Η σπουδαιότητα του περάσματος στην ανατολική είσοδο της Αψάλου του Δήμου Αριδαίας, Νομού Πέλλας, αναδεικνύεται για μία ακόμη φορά μέσα από τα αρχαιολογικά δεδομένα. Έτσι, μετά τους δύο προϊστορικούς οικισμούς και τον ταφικό τύμβο Εποχής Χαλκού, που ανασκάφθηκαν το 1997 και 2000-2001 αντίστοιχα, έρχονται τώρα να προστεθούν και προγενέστερα της νεολιθικής περιόδου κατάλοιπα. Πρόκειται για ευρήματα της Μεσολιθικής Εποχής (10.000-7.000 π.Χ.), εποχή κατά την οποία ο άνθρωπος ήταν ακόμη κυνηγός και τροφοσυλλέκτης και ζούσε σε εποχικούς καταυλισμούς, που βρίσκονταν κατά κανόνα κοντά σε ρέματα, ποτάμια ή λίμνες. Η Μεσολιθική συμπίπτει με το τέλος της γεωλογικής εποχής του Πλειστοκαίνου και τη μετάβαση στο Ολόκαινο, οπότε και το κλίμα γίνεται θερμότερο.
Το 2009, κατά τη διάρκεια έρευνας που διενεργήθηκε από αρχαιολόγους της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ, εντοπίστηκε ένα στρώμα πάχους 40-60 εκ., από το οποίο περισυλλέχθηκε μεγάλος αριθμός λίθινων εργαλείων, όπως φολίδες από πυριτόλιθο, κρουστήρες και κροκάλες με αποτυπώματα επίκρουσης. Οι φολίδες, στις οποίες είναι εμφανή και ίχνη ανθρωπογενούς, δευτερεύουσας επεξεργασίας, χρησιμοποιούνταν ως ξέστρα ή οπείς αντίστοιχα. Εκτός από τα λίθινα εργαλεία βρέθηκαν και σχηματοποιημένες μάζες πηλού με άνθρακες στο εσωτερικό τους, που πιθανότατα προέρχονται από κάποιες πρόχειρες κατασκευές.
Η τυπολογία των λίθινων εργαλείων και η απουσία κεραμικής οδήγησε αμέσως στην υπόθεση της ύπαρξης εδώ ενός προ-νεολιθικού καταυλισμού, πριν δηλαδή ο άνθρωπος δημιουργήσει μόνιμους οικισμούς και περάσει στον παραγωγικό τρόπο ζωής. Η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώθηκε με τη χρονολόγηση ενός δείγματος άνθρακα, που πραγματοποιήθηκε στο Εργαστήριο Ραδιοχρονολόγησης του Τμήματος Φυσικής, του Πανεπιστημίου του Erlangen-Nürnberg. Το δείγμα χρονολογήθηκε στη Μεσολιθική Εποχή, ανάμεσα στο 7937 και 7480 π.Χ.
Με τα ευρήματα αυτά τεκμηριώνεται η αδιάκοπη κατοίκηση της Αψάλου από τη Μεσολιθική έως και την Εποχή Χαλκού. Αποδεικνύεται ότι πρόκειται για μία υπαίθρια θέση, που πρόσφερε ήδη από την 8η χιλιετία π.Χ. πολλές δυνατότητες τροφοσυλλογής, εξάσκησης κυνηγητικών και αλιευτικών δραστηριοτήτων και η οποία επιπροσθέτως ήταν προστατευμένη χάρη στο φυσικό ανάγλυφο.
Η επιστημονική σπουδαιότητα της αποκάλυψης μίας μεσολιθικής θέσης στην Αλμωπία και κατ’ επέκταση στη Μακεδονία είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού έτσι προστίθεται ένα ακόμη στοιχείο, η αξιοποίηση του οποίου θα συμβάλει μελλοντικά στην απάντηση του ερωτήματος, που απασχολεί επί σειρά δεκαετιών τους ειδικούς της Προϊστορικής Αρχαιολογίας, της Ανθρωπολογίας, αλλά και άλλων επιστημών, κατά πόσο δηλαδή οι “φορείς” του νεολιθικού πολιτισμού, που έπεται του μεσολιθικού, ήταν αυτόχθονες που κατοικούσαν στον ελλαδικό χώρο και κατά τη Μεσολιθική Εποχή ή “άποικοι” που μετακινήθηκαν από την Εγγύς Ανατολή.
Πηγή: ΥΠΠΟΤ, 3/9/10