Αναλυτικό ρεπορτάζ για τη δράση αρχαιοκαπήλων στην περιοχή της αρχαίας Στρύμης παραθέτει σήμερα η θρακική εφημερίδα “Χρόνος”, καθώς στον αρχαιολογικό χώρο εντοπίστηκαν πάνω από 184 τρύπες-τεκμήρια της δράσης αυτών που ψάχνουν με ανιχνευτή μετάλλων και τσαπάκι.
“Η πληροφορία ότι οι αρχαιοκάπηλοι χτυπούν ιδιαίτερα την εποχή αυτή στους περιφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους με στόχο την εξαγωγή υλικού της αρχαιοελληνικής μας κληρονομιάς και κυρίως νομίσματα, μας έφερε στην παραλιακή ζώνη της αρχαίας Στρύμης στην Μολυβωτή. Εκεί λοιπόν περνώντας από το κομμένο σύρμα που φρόντισαν να δημιουργήσουν για πέρασμα οι άνθρωποι αυτοί, καταγράψαμε τουλάχιστον 184 τρύπες μέσα στο χώρο, όπου φαίνεται ότι έσκαψαν με τις τσάπες τους, αφού πρώτα εντόπισαν με ανιχνευτές μετάλλων τα αντικείμενα που τους ενδιέφεραν”, αναφέρει ο δημοσιογράφος Σταύρος Φανφάνης.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η πλημμελής φύλαξη των χώρων συντελεί στη συχνή λεηλασία τους. Άλλωστε, μόνο στη Θράκη, το φαινόμενο δεν περιορίζεται στη Στρύμη, αφού οι αρχαιοκάπηλοι έχουν πλήξει και άλλους χώρους, όπως αυτόν της αρχαίας Δικαίας. Όσο για τα αντικείμενα που συλλέγουν, ιδιαίτερη προτίμηση δείχνουν στα νομίσματα, τα οποία προωθούν στην παράνομη αγορά, με αντίτιμο από 300 έως και πάνω από 1000 ευρώ το ένα.
Μια προσφιλής μέθοδος των αρχαιοκαπήλων είναι να ψάχνουν πιο ανενόχλητοι αρχαιολογικούς χώρους είναι να βάζουν φωτιές σε παραλίμνιες εκτάσεις, αποψιλώνοντάς τις. Έτσι η έρευνα στους χώρους με ανιχνευτές μετάλλων καθίσταται πιο εύκολη. Οι διωκτικές αρχές θα πρέπει να αυξήσουν την ετοιμότητά τους αφού τα κρούσματα τέτοιων επιχειρήσεων θα τα δούμε κάτω από συνθήκες σύγχυσης, φτώχειας κι αποπροσανατολισμού, να επαναλαμβάνονται.
Αναφερόμενος στη διάσωση κι ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Στρύμης, ο προϊστάμενος της τοπικής ΕΠΚΑ Δημ. Σκιλάρντι είχε μιλήσει για το ενδιαφέρον κράτους και εθελοντών, που σύστησαν ομάδα για την προστασία του χώρου. «Η Στρύμη είναι ένας υπέροχος αρχαιολογικός χώρος, τόσο από αρχαιολογική άποψη όσο και από άποψη φυσικού τοπίου, που από το 1957 όταν και ξεκίνησαν οι ανασκαφές από τον αείμνηστο καθηγητή Μπακαλάκη, έχει δώσει πάρα πολλά και σημαντικά ευρήματα.
Είναι μια χερσόνησος που βυθίζεται σε μια λιμνοθάλασσα και στο θρακικό πέλαγος, και στην οποία εκτείνεται μια αρχαία πόλη του 6ου και του 5ου αιώνα π.Χ. η οποία άνθισε τον 4ο αιώνα. Τη δημιούργησαν άποικοι, πιθανότατα από τη Θάσο, δημιουργώντας τείχη, έναν ψηλό περίβολο, περικλείοντας μέρος της χερσονήσου.
Σήμερα διακρίνονται διάσπαρτα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα από το αρχαίο τείχος, ενώ σποραδικά – σε έναν περιφραγμένο χώρο – διασώζονται σπίτια και αρχαίοι δρόμοι. Από σποραδικές εργασίες δε που έγιναν στον “λαιμό” του περίβολου που οδηγεί προς τη χερσόνησο, βρέθηκαν πάμπολλες ταφές, τόσο από νεκροταφεία όσο και μεμονωμένες».
Ο Ηρόδοτος τοποθετεί τη Στρύμη και τον ποταμό Λίσσο ανατολικά της Μαρώνειας. Σήμερα είναι σίγουρο ότι ο Λίσσος, η Ισμαρίδα λίμνη και η Στρύμη βρίσκονταν δυτικά της Μαρώνειας. Η Στρύμη έγινε γρήγορα ισχυ ρός εμπορικός σταθμός, ενώ παράλληλα είχε τον έλεγχο και την εκμετάλλευση της εύφορης ενδοχώρας που παρήγε άφθονα σιτηρά. Η γεωμορφολογία του εδάφους δεν αποκλείει κάποτε ο χώρος της πόλης και το ακρωτήριο Μολυβωτή να ήταν νησιά. Σχετική αναφορά υπάρχει στον Αρποκρατίωνα και στη Σούδα. Από τον 7ο αι. π.Χ. οι Μαρωνίτες φιλονικούν με τους Θασίτες για την κατοχή της πόλης. Η Στρύμη δεν αναφέρεται στους φορολογικούς καταλόγους των Αθηνών, ίσως επειδή ο φόρος της συμπεριλαμβανόταν στο φόρο της μητρόπολης Θάσου. Το 361 π.Χ. οι Μαρωνίτες και οι Θασίτες πολεμούν άλλη μια φορά για τη Στρύμη, την οποία είχαν καταλάβει για μικρό διάστημα οι πρώτοι. Ο στρατηγός των Αθηναίων Τιμόμαχος βοήθησε τότε τους Θασίτες και οι Αθηναίοι έλυσαν στο τέλος τη διαφορά υπέρ των Θασίων. Μερικά χρόνια αργότερα ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας, που βρίσκεται στη Θράκη το 353 π.Χ., βοήθησε τους Μαρωνίτες να καταλάβουν και να καταστρέψουν οριστικά τη Στρύμη.