Συνεχίστηκε φέτος η ανασκαφή Σακελλαράκη στη Ζώμινθο, σε υψόμετρο 1.187 μ. στον Ψηλορείτη. Την έρευνα διενήργησε μαζί με μια διεπιστημονική ομάδα πενήντα ατόμων και σε συνεργασία με το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας η Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, για πρώτη φορά χωρίς το σύζυγό της, τον αείμνηστο Γιάννη Σακελλαράκη.
Η μινωική Ζώμινθος βρίσκεται στον Ψηλορείτη σε ύψος 1.187 μέτρων και κατοικήθηκε διαχρονικά από το 1800 π.Χ. μέχρι και την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Έχουν βρεθεί επίσης ρωμαϊκά και βυζαντινά κατάλοιπα. Από την ετήσια ανασκαφική έρευνα αποκαλύπτει σταδιακά ένα μεγάλο μινωικό συγκρότημα, το καλύτερα σωζόμενο στην Κρήτη, αφού αρκετοί τοίχοι φτάνουν σε ύψος τριών μέτρων.
Το κεντρικό κτήριο (έκτασης 1.350 τ.μ.) είχε τουλάχιστον τρεις ορόφους με πενήντα μέχρι στιγμής δωμάτια, όπως μας είπε η κ. Σακελλαράκη. Οι πραγματικές διαστάσεις του, όμως, πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερες. Η αρχαιολόγος φιλοδοξεί να εντατικοποιηθεί η έρευνα ώστε σε 2-3 χρόνια να γίνει προσβάσιμο το κεντρικό κτήριο στους επισκέπτες, δεδομένου ότι βρίσκεται και σε ένα υπέροχο φυσικό περιβάλλον.
«Το κτηριακό αυτό συγκρότημα βρισκόταν μέσα σε ένα δάσος. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί από την παλαιοβοτανική έρευνα που έχουμε πραγματοποιήσει, διότι υπήρχαν παντός είδους φυτά που μπορούσαν να συντηρήσουν έναν πληθυσμό, όπως σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, ελιές κ.λπ., καθώς και όλα τα αρωματικά φυτά με προεξάρχον το δίκταμο.
Παράλληλα, η παλαιοζωική έρευνα απέδειξε πως υπήρχαν όλα τα μεγάλα ζώα: αρνιά, κατσίκια, βοοειδή, το ελάφι ντάμα-ντάμα και πολλά άλλα μικρότερα ζώα. Ήταν δηλαδή ένας τεράστιος παραγωγικός κόμβος που συγκέντρωνε πολλά παραγωγικά αγαθά, άφθονο νερό και φυσικά ξυλεία, που τροφοδοτούσε τη δημιουργία του μινωικού ναυτικού», επισημαίνει η ανασκαφέας.
Με βάση όστρακα που βρέθηκαν φέτος, αποδεικνύεται πως «το κεντρικό κτηριακό συγκρότημα είχε ζωή αρκετά πριν από το 1700 π.Χ. που χτίζεται το μεγάλο κτήριο της Παλαιοανακτορικής περιόδου», σύμφωνα με την κ. Σακελλαράκη. «Η μεγάλη ακμή του προσδιορίζεται μεταξύ του 1700 έως 1600 π.Χ. Τοίχοι της παλαιότερης περιόδου έχουν βρεθεί από πέρυσι. Η έρευνά τους συνεχίστηκε φέτος κάτω από το κτήριο της κορυφής του λόφου που φτάνει χρονικά έως το 1800 π.Χ.
Το κεντρικό κτήριο στην κορυφή του είχε υποστεί μεγάλη καταστροφή. Κατοικήθηκε όμως σε όλες τις περιόδους από τη Μινωική, Αρχαϊκή, Γεωμετρική, Κλασική, Ελληνιστική, Ρωμαϊκή, Βυζαντινή ώς και την Τουρκοκρατία. Οι Μυκηναίοι είχαν δημιουργήσει ξεχωριστές εγκαταστάσεις ακριβώς απέναντι, στη θέση Νήματα.
Το εν λόγω συγκρότημα αποτελείται από πολλά διαμερίσματα που βρίσκονται γύρω από την κεντρική αυλή. Στη βορειοανατολική γωνία υπάρχει μία δεξαμενή καθαρμών, στοιχείο σημαντικό για έναν μινωικό χώρο. Φέτος βρέθηκαν ακόμη τρία δωμάτια τοιχογραφημένα, ενώ κονιάματα υπάρχουν σε όλους τους χώρους. Οι τοιχογραφίες δεν έχουν καθαριστεί ακόμα για να διαπιστώσουμε τι ακριβώς απεικονίζουν. Διακρίνονται όμως χρώματα, όπως γαλάζιο, λευκό, κόκκινο και μαύρο. Αλλά και τα κονιάματα είναι υψίστης τεχνικής και πρωτεύουσας σημασίας».
Στα αρχιτεκτονικά στοιχεία του κτηρίου πρέπει να προστεθούν λίθινες εσωτερικές σκάλες που συνδέουν τους ορόφους και ένα μεγάλο κλιμακοστάσιο που είχε αρχίσει να φαίνεται πριν από δύο χρόνια, αλλά φέτος αποκαλύφθηκε πλήρως και δείχνει πως συνέδεε έναν από τους σημαντικότερους ορόφους.
«Είχαμε την τύχη φέτος να βρούμε εκτός από πολυάριθμη κεραμική, χάλκινα εργαλεία και όπλα, όπως ένα εγχειρίδιο, χάλκινα και οστέινα κοσμήματα, καθώς επίσης χάντρες από ημιπολύτιμους λίθους, όπως σάρδιο, αχάτη, ορεία κρύσταλλο κ.λπ. Βρέθηκε ακόμη πλήθος τελετουργικών αγγείων, όπως ρυτά, ένα σε σχήμα ποτηριού κοινωνίας, άλλο σε σχήμα μικρού χοίρου ή κωνικού σχήματος που δείχνουν και τον έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα του κτηρίου.
Διότι το συγκρότημα αυτό ήταν κέντρο πολλών διαφορετικών δραστηριοτήτων. Πρέπει να σημειωθεί και ο βιοτεχνικός του χαρακτήρας. Διέθετε εργαστήριο κεραμικής, πιθανώς εργαστήριο μετάλλου και εργαστήριο επεξεργασίας ορείας κρυστάλλου από το οποίο βρέθηκαν πλήθος πυρήνες επεξεργασμένοι.
Η ορεία κρύσταλλος είναι υλικό που υπάρχει στον Ψηλορείτη και δεν μεταφέρεται από αλλού.
Βρέθηκαν ακόμη δύο εντυπωσιακές σφραγίδες της μινωικής περιόδου, αρίστης καλλιτεχνικής ποιότητας, κάτι που φανερώνει την ταυτότητα των ενοίκων του κεντρικού κτηρίου. Είχαν ασφαλώς σημαντικό αξίωμα στη μινωική κοινωνία.
Στα νέα ευρήματα συμπεριλαμβάνεται μία βυζαντινή πόρπη κάποιου αξιωματούχου, καθώς και κεραμική της Ρωμαϊκής, Ελληνιστικής και Βυζαντινής περιόδου.
Ένα πλήθος ρωμαϊκών νομισμάτων και λύχνων που βρήκαμε, μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως το κτήριο αυτό υπήρξε κόμβος προς το Ιδαίον Άντρο. Είναι πολύ πιθανό να διανυκτέρευαν εδώ πριν φτάσουν οι προσκυνητές στο μεγάλο ιερό».