«Τα πρόσωπα της Αναγέννησης» είναι μια από τις πιο επιτυχημένες εκθέσεις που έχουν γίνει ποτέ στη Γερμανία. Τα πλήθη συρρέουν, περιμένοντας υπομονετικά τέσσερις με πέντε ώρες μέχρι να μπορέσουν να μπουν στο μουσείο Bode του Βερολίνου. Ένα αριθμημένο εισιτήριο σε συνδυασμό με μια ηλεκτρονική οθόνη ενημερώνουν τον επισκέπτη πότε περίπου θα έρθει η σειρά του. Ευγενικοί υπάλληλοι μοιράζουν φυλλάδια και κατατοπίζουν τον κόσμο ποια άλλα μουσεία, εστιατόρια ή καφέ βρίσκονται εκεί κοντά, μέχρι να κυλήσει ο χρόνος και να φθάσει η ώρα που ο τυχερός θεατής θα μπορέσει να απολαύσει από κοντά ορισμένους από τους μεγαλύτερους μάστορες της Αναγέννησης: Μποτιτσέλι, Μπελίνι, Μαντένια, Λεονάρντο ντα Βίντσι.
Το αποτέλεσμα θα αποζημιώσει τον υπομονετικό επισκέπτη. Στις κατάμαυρα βαμμένες αίθουσες, με τον ελάχιστο, καλά μελετημένο φωτισμό να αναδεικνύει τα σπουδαία έργα, ξετυλίγεται η αρχή της ιστορίας του πορτρέτου. Η προσωπική εικόνα, μια καθημερινή ιστορία σήμερα, στο τέλος του 14ου και στις αρχές του 15ου αιώνα δεν αποτέλεσε παρά τομή, όχι μόνο στην ιστορία της τέχνης αλλά στη θέση του ατόμου μέσα στην κοινωνία.
Η ζωγραφική δεν αποτυπώνει πλέον μόνο ιστορίες από τη Βίβλο και δεν εξιστορεί τα κατορθώματα ηρώων και βασιλιάδων, αλλά τασσόμενη στην υπηρεσία των ισχυρών δίνει πρόσωπο στην εξουσία.
Η αναγεννησιακή Ιταλία τοποθετεί στο επίκεντρο τον άνθρωπο και οι ισχυροί πασχίζουν μέσα από την τέχνη να κληροδοτήσουν στις επόμενες γενιές την πιο αγαθή τους πλευρά. Το αψεγάδιαστο, ανέκφραστο, ψυχρό πρόσωπο της εξουσίας μεταφέρεται με μαεστρία και μέσα από χρονοβόρα διαδικασία στο καναβάτσο.
Ανώτεροι κληρικοί, σοφοί δάσκαλοι, τραπεζίτες, πολιτικοί, οι σύζυγοι και οι ερωμένες τους αποτυπώνονται στον καμβά, στο μάρμαρο ή στο μέταλλο σε μορφή νομίσματος και παρουσιάζονται στην έκθεση, η οποία γίνεται σε συνεργασία με το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Έξι ολόκληρα χρόνια διήρκεσαν οι μελέτες, η προετοιμασία και οι σκληρές διαπραγματεύσεις με άλλα μουσεία ώστε να συγκεντρωθούν τα 140 αντικείμενα που παρουσιάζονται. Τελικά το μουσείο Bode, στην καρδιά της γερμανικής πρωτεύουσας, κατασκευασμένο το 1904 για να στεγάσει αναγεννησιακή τέχνη, κατάφερε να πείσει πολλούς από τους εταίρους του. Γιατί ποιος αφήνει εύκολα –εδώ που τα λέμε– την «Κυρία με την ερμίνα» του Λεονάρντο ντα Βίντσι, η οποία έχει βρει μόνιμη στέγη στην Κρακοβία, να ταξιδέψει; Στην εν λόγω κυρία θα επιστρέψουμε αργότερα.
Το πορτρέτο στην Ιταλία ξεκινάει από τη Φλωρεντία με τους Μεδίκους. Σύντομα θα ακολουθήσουν και άλλες πόλεις, όπως η Φεράρα, η Μπολόνια, το Μιλάνο, η Νάπολη, η παπική Ρώμη και τέλος η Βενετία. Αυτός είναι και ο τρόπος που ξετυλίγεται η έκθεση.
Μια έκθεση θαυμάσια μέσα στην απλότητά της. Όποιος θα περίμενε διαδραστικά ευφυολογήματα ή περισπούδαστα κείμενα, θα απογοητευθεί. Δεν υπάρχουν παρά μόνο, στην πλειονότητά τους, μικρών διαστάσεων εκθέματα, τοποθετημένα κατά τρόπο που να «αναπνέουν», συνοδευόμενα από ελάχιστα επεξηγηματικά κείμενα.
Το πρώτο πορτρέτο που διασώζεται μέχρι σήμερα και παρουσιάζεται στα «Πρόσωπα της Αναγέννησης» είναι η απεικόνιση ενός νεαρού άνδρα με κόκκινο τουρμπάνι, φιλοτεχνημένο από τον Μασάτζιο γύρω στο 1426-27.
Την τιμητική τους στο τμήμα που αφορά τη Φλωρεντία έχουν οι Μέδικοι. Αντιπαραβάλλονται, για παράδειγμα, πορτρέτα του Τζουλιάνο των Μεδίκων, τα οποία όμως ανήκουν σε διαφορετικά μουσεία. Ο ισχυρός άνδρας επέμενε πάντως στην ίδια κόμμωση, στο ίδιο πορφυρό ένδυμα, στο ίδιο χαμηλωμένο βλέμμα, στην αποστασιοποιημένη σοβαρότητα, και ο Σάντρο Μποτιτσέλι ανταποκρινόταν με μαεστρία.
Οι ισχυροί δεν επιτρέπεται να γελούν και να δείχνουν συναισθήματα, ωστόσο η εξιδανικευμένη εικόνα τους διατηρεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ατόμου. Η εξουσία πάντως κύριο μέλημα έχει να μοιάζει όμορφη. Αν η εικόνα των πλούσιων εντολέων δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες τους, οι καλλιτέχνες κινδυνεύουν από την μήνι τους. Ακόμα και σχέδια του Αντρέα Μαντένια ρίχτηκαν στην πυρά. Η καπριτσιόζα μαρκησία Ισαβέλα ντ’ Έστε πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων έργα σπουδαίων ζωγράφων που την «πάχαιναν».
Ο μόνος πίνακας που απεικονίζει έναν ηλικιωμένο άσχημο άνδρα με δύσμορφη μύτη στην έκθεση, είναι του Ντομένικο Γκιρλαντάιο γύρω στο 1490. Ίσως γιατί το έργο ολοκληρώθηκε όταν ο άνδρας δεν ζούσε πλέον.
Οι κυρίες πάντως στην πλειονότητά τους είναι τρισχαριτωμένες. Ξεχωριστή ανάμεσα σε όλες, μια ερωμένη του Τζουλιάνο των Μεδίκων. Φιλοτεχνημένη από τον Σάντρο Μποτιτσέλι γύρω στο 1475-80, αποτυπώνει πλήρως το αναγεννησιακό πρότυπο της ομορφιάς. Εύθραυστη, λευκό δέρμα, πλούσια ξανθά μαλλιά, ντροπαλή.
Ο επισκέπτης θα περιηγηθεί, εκτός από τους πίνακες, και σε νομίσματα και λευκά μαρμάρινα μπούστα εμπνευσμένα από την ακρίβεια της αρχαιότητας. Η έκθεση κλείνει εντυπωσιακά με την «Κυρία με την ερμίνα» του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Ο αδιαμφισβήτητα μεγαλύτερος καλλιτέχνης της Αναγέννησης απεικονίζει τη 17χρονη ερωμένη του ισχυρού ηγεμόνα του Μιλάνου Λουντοβίκο Σφόρτσα. Αινιγματική και μυστηριώδης όπως η Τζοκόντα, κρατάει στην αγκαλιά της μια ζωντανή ερμίνα. Σύμβολο ματαιοδοξίας, μια και η ερμίνα προτιμά να παραδοθεί παρά να λερώσει τη γούνα της στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τα βέλη του κυνηγού. Το κεφάλι της νεαρής είναι στραμμένο προς τα δεξιά, όμως το βλέμμα της ξεφεύγει λίγο προς τα αριστερά. Εικάζεται προς τον εραστή της, ο οποίος όμως τελικά προτίμησε κάποια άλλη, που θα του εξασφάλιζε μεγαλύτερη εξουσία.
Ο Λεονάρντο μέσα από τον μαγικό κόσμο της αλληγορίας καταφέρνει να απλώσει ένα μυστήριο, που ερεθίζει τη φαντασία των μελετητών μέχρι σήμερα.
Τα «Πρόσωπα της Αναγέννησης» παρουσιάζονται έως τις 20 Νοεμβρίου στο Βερολίνο και αργότερα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.