Μία σόμπα που ζέσταινε για πολλά χρόνια έναν ναό του 5ου αιώνα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης δίνει τη θέση της σε ένα σύγχρονο σύστημα θέρμανσης. Ένας άλλος ναός ετοιμάζεται να γιορτάσει τα χιλιοστά «γενέθλιά» του. Την ίδια ώρα ρωμαϊκά ψηφιδωτά που ήταν για χρόνια καλυμμένα στην Αρχαία Ρωμαϊκή Αγορά έρχονται στο φως.
Σε πολλά και εμβληματικά μνημεία της Θεσσαλονίκης, το τελευταίο διάστημα πραγματοποιούνται εργασίες συντήρησης, με σκοπό την περαιτέρω ανάδειξή τους και από το τέλος του έτους έως το 2025 θα αρχίσουν σταδιακά να παραδίδονται στους πολίτες.
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης (ΕΦΑΠΟΘ) διανύει «μια πολύ δημιουργική περίοδο» και ταυτόχρονα είναι έτοιμη να προτείνει μία ακόμη σειρά από έργα για να ενταχθούν σε επόμενα προγράμματα χρηματοδότησης.
«Τα έργα που εκτελούμε τώρα αφορούν κυρίως τα βυζαντινά μνημεία της πόλης, μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς που προστατεύονται από την UNESCO. Είναι πολλοί Ιεροί Ναοί όπως η Αγία Σοφία, ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, η Παναγία Χαλκέων, τοιχογραφίες τριών ναών (του Προφήτη Ηλία, της Αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Νικολάου του Ορφανού), η Αχειροποίητος και άλλα» δήλωσε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης Ελισάβετ Τσιγαρίδα.
«Το γεγονός ότι πιάνουμε τόσα πολλά και τόσο σπουδαία μνημεία σημαίνει ότι απαιτείται επιπλέον προσπάθεια, ευθύνη και δυνάμεις, προκειμένου να γίνουν οι αποκαταστάσεις τους, με τις προδιαγραφές που θέτει η UNESCO. Είναι έργα μεγάλων διαστάσεων, με πολλές ανάγκες, στα οποία όλα τα προηγούμενα χρόνια γίνονταν σωστικές επεμβάσεις. Τώρα όμως, από τη στιγμή που εντάχθηκαν σε χρηματοδοτικό πλαίσιο, η Εφορεία επιτελεί ένα πραγματικά ασύλληπτο έργο για να προλάβει να τα παραδώσει και παράλληλα να αντιμετωπίσει τις ανάγκες που προκύπτουν κάθε μέρα», συμπλήρωσε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων ΥΠΠΟΑ Φλώρα Καραγιάννη.
Το παλαιότερο τέμενος της Θεσσαλονίκης, το Χαμζά Μπέη, γνωστό ως Αλκαζάρ, που μαζί με το Μπέη Χαμάμ και το Μπεζεστένι ήταν τα τρία μνημεία που σφράγισαν την οθωμανική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης, βρίσκονται υπό την φροντίδα της ΕΦΑΠΟΘ.
«Το Μπέη Χαμάμ χρησιμοποιήθηκε για πολλά χρόνια ως εκθεσιακός χώρος, αλλά χρειάζεται αποκατάσταση, που ποτέ δεν είχε γίνει σε τέτοιο εύρος», αναφέρει η κα Τσιγαρίδα. «Η αποκατάσταση περιλαμβάνει όλο το μνημείο – και το γυναικείο και το ανδρικό τμήμα, τη συντήρηση των τοιχογραφιών του γλυπτού διακόσμου, με αποτέλεσμα όταν θα δοθεί να είναι… άλλο μνημείο, όσοι το γνωρίζουν σήμερα δεν θα πιστεύουν στα μάτια τους», συμπληρώνει η κα Καραγιάννη.
«Από την άλλη, είναι το Αλκαζάρ, το οποίο είναι κλειστό εδώ και πολλά χρόνια. Ελπίζουμε ότι μετά το τέλος των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης θα μπορέσει να αποδοθεί στην πόλη και να χρησιμοποιηθεί ως ένας χώρος ήπιας πολιτιστικής χρήσης, που θα μπορεί να φιλοξενεί περιορισμένο αριθμό ατόμων, γιατί ακόμη χρήζει προστασίας», σημειώνει η κα Τσιγαρίδα.
Οι λαμαρίνες που οριοθετούσαν τις εργασίες για την κατασκευή του Μετρό στον σταθμό Αγίας Σοφίας απομακρύνθηκαν και τα ευρήματα που ήρθαν στο φως κατά τη διάρκεια των εργασιών έχουν περάσει στην ευθύνη της Εφορείας Αρχαιοτήτων.
«Αυτό το έργο εντάχθηκε από την Εφορεία μας στο Ταμείο Ανάκαμψης, είναι ένα τμήμα των εξαιρετικών λειψάνων της πόλης που είχαν ανασκαφεί στη διάρκεια της κατασκευής του μετρό. Αποκαθίσταται ένα τμήμα της πλατείας το οποίο σώζεται, τα βυζαντινά μαγαζιά και μπορεί κάποιος να δει την εξέλιξη της πόλης από τον 4ο μέχρι τον 12ο αιώνα», λέει η κα Τσιγαρίδα. Συμπληρώνει ότι το συγκεκριμένο έργο αναμένεται να αποδοθεί στο τέλος του χρόνου ή το αργότερο στις αρχές του 2024 και προσθέτει ότι το κρηναίο έχει ήδη παραδοθεί.
Μία σειρά από εργασίες στη Ροτόντα έχουν τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, με σκοπό τη συντήρηση του κτηρίου, του περιβάλλοντα χώρου, αλλά και του μικρού κτηρίου που είναι δίπλα στο ναό, που πλέον ονομάζεται αίθουσα πολυμέσων.
Όπως επισημαίνει η κα Καραγιάννη, υπάρχει ένα κομμάτι του τι βλέπει ο κόσμος και ένα κομμάτι που είναι η ευθύνη του υπουργείου να συντηρήσει και να περάσει στην επόμενη γενιά σωστά τα μνημεία. «Οπότε, σε αυτό το πλαίσιο, έχουν ενταχθεί εργασίες στεγάνωσης στη στέγη, ενίσχυσης των τοιχοποιών και συντήρησης του γλυπτού διακόσμου, που ήδη γίνεται εξαιρετική δουλειά σε αυτό τον τομέα και θα μπορέσουν οι επισκέπτες να το αντιληφθούν», λέει χαρακτηριστικά. Επιπλέον, όπως αναφέρει, έχουν συντηρηθεί το πρόπυλο, η θύρα, τα γλυπτά μέλη που υπάρχουν μέσα στο ναό, όπως και η κρήνη που βρίσκεται έξω. «Έχουμε εντάξει επίσης μία σειρά αρχιτεκτονικών μελών των οποίων η συντήρηση είναι σε εξέλιξη, αλλά και εργασίες στον περιβάλλοντα χώρο της Ροτόντας, που ομολογουμένως ήτανε αρκετά παραμελημένος αυτά τα χρόνια, διότι –δικαιολογημένα– συνήθως εστιάζουμε στον κυρίως ναό», καταλήγει η κα Καραγιάννη.
Στο μεταξύ, σε εξέλιξη είναι ένα διαδραστικό ψηφιακό πρόγραμμα παραγωγής της ΕΦΑΠΟΘ, για τις μεταμορφώσεις του άξονα της Εγνατίας από την Κασσανδρεωτική πύλη (σημερινή πλατεία Συντριβανίου) μέχρι τη Χρυσή Πύλη στο Βαρδάρη, το οποίο θα είναι διαθέσιμο στο κτήριο δίπλα στη Ροτόντα.
«Τα περισσότερα μνημεία της Θεσσαλονίκης είναι πάνω σε αυτό τον άξονα της Εγνατίας, που ήταν η κεντρική ρωμαϊκή λεωφόρος Decumanus Maximus. Η Εφορεία λοιπόν έχει μαζέψει όλη την πληροφορία που υπάρχει, για όλα τα οικόπεδα που έχουν σκαφτεί για τον οποιοδήποτε λόγο και έχει καταγράψει ανασκαφές δεκαετιών που έγιναν σε έναν αστικό ιστό γεμάτο από αρχαιότητες», τονίζει η κα Τσιγαρίδα.
Όλες αυτές οι πληροφορίες βρίσκονται σε αυτόν τον χάρτη, όπου μπορεί κάποιος να δει ανά εποχή τι έχει ανασκαφεί και τι έχει βρεθεί, για να καταλήξει σε μία 3D αναπαράσταση του δρόμου και κάποιων μνημείων. Επίσης, εκεί θα προβάλλεται ένα ντοκιμαντέρ για τα μνημεία της Θεσσαλονίκης και ένα δεύτερο εστιασμένο στη Ροτόντα, ενώ σε ένα i table μαθητές και επισκέπτες θα μπορούν να περιπλανηθούν ψηφιακά στα ψηφιδωτά της Θεσσαλονίκης.
«Υπάρχει μία φοβερή εξωστρέφεια το τελευταίο διάστημα από την Εφορεία, που συμβαδίζει με την πολιτική του Υπουργείου Πολιτισμού, να μην κρατάμε τα αρχαία, αλλά να τα βγάζουμε προς τον κόσμο», υπογραμμίζει η κα Τσιγαρίδα.
Στο φως έρχονται τα ρωμαϊκά ψηφιδωτά της Αρχαίας Αγοράς, που έως τώρα ήταν καλυμμένα. «Τώρα τα έχουμε συντηρήσει και θα τα ανοίξουμε για να τα θαυμάσει ο κόσμος. Επίσης τακτοποιούμε τη βυζαντινή οδό που υπήρχε στο νότιο τμήμα, γιατί η ρωμαϊκή αγορά έχει μία διαχρονική χρήση και στη Βυζαντινή περίοδο χρησιμοποιείται και γίνεται πάλι αγορά. Όλα αυτά εννοείται ότι υπήρχαν, αλλά ποτέ δεν είχαν αναδειχθεί», αναφέρει η κα Τσιγαρίδα.
Μάλιστα, αυτήν την περίοδο η ΕΦΑΠΟΘ έχει κλείσει το ωδείο της αρχαίας αγοράς, προκειμένου να αντικαταστήσει το γυάλινο πάτωμα, καθώς έχουν σκουριάσει τα μέταλλά στα οποία στηρίζεται και αναμένεται να είναι έτοιμο τον επόμενο χρόνο.
Τρεις Παλαιολόγιοι ναοί της Θεσσαλονίκης, ο Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός, η Αγία Αικατερίνη και ο Προφήτης Ηλίας, σώζουν τοιχογραφίες του 19ου αιώνα, τις οποίες συντηρεί η Εφορεία στο πλαίσιο του έργου. «Ήδη έχει ολοκληρωθεί ο Προφήτης Ηλίας, σε λίγους μήνες ολοκληρώνεται ο Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός και άμεσα, αυτό το μήνα, θα αρχίσουμε το έργο της συντήρησης στην Αγία Αικατερίνη», λέει η κα Καραγιάννη.
Τα 1000ά «γενέθλιά» της θα γιορτάσει σε πέντε χρόνια η Παναγία Χαλκέων, ένα μνημείο του 1028 και πρόθεση της Εφορείας ήταν έως τότε να έχει ήδη ολοκληρωθεί η πλήρης αποκατάστασή της. Πρόκειται για ένα τεράστιο έργο προϋπολογισμού 1.250.000 ευρώ, που ξεκίνησε πριν από λίγους μήνες και αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί το 2025.
«Όταν λέμε πλήρη αποκατάσταση εννοούμε την αναστήλωση, τις λεπτομέρειες των τοιχοποιών, τη συντήρηση των τοιχογραφικού διακόσμου που δεν έχει γίνει ποτέ, την εφαρμογή των μελετών για τη στατικότητα του μνημείου, τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, φυτοτεχνικές μελέτες, ακόμη και διοχετεύσεις ομβρίων υδάτων και αποχετευτικό σύστημα σε όλον αυτό το χώρο, ώστε όλα τα ύδατα να μην επηρεάζουν το μνημείο αλλά να διοχετεύονται στους αγωγούς της πόλης», εξηγεί η κα Καραγιάννη.
Αν και είχε πρόσφατα αναστηλωθεί η Αχειροποίητος, ο ναός παρέμενε χωρίς ενεργειακή αναβάθμιση ενώ τη θέρμανσή της διασφάλιζαν… σόμπες. «Εντάχθηκε λοιπόν μία τεράστια ηλεκτρομηχανολογική μελέτη και θα γίνει ενεργειακή αναβάθμιση». Στο ίδιο μνημείο εντάχθηκε επίσης και ο περιβάλλων χώρος. «Σε όλα τα σημεία τώρα, ενώ παλαιότερα εστιάζαμε δικαιολογημένα στο μνημείο, τώρα ήρθε η ώρα να δούμε και τους περιβάλλοντες χώρους, γιατί και αυτοί έχουν υπολείμματα από αρχαιότητες και κυρίως από γλυπτό διάκοσμο, που σε πολλές περιπτώσεις φυλάσσεται στις αυλές και θέλουμε να δώσουμε στους επισκέπτες και αυτή τη διάσταση του πλούτου που υπήρχε», αναφέρει η κα Καραγιάννη.
Χωρίς σόμπες, αλλά με σύστημα πετρελαίου θέρμανσης που είναι εκτός λειτουργίας τα τελευταία δύο χρόνια είναι η Αγία Σοφία, όπου γίνεται άλλο ένα μεγάλο έργο ενεργειακής αναβάθμισης, τεράστιου κόστους, σύμφωνα με την κα Τσιγαρίδα. Ταυτόχρονα όμως έχει ενταχθεί και ο περίβολος του Ναού για τη διαμόρφωσή του. «Η πρόθεση είναι να γίνουν χώροι έκθεσης αρχιτεκτονικού διακόσμου που είναι πάρα πολύς και προέρχεται κυρίως από αυτόν τον καθεδρικό ναό της πόλης. Επίσης θα γίνουν διαδρομές επίσκεψης περιμετρικά του μνημείου», συμπληρώνει η κα Καραγιάννη.
Σύντομα όμως θα αποδοθούν στους Θεσσαλονικείς και τα υπερώα των ναών. «Η πρόσβαση βέβαια θα είναι περιορισμένη εκεί και θα μπορούν να τα επισκέπτονται γκρουπ των 10 ατόμων, αλλά δεδομένου ότι μέχρι τώρα ήταν μονίμως κλειστά, θα είναι μια εκπληκτική εμπειρία», λέει η κα Τσιγαρίδα.
Ανεξάντλητο χαρακτηρίζεται από την ΕΦΑΠΟΘ το έργο συντήρησης των τειχών της Θεσσαλονίκης, το οποίο θα ενταχθεί στο επόμενο ΕΣΠΑ, ενώ ήταν και σε προηγούμενο όπως και στο Γ’ ΚΠΣ. «Σε αυτό το πλαίσιο έχουν ενταχθεί τμήματα τειχών της Ακροπόλεως από τη Μονή Βλατάδων και δυτικά και σχεδόν όλη η κατεβασιά μέχρι τα δικαστήρια. Στο επόμενο πρόγραμμα ζητάμε να ενταχθεί και να μπορέσουμε να συντηρήσουμε επίσης τους πύργους και τις πύλες», σημειώνει η κα Τσιγαρίδα.
Ο τάφος του μαιευτηρίου στην οδό Παπαναστασίου, ένα μνημείο το οποίο σκάφτηκε και αποκαλύφθηκε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και χρήζει περαιτέρω ανάδειξης, είναι στα μελλοντικά σχέδια της ΕΦΑΠΟΘ, όπως και ο περίφημος Μακεδονικός Τάφος του Φοίνικα, με έμφαση στον περιβάλλοντα χώρο του.
Σημαντικό, όπως σημειώνει η κα Τσιγαρίδα, είναι ότι πρόσφατα εγκρίθηκε με θετική εισήγηση από το ΚΑΣ η μελέτη για τον ναό της οδού Αντιγονιδών. «Θέλουμε να το εντάξουμε στο επόμενο ΕΣΠΑ, θα είναι από τα πρώτα έργα που θέλουμε να μπουν, διότι το ελληνικό κράτος έχει ξοδέψει ήδη αρκετά χρήματα να γίνει η απαλλοτρίωση. Επίσης βρίσκεται σε ένα πολύ σημαντικό σημείο της πόλης, το δυτικό τμήμα του κέντρου, εκεί όπου ήταν ο πυρήνας της Ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης και όπου βρίσκονταν όλα τα Αρχαία Ιερά», επισημαίνει η προϊσταμένη.
Σύμφωνα με την ίδια, αυτός ο υπέροχος χώρος θα είναι ικανός να μας θυμίσει σιγά σιγά αυτό το κομμάτι της πόλης. «Ο επισκέπτης θα μπορεί να βλέπει κυρίως από πάνω, αλλά θα έχει και τρίτη διάσταση, με αντίγραφα των ευρημάτων που φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Θα μπορεί κάποιος να τα δει και θα έχει την αίσθηση του ιερού του ναού που υπήρχε εκεί στα ρωμαϊκά χρόνια, αν και όλα τα στοιχεία είναι από διάφορους αρχαϊκούς χρόνους. Ήταν σύνηθες για τους Ρωμαίους να παίρνουν κομμάτια και να τα τοποθετούν, να κάνουν τη σύσταση», αναφέρει.
Τον χαρακτηρισμό «Ακρόπολη της Θεσσαλονίκης» χρησιμοποίησε η κα Τσιγαρίδα -όπως παλαιότερα και η υπουργός πολιτισμού- για τον Άγιο Δημήτριο. «Θα είναι το πιο σημαντικό μας έργο, το οποίο ακόμη το σχεδιάζουμε, όμως μέσα από αυτό θέλουμε να δείξουμε τη διαχρονία, να αρχίσουμε από τα ρωμαϊκά χρόνια και να τελειώσουμε στο σήμερα. Είναι πολύ εμβληματικό έργο αυτό που σχεδιάζεται, πολύ μεγάλης κλίμακας και για όλο το οικοδομικό τετράγωνο», υπογραμμίζει.
Επανέρχονται σιγά σιγά οι αρχαιότητες που είχαν αποσπαστεί για την κατασκευή του Μετρό, στον αρχαιολογικό χώρο μέσα στο σταθμό Βενιζέλου. «Πέρα από αυτό το στρώμα της εποχής του 6ου αιώνα που επανέρχεται –και που ήταν το ζητούμενο να επανέλθει– κατορθώσαμε να φέρουμε και το αμέσως κατώτερο στρώμα, που είναι των όψιμων ρωμαϊκών χρόνων. Αυτό δεν θα φαίνεται, όπως δεν φαινόταν ούτε και πριν», εξηγεί η κα Τσιγαρίδα και επισημάνει: «Έως το τέλος του χρόνου θα έχουν επανέλθει τα πάντα και θα γίνει η ανάδειξη. Από το μεσοπάτωμα και πάνω από μία πεζογέφυρα ο κόσμος θα μπορεί να βλέπει τα πάντα, ενώ σε καθημερινή βάση, περιορισμένος αριθμός ατόμων σε γκρουπ θα μπορεί να πηγαίνει και κάτω».
Στον ίδιο σταθμό θα έχει τη δυνατότητα ο επιβάτης να περιηγηθεί με ψηφιακό τρόπο σε μία ολόκληρη περιοχή, ενώ οθόνες αφής θα προσελκύουν τους νεότερους επισκέπτες. «Επίσης θα προβάλλεται ένα πολύ μεγάλο βίντεο για το πώς έγινε ο σταθμός, την ιστορία της ανασκαφής και όλο το τεχνικό έργο», συμπληρώνει.
Η κα Τσιγαρίδα αναφέρθηκε ακόμη στα δύο μουσεία που πρόκειται να γίνουν από την Αττικό Μετρό, το ένα εκ των οποίων έχει ήδη ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης για να ολοκληρωθεί το 2025, αν και εκτιμά ότι θα χρειαστεί παράταση. «Ένα μουσείο που με ανάλαφρο τρόπο και μέσα από τα αρχαία, θα μας πει το πώς τελικά αυτές οι δύο ανασκαφές κυρίως μας έδωσαν την ιστορία της πόλης», τονίζει η προϊσταμένη της Εφορείας και συνεχίζει: «Αυτό είναι στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά και θα περιλαμβάνει την ιστορία της Θεσσαλονίκης που θα φτάνει μέχρι τις ανασκαφές του μετρό. Κυρίως θα είναι ο δρόμος που έχει βρεθεί στους δύο σταθμούς. Στον κάτω όροφο θα έχουμε όλα τα εκτός των τειχών ευρήματα, που είναι πάρα πολλά, νεκροταφεία κ.λπ. και στον επάνω όροφο είναι η Θεσσαλονίκη από τον Κάσσανδρο μέχρι το ’17 με πάρα πολλά ψηφιακά στοιχεία», καταλήγει.
Όσο για το δεύτερο μουσείο, θα φιλοξενηθεί στο crossover, στο σημείο της διασταύρωσης των τροχιογραμμών κοντά στο ΑΠΘ και συγκεκριμένα σε ένα υπόγειο κτήριο. «Στη διάρκεια των ανασκαφών του μετρό οι δύο εφορείες που ήταν συναρμόδιες τότε, η 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και η ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, κατά καιρούς είχαν ένα εξαιρετικό εύρημα το οποίο δεν ήθελαν να καταστρέψουν και το αφαιρούσαν, όπως για παράδειγμα κάτι εκπληκτικές σκάλες. Επίσης ο εξαιρετικός μαρμάρινος δρόμος της Αγίας Σοφίας που αφαιρέθηκε το 2017 πρέπει κάπου να εκτεθεί ξανά και σίγουρα αυτό το “κάπου” δεν μπορεί να είναι ένα συμβατικό μουσείο», δηλώνει η κα Τσιγαρίδα.
Οι αποσπασμένες αρχαιότητες λοιπόν θα πάνε σε αυτόν το χώρο για τον οποίο η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης έκανε τη μουσειολογική μελέτη και ουσιαστικά επιχειρεί να παρουσιάσει την οικοδομική ιστορία της πόλης. Αυτό το έργο δεν έχει ακόμη ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα, ωστόσο, έως το τέλος του έτους αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί όλες οι μελέτες (αρχιτεκτονική, μουσειολογικη και μουσιογραφική).
Παρά την εξωστρέφεια της Εφορείας και του Υπουργείου Πολιτισμού ώστε να βγουν τα αρχαία προς τον κόσμο, ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της πόλης, το ανάκτορο του Γαλέριου στην πλατεία Ναυαρίνου, η αναστήλωση του οποίου έχει πάρει ευρωπαϊκό βραβείο, κακοποιείται καθημερινά.
«Κάποιοι νεαροί γράφουν με σπρέι, άλλοι περιθωριακοί τύποι αφοδεύουν στο σημείο. Πρόπερσι είχαμε ανοίξει τα ψηφιδωτά και πάνω σ’ αυτά άτομα έκαναν παρκούρ. Δεν πρόκειται να τα ανοίξουμε ξανά», αναφέρει η κα Τσιγαρίδα.
«Γενικώς πάσχουμε ως προς την παιδεία μας ιδίως σε σχέση με το πώς αγκαλιάζουμε τους αρχαιολογικούς χώρους. Αναλωνόμαστε στην προσπάθεια να καθαρίζουμε συνεχώς γκράφιτι από τα περισσότερα μνημεία, να αντικαθιστούμε τις πινακίδες που καταστρέφονται αμέσως μόλις τις αλλάζουμε, ενώ είμαστε αποφασισμένοι να μην βάζουμε πια φώτα, γιατί με το που μπαίνουν πανάκριβα φωτιστικά, τα σπάζουν», επαυξάνει η κα Καραγιάννη.
«Αναγκαστικά θα οδηγηθούμε σε κάγκελα, δηλαδή σε εγκλωβισμούς των αρχαιολογικών χώρων, κάτι που κανείς δεν το θέλει, αλλά είμαστε αναγκασμένοι να τα αποκλείσουμε για να τα προστατέψουμε, διότι επίσης δεν έχουμε και τόσα χρήματα για να ξοδεύουμε για να τα φτιάχνουμε κάθε τόσο. Είναι λυπηρό», καταλήγει.