Περίεργα παιχνίδια παίζει η τύχη στους αρχαιολόγους. Τη μία νιώθουν πως έπεσαν σε χρυσωρυχείο —και δικαίως όταν κάποιος βρίσκει την αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικής Β, όπως συνέβη πέρυσι στον καθηγητή Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο St. Louis του Μιζούρι (ΗΠΑ) Μιχάλη Κοσμόπουλο, που σκάβει χρόνια ένα μυκηναϊκό ανακτορικό συγκρότημα στην Ίκλαινα Μεσσηνίας— και την άλλη σκάβεις αλλά το ποθητό εύρημα κρύβεται καλά στην αγκαλιά της γης. Στην περίπτωση της Ίκλαινας κάθε ανασκαφέας θα ποθούσε να βρει όλο το αρχείο του ανακτόρου με τις υπόλοιπες αποθηκευμένες πινακίδες.
Αναζητήσαμε τον κ. Κοσμόπουλο για το πολύτιμο θραύσμα της πινακίδας και την ερμηνεία που δίνει στο εύρημα αυτό ύστερα από ένα χρόνο και μετά την πρόσφατη πρώτη παρουσίασή του στο National Geographic, το οποίο χρηματοδοτεί την ανασκαφή. Τον βρήκαμε στην Πύλο να κλείνει τα ημερολόγια της καινούργιας ανασκαφής, που διήρκεσε μόνο δύο εβδομάδες και δεν είχε εντυπωσιακά αποτελέσματα. «Για τους αρχαιολόγους όλα τα ευρήματα είναι σημαντικά», σπεύδει να μας επισημάνει.
Το νέο στοιχείο που προέκυψε από τη μελέτη του υλικού είναι ίσως η ακριβέστερη χρονολόγηση της πινακίδας, που την καθιστά παλαιότερη κατά 40 χρόνια και την τοποθετεί μεταξύ 1490 και 1390 π.Χ. Αυτή την περίοδο έζησε ο γραφέας που τη χάραξε πάνω σε μια πλάκα από μαλακό πηλό. Θα πρέπει να ήταν ένας τυπικός Μυκηναίος γραφειοκράτης που μιλούσε την ελληνική γλώσσα, ένας δημόσιος υπάλληλος εντεταλμένος να καταγράφει οικονομικά στοιχεία.
Ποια είναι όμως τα «συμφραζόμενα» του ευρήματος αυτού; Ποια η πόλη στην οποία βρέθηκε και ποιος ο ρόλος της στην αρχαιότητα; Τι δουλειά είχε μια κρατική οντότητα στη δύσβατη περιοχή της Ίκλαινας, μέσα στα βουνά όπου σήμερα απλώνεται ένα δάσος από ελιές;
Τη μυκηναϊκή αυτή εγκατάσταση εντόπισε πρώτος πριν από περίπου σαράντα χρόνια ο ανασκαφέας του ανακτόρου του Νέστορα Σπυρίδων Μαρινάτος. Ήταν άλλωστε ορατοί κάποιοι τεράστιοι τοίχοι, που όταν άρχισε η ανασκαφή απεδείχθη πως ήταν ένα κυκλώπειο άνδηρο του ανακτορικού συγκροτήματος της πρώιμης μυκηναϊκής εποχής, το οποίο ερευνά για λογαριασμό της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας η ομάδα του καθηγητή Κοσμόπουλου από το 1999. Έχουν αποκαλυφθεί ένας οικισμός με σπίτια και η έδρα του ηγεμόνα. Η συνολική εγκατάσταση, με βάση την επιφανειακή έρευνα, υπολογίζεται ότι εκτείνεται σε 20 στρέμματα.
Η πινακίδα βρέθηκε σε έναν αρχαίο αποθέτη. Είναι πήλινη και σώθηκε μάλλον τυχαία, γιατί πήρε φωτιά ένας σωρός από σκουπίδια πριν από 3.500 χρόνια. Δεν είναι ακριβώς η παλαιότερη γραφή της Ευρώπης, όπως εγράφη σε διάφορα δημοσιεύματα, γιατί Γραμμική Β γραφή έχει βρεθεί πάνω και σε ένα βότσαλο στην Καυκανιά Ηλείας (έξω από την Ολυμπία) από την αρχαιολόγο Ξένια Αραπογιάννη. Η γραφή εκείνη είναι μεσοελλαδικής εποχής (1600 π.Χ.). Της Ίκλαινας είναι βεβαίως η παλαιότερη Γραμμική Β γραφή πάνω σε πήλινη πινακίδα. Η αμέσως μεταγενέστερη από αυτή χρονολογείται εκατό χρόνια αργότερα και βρέθηκε στην Οικία Πέτσα στις Μυκήνες.
«Το ενδιαφέρον στην περίπτωση της Ίκλαινας είναι ότι η ύπαρξη της πινακίδας αποδεικνύει μια κρατική υπόσταση», μας λέει ο κ. Κοσμόπουλος. Άρα, υπάρχει μια ισχυρή πόλη με διοικητική δομή που κρατάει αρχεία οικονομικού χαρακτήρα. Παλαιότερα οι αρχαιολόγοι θεωρούσαν ότι ανάλογες πινακίδες οικονομικού περιεχομένου φυλάσσονταν στα αρχεία μεγάλων ανακτορικών κέντρων. Άρα, η θέση της πινακίδας θα ήταν κανονικά στη γειτονική Πύλο στο ανάκτορο του Νέστορα ή στις Μυκήνες. Υπό την έννοια αυτή βρέθηκε σε λάθος τόπο, γιατί η Ίκλαινα έχει μεν ένα μυκηναϊκό κτήριο δημόσιου χαρακτήρα, αλλά την εποχή που χρονολογείται η πινακίδα ο οικισμός της αποτελούσε ένα μικρό δορυφόρο της Πύλου. Ως εκ τούτου, το ερώτημα που τίθεται είναι μήπως η γραφή ήταν τελικά πιο διαδεδομένη απ’ ό,τι πίστευαν οι ειδικοί μέχρι σήμερα και αρχεία πινακίδων διατηρούσαν και δευτερεύουσες πόλεις.
Την απάντηση ασφαλώς θα δώσει η συνέχιση της έρευνας και η πλήρης αποκάλυψη του ανακτόρου και του οικισμού που το περιβάλλει.
Η γραφή του θραύσματος της πινακίδας (2,5×4 εκατοστά) αποτελεί μια αρχαία μορφή της ελληνικής Γραμμικής Β, που αποκρυπτογραφήθηκε ως γνωστόν τη δεκαετία του ’50 από τον Βρετανό αρχιτέκτονα Μάικλ Βέντρις. Πινακίδες Γραμμικής Β, της πρώτης γραφής της ελληνικής γλώσσας, έχουν βρεθεί πολλές στην Πύλο, στις Μυκήνες, στη Θήβα και σε άλλα μυκηναϊκά κέντρα. Οι Μυκηναίοι συνήθιζαν να καταγράφουν σε πινακίδες μόνο οικονομικά στοιχεία.
Η πινακίδα είναι γραμμένη και από τις δύο πλευρές. Το θέμα της μίας πλευράς όμως δεν σχετίζεται με το θέμα της άλλης, μας εξηγεί ο κ. Κοσμόπουλος. Στη μία πλευρά παρατίθεται ένας κατάλογος με ανδρικά ονόματα, δίνοντας την αίσθηση πως αποτελεί καταγραφή προσωπικού, και στην άλλη σώζεται ένα τμήμα ρήματος που παραπέμπει στο «κατασκευάζω» και ένας κατάλογος προϊόντων.
Είναι λοιπόν σαφές ότι πρόκειται για καταγραφή οικονομικών στοιχείων, άρα για λογιστικά ζητήματα της άρχουσας τάξης, ενός ηγεμόνα. Συνήθως τα αρχεία αυτά αποθηκεύονταν για ένα οικονομικό έτος. Γι’ αυτό το λόγο οι πινακίδες δεν ψήνονταν για να διαρκέσουν περισσότερο χρόνο. Αποξηραίνονταν απλώς στον ήλιο.
Συνεπώς, ήταν πολύ εύθραυστες και γι’ αυτό σήμερα δυσεύρετες. Ο ανασκαφέας υποθέτει ότι κάποιος πέταξε τη συγκεκριμένη πινακίδα στον αποθέτη με τα σκουπίδια, τα οποία στη συνέχεια κάηκαν. Η πήλινη πινακίδα σκλήρυνε. Η τυχαία αυτή κίνηση παρέδωσε την πινακίδα στην αιωνιότητα, αφού διατηρήθηκε για να βρεθεί μετά από 3.500 χρόνια.
Η Ίκλαινα, που ταυτίζεται με το σημερινό χωριό, αποτελούσε σημαντικό κέντρο λόγω και της στρατηγικής της θέσης. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο (190 μ.) με πανοραμική θέα στο Ιόνιο. Σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομά της από την κόρη του βασιλιά Νέστορα, τη Νίγκλαινα, η οποία είχε τα λουτρά της στην περιοχή. Η πόλη αποτέλεσε μεγάλο εμπορικό κέντρο επεξεργασίας χαλκού και αναφέρεται στα βασιλικά αρχεία της Πύλου, δηλαδή σε πινακίδες Γραμμικής Β γραφής.