Μαγειρικά σκεύη με χαρακτηριστικά από τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, τα Βαλκάνια, αλλά και μυκηναϊκά, που βρέθηκαν σε ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή του Ολύμπου, αναδεικνύουν την πολυπολιτισμικότητα της περιοχής και τον συγκερασμό παραδόσεων από το βορρά και το νότο, σε μια κουζίνα fusion, όπως λέγεται τα τελευταία χρόνια.
Στη μελέτη «Μαγειρεύοντας στη σκιά του Ολύμπου: μια διεπιστημονική μελέτη μαγειρικών αγγείων μυκηναϊκής εποχής» των Α. Δημουλά, Σ. Κουλίδου, Ζ. Τσιρτσώνη, E. Standall, C. Heron, O. Craig, Σ.-Μ. Βαλαμώτη, που θα παρουσιαστεί στο 33ο Αρχαιολογικό Συνέδριο για τις ανασκαφές στη Μακεδονία και τη Θράκη (22-24 Απριλίου 2021), θα ανακοινωθούν τα ευρήματα από τις αναλύσεις μαγειρικών αγγείων από τέσσερις θέσεις της περιοχής του Ολύμπου, κατά βάση του τέλους (1350-1100 π.Χ.), αλλά και της μέσης της Εποχής του Χαλκού.
Η κύρια θέση ήταν το Ρέμα Ξυδιάς, και οι άλλες τρεις ήταν η Πηγή Αρτέμιδος, η Τριμπίνα και ο Βάλτος στη Λεπτοκαρυά. Τα σημεία αυτά βρίσκονται σε σημερινές θέσεις ανάμεσα στη Λεπτοκαρυά και τον Πλαταμώνα. Η περιοχή ήταν –και παραμένει– το στρατηγικό πέρασμα που ένωνε τη Μακεδονία με τη Θεσσαλία.
«Αυτή η περιοχή, λόγω θέσης, έχει πολύ έντονα μυκηναϊκά στοιχεία. Αυτό το γνωρίζουμε κυρίως από τους τάφους, αλλά και από τα οικιστικά σύνολα που βρέθηκαν. Αποφασίσαμε να μελετήσουμε τα μαγειρικά αγγεία της περιοχής, γιατί αυτά αποτελούν ενδεικτικά στοιχεία ταυτότητας. Τα μαγειρικά αγγεία είναι συνήθως συντηρητικά, ο κόσμος δεν τα αλλάζει εύκολα. Θα κρατήσει για παράδειγμα τα σκεύη που του είναι οικεία και γνωρίζει ότι είναι αποτελεσματικά στη χρήση. Θέλαμε να διερευνήσουμε μέσα από τα μαγειρικά αγγεία τη σχέση με τον μυκηναϊκό κόσμο», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αρχαιολόγος, μέλος της επιστημονικής ομάδας, Αναστασία Δημουλά.
Στο πλαίσιο της μελέτης έγιναν και αναλύσεις πηλού για να δουν την προέλευση και τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά των αγγείων, αλλά και αναλύσεις οργανικών καταλοίπων για να δουν απανθρακωμένες τροφές που σώζονται στο εσωτερικό των αγγείων.
Η κύρια τροφή στην περιοχή του Ολύμπου την περίοδο 1350 π.Χ.-1100 π.Χ. φαίνεται ότι ήταν το κρέας, ειδικότερα χοιρινό με λαχανικά. Αυτό έδειξαν οι αναλύσεις των οργανικών κατάλοιπων, που έκανε η ομάδα σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο του Γιορκ της Μεγάλης Βρετανίας. «Στα περισσότερα αγγεία που αναλύσαμε φάνηκε ότι το κύριο φαγητό ήταν χοιρινό με λαχανικά, σαν ένα βραστό. Μαγείρευαν ακόμη θαλασσινά –ήταν άλλωστε κοντά στη θάλασσα– και έβραζαν γάλα», σημειώνει η κα Δημουλά.
Από την ανάλυση των μαγειρικών σκευών αναδεικνύεται η πολυπολιτισμικότητα της περιοχής την εποχή εκείνη. Βρίσκονται σκεύη που συνηθίζονται στις βόρειες περιοχές μαζί με σκεύη που βρίσκονται στο νότο.
Συγκεκριμένα στην περιοχή εντοπίζονται τρεις τύποι μαγειρικών σκευών: ντόπιες χύτρες, πύραυνοι – αγγεία που έχουν ενσωματωμένη βάση και λειτουργούν αυτόνομα– και τριποδικά. Οι πύραυνοι εντοπίζονται στη Μακεδονία και στα Βαλκάνια. «Αυτή η περιοχή είναι από τα νοτιότερα σημεία εμφάνισής τους. Φαίνεται ότι άνθρωποι που κατοικούσαν εκεί είχαν πολύ στενές σχέσεις με υπόλοιπες περιοχές της Μακεδονίας, αλλά και των νότιων Βαλκανίων», τονίζει η κα Δημουλά.
Αντίστοιχα, ο τρίτος τύπος μαγειρικού σκεύους που εντοπίστηκε, τα λεγόμενα τριποδικά αγγεία, είναι κατεξοχήν μυκηναϊκά σκεύη. «Αυτό είναι ένα σκεύος της Μυκηναϊκής εποχής της νότιας Ελλάδας που βρίσκεται πολύ σπάνια στη Μακεδονία και μόνο σε παραλιακές θέσεις», σημειώνει, υπογραμμίζοντας ότι τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε ένας συγκερασμός παραδόσεων. «Υπήρχαν οι τοπικές παραδόσεις, αλλά φαίνεται να υπήρχαν και στενές σχέσεις τόσο με το Βορρά όσο και με το Νότο», σημειώνει η κα Δημουλά. «Αυτό εξηγείται με βάση και τη στρατηγική θέση της περιοχής για τις μετακινήσεις και το εμπόριο. Έχει προταθεί μάλιστα –και με βάση τα νεκροταφεία που έχουν ερευνηθεί– ότι υπήρχαν ομάδες οι οποίες έλεγχαν αυτό το πέρασμα». Οι αναλύσεις πηλού έδειξαν ότι κατά βάση οι πρώτες ύλες ήταν από την περιοχή, αλλά σε κάποια αγγεία φαίνεται ότι γινόταν εισαγωγή από τη Θεσσαλία, η οποία βρισκόταν κοντά στη μυκηναϊκή σφαίρα.
Η μελέτη των μαγειρικών αγγείων στην περιοχή του Ολύμπου με επικεφαλής την καθηγήτρια του Τομέα Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Σουλτάνα Μαρία Βαλαμώτη και φορέα υλοποίησης το ΑΠΘ και τα εργαστήριά του PLANTCULT ΚΕΔΕΚ και ΕΔΑΕ, έγινε στο πλαίσιο ενός μεγάλου ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος για τη διατροφή στην προϊστορική Ευρώπη, του ERC PlantCult (http://plantcult.web.auth.gr). Οι ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πιερίας με επικεφαλής την αρχαιολόγο Σοφία Κουλίδου, που συμμετέχει και στην παρούσα μελέτη.