Στα χέρια δύο Ελλήνων βρέθηκε από την Ασφάλεια Αττικής έργο του μεγάλου Φλαμανδού ζωγράφου Ρούμπενς, με τίτλο «Το κυνήγι του καλυδώνιου κάπρου», που χρονολογείται το 1618 και είχε κλαπεί το 2001 από μουσείο του Βελγίου. Σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές της Ασφάλειας Αττικής, ο άντρας που συνελήφθη είναι 65 ετών, πρώην αντικέρ, ενώ η γυναίκα ασχολείται με τηλεοπτικές εκπομπές με αντικείμενο θέματα διατροφής.
Από την Αστυνομία ανακοινώθηκε ότι η υπόθεση εξιχνιάστηκε ύστερα από συντονισμένες ενέργειες της Ασφάλειας Αττικής και των υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακοινώθηκε επίσης ότι θα γίνει επίσημη παρουσίαση του κλεμμένου έργου, χωρίς να αναφερθεί η ημερομηνία.
Ο εντοπισμός του 65χρονου και της 40χρονης που κατείχαν το κλεμμένο έργο είχε γίνει πριν από αρκετό καιρό. Έψαχναν αγοραστές για να πουλήσουν τον πίνακα αντί αρκετών εκατομμυρίων ευρώ.
Άνθρωποι από τον χώρο της αγοράς της τέχνης δέχονταν τηλεφωνήματα από «αγνώστους» που έλεγαν πως έχουν έναν διαθέσιμο Ρούμπενς. Όταν οι σχετικές πληροφορίες έφτασαν στις υπηρεσίες της Ασφάλειας Αττικής, καταστρώθηκε σχέδιο σε συνεργασία με το υπουργείο Πολιτισμού που κατέληξε στην επ’ αυτοφώρω σύλληψη των κατόχων του κλεμμένου πίνακα.
Αστυνομικοί και υπάλληλοι του ΥΠΠΟΤ εμφανίστηκαν ως αγοραστές και ήρθαν σε επικοινωνία με τους κατόχους του κλεμμένου έργου. Ύστερα από αλλεπάλληλες επαφές και παζάρια για την τιμή αγοράς, κατέληξαν στο ενάμισι εκατ. ευρώ, ενώ ζητούσαν 6 εκατ. ευρώ. Στη συνέχεια έκλεισαν ραντεβού για την παράδοση των χρημάτων και την παραλαβή του κλεμμένου πίνακα. Ο 65χρονος και η 40χρονη πήγαν στον τόπο του ραντεβού με ΙΧ αυτοκίνητο, στο πορτμπαγκάζ του οποίου είχαν τον πίνακα του Ρούμπενς.
Όταν έγινε η συνάντηση με τους υποψήφιους αγοραστές και κανονίστηκαν οι τελευταίες λεπτομέρειες, επενέβησαν αστυνομικοί της Ασφάλειας, συνέλαβαν το ζευγάρι και κατασχέθηκε ο πίνακας.
Από την αστυνομία δεν έγινε γνωστό αν επιβεβαιώθηκε από ειδικούς η γνησιότητα του έργου, ενώ πληροφορίες από το ΥΠΠΟΤ αναφέρουν ότι πάρθηκε η γνώμη ιστορικού τέχνης, αν και, απ’ όσο γνωρίζουμε, Έλληνας ειδικός στον Ρούμπενς δεν υπάρχει, ενώ η Εθνική Πινακοθήκη δεν ρωτήθηκε. Πάντως θεωρούν ότι το σχέδιο με το «Κυνήγι του καλυδώνιου κάπρου», μικρών διαστάσεων, σε κορνίζα, είναι γνήσιο έργο του μεγάλου Φλαμανδού ζωγράφου. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το κλεμμένο έργο του μεγάλου ζωγράφου περιήλθε στα χέρια των δύο Ελλήνων δεν είχαν διευκρινιστεί ως αργά χτες.
Κατά καιρούς πέφτουν στην ανεπίσημη ελληνική αγορά τέχνης μεγάλα ονόματα καλλιτεχνών. Πριν από αρκετά χρόνια εμφανιζόταν κάποιος ως γιος Ουκρανού υπουργού και διαπραγματευόταν Καντίνσκι και Σαγκάλ. Συχνά μεσολαβούν και δικηγόροι. Τις περισσότερες φορές δεν βρίσκουν αγοραστές, λένε άνθρωποι του χώρου. Όσο για τη σημερινή εποχή, βαρύτατης οικονομικής κρίσης, γεννάται το ερώτημα ποιος Έλληνας συλλέκτης θα αγόραζε έναν Ρούμπενς, ενώ δεν υπάρχουν στην Ελλάδα τέτοιου (οικονομικού) μεγέθους συλλέκτες.
Το σχέδιο που αποδίδεται στον Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς (1577-1640) και χρονολογείται το 1618 είναι εμπνευσμένο από τη «Μεταμόρφωση» του Οβιδίου που περιγράφει τον Μελέαγρο να σκοτώνει τον κάπρο που σκότωνε τους γεωργούς στην πόλη Καλυδώνα στην Αιτωλία, σύμφωνα με τον μύθο. Ο μεγάλος ζωγράφος το δημιούργησε μετά την παραμονή του στην Ιταλία. Το προφίλ του κάπρου είναι παρμένο από ένα μαρμάρινο γλυπτό στην γκαλερί Ουφίτσι στη Φλωρεντία, ενώ στοιχεία για τις μορφές των αλόγων είναι δανεισμένα από τους Ντα Βίντσι και Ραφαήλ. Αλλά η δυναμική και η απεικόνιση του κυνηγιού ανήκουν στον Ρούμπενς. Το έργο εδραιώνει την επική σύγκρουση μεταξύ ανθρώπου και ζώου. Το Μουσείο Γκετί άλλωστε αγόρασε και εξέθεσε το 2006 μία ελαιογραφία με το ίδιο θέμα και τίτλο, του 1611 ή του 1612, που τη θεωρούσαν χαμένη. Πάντως το «Κυνήγι του καλυδώνιου κάπρου» αναπαριστά την πρώτη σκηνή κυνηγιού του Ρούμπενς που γνωρίζουμε και έγινε από τα αγαπημένα του θέματα.
Τα έργα του Ρούμπενς είναι τεράστιας αξίας. Η ελαιογραφία που απέκτησε το Γκετί είχε βγει σε δημοπρασία αντί 10.000 ευρώ και έφτασε τα 300.000 ευρώ, ενώ ένας άλλος ανεκτίμητος πίνακας, «Η σφαγή των αθώων», έσπασε ρεκόρ το 2002, σε δημοπρασία των Σόθμπις, με 55,8 εκατ. ευρώ.