Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 97 ετών, η αρχαιολόγος Έβη Τουλούπα, Επίτιμη Έφορος Ακροπόλεως και Ιδρύτρια της Ένωσης Φίλων Ακροπόλεως.
«Η Έβη Τουλούπα συνέδεσε το όνομά της με την ιστορία της ελληνικής αρχαιολογίας τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα» αναφέρει η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη στο συλληπητήριο μήνυμά της. «Με ευαισθησία και βαθιά πεποίθηση ότι το πολιτιστικό απόθεμα του παρελθόντος αποτελεί το ζωντανό κύτταρο του δικού μας παρόντος, από το 1955 υπηρέτησε αδιάλειπτα την επιστήμη της Αρχαιολογίας και την αρχαιολογική έρευνα. Ως Προϊσταμένη στις Εφορείες Αρχαιοτήτων στα Ιόνια Νησιά, στην Ήπειρο και στην Εύβοια, αλλά κυρίως ως Έφορος Αρχαιοτήτων της Ακροπόλεως ταύτισε τη σταδιοδρομία και το δημιουργικό της έργο όχι μόνον με την προστασία και την ανάδειξη του πολιτιστικού μας αποθέματος, αλλά με την υποστήριξή της σε νέες και πρωτοποριακές και πρωτοπόρες για την εποχή ιδέες, δράσεις και έργα. Και κυρίως με την υποστήριξή της, την εμψύχωσή της και την εμπιστοσύνη της στους νέους. Είχα την χαρά και την τιμή να συνεργαστώ μαζί της στις αρχαιολογικές έρευνες στην Κέα, και ιδιαίτερα στην Καρθαία. Η Έβη Τουλούπα υπήρξε ένας άνθρωπος ξεχωριστός, πραγματικά προοδευτικός, βαθιά ευγενής, με ιδιαίτερο χιούμορ και με μοναδική κομψότητα. Αφοσιωμένη, συνεπής και ακάματη, πάντα παρούσα για την επιστήμη και τους φίλους της. Θα είναι για πάντα στη μνήμη μας ζωντανή, ευθαλής, προσηνής, δραστήρια» καταλήγει η Λ. Μενδώνη.
Η εξόδιος ακολουθία θα τελεσθεί την Τετάρτη 13 Οκτωβρίου στις 2:00 μ.μ. στον Ιερό Ναό των Αγίων Θεοδώρων του Α’ Κοιμητηρίου Αθηνών.
Παραθέτουμε εδώ ένα βιογραφικό σημείωμα για την Έβη Τουλούπα που συνέταξε η Αγγελική Ροβάτσου, στο πλαίσιο μιας ιδιαίτερα ενδιαφέρουσας και απολαυστικής συνέντευξης που αναρτήθηκε στον δικτυακό τόπο του περιοδικού «Αρχαιολογία και Τέχνες» τον Μάρτιο του 2015 (για να διαβάσετε ολόκληρη τη συνέντευξη, πατήστε εδώ):
Η Έβη Τουλούπα, το γένος Στασινοπούλου, αποφοίτησε από τη Γερμανική Σχολή και σπούδασε αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Μια ιταλική υποτροφία τής δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει μαθήματα στο Pontifico Istituto di Archaeologia Christiana στη Ρώμη (1953-1954). Το 1955 αρχίζει να εργάζεται, ως επιστημονική συνεργάτις στο πρόγραμμα του αποκιβωτισμού των αρχαιοτήτων στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Στο Εθνικό Μουσείο θα επιστρέψει αργότερα (1965-1973), ως επιμελήτρια της Συλλογής Χαλκών. Στο μεταξύ, μετά από διαγωνισμό που προκήρυξε η Αρχαιολογική Υπηρεσία το 1960, τοποθετείται ως επιμελήτρια στην Εφορεία Επτανήσου με έδρα την Κέρκυρα. Στη συνέχεια (1963-1965) εκτελεί χρέη προϊσταμένης στους νομούς Βοιωτίας και Φθιώτιδας με έδρα τη Θήβα. Το 1973 τη βρίσκει προϊσταμένη στην Αρχαιολογική Εφορεία της Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα. Με επιμελητή τον Ντίνο Τσάκο περιοδεύουν όλη την περιοχή διασώζοντας μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους. Στα Γιάννενα θα επανέλθει για άλλα δύο χρόνια (1980-1982).
Το 1975 μετατίθεται στην Γ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και εργάζεται για ένα εξάμηνο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας. Θα αποσπασθεί στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού ως στενή συνεργάτις του Γενικού Επιθεωρητή Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως, Δημήτρη Λαζαρίδη. Στη συνέχεια (1976-1980), προϊσταμένη της νεοσύστατης Εφορείας Ευβοίας, συνεργάζεται με τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή για τη διάσωση των τάφων και του Ηρώου στη θέση Τούμπα (Λευκαντί). Στη Σκύρο αναλαμβάνει την επανέκθεση του νέου αρχαιολογικού μουσείου και μια προκαταρκτική έρευνα στον προϊστορικό οικισμό Παλαμάρι.
Το 1978 χάνει σε τροχαίο τον σύζυγό της, Τάκη Τουλούπα, που είχε εκτοπιστεί και φυλακιστεί στην περίοδο της δικτατορίας. Έληξαν έτσι «16 χρόνια ευτυχίας».
Στο Βερολίνο το 1979, υπότροφος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, έχει την ευκαιρία να μελετήσει ένα θέμα που την απασχολούσε από παλιά, τα εναέτια γλυπτά του Δαφνηφόρου Απόλλωνα στην Ερέτρια. Το 1982 παρουσιάζει τη μελέτη αυτή ως διατριβή στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ενώ τον ίδιο χρόνο τής ανατίθεται η διεύθυνση της Α’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Η δουλειά της θα γίνει συναρπαστική. Συνεργάζεται με τους αρχιτέκτονες και μηχανικούς που είχαν αναλάβει τα αναστηλωτικά έργα στην Ακρόπολη, συμμετέχει στην Επιτροπή Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως, πείθει την Υπουργό Μελίνα Μερκούρη για την ανάγκη αποκατάστασης του κτηρίου Weiler στο οικόπεδο Μακρυγιάννη προκειμένου να στεγαστεί το Κέντρο Μελετών Ακροπόλεως. Το 1987 ιδρύθηκε με δική της πρωτοβουλία η Ένωση Φίλων Ακροπόλεως (ΕΦΑ), της οποίας σήμερα είναι επίτιμη Πρόεδρος.
Η διατριβή της εκδόθηκε το 2002, ενταγμένη στη Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας με αριθμό 220. Έχει δημοσιεύσει άρθρα της σε διεθνούς κύρους αρχαιολογικά περιοδικά στα ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Στη δεκαετία 1990-2000 δημοσίευσε επιφυλλίδες στην εφημερίδα «Τα Νέα». Μια επιλογή συγκεντρώθηκε σε δύο εκδόσεις: α) Από την Πνύκα στο Παγκράτι, Ένωση Φίλων Ακροπόλεως Αθήνα 2004, «για τα 80 χρόνια της Έβης Τουλούπα» και β) Περασμένα και όχι ξεχασμένα, Ωκεανίδα, Αθήνα 2008. Πρόσφατα (2014), από τις εκδόσεις Αρχείο, στη σειρά «Η αρχαιολογία της Αρχαιολογίας», κυκλοφόρησαν αναμνήσεις της με τίτλο Η ζωή στην Κέρκυρα, 1961-1962.
Η κυρία Έβη Τουλούπα κατοικεί εδώ και 35 χρόνια στην «rive gauche» του Ιλισσού, όπως αποκαλεί τη γειτονιά της. Στη βεράντα της, πλάι σε μια θεριεμένη αρμπαρόριζα, υψώνεται μια κοντούλα λεμονιά, φέτος κατάφορτη από λεμόνια που θα τα κάνει γλυκό. Από τη βεράντα της έχει επίσης μια πανοραμική θέα του βράχου της Ακροπόλεως, του Παρθενώνα και των γερανών του. Και όταν, λέει, έβλεπε ένα γερανό ψηλά φώναζε: «Ξεχάσατε το γερανό όρθιο! Κάτω το γερανό!»