Εγκαινιάστηκε την Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, παρουσία της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη, η επανέκθεση των αριστουργημάτων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ελευσίνας. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα αρχαιολογικά μουσεία του ελληνικού κράτους, το οποίο αντικατοπτρίζει τις μουσειακές και αρχιτεκτονικές αντιλήψεις της εποχής του. Με την επανέκθεση επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός της μουσειολογικής προσέγγισης και εκθεσιακής παρουσίασης, η μετάδοση του επιστημονικού λόγου με τρόπο εύληπτο, η αναβάθμιση της επικοινωνιακής δυναμικής και εκπαιδευτικής λειτουργίας της έκθεσης με τη χρήση και οπτικοακουστικών μέσων, με στόχο την αναθέρμανση του εγχώριου και διεθνούς ενδιαφέροντος για την Ελευσίνα και την ιστορία της.
Όπως είπε στον χαιρετισμό της η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη: «Υλοποιώντας τη σχετική δέσμευση του Πρωθυπουργού, το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού προχώρησε στην εξαγορά του κτηριακού συγκροτήματος του Παλαιού Ελαιουργείου, προκειμένου να στεγαστεί εκεί το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίνας, αντάξιο του πολιτιστικού αποθέματος της περιοχής, καθώς και η φιλοξενία δράσεων σύγχρονης καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας, περιλαμβανομένων πολλών από αυτές της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας. Πριν από λίγες μέρες, το Συμβούλιο Μουσείων γνωμοδότησε θετικά επί του κτηριολογικού προγράμματος του νέου μουσείου, εμβαδού περίπου 4.500 τ.μ. και ήδη έχουν δρομολογηθεί οι πρόδρομες ενέργειες, ώστε να προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την ανάθεση των αναγκαίων μελετών, μέχρι το καλοκαίρι. Έως ότου, όμως, το χρόνιο αίτημα για το νέο μουσείο της τοπικής κοινωνίας λάβει σάρκα και οστά, οι συναρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου προχώρησαν στις αναγκαίες ενέργειες για τη αναβάθμιση των υποδομών, την επανέκθεση της μόνιμης συλλογής, τον εμπλουτισμό των οπτικοακουστικών εποπτικών μέσων, και τη συνολική αναβάθμιση της εμπειρίας των επισκεπτών του υφιστάμενου αρχαιολογικού μουσείου, το οποίο συνδέεται οργανικά με τον αρχαιολογικό χώρο του Ιερού της Δήμητρας και της Κόρης, όπου τελούνταν για αιώνες τα Μεγάλα Μυστήρια, η πιο γνωστή μυστηριακή λατρεία του αρχαίου κόσμου. Ο κτηριακός πυρήνας του μουσείου χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα, από τα παλαιότερα της Ελλάδας, με μεταγενέστερες προσθήκες, τροποποιήσεις και επισκευές διαφόρων περιόδων, η τελευταία των οποίων έγινε μετά το μεγάλο σεισμό του 1999. Για την υλοποίηση αυτού του καθόλα απαραίτητου και σημαντικού έργου, που αποδίδεται σήμερα στο ευρύ κοινό, εργάστηκαν σκληρά και μεθοδικά πολλές Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, με προεξάρχουσα την καθ’ ύλην αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής. Όμως, το έργο δεν θα ήταν δυνατόν να ολοκληρωθεί μέχρι την έναρξη της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, αν δεν υπήρχε η πολύτιμη και καθοριστική συμβολή του Ιδρύματος Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλόπουλου, που με δωρεά ύψους 500.000 € όχι μόνο συνέδραμε το Υπουργείο οικονομικά, αλλά λειτούργησε καταλυτικά στη σύντμηση του χρόνου υλοποίησης του έργου».
Παράλληλα, στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας, εκτελείται ένα σύνθετο έργο, που περιλαμβάνει την αναδιαμόρφωση της εισόδου, τη σύνδεσή του με την Πλατεία Ηρώων, τη δημιουργία νέας διαδρομής για τα ΑμεΑ, καθώς και τη συνολική βελτίωση υποδομών και υπηρεσιών προς τους επισκέπτες, με στόχο να παραδοθεί ο χώρος στο κοινό –φυσικά και εννοιολογικά– περισσότερο προσβάσιμος, κατανοητός και ευανάγνωστος και παράλληλα να συνδεθεί λειτουργικά με τον περιβάλλοντα αστικό ιστό.
Στο μουσείο εκτίθενται κυρίως ευρήματα από τις ανασκαφές στο χώρο του Ιερού και δευτερευόντως ταφικό υλικό από το λεγόμενο Δυτικό Νεκροταφείο, την κυριότερη νεκρόπολη της Ελευσίνας, και από τη νότια νεκρόπολη. Τα ευρήματα χρονολογούνται από τους προϊστορικούς έως και τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους. Τα περισσότερα εκθέματα είναι έργα πλαστικής, ανάγλυφα και ολόγλυφα, με μικρότερο αριθμό πήλινων αντικειμένων. Μεταξύ των αρχιτεκτονικών γλυπτών ξεχωρίζουν το αποκατεστημένο γωνιακό τμήμα της ανωδομής του αρχαϊκού Τελεστηρίου, η μία από τις δύο κιστοφόρους Καρυάτιδες που στήριζαν τη στέγη των Μικρών Προπυλαίων, καθώς και η αετωματική μορφή της «Φεύγουσας Κόρης». Στην κατηγορία των γλυπτών ξεχωρίζει το μεγάλο άγαλμα της Δήμητρας που αποδίδεται στο εργαστήριο του γλύπτη Αγοράκριτου, ενώ από την αξιόλογη σειρά αναγλύφων, ιδιαίτερη μνεία αξίζει το εντυπωσιακών διαστάσεων αναθηματικό ανάγλυφο του Λακρατείδη με παράσταση ελευσινιακών θεοτήτων.
Η κεντρική ιδέα της νέας έκθεσης οργανώνεται σε δύο θεματικούς άξονες: «Ελευσίνα: η πόλη γύρω από το Ιερό» και «Τα Μεγάλα Μυστήρια».
Ο πρώτος θεματικός άξονας είναι αφιερωμένος στην περιληπτική γνωριμία με την πόλη της Ελευσίνας και τα ιστορικά υποκείμενα που συνέβαλαν στη γένεση και ανάπτυξή της, δηλαδή τη γεωγραφική και στρατηγική της θέση, την ένταξη της περιοχής στην επικράτεια της πόλεως-κράτους των Αθηνών, τον δήμο της Ελευσίνας και, μεταγενέστερα, τη ρωμαϊκή διοίκηση.
Το δεύτερο, και μεγαλύτερο, μέρος του εκθεσιακού προγράμματος είναι αφιερωμένο στα Μεγάλα Μυστήρια. Μέσα από τη διαλογική σύνθεση πρωτότυπων αντικειμένων με σχόλια αρχαίων συγγραφέων, οι δύο πρώτες ενότητες εικονογραφούν και αφηγούνται τον ιδρυτικό μύθο της μυστηριακής λατρείας και το τυπικό της μύησης. Οι επόμενες τέσσερις ενότητες παρουσιάζουν τις απαρχές της λατρείας, τα αρχιτεκτονικά-μνημειακά κατάλοιπα και τους μετασχηματισμούς που υπέστη ο ιερός χώρος διαχρονικά, τα ποικίλα αναθήματα που αφιέρωναν οι πιστοί στις θεές και τέλος τα αφιερώματα και μέρη του αρχιτεκτονικού διακόσμου της Ρωμαϊκής περιόδου.
Η έκθεση ολοκληρώνεται στο «Τελεστήριο». Πρόκειται για έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο που δεν επιχειρεί να αναπαραστήσει το εσωτερικό του κτηρίου, όπου λάμβανε χώρα το άρρητο τελικό στάδιο της μύησης, αλλά να δημιουργήσει ένα περιβάλλον πολυ-αισθητηριακής μουσειακής εμπειρίας που ενεργοποιεί βιωματικούς και «συναισθητικούς» τρόπους προσέγγισης και αντίληψης του θέματος των αρχαίων Μυστηρίων.