Σπάνια εκθέματα μέσα από τα οποία αναδεικνύεται ο αγώνας των Κρητικών κατά την περίοδο της Eπανάστασης του 1821 παρουσιάζονται στην έκθεση «”Tων αντρειωμένων τ’ άρματα”: όπλα και εφόδια των Κρητικών στην επανάσταση του 1821», που φιλοξενείται στα Χανιά.
Τα εκθέματα αποτελούν μέρος της μεγάλης συλλογής του Ευτύχη Τζιρτζιλάκη, ο οποίος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, περιγράφει την προσπάθεια για τη συγκέντρωσή τους καθώς και την ιστορική τους αξία. Πρώτα μελετητής του κρητικού οπλισμού και μετά συλλέκτης, όπως μας δηλώνει.
«Εγώ αυτό που θέλω να βγει μέσα από τη συλλογή είναι η γνώση. Η συλλογή βοηθά στη μελέτη γιατί η μελέτη στα αντικείμενα δεν είναι εύκολο να γίνει θεωρητικά και από φωτογραφίες».
Χειροποίητα και αυτοσχέδια όπλα, όπλα από διάφορες περιοχές της χώρας, φορεσιές και ιστορικά τεκμήρια αποτελούν μέρος της συλλογής που, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο συλλέκτης, «είναι μάθημα ιστορίας, η προσπάθεια για τη συλλογή είναι δουλειά δεκαετιών, είναι ένας ηράκλειος άθλος. Και εγώ καμιά φορά βλέπω αυτά που έχω μαζέψει και δεν πιστεύω όπως τα έχω καταφέρει».
Μέσα από 14 θεματικές ενότητες, οι οποίες παρουσιάζονται σε ισάριθμες προθήκες, σκοπός της έκθεσης είναι να επικοινωνήσει στον επισκέπτη τα όπλα και τα εφόδια των πολεμιστών του 1821. Τότε που οι Κρητικοί, φτωχοί και κάτω από τη διαρκή καταπίεση των Τούρκων, είχαν ελάχιστα όπλα. Παρ’ όλα αυτά με γενναιότητα, με αυτά τα λίγα όπλα και με άλλα αυτοσχέδια ξύλινα, ξεκίνησαν την επανάσταση.
Όπως σημειώνει μιλώντας στο ΑΠΕ -ΜΠΕ, «η πραγματική τους αξία είναι ανυπολόγιστη γιατί αποτελούν μαρτυρία για την κρητική ιστορία που δεν υπάρχει αλλού πουθενά», τονίζει.
Ξεναγός μας στην έκθεση, ο κ. Τζιρτζιλάκης μας περιγράφει το πώς ξεκίνησαν οι Κρητικοί την επανάσταση του ’21, χωρίς όπλα.
«Το σπαθοράβδι, η σπαδόβεργα, η σφεντόνα και η χουρχούδα ήταν τα πρώτα όπλα των Κρητικών που δεν είχαν χρήματα για να αγοράσουν όπλα. Ήξεραν, όμως, πολύ καλά τη φύση και τα ξύλα και χρησιμοποιούσαν σκληρά και αήττητα υλικά για τα όπλα, όπως ο πρίνος και η αγριελιά» μας λέει.
Στη συνέχεια, όπως ακόμα μας είπε, εξοπλίστηκαν καλύτερα με τα λάφυρα που πήραν και με τη βοήθεια των άλλων ελληνικών περιοχών. Τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν τότε είχαν διάφορες προελεύσεις. Κάποια ήταν ίδια με αυτά που κυκλοφορούσαν στις άλλες οθωμανικές περιοχές, κάποια ήταν ευρωπαϊκά και κάποια από αυτά φτιάχνονταν στην Κρήτη. Μάλιστα εκείνη την περίοδο στην Κρήτη, όπως μας είπε, κατασκευάζονταν πιστόλες και κρητικά ντουφέκια που λέγονταν λαζαρίνες. Τα όπλα αυτά τα έφτιαχναν Κρητικοί οπλουργοί που λέγονταν κονταξήδες. Τα οπλουργεία λέγονταν τορνεζιά.
Όπως εξηγεί ο κ. Τζιρτζιλάκης: «για να είναι πλήρως οπλισμένος ο πολεμιστής, είχε πάνω του το ντουφέκι που ήταν τόσο περιζήτητο καθώς ένα ντουφέκι έκανε ένα λιόφυτο. Οι πιστόλες και τα ντουφέκια γίνονταν και ρόπαλα, όταν τελείωναν τα πυρομαχικά, ενώ ο πολεμιστής είχε πάνω το γιαταγάνι και το κρητικό μαχαίρι».
Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του Κρητικού πολεμιστή ήταν «το σακούλι με τα εφόδια. Δηλαδή λιτή τροφή (παξιμάδι, ελιές, κουκιά), λίγο νερό, τα γιατρικά εκείνης της εποχής. Τα γιατρικά ήταν μαλλί προβάτου, ο μαρόλυθος, σκόνη από ρετσίνη. Ο κάθε πολεμιστής είχε ακόμα τα υλικά για να μπαλώσει τα στιβάνια του. Είχε ακόμα το ράσο του που το χρησιμοποιούσε και ως κουβέρτα».
Η έκθεση φιλοξενείται στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής Μεσογείου και θα διαρκέσει έως τις 13 Απριλίου 2023. Τελεί υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, και διοργανώθηκε για πρώτη φορά από τον Δήμο Μαλεβιζίου, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 200 χρόνια της ελληνικής επανάστασης, ενώ στη συνέχεια φιλοξενήθηκε από το Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνου.