Εν αναμονή της επίσημης πρότασης της αυστραλιανής κυβέρνησης για τις γλώσσες που θα περιληφθούν στο νέο Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών για την πρώτη και τη δεύτερη βαθμίδα της εκπαίδευσης, οι Έλληνες της Αυστραλίας έχουν κινητοποιηθεί για ένταξη της ελληνικής γλώσσας στο πρόγραμμα. Τα ελληνικά στην Αυστραλία διδάσκονται στα κρατικά σχολεία, σε ιδιωτικά σχολεία που στην πλειονότητά τους ανήκουν στην Αρχιεπισκοπή, και σε απογευματινά σχολεία. Αυτή τη στιγμή στα κρατικά σχολεία διδάσκονται δώδεκα ξένες γλώσσες, ανάμεσά τους και η ελληνική. Ο σχεδιασμός του Νέου Εθνικού Προγράμματος Διδασκαλίας Γλωσσών, στο οποίο οι διδασκόμενες γλώσσες θα μειωθούν στις οκτώ, ανησύχησε τον Ελληνισμό της Αυστραλίας.
«Οκτώ ξένες γλώσσες είχε ανακοινωθεί αρχικά ότι θα συμπεριληφθούν στο νέο πρόγραμμα:τέσσερις ευρωπαϊκές-η ισπανική, η γαλλική, η γερμανική και η ιταλική-και τέσσερις ασιατικές-η ιαπωνική, η ινδονησιακή, η κινεζική και η κορεατική» λέει στο «Βήμα» ο κ. Μιχάλης Τσιανίκας, καθηγητής Νεοελληνικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Φλίντερς της Αδελαΐδας. «Τα τελευταία 20 χρόνια η Αυστραλία διακηρύσσει ότι ανήκει στην Ασία και προωθεί την είσοδο των ασιατικών γλωσσών στο σχολικό πρόγραμμα. Μόνο για το διάστημα 2010-2011 η κυβέρνηση επένδυσε 65 εκατ. δολάρια για την προώθηση των γλωσσών αυτών, οι οποίες, όπως είναι ευνόητο, έχουν μεγάλο επιχειρηματικό και οικονομικό ενδιαφέρον για τη χώρα».
Ζητούμενο του Ελληνισμού της Αυστραλίας είναι η αύξηση του αριθμού των διδασκομένων γλωσσών σε εννέα ή δέκα, ώστε να συμπεριληφθεί και η ελληνική. Έχουν ήδη συγκεντρωθεί περίπου 30.000 υπογραφές υπέρ της ελληνικής γλώσσας. «Στόχος είναι η συγκέντρωση 150.000 υπογραφών, ώστε να αναγκάσουμε την κυβέρνηση να εξετάσει το αίτημά μας και να αιτιολογήσει την όποια απόφασή της» λέει ο κ. Βρασίδας Καραλής, καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.
Στην ερώτηση κατά πόσον έχει συνδράμει η ελληνική κυβέρνηση στις προσπάθειες, ο κ. Καραλής επισημαίνει τη στήριξη από την ελληνική πρεσβεία και τα προξενεία στην Αυστραλία, διευκρινίζοντας ότι «χρειάζονται λεπτοί διπλωματικοί χειρισμοί από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας ώστε να μη θεωρηθεί ότι επιχειρείται παρέμβαση σε εσωτερικό θέμα».
«Από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας αναμένουμε μια απόφαση στο ζήτημα των εκπαιδευτικών που βρίσκονται με απόσπαση στην Αυστραλία. Η ανακοίνωση ότι πρόκειται να ανακληθούν οι αποσπάσεις, αφήνει τα σχολεία χωρίς διδάσκοντες, καθώς στην πλειονότητά τους οι εκπαιδευτικοί σε όλες τις βαθμίδες έρχονται από την Ελλάδα, και αυτό έχει δημιουργήσει μεγάλη ανησυχία» αναφέρει ο κ. Τσιανίκας, ενώ ο κ. Καραλής συμπληρώνει ότι « επρόκειτο για έμμεση οικονομική ενίσχυση που μας πρόσφερε η ελληνική κυβέρνηση με τη μορφή έμψυχου δυναμικού. Κατανοούμε τη δύσκολη οικονομική συγκυρία για την Ελλάδα, αλλά η άμεση απόσυρση όλων των εκπαιδευτικών με απόσπαση, ελλείψει σχεδίου για την αντικατάστασή τους, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα σε αυτή την κρίσιμη εποχή για την ελληνική γλώσσα στην Αυστραλία». Και οι δύο καθηγητές δηλώνουν αισιόδοξοι, τονίζουν όμως την ανάγκη για συνεχή και συγκροτημένη πίεση και κινητοποίηση. Η επίσημη πρόταση της αυστραλιανής κυβέρνησης για το θέμα επρόκειτο να γίνει τον Αύγουστο. Η πορεία του ζητήματος θα εξαρτηθεί τώρα από το αποτέλεσμα των αναμενόμενων εκλογών στη χώρα.
Τα βασικά επιχειρήματα της Ομογένειας
Τρία είναι τα βασικά επιχειρήματα της ελληνικής ομογένειας. Πρώτον, η ελληνική γλώσσα ομιλείται από σημαντικό μέρος του πληθυσμού της χώρας, το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, επομένως αποτελεί γλώσσα με κοινωνική, οικονομική και εθνική σημασία για την Αυστραλία. Δεύτερον , η ελληνική έχει συνεισφέρει στο λεξιλόγιο της αγγλικής, επομένως η γνώση της θα βοηθήσει τους μαθητές να εμπλουτίσουν τα αγγλικά τους. Τρίτον, είναι λιγότερο δαπανηρό να διατηρηθεί στο νέο πρόγραμμα μια γλώσσα η οποία ήδη διδάσκεται στα σχολεία και για την οποία υπάρχει υποδομή, πανεπιστήμιο που εκπαιδεύει καθηγητές, διαθέτει δικό της Τύπο και η ενοποίηση σε παναυστραλιανό επίπεδο θα έχει μικρό κόστος.
Πηγή: Το Βήμα, Λ. Κουζέλη, 17/7/10