Σύγχρονα εργαστήρια παραγωγής πιστών αντιγράφων, γλυπτοθήκη-μοντελοθήκη και αποθήκες αποκτά ο Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ), στο πλαίσιο του συνολικού εκσυγχρονισμού της λειτουργίας του, της παραγωγικής διαδικασίας και των πωλητηρίων του, αλλά και της ορθολογικότερης διαχείρισης των δημόσιων πόρων. Το έργο της διαμόρφωσης και αλλαγής χρήσης για την οργάνωση των εργαστηρίων και λειτουργιών του ΟΔΑΠ σε βιομηχανικό διατηρητέο κτήριο επί της οδού Πειραιώς 260 είναι προϋπολογισμού 5.194.980 ευρώ και χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η αρχιτεκτονική προμελέτη που ενέκρινε το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων περιλαμβάνει τη διαμόρφωση χώρων στο κτήριο Α του Βιομηχανικού Συγκροτήματος ΕΒΜΕ ΑΕ (πρώην εργοστάσιο Τσαούσογλου), για τη λειτουργία εργαστηρίων παραγωγής πιστών αντιγράφων και γλυπτοθήκης-μοντελοθήκης, επισκέψιμων από το κοινό, όπως, επίσης, χώρων πωλητηρίου, αναψυκτηρίου και αποθηκών. Το 2022, το Κτήριο Α των εγκαταστάσεων της πρώην ΕΒΜΕ παραχωρήθηκε στον ΟΔΑΠ, προκειμένου να στεγάσει τις λειτουργίες του σε ένα ευρύχωρο, σύγχρονων προδιαγραφών, κτήριο.
Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη: «Ο ΟΔΑΠ έχει εισέλθει πλέον σε μια νέα εποχή, που απαιτεί αναβάθμιση των λειτουργιών του, αλλά και εκσυγχρονισμό των υποδομών και των εγκαταστάσεών του. Το Ταμείο Ανάκαμψης μας προσφέρει αυτές τις δυνατότητες. Αποκαθιστούμε και μετατρέπουμε ένα εγκαταλειμμένο βιομηχανικό κέλυφος σε κτήριο σύγχρονο, λειτουργικό και ασφαλές, για να φιλοξενήσει ποικίλες δραστηριότητες του Οργανισμού. Πρωτίστως, εκσυγχρονίζονται τα εργαστήρια παραγωγής ακριβών αντιγράφων –αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα του ΟΔΑΠ– προκειμένου να ανταποκρίνονται στη ζήτηση, ενώ ένα μέρος τους θα είναι επισκέψιμο για το κοινό. Διατηρώντας τη φυσιογνωμία του κτηρίου, δίνουμε νέα ζωή σε ένα ιστορικό μνημείο βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, με ιδιαίτερο κοινωνικό και τεχνολογικό ενδιαφέρον. Σηματοδοτώντας τη νέα εποχή δυναμικής επανεκκίνησης του ΟΔΑΠ στην προώθηση του πολιτιστικού αποθέματος, σε συνάφεια και με το σύγχρονο πολιτισμό, το κτήριο διαμορφώνεται, ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει τις λειτουργίες του ΟΔΑΠ για μεγαλύτερα, σύγχρονα εργαστήρια που να εξασφαλίζουν στους δημιουργούς άνεση, ασφάλεια, ευχάριστο και δημιουργικό περιβάλλον, ενώ συγχρόνως να υπηρετεί τη νέα εξωστρεφή πολιτική του με τη δημιουργία ενός μοναδικού εκθεσιακού χώρου, της πολύτιμης και ιστορικής Γλυπτοθήκης-Μοντελοθήκης του».
Η Πρόεδρος του ΟΔΑΠ Νικολέττα Βαλάκου δήλωσε: «Είναι ευτυχής συγκυρία ότι όλες αυτές οι κομβικές για τον Οργανισμό λειτουργίες και υπηρεσίες θα βρουν στέγη σε ένα εμβληματικό κηρυγμένο βιομηχανικό κτήριο της Αθήνας επί της οδού Πειραιώς, απέναντι από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και σε γειτνίαση με άλλους Μουσειακούς και Πολιτιστικούς Οργανισμούς, που σηματοδοτούν τη γενικότερη ανάπλαση της ιστορικής οδικής αρτηρίας που συνδέει την Αθήνα με τον Πειραιά. Με την εμπνευσμένη μάλιστα μελέτη του αρχιτεκτονικού μελετητικού γραφείου Κοκκίνου-Κούρκουλα, που εγκρίθηκε από το ΚΣΝΜ, το κτήριο μαζί με τις νέες λειτουργίες του θα αναδειχθεί σε σημείο αναφοράς για την περιοχή».
Το κτήριο Α είναι διώροφο με υπόγειο, ισόγειο και όροφο, συνολικής επιφάνειας 13.200 τ.μ. Η επέμβαση αφορά σε τμήμα του κτηρίου, εμβαδού 6.500 τ.μ. περίπου. Το εσωτερικό του κτηρίου χωρίζεται σε ανεξάρτητα τμήματα ανάλογα με τις χρήσεις που φιλοξενούν: Κεντρική είσοδος-χώρος υποδοχής, εργαστήρια, αποθήκες, γλυπτοθήκη-μοντελοθήκη, πωλητήριο και αναψυκτήριο. Τα εργαστήρια καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη επιφάνεια του ισογείου και συνδέονται με τις αποθήκες. Στον όροφο, τα εργαστήρια καταλαμβάνουν ένα τμήμα και έχουν οπτική επαφή με τη γλυπτοθήκη. Το πωλητήριο τοποθετείται κοντά στην είσοδο και είναι ανοιχτό προς το αίθριο. Επικοινωνεί με το αναψυκτήριο, το οποίο έχει και αυτόνομη είσοδο από τη βόρεια όψη. Από το αναψυκτήριο, ο επισκέπτης μπορεί να βλέπει από χαμηλά εσωτερικά ανοίγματα τη δραστηριότητα μέσα στα εργαστήρια. Η μοντελοθήκη-γλυπτοθήκη είναι ο εκθεσιακός χώρος του κτηρίου και βρίσκεται σε έναν ενιαίο χώρο στον όροφο.
Στόχος της αρχιτεκτονικής μελέτης είναι το κτήριο να διατηρήσει τον αρχικό του χαρακτήρα και τη μορφή του. Στο πλαίσιο αυτό το περίβλημά του συντηρείται και αποκαθίσταται στην αρχική του μορφή σχεδόν στο σύνολό του. Μια πρόκληση που αντιμετωπίζει η μελέτη είναι ο συνδυασμός ετερόκλητων χρήσεων μέσα στο ίδιο κτηριακό κέλυφος και η λειτουργική σύνδεσή τους. Τα εργαστήρια, τα οποία αποτελούν τον πυρήνα του προγράμματος, πρέπει να σχετίζονται με τις αποθήκες και τη γλυπτοθήκη-μοντελοθήκη, και συγχρόνως να είναι επισκέψιμα από το κοινό, παράλληλα με τη γλυπτοθήκη. Το πωλητήριο προβλέπεται να είναι προσβάσιμο ανεξάρτητα από τα εκθεσιακά τμήματα και σε άμεση γειτνίαση με το αναψυκτήριο. Ορίζεται κεντρική είσοδος στο κτίριο, ανοίγονται βοηθητικές είσοδοι που εξυπηρετούν τα εργαστήρια και τις αποθήκες και τη δυνατότητα φόρτωσης και εκφόρτωσης αντικειμένων. Ακόμη, σχεδιάζονται νέα κλιμακοστάσια –πέραν του υφιστάμενου–- καθώς και έξοδοι διαφυγής από το εσωτερικό του κτηρίου κατευθείαν στον περιβάλλοντα χώρο. Η αντιμετώπιση παθολογιών του κτηρίου, τόσο αισθητικών όσο και λειτουργικών, συνίσταται κυρίως στην εγκατάλειψή του για μεγάλο διάστημα.