Η αμερικανική αρχαιολογική αποστολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, που εργάζεται στην περιοχή του ναού του φαραώ Ραμσή Β’ στην Άβυδο, αποκάλυψε περισσότερα από 2.000 μουμιοποιημένα κεφάλια κριών που χρονολογούνται από την Πτολεμαϊκή περίοδο. Την ίδια στιγμή, η αποστολή έφερε στο φως, στην ίδια θέση, τεράστιο κτίριο το οποίο χρονολογείται στην 6η Δυναστεία, χίλια ολόκληρα χρόνια πριν από τον ναό του Ραμσή Β’.
Αυτό δήλωσε ο δρ Μοστάφα Ουαζίρι (Mostafa Waziri), Γενικός Γραμματέας του Ανωτάτου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων, τονίζοντας ότι τα ευρήματα αποκαλύπτουν σημαντικές λεπτομέρειες για το ιστορικό του ναού του Ραμσή Β’ στην Άβυδο και της ευρύτερης περιοχής του. Πρόσθεσε επίσης ότι κοντά στο σημείο όπου βρέθηκαν τα κεφάλια των κριών, η αποστολή αποκάλυψε μια σειρά από μουμιοποιημένα ζώα (προβατίνες, αγελάδες, ελάφια, σκύλους, μαγκούστες και αγριοκάτσικα). Όλα βρέθηκαν τοποθετημένα σε μια από τις νεοανακαλυφθείσες αποθήκες στο βόρειο τμήμα του ναού.
Από την πλευρά του, ο δρ Σάμιχ Ισκάντερ (Sameh Iskander), επικεφαλής της αποστολής, ανέφερε ότι τα ταριχευμένα αυτά κεφάλια που βρέθηκαν σε τόσο μεγάλο αριθμό αποτελούσαν αναθήματα κατά την τέλεση μιας άνευ προηγουμένου λατρείας των κριών στην Άβυδο κατά την περίοδο των Πτολεμαίων. Επιπλέον, η ανακάλυψη δείχνει ότι ο Ραμσής Β’ τιμάται στην Άβυδο χίλια χρόνια μετά τον θάνατό του.
Το κτίριο της 6ης Δυναστείας χαρακτηρίζεται από ένα διαφορετικό και μοναδικό αρχιτεκτονικό σχέδιο. Διακρίνεται για τους τεράστιους τοίχους του, πάχους 5 μ., ενώ επισημαίνεται ότι αυτό το κτίριο θα συμβάλει σημαντικά στην επανεξέταση των τεκταινόμενων στην Άβυδο κατά το Αρχαίο Βασίλειο, αλλά και των αρχιτεκτονικών καταλοίπων της εποχής στον χώρο. Συγκεκριμένα, το πρόσφατα ανασκαμμένο κτίριο βοηθά τους ειδικούς να κατανοήσουν τη μορφή του χώρου και τη φύση των δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνταν στον χώρο όπου χίλια χρόνια αργότερα ο Ραμσής Β’ θα ιδρύσει τον ναό του.
Ο καθηγητής Μοχάμεντ Άμπντελ Μπάντεϊ (Mohamed Abdel-Badei), επικεφαλής του Κεντρικού Τμήματος Αρχαιοτήτων Άνω Αιγύπτου στο Ανώτατο Συμβούλιο Αρχαιοτήτων, πρόσθεσε ότι η αποστολή αποκάλυψε επίσης τμήματα του βόρειου τείχους του ναού, καθώς και κατάλοιπα από προσκτίσματα, διευκρινίζοντας το όριο του τεμένους. Συνιστάται επομένως η επανεξέταση των εκτιμήσεων που διατυπώνονται για την τοπογραφία του χώρου κατά την έρευνά του, η οποία μετρά 150 χρόνια.
Τα κινητά ευρήματα, τέλος, περιλαμβάνουν τμήματα αγαλμάτων και παπύρων, υπολείμματα αρχαίων δέντρων, ρούχα και δερμάτινα παπούτσια. Η αποστολή θα ολοκληρώσει τις ανασκαφικές εργασίες της στη θέση για να αποκαλύψει περισσότερα για την ιστορία της και να μελετήσει και να τεκμηριώσει όσα αποκαλύφθηκαν κατά την τρέχουσα ανασκαφική περίοδο.
Η Άβυδος ήταν το λατρευτικό κέντρο του θεού Όσιρη, του κυρίου του Κάτω Κόσμου, αλλά και ο χώρος όπου είχαν ταφεί ορισμένοι από τους πρώτους ηγεμόνες της Αιγύπτου. Τουλάχιστον από το πρώιμο Μέσο Βασίλειο, η λατρεία του Όσιρη στην Άβυδο εκφραζόταν με μια μορφή προγονικής λατρείας που επεκτεινόταν σε παλαιούς βασιλιάδες καθώς και σε κοινούς θνητούς προγόνους. Η λατρεία αυτή εκφραζόταν μεταξύ άλλων με μια μεγαλειώδη τελετουργική πομπή που σταματούσε σε καθορισμένα ιερά σημεία, την αφιέρωση στηλών στη μνήμη νεκρών αγαπημένων προσώπων αλλά και την προσφορά μουμιοποιημένων ζώων. Αποτέλεσμα ήταν να εξελιχθεί η Άβυδος σε ένα από τους αρχαιότερους χώρους καταγεγραμμένης προσκυνηματικής δραστηριότητας μεγάλης κλίμακας στον κόσμο. Οι φαραώ της 19ης δυναστείας Σέτι Α’ και Ραμσής Β’ έχτισαν από έναν ναό ο καθένας, προκειμένου να ενισχύσουν τη βασιλική προγονική λατρεία στη θέση.