Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος με ακρωνύμιο BORDER (Borderlands as Areas of Mobility and Connectivity during the Third Millennium BC: Examining Regional Ceramic Technologies between the East Aegean Islands, Western Anatolia and Cyprus) πραγματοποιήθηκε η προκαταρκτική ανάλυση της κεραμικής από την Πολιόχνη στη Λήμνο και τη Θερμή στη Λέσβο. Το εν λόγω μεταδιδακτορικό πρόγραμμα ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2020 και ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους (https://www.ucy.ac.cy/border/). Η έρευνα συγχρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και την Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας. Φορέας υποδοχής είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου/Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας.
Το διεπιστημονικό πρόγραμμα BORDER αφορά στη μελέτη και ανάλυση αρχαίων κεραμικών, ως μέσο κατανόησης της ανθρώπινης δραστηριότητας στο προϊστορικό παρελθόν, με στόχο την ανίχνευση και ανασύσταση διαπολιτισμικών επαφών και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου (Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος) και της Δυτικής Μικράς Ασίας (κυρίως παράκτια ζώνη), κατά τη διάρκεια της 3ης χιλιετίας π.Χ. Η περίοδος αυτή καλύπτει την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, η οποία χαρακτηρίζεται από: α) την παρουσία μεγάλων, συνήθως παράκτιων, οικισμών με στοιχεία πρωτοαστικού χαρακτήρα (οικιστικά συστήματα με οχυρώσεις, έργα κοινής ωφέλειας, δημόσια κτήρια), β) τη σημασία των διαθαλάσσιων επικοινωνιών και τη διακίνηση ανθρώπων και αγαθών σε μεγάλες αποστάσεις, γ) μία σύνθετη κοινωνική οργάνωση και διαφοροποίηση εμφανή στην αρχιτεκτονική, τα ταφικά κτερίσματα και τον έλεγχο σε αποθηκευμένα προϊόντα, και δ) τον εντοπισμό μιας πολιτισμικής «κοινής» σε τέχνεργα ή τεχνολογικά χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν την ανταλλαγή ιδεών και τεχνογνωσίας μέσω της μετακίνησης συγκεκριμένων ομάδων ανθρώπων, αλλά και τη θέσπιση μιας συμβολικής/κοινωνικο-οικονομικής διαλεκτικής.
Οι βασικοί στόχοι του προγράμματος κινήθηκαν σε τέσσερις άξονες: 1) τη διαχρονική ανασύσταση της αρχαίας κεραμικής τεχνολογίας, 2) τη μελέτη διανησιωτικών και ηπειρωτικών επαφών μέσω του εντοπισμού εισηγμένων κεραμικών αγγείων στις υπό εξέταση περιοχές, 3) τη διεπιστημονική μελέτη κεραμικού υλικού μέσω του συνδυασμού παραδοσιακών προσεγγίσεων (βιβλιογραφικά δεδομένα, επιτόπια εξέταση και καταγραφή κεραμικών σε αρχαιολογικά μουσεία και αποθήκες φύλαξης, μελέτη του τοπίου και συλλογή γεωλογικών δεδομένων στις θέσεις αναφοράς) και σύγχρονων αναλυτικών μεθόδων (πετρογραφική ανάλυση λεπτών τομών, χημική ανάλυση με φασματοσκοπία φθορισμού ακτίνων Χ, ψηφιοποίηση και οπτικοποίηση δεδομένων μέσω χαρτών), και τέλος, 4) τον καθορισμό πολιτιστικών και γεωγραφικών συνόρων μέσα από την κατανόηση των σύγχρονων κοινωνικοπολιτικών μηχανισμών σε όμορες περιοχές, που σήμερα ταυτίζονται με την Ανατολική Ελλάδα και τη Δυτική Τουρκία. Η πετρογραφική ανάλυση λεπτών τομών αποτέλεσε την κύρια μέθοδο που ακολουθήθηκε στη διάρκεια του προγράμματος, σε συνδυασμό με δεδομένα που προέκυψαν από τη μακροσκοπική και τυπολογική εξέταση των κεραμικών συνόλων. Άλλες εξειδικευμένες αναλύσεις προγραμματίζονται σε επόμενη φάση στο άμεσο μέλλον.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί η σημασία της διεπιστημονικής μελέτης που έχει πραγματοποιηθεί από το 2012 και εξής από τον γράφοντα στην πολυεπίπεδη μελέτη κεραμικής της Σάμου και την κατανόηση των αλλαγών στις ενδονησιωτικές και διαπεριφερειακές επαφές από την Τελική Νεολιθική μέχρι και τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Η διαχρονική αυτή έρευνα συμπεριέλαβε σταδιακά υλικό από τους οικισμούς στο Κάστρο-Τηγάνι και το Ηραίον, από τις ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και του Πανεπιστημίου Κύπρου, και το σπήλαιο που βρέθηκε πρόσφατα στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού σε συνεργασία με συναδέλφους από την Εφορεία Σπηλαιολογίας και Παλαιοανθρωπολογίας Αθηνών. Με βάση, λοιπόν, το μοντέλο έρευνας που έχει εφαρμοστεί για τη Σάμο, και δεδομένης της απουσίας αντίστοιχων διεπιστημονικών μελετών στο νησιωτικό Βορειοανατολικό Αιγαίο, αποφασίστηκε να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα οι πρωτοαστικοί οικισμοί της Πολιόχνης στη Λήμνο, της Θερμής στη Λέσβο, και του Εμπορειού στη Χίο. Οι οικισμοί αυτοί επιλέχθηκαν ως οι βασικές θέσεις αναφοράς στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος. Καθώς τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου διαδραμάτισαν κομβικό ρόλο στην πολιτισμική διαδρομή της πλευράς αυτής του Αιγαίου από τη Νεολιθική περίοδο και έπειτα, το πρόγραμμα BORDER συμβάλλει σημαντικά στην κατανόηση οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων στην ανατολική εσχατιά του Αιγαίου και στη γεφύρωση του ερευνητικού χάσματος. Τόσο η γεωγραφική τους εγγύτητα με τις ακτές της Δυτικής Ανατολίας όσο και οι στενές ομοιότητες σε διάφορες εκφάνσεις του υλικού τους πολιτισμού καθιστούν τις προϊστορικές κοινότητες που αναπτύχθηκαν στα εν λόγω νησιά εξαιρετικές περιπτώσεις για την ανασύνθεση ενδονησιωτικών και εξωνησιωτικών επαφών και μετακινήσεων στο Αιγαίο της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.
Στην περίπτωση της Πολιόχνης Λήμνου (εικ. 1), η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις, χάρη στην άδεια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου και της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων (Τμήμα Εφαρμοσμένης Έρευνας) του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, αλλά και της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης η κεραμική, η οποία προέρχεται εξ ολοκλήρου από τις παλαιές ανασκαφές της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών που πραγματοποιήθηκαν τις δεκαετίες 1930 και 1950, μελετήθηκε μακροσκοπικά με στόχο τον εντοπισμό ομοιοτήτων στην κατασκευαστική «αλυσίδα» των κεραμικών αγγείων διαχρονικά. Η μελέτη και συλλογή δειγμάτων για περαιτέρω αναλύσεις πραγματοποιήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μύρινας και τις αποθήκες του αρχαιολογικού χώρου της Πολιόχνης, όπου και φυλάσσεται το ανεσκαμμένο υλικό. Παρατηρήσεις που αφορούσαν στην ποικιλομορφία των τύπων/σχημάτων, στη διακόσμηση της επιφάνειας και, σε προκαταρκτικό στάδιο, στις διάφορες πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν, προήλθαν από τη δημοσίευση του υλικού από τον Βernabό Brea (1964 και 1976).
Ο τειχισμένος οικισμός της Πολιόχνης βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Λήμνου, ακριβώς απέναντι από την Τρωάδα. Έχουν διαπιστωθεί επτά οικοδομικές φάσεις (Ι-VΙI), οι οποίες με τη σειρά τους κατηγοριοποιούνται με βάση την κεραμική, και τους έχουν δοθεί χρωματικές ονομασίες, από την πρωιμότερη Μελανή φάση, που καλύπτει τη Χαλκολιθική περίοδο, και τις φάσεις Κυανή, Πράσινη, Ερυθρά και Κίτρινη Πολιόχνη που καλύπτουν το διάστημα της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (εικ. 2). Οι εν λόγω φάσεις αντιστοιχούν σε σύνολα κεραμικής, που προσδιορίζονται με διαφορετικά χρώματα και παρουσιάζουν σημαντικές τεχνολογικές διαφοροποιήσεις. Για τη δειγματοληψία λήφθηκαν υπόψη χρονολογικά, τυπολογικά και μορφολογικά κριτήρια με στόχο τη διαχρονική κάλυψη της θέσης.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της πετρογραφικής ανάλυσης, φαίνεται να υπάρχει συνέχεια στην εκμετάλλευση πηγών πρώτων υλών από την ευρύτερη περιοχή για την κατασκευή κεραμικής, κυρίως σε ύλες πλούσιες σε ηφαιστειογενή ανδεσιτικά πετρώματα, αλλά και άλλες που παρουσιάζουν σμίξεις με μεταμορφωσιγενή. Κατά το τέλος της ΠΕΧ παρατηρούνται τεχνολογικές αλλαγές που αφορούν στη λεπτότεχνη επεξεργασία των κεραμικών υλών και τη χρήση υψηλότερων θερμοκρασιών όπτησης, που αντιστοιχούν σε τεχνοτροπικές και τυπολογικές αλλαγές. Για πρώτη φορά εντοπίστηκαν εισαγωγές, πιθανόν από το κεντρικό Αιγαίο, κυρίως στην Ερυθρά και Κίτρινη περίοδο, που αντιστοιχούν σε αποθηκευτικά αγγεία, σκιαγραφώντας επαφές που προηγουμένως είχαν μόνο υπονοηθεί σε τυπολογικό επίπεδο. Σε μεταγενέστερο στάδιο, τα αποτελέσματα από την Πολιόχνη θα συσχετιστούν με προγραμματισμένες αναλύσεις από το υλικό που αποκαλύφθηκε στην Τροία από τον Ερρίκο Σλήμαν και φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, στη βάση έντονων τυπολογικών ομοιοτήτων, οι οποίες έχουν ερμηνευθεί βιβλιογραφικά ως αποτέλεσμα μετακίνησης μικρών πληθυσμιακών ομάδων από τη δυτική Ανατολία.
Εξίσου σημαντικός είναι ο αντίστοιχος χρονολογικά οικισμός της Θερμής στην ανατολική ακτή της Λέσβου, που εντοπίστηκε και ανασκάφηκε από την Winifred Lamb (1929-1933) και αποτελείται από επτά οικοδομικές φάσεις (Ι-ΙΙ-ΙΙΙΑ-ΙΙΙΒ-ΙVA-IVB-V) της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (εικ. 3).
Η χειροποίητη κεραμική από τις φάσεις Θερμή I-V έχει ομαδοποιηθεί από την ανασκαφέα σε τρεις γενικές κατηγορίες με βάση την επεξεργασία της μονόχρωμης επιφάνειας: την Κατηγορία Α με κατά κανόνα μελανοστιλβωτές επιφάνειες που καλύπτουν τις πρωιμότερες φάσεις (I-II), την Κατηγορία Β που αντιστοιχεί στις φάσεις III-IVa και την Κατηγορία Γ που περιλαμβάνει καστανές επιφάνειες των τελευταίων φάσεων (IVb-V). Η μελέτη της κεραμικής, που πραγματοποιήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης και τις αποθήκες του αρχαιολογικού χώρου Θερμής, στόχευε στον τεχνολογικό προσδιορισμό της τοπικής παραγωγής στην ανατολική Λέσβο και τον εντοπισμό πιθανών εισαγωγών. Η τυπολογική ποικιλομορφία αντανακλάται αρχικά στη μακροσκοπική εικόνα, ενώ η πετρογραφική ανάλυση εντόπισε τόσο διαχρονικές κεραμικές ύλες από την περιοχή της Θερμής όσο και κεραμικές ύλες με ηφαιστειογενή πετρώματα που πιθανόν να προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή (εικ. 4). Κατά την τελευταία φάση του οικισμού στην κεραμική παραγωγή φαίνεται να χρησιμοποιούνται ασβεστιούχες κεραμικές ύλες. Αριθμός εισαγωγών εκτός Λέσβου έχει επίσης αναγνωριστεί σε προκαταρκτικό στάδιο.
Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα του ερευνητικού αυτού προγράμματος ρίχνουν φως σε άγνωστες πτυχές των κεραμικών παραδόσεων που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού στους νησιωτικούς οικισμούς του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Η εφαρμογή εργαστηριακών τεχνικών ανάλυσης της κεραμικής, σε συνδυασμό με παραδοσιακές αρχαιολογικές μεθόδους, αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο ανασύστασης των τεχνολογικών επιλογών που ακολούθησαν οι προϊστορικοί κεραμείς. Οι επιλογές αυτές ενίοτε αντανακλούν ποικιλία ενδονησιωτικών παραγόντων ή επηρεάζονται από επαφές με κοινότητες πέραν των θαλάσσιων ορίων τους. Ως εκ τούτου, τα παραδείγματα της Πολιόχνης και της Θερμής αποτελούν ίσως τις σημαντικότερες θέσεις αναφοράς για την κατανόηση των διαθαλάσσιων μετακινήσεων που λάμβαναν χώρα στην ευρύτερη περιοχή, κυρίως κατά τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. και έπειτα. Ήδη, προκαταρκτικά αποτελέσματα της πετρογραφικής ανάλυσης υποδεικνύουν τη μετακίνηση κεραμικών προϊόντων προς τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, τόσο από το κεντρικό Αιγαίο όσο και από την κεντρική/νοτιοκεντρική Δυτική Μικρά Ασία. Μελλοντικές προοπτικές στο σύνθετο θέμα των διαπεριφερειακών επαφών στο Βορειοανατολικό Αιγαίο θα συμπεριλάβουν περαιτέρω εξειδικευμένες αναλύσεις που ενδέχεται να διαφωτίσουν περισσότερες πτυχές των προϊστορικών κοινωνιών των νησιών.
Σέργιος Μενελάου
Μεταδιδακτορικός ερευνητής, Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κύπρου