για την κατανόηση της ιστορίας γενικότερα, ο αυστριακός ιστορικός δεν καταπιάνεται με «εξειδικευμένα» ζητήματα της κοινωνικής ιστορίας, όπως για παράδειγμα η θέση των γυναικών ή ο ρόλος της οικογένειας, αλλά περιορίζεται στην ευρύτερη κοινωνική δομή των αρχαίων ελληνικών κοινοτήτων.
Χαρακτηριστική στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας αναδεικνύεται η πρωτοκαθεδρία των ευγενών. Κυρίαρχοι στα μυκηναϊκά χρόνια —από τις τάξεις τους έβγαιναν βασιλείς, προύχοντες και στρατηγοί— οι ευγενείς στην ομηρική εποχή θα επικρατήσουν ως διακριτικοί θεματοφύλακες της παράδοσης. Κατά τη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής (μέσα του 8ου έως αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.) θα καταλύσουν τη βασιλεία και θα ανέλθουν στην εξουσία, την οποία όμως θα χάσουν εξαιτίας του μεταξύ τους ανταγωνισμού, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο προς τη δημοκρατία.
Τον τρόπο θα τον δείξει πρώτος ένας ευγενής και πάλι, ο Κλεισθένης, ο οποίος θα εισαγάγει νόμους για τη μεταβολή τού έως τότε —άλλοτε ολιγαρχικού και άλλοτε τυραννικού— πολιτεύματος προς δημοκρατική κατεύθυνση μόνο και μόνο για να επιβληθεί έναντι του αντιπάλου του Ισαγόρα και να καταλάβει εκείνος την εξουσία. Περισσότερο από ένα ιδεώδες, η θεμελίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος θα μπορούσε να αφορά απλώς μια υπέρμετρη φιλοδοξία. Ακόμη και στην κλασική περίοδο και παρ’ όλο που ο ρόλος τους θα περιοριστεί σημαντικά, οι ευγενείς θα παραμείνουν οι ιθύνοντες ηγέτες του «κυρίαρχου» λαού.
Η δημοκρατία θα φέρει στο κέντρο του δημόσιου βίου την ελευθερία και την ισότητα, θα βελτιώσει τις ζωές των καταπιεσμένων και θα περιορίσει πλείστες ανισότητες του παρελθόντος, δίχως όμως να τις εξαλείψει εντελώς. Οι άριστοι θα συνεχίσουν να ξεχωρίζουν και κυρίως θα συνεχίσουν να άρχουν και να διοικούν. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος: πλέον οι ευγενείς είναι υποχρεωμένοι να διοικούν δημοκρατικά όπως ακριβώς και ο λαός είναι υποχρεωμένος να «συμμετέχει» δημοκρατικά.
Fritz Gschnitzer, Iστορία της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας, μτφρ. Άγγελος Χανιώτης, εκδ. ΜΙΕΤ 2011