Τον Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2011 άρχισε ανασκαφή σε ένα εκτεταμένο μυκηναϊκό οικιστικό κέντρο στα Τζαννάτα Πόρου Κεφαλληνίας. Η σπουδαιότητα της ανασκαφης έγκειται στο ότι είναι το πρώτο οικιστικό κατάλοιπο της μυκηναϊκής εποχής που ανακαλύφθηκε στην περιοχή. Ας δούμε την ιστορία της έρευνας 2 αιώνων για τη μυκηναϊκή Κεφαλληνία.
Το 1810 βρέθηκαν τυχαία οι πρώτοι τάφοι στα Μαζαρακάτα από τον Ελβετό ταγματάρχη του Αγγλικού στρατού Charles Philippe de Bosset. Τα ευρήματα, αγνώστου τότε πολιτισμού προέρχονται, χαρίστηκαν από τον de Bosset στο Μουσείο της πατρίδας του, Neuchatel. Από το ίδιο νεκροταφείο συνεχίστηκαν οι συστηματικές ανασκαφές στο νησί, όταν ο Ολλανδός φιλάρχαιος Goekoop ζητώντας να αποδείξει ότι η Κεφαλληνία είναι η ομηρική Ιθάκη, χρηματοδότησε τις έρευνες του Κεφαλονίτη Παναγή Καββαδία το 1899-1913. Τον διαδέχτηκε ο (επίσης Κεφαλονίτης) Σπύρος Μαρινάτος, σκάβοντας για λογαριασμό της χήρας Goekoop το 1930 στη θέση οικόπεδα της Παλικής, το 1933-34 στα Μεταξάτα, το 1951 στα Μαζαρακάτα, Παρισάτα και Κοντογενάδα και άλλες θέσεις στη δεκαετία του 1960. Στα Διακάτα ανέσκαψε ο Γ. Κυπαρίσσης το 1912-1919. Συστάδα θαλαμοειδών τάφων εντόπισε το 1974 ο Σπυρίδων Ιακωβίδης στην Αγία Πελαγία, το 1978 ο Πέτρος Καλλιγάς έναν ακόμη τάφο στα Μεταξάτα και στη δεκαετία του 1990 ο Λάζαρος Κολώνας ερεύνησε τον σημαντικό θολωτό τάφο στα Τζαννάτα Πόρου.
Τα μυκηναϊκά της Κεφαλονιάς των παλαιότερων ανασκαφών ευτύχησαν στην επιστημονική δημοσίευσή τους. Εκτός από τους παραπάνω, δημοσιεύσεις και μελέτες μυκηναϊκών ευρημάτων έκαναν οι Brodback-Jucker, Σουγιουτζόγλου-Heywood, Mountjoy κ.ά. Ο εντοπισμός των οικισμών παρέμενε ζητούμενο στην έρευνα.
Πριν από πολλά χρόνια, ο – τέως δήμαρχος Πόρου και τέως Νομάρχης – Μάκης Μεταξάς μαζί με τη σύζυγο του Ερριέτη, άρχισαν να ασχολούνται με την εξερεύνηση των αρχαιοτήτων του τόπου τους, των αρχαίων Πρόννων. Στα Τζαννάτα ο Μεταξάς ευτύχησε να ανακαλύψει τον μοναδικό ηγεμονικό θολωτό τάφο στα Τζαννάτα, που ανάσκαψε ο Λάζαρος Κολώνας. Τότε έγινε μεγάλη συζήτηση για τη σπουδαιότητα του τάφου, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια! Ο ανασκαφέας του έγραψε: «Τα αρχαιολογικά ευρήματα και η ένταξη του στην ΥΕ ΙΙΙΑ-Β περίοδο σηματοδοτούν την ύπαρξη ενός ισχυρού μυκηναϊκού κέντρου…., τα δεδομένα που έχουμε με βάση την έρευνα μας συνηγορούν στο να θεωρήσουμε ότι εδώ βρισκόταν το επίκεντρο της εξουσίας όχι μόνο για το νησί της Κεφαλονιάς, αλλα και για την ευρύτερη περιοχή του κεντρικού Ιονίου». Τη σπουδαιότητα του ευρήματος κατέδειξε ο ίδιος πριν από 6 χρόνια στο Συνέδριο των Πρόννων. Σε μια νεότερη ανακοίνωση (2008) ο Λάζαρος Κολώνας αναφερόμενος στη σπουδαιότητα τόσο του θολωτού τάφου, όσο και του κτιστού θαλαμωτού τάφου/οστεοφυλακίου, που ανέσκαψε δίπλα στον θολωτό τάφο, τονίζει τα εξής: «παίρνοντας αφορμή από την χωρίς αρχαιολογικά τεκμήρια παρατηρηθείσα τον τελευταίο καιρό κινητικότητα γύρω από την υπόθεση της ταύτισης της θέσης της Ομηρικής Ιθάκης, πρέπει να θυμίσω στη διεθνή επιστημονική κοινότητα ότι απάντηση στο ζήτημα αυτό μπορεί να δώσει μόνο ο σπουδαίος βασιλικός τάφος που αποκαλύφθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 στα Τζαννάτα Πόρου Κεφαλληνίας». Εκεί διαπιστώνει ότι είναι «βέβαιο πλέον ότι στην περιοχή των Τζαννάτων η μυκηναϊκή παρουσία είναι μακρόχρονη και έντονη, και σηματοδοτεί την ύπαρξη εκεί ενός σπουδαίου μυκηναϊκού κέντρου που οπωσδήποτε σχετίζεται με την υπόθεση της ομηρικής Ιθάκης». Αυτή τη μακρόχρονη και έντονη παρουσία έρχεται να τεκμηριώσει με αδιάσειστα στρωματογραφημένα στοιχεία η έρευνα μας.
Η αείμνηστη φίλη και συνάδελφος Αγγελική Πιλάλη–Παπαστερίου, πριν από 4 χρόνια, ήταν πεισμένη ότι «σύμφωνα με τα δεδομένα, τα Τζαννάτα κοντά στο ασφαλές λιμάνι του Πόρου, σχεδόν απέναντι από την Αχαΐα από τον 14ο αι. κε., ίσως αποτελούσε το σπουδαιότερο μυκηναϊκό κέντρο του νησιού. Ωστόσο, τόνιζε ότι, λείψανα του σύγχρονου οικισμού δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί». Δεν έζησε για να δει την πραγματοποίηση της ευχής της.
Ατέλειωτες ώρες συζήτησης με γόνιμες ιδέες έγιναν για 8 μήνες. Προετοιμαστήκαμε κατάλληλα, βρήκαμε τους ιδιοκτήτες του αγρού στα Κατσιβελάτα, την οικογένεια Μενεγάτου, όπου σκοπεύαμε να αρχίσουμε την έρευνα, και εξασφαλίσαμε τη συγκατάθεση τους. Τα όπλα μας ήταν λίγα και τα προβλήματα πολύ περισσότερα! Ας τα δούμε εδώ:
• Σπουδαίος ήταν ο παχύς και μακρύ τοίχος-«περίβολος», που τμήματα του είχαν καθαριστεί από την υπηρεσία. Ωστόσο οι πέτρες του ολοένα και λιγόστευαν από την καλλιέργεια! Η καταστροφή αυτή ήταν η κύρια αίτια της ανασκαφικής παρέμβασης μας.
• Το τοπωνύμιο «Κατσιβελάτα» δεν είχε καταγραφεί στα αρχαιολογικά τοπωνύμια της περιοχής. Η λίγη διαγνωστική κεραμική βοηθούσε ουσιαστικά, αν και αρκετά φθαρμένη. Εν τω μεταξύ τα τελευταία χρόνια συνεχιζόταν η καλλιέργεια του αγρού μεχρι το βράχο.
• Οι λιθοσωροί και οι «λιθιές», που προέρχονταν από αρχαία κτίρια, ήταν πονοκέφαλος: μαρτυρούσαν την καταστροφή που είχε γίνει στα αρχαία κτίρια, αλλά δημιουργούσαν την ελπίδα ότι κάτω από τις «λιθιές» μπορούσε να έχει σωθεί κάτι καλό!
• Άλλος πονοκέφαλος ήταν τα δένδρα στον παχύ τοίχο που υπάρχει στο δυτικό όριο του αγρού, . Ο πονοκέφαλος αποδείχθηκε θετικός, γιατί τα δένδρα κατέστρεψαν λίγο τους τοίχους και μετακίνησαν τις πέτρες τους, τους έσωσαν όμως από την καλλιέργεια και τη βίαιη μετακίνηση τους από ανθρώπινα χέρια.
• Το μεγαλύτερο πρόβλημα απ΄ όλα ήταν ότι δεν είχαμε υπόψη μας ένα οικιστικό αρχιτεκτονικό κατάλοιπο! Όπως γράφει ο Σπύρος Ιακωβίδης: «στο νότιο σύμπλεγμα των Ιόνιων νήσων η Μυκηναϊκή περίοδος δεν άφησε παρά ελάχιστα αρχιτεκτονικά ίχνη που συνίστανται σε τμήματα τοίχων και αποσπασματικά θεμέλια, χωρίς σαφές σχέδιο, χωρίς επιχώσεις και χωρίς διδακτική (ή διαπιστωμένη) στρωματογραφία … και δεν μαρτυρούν πολλά ούτε για το που ούτε για το πώς ήσαν εγκατεστημένοι οι κάτοικοι τους κατά την ΥΕ περίοδο» και αναφέρει τις θέσεις: «Σταροχώραφα Κρανιάς και Άγιοι Θεόδωροι Σάμης». Συνοψίζοντας αναφέρει ότι «κατάλοιπα των πρώιμων ΥΕ χρόνων (16ος-15ος αι.) δεν μαρτυρούνται στην Κεφαλληνία! Η περίοδος ακμής και διαδόσεως του μυκηναϊκού πολιτισμού (ΥΕ ΙΙΙ Α–Β, 14ος-13ος αι.) εκπροσωπείται από ελάχιστα και διάσπαρτα δείγματα, κυρίως κεραμικά… Ο κύριος όγκος, το σύνολο των ευρημάτων ανήκει στους τελευταίους μυκηναϊκούς αιώνες και προέρχεται από τα νεκροταφεία (12ο και 11ο)».
Το πρόβλημα που περιγράφει ο Ιακωβίδης έχει βρίσκει απαντήσεις και μάλιστα επαρκείς και ικανοποιητικές στην ανασκαφή στα Τζαννάτα. Έχουμε ένα εκτεταμένο οικιστικό κατάλοιπο με διδακτική στρωματογραφία τόσο στην κεραμική ακολουθία όσο και –κυρίως- στη οικιστική διαδοχή, από τον 15ο τουλάχιστο μεχρι και τον 12ο αι. π.Χ. Είμαστε ακόμη στην αρχή! Η ανακάλυψη του οικισμού κοντά στον ηγεμονικό θολωτό τάφο, ειναι νέο κεφάλαιο στην ιστορική και οικιστική εξέλιξη της μυκηναϊκής Κεφαλληνίας, και επιβάλλει την επανεξέταση ανοικτών ζητημάτων αρχαιολογικής τοπογραφίας της Ιόνιας νησιωτικής περιοχής, που αποτελούσε την επικράτεια του «άνακτα» των Κεφαλλήνων.
Ο αγρός ιδιοκτησίας της οικογένειας Ευάγγελου Ανδρέα Μενεγάτου βρίσκεται στη θέση «Κατσιβελάτα», στον αυχένα που σχηματίζει ο λόφος «Ρίζα» με ένα χαμηλότερο λόφο στα δυτικά του. Είναι προσιτός από τον δημοτικό δρόμο Τζαννάτων-Πόρου με ανηφορικό τσιμεντόστρωτο δρόμο. Είναι διαμορφωμένος σε 8 αναβαθμίδες (πεζούλες ή «αρμάκια» στην ντοπιολαλιά) με αναλημματικούς τοίχους («λιθιές» στη ντοπιολαλιά) ύψους περίπου 1.00 μ., κατασκευασμένους με μεγάλες και μεσαίες ημίεργες δομικές πέτρες. Δυτικό όριο του αγρού και ορατό σημείο αναφοράς είναι ο μνημειώδης προϊστορικός πλατύς «περίβολος» πάχους 2,30 μ., με κατεύθυνση από το Νότο προς το Βορρά, όπως αναφέραμε ήδη. Τμήματα του είχαν καλυφτεί από πυκνή δενδρώδη βλάστηση, που χρειάστηκε να την κόψουμε για να τον αποκαλύψουμε. Πολλές πέτρες του έχουν μετακινηθεί με το άροτρο ή με ανθρώπινη δραστηριότητα και βρίσκονται διάσπαρτες στις αναβαθμίδες, ενώ οι περισσότερες είχαν χρησιμοποιηθεί από για την κατασκευή των αναλημματικών τοίχων. Οι πέτρες αυτές με ίχνη χονδροειδούς επεξεργασίας, ανήκαν σε αρχαία οικοδομήματα.
Στις αναβαθμίδες περισυλλέξαμε, κατά τις επανειλημμένες αυτοψίες κομμάτια ρωμαϊκών κεραμίδων, και λεπτότεχνη και χονδροειδή κεραμική προϊστορικών χρονών, που την χρονολογήσαμε στα υστεροελλαδικά χρόνια, ενώ συλλέξαμε και θραύσματα εργαλείων από πυριτόλιθο.
Εντοπίσαμε και ανασκάψαμε αρχαιότητες υστεροελλαδικών (μυκηναϊκών χρόνων, 1600-1100 π. Χ.) και 5 καλυβίτες κεραμοσκεπείς τάφους ρωμαϊκών χρόνων. Στα επόμενα προκρίνω τη χρήση του όρου «υστεροελλαδικός» από τον όρο «μυκηναϊκός» για λόγους που γίνονται προφανείς, από τη μελέτη των ευρημάτων. Οι όροι χρησιμοποιούνται με τη χρονολογική σημασία.
1. «Περίβολος» και δρόμος : Αποκαλύφθηκε η πορεία του μνημειώδους προϊστορικού «περίβολου», μέσου πάχους 2,30 μ., με κατεύθυνση Βορρά-Νότο, σε μήκος περίπου 40 μέτρων. Το συνολικό μήκος του είναι πάνω από 100 μ προς τα νότια, αλλά δεν έχει ερευνηθεί ακόμη. Ο περίβολος μαζί με το δρόμο, είναι η τελευταία κατασκευή στη θέση αυτή (λίγο μετά το 1200 π. Χ.). Την ιδία εποχή κατασκευάστηκε ένας πλατύς χαλικόστρωτος δρόμος -σώθηκε στο βόρειο τμήμα της ανασκαφής- που βαίνει παράλληλα με το περίβολο στα δυτικά του. Στα δυτικά ορίζεται από σειρά μεγάλες πέτρες όρθια τοποθετημένες, που βαίνει παράλληλα με τον περίβολο. Ο δρόμος, μέσου πλάτους 2,20 μ. έχει υπόβαση από στρώση μικρών λίθων με χωματολάσπη (καλντερίμι) πάχους 0,10 μ. Το οδόστρωμα αποτελείται από μια στρώση χαλικιών και πατητό χώμα.
2. Καμπυλόγραμμο (αψιδωτό) μικρό κτίριο: Βαθύτερα από το δρόμο και τον τοίχο είχε κατασκευαστεί μικρό κτίσμα, από το οποίο σώθηκε ο καμπυλόγραμμος τοίχος κάτω από το οδόστρωμα. Το κτίριο συνεχίζεται δυτικά κάτω από τον δυτικό όριο του δρόμου. Έχει είσοδο στη βορειοανατολική πλευρά. Δεν έχει ανασκαφτεί στο εσωτερικό του. Ο χαρακτήρας και η ακριβής χρονολογία του δεν μπορεί να προσδιοριστεί ακόμη, πριν από τη μελέτη της κεραμικής του. Είναι αρχαιότερο από το δρόμο (β΄ μισό του 13ου αι. ΥΕ ΙΙΙ Β2), που το κάλυψε και νεότερο από το μεγάλο κτίριο, αφού χτίσθηκε σε μπάζωμα πάνω από την εστία του. Σύγχρονα αψιδωτά κτίσματα/σπίτια έχουν ανασκαφτεί στη 10ετία του 1930, στις Τρεις Λαγκάδες της βόρειας Ιθάκης.
3. Μεγάλο καμπυλόγραμμο οικοδόμημα: Η τρίτη και κυριότερη περίοδος χρήσης του χώρου αποκαλύφθηκε και ερευνήθηκε βαθύτερα σε έκταση περίπου 200 τ.μ. Ανασκάφτηκε σε μεγάλο τμήμα του, ένα μεγάλων διαστάσεων οικοδόμημα, από το οποίο σώθηκαν τα λείψανα καμπυλόγραμμου τοίχου μέσου πάχους 1,50 μ. σε μήκος πάνω από 10 μ. και ευθύγραμμου τοίχου πάχους 1,80 μ. Παράλληλο κοντινό υπάρχει στο Θέρμο Αιτωλίας. Το αδιατάρακτο στρώμα ποικίλει από 0,15 μέχρι 0,60 μ., και έχει κλίση προς τα νότια. Έχουν αποκαλυφθεί: πηλόχριστη κυκλική εστία, πηλόχριστοι βόθροι στο πάτωμα, μάζες ανοιχτόχρωμου πηλού και μικρή πετρόκτιστη κατασκευή, μέσα στην οποία είχε τοποθετηθεί ένα μεσαίο αγγείο. Το οικοδόμημα εκτείνεται στα βόρεια. Έχουν αποκαλυφθεί τμήματα τοίχων κάθετων στους μακρούς τοίχους. Το μη ανασκαμμένο τμήμα του οικοδομήματος είναι το βόρειο, κάτω από το δρόμο. Η έκταση του υπολογίζεται στα 150 τ.μ.
Στο αδιατάρακτο στρώμα βρέθηκαν όστρακα αγγείων ποικίλων σχημάτων, μεγεθών και κατηγοριών πηλού. Η μελέτη της κεραμικής είναι σε αρχικό στάδιο. Από την πρώτη εξέταση χρονολογείται μέσα στους 15ο και 12ο (αρχές) αι. π. Χ. (ΥΕ ΙΙ και ΥΕ ΙΙΙ περίοδοι, με υποδιαιρέσεις). Οι κατηγορίες κεραμικής είναι: α) σκούρα έως μαύρη χονδροειδής από ακάθαρτο πηλό, β) χειροποίητη, ενίοτε με ανάγλυφη διακόσμηση μαύρη έως σκούρα καστανή από ακάθαρτο πηλό, γ) γκρίζα με καθαρό πηλό τοπικής μεσοελλαδικής παράδοσης, δ) από καθαρό ερυθρό πηλό και ε) σημαντικά σύνολα «κεφαλληνομυκηναϊκής» κεραμικής από καθαρό υπόλευκο ως ανοικτό πορτοκαλή πηλό, με κυρίαρχο σχήμα τις κύλικες. Τυπικά σχήματα είναι οι κύλικες με χαμηλό ή μεσαίο πόδι, οι σκύφοι, οι πρόχοι, τα αλάβαστρα, οι λεκάνες και τα πινάκια.
Βρέθηκαν πήλινα σφοντύλια και βαρίδια, δεκάδες μικρολιθικά εργαλεία και θραύσματα από πυριτόλιθο, πρισματική χάντρα από στεατίτη και ένα μοναδικό κόσμημα-σφραγίδα: ένα σταγονόσχημο επίμηκες περίαπτο, μήκους 0,04 μ. και μέσης διαμέτρου 0, 0012 μ., από καστανοπράσινο σερπεντινίτη, με σπασμένη την οπή ανάρτησης, και με δύσδιαγνωστο σφραγιστικό θέμα στην καμπύλη κάτω επιφάνεια.
4. Η αρχαιότερη χρήση του χώρου, σχετικά περιορισμένη σε έκταση, έχει αποκαλυφθεί στο βορειοδυτικό τμήμα της ανασκαφής: τοίχοι ευθύγραμμοι και λίγη κεραμική μεσοελλαδικής παράδοσης, πιθανόν του 15ου αι π. Χ.
Ο οικισμός είναι το πρώτο σε έκταση οικιστικό σύνολο της εποχής, που ερευνάται στη μυκηναϊκή Κεφαλληνία. Μένουν για μελέτη βασικά ζητήματα, όπως η αναθεώρηση της Δυτικής Μυκηναϊκής Κοινής του 12ου αι. ο τρόπος και οι διαδικασίες με τις οποίες έγινε η εξάπλωση του μυκηναϊκού πολιτισμού στην Κεφαλλήνια και σε όλα τα Ιόνια νησιά. Ο Μαρινάτος π.χ., υποστήριζε ότι ο Μυκηναϊκός πολιτισμός εισήχθη στην Κεφαλληνία από την περιοχή της Τριφυλίας το 13ο αιώνα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι «εισήχθη» το 16ο τουλάχιστον αιώνα!
Η συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας του αναμένεται να είναι ενδιαφέρουσα και θα καλύψει μεγάλα κενά που υπάρχουν στη γνώση μας για τη συγκεκριμένη εποχή. Τα κενά αυτά χαίνουν συνεχώς και επιδεινώνονται με την έλλειψη δημοσιεύσεων, ακόμη και των πιο σημαντικών ευρημάτων, όπως είναι ο ηγεμονικός θολωτός τάφος στα Τζαννάτα. Η Αγγελική Πιλάλη κατέγραφε τις διαπιστώσεις της με την αίρεση: «αν δεν αλλάξει η εικόνα αυτή από τη μελλοντική έρευνα». Αυτό γίνεται σήμερα, αλλάζει η εικόνα! Γίνεται μια ερευνά που έπρεπε να έχει ξεκινήσει χθες. Ήταν μακρύς ο δρόμος που μας έφερε ως εδώ!
δρ Αντώνης Βασιλάκης
Αρχαιολόγος, Τέως Έφορος Αρχαιοτήτων Κεφαλληνίας-Ιθάκης & Ζακύνθου