«Δεν έχετε πολλή αυτοεκτίμηση. Αλλά εμείς που σας βλέπουμε απ΄ έξω, είστε πιο σημαντικοί απ΄ ό,τι νομίζετε». Η Φατίμα Ελόεβα είναι η πρόεδρος του Τμήματος Βυζαντινής και Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης (10 διδάσκοντες, 30 φοιτητές). Κάνει την παιγνιώδη δήλωσή της βγαίνοντας από την έκθεση «Ιερές Εικόνες», με μεταβυζαντινές εικόνες κυρίως κρητικής σχολής της Συλλογής Βελιμέζη, ανάμεσά τους και μία του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, που την Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου εγκαινιάστηκε σε αίθουσες του Χειμερινού Ανακτόρου στο Μουσείο του Ερμιτάζ. Μαζί της ένας άλλος διδάσκων του ίδιου τμήματος, ο Ντιμίτρι Τσερνογκλόζοφ αλλά και ο Σεργκέι Μπουριάσκο, διευθυντής του Κλασικού Λυκείου της Αγίας Πετρούπολης (340 μαθητές), με πρόγραμμα βασισμένο στη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών, και επίσης ένας νεαρός υπότροφος του Ιδρύματος Ωνάση. Με μια τέτοια έκθεση, εξαιρετικά στημένη από τον Χρήστο Μαργαρίτη, με τη ρωσική έκδοση του επιστημονικού καταλόγου της συλλογής, από τη Νανώ Χατζιδάκι, με τη διεθνή κοινωφελή δράση του Ιδρύματος Ωνάση, στο οποίο από το 2008 ανήκει η Συλλογή Βελιμέζη- γι΄ αυτό και το Ίδρυμα είναι συνδιοργανωτής με το Ερμιτάζ της έκθεσής της και αντιπροσωπεία του ήταν εκεί, με επικεφαλής τον πρόεδρό του Αντώνη Παπαδημητρίου- είναι φυσικό οι Έλληνες να φαίνονται σημαντικοί από την Πετρούπολη.
Ο διευθυντής του Μουσείου Ερμιτάζ Μιχαήλ Πιοτρόφσκι, ιστορικός ισλαμικής τέχνης, μορφή της Αγίας Πετρούπολης, που διαδέχτηκε τον πατέρα του στην ηγεσία του μεγάλου μουσείου, είπε ότι οι κρητικές εικόνες εκτιμώνται πολύ στη Ρωσία. Ειδικά για την εικόνα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου «Τα Πάθη του Χριστού- Πιετά με αγγέλους» είπε ότι παρουσιάζει αναλογίες με τη νέα φάση της ρωσικής εικονογραφίας, που αντιπροσωπεύεται από τη Σχολή Στρογκανόφ.
Οι αίθουσες όπου εκτίθενται τα έργα της Συλλογής Βελιμέζη βρίσκονται ακριβώς απέναντι από τις αίθουσες όπου εκτίθενται εικόνες βυζαντινής περιόδου από τις μόνιμες συλλογές του Ερμιτάζ. Ο διάλογος είναι προφανής. Ο Γιούρι Πιατνίτσκι, ο ισχνός, αθόρυβος και αφανής επικεφαλής επιμελητής των βυζαντινών και μεταβυζαντινών συλλογών του Ερμιτάζ, μας θυμίζει ότι το μουσείο του διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές του κόσμου, με 550 εικόνες, οι περισσότερες από τις οποίες ανήκαν σε ιδιωτικές συλλογές που συγκροτήθηκαν στη διάρκεια του 19ου αιώνα αλλά και στις αρχές του 20ού. Οι συλλέκτες αυτοί είναι διάσημοι και ο μύθος τους, σε σχέση με την απόκτηση των εικόνων, έχει αρκετές σκιές. Ο συγγραφέας και ιστορικός εκκλησιαστικής ιστορίας Αντρέι Νικολάγεβιτς Μουράβιεφ (1806-1874), ο περιηγητής αρχιμανδρίτης Πορφίρι Ουσπένσκι (1804-1885), ο Πετρ Ιβάνοβιτς Σεβαστιάνοφ (1811-1867), με μεγάλη δραστηριότητα στο Αγιο Ορος, ο Νικολάι Λίχατσεφ (1862-1936), του οποίου η συλλογή δίνει στο Ερμιτάζ τη δεσπόζουσα θέση.
Ο μόνος εκπρόσωπος της Εκκλησίας στα εγκαίνια ήταν ο Μητροπολίτης Αρσένιος, κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής της Λαύρας Αλεξάνδρου Νιέφκσι, ενός τεράστιου μοναστηριακού συγκροτήματος που βρίσκεται στην αρχή της ομώνυμης λεωφόρου που διασχίζει την πόλη. Το Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου ήταν του Αγίου Αλεξάνδρου, με το Ιουλιανό ημερολόγιο, και η Λαύρα του Αλεξάνδρου Νιέφσκι ήταν τόπος λατρείας, ένας τεράστιος χώρος θρησκευτικής ευλάβειας και συντριβής από τις οποίες δεν έλειπε η θεατρικότητα. Περάσαμε κάτω από την εικόνα του Αγίου και σταθήκαμε δίπλα στην εικόνα της Παναγίας του Τίχβιν, από τις διασημότερες εικόνες της Ρωσίας, που στη διάρκεια της κομμουνιστικής εποχής την είχαν «φυγαδεύσει» στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δίπλα στην εικόνα μια γάτα, ήρεμη, χαδιάρα και ευλαβής με τον τρόπο της, μας θυμίζει κάτι που ακούσαμε πολύ αυτές τις ημέρες εδώ: ότι η Αγία Πετρούπολη είναι ευγνώμων στις γάτες της, που την έχουν σώσει από τα ποντίκια σε πολλές δύσκολες περιόδους της, ιδιαίτερα μετά την πολιορκία των 900 ημερών από τους Γερμανούς. Το πιροσκί με λάχανο στο καφέ-εστιατόριο της λαύρας που ονομάζεται ελληνικά «Προσκυνητής» και όπου Ρωσίδες με τα μαντίλια της ευλάβειας στο κεφάλι ρουφούν κόκκινες παντζαρόσουπες, είναι το καλύτερο από όσα δοκιμάσαμε στην πόλη. Στο συγκρότημα αυτό βρίσκονται και τα ιστορικά νεκροταφεία της Πετρούπολης, πάρκα μνήμης, με τάφους και κενοτάφια Ρώσων που διαμόρφωσαν τη ρωσική ιδιοπροσωπία, όπως ο Ντοστογέφσκι.
Οι χριστιανικοί ναοί αποτελούν πλέον τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης, μαζί με τα παλάτια των ευγενών, τα τσαρικά παλάτια, τα μουσεία και φυσικά το Ερμιτάζ. Το καταδρομικό Αουρόρα υπάρχει πάντα στο Νέβα, για να θυμίζει, μαζί με τους ανδριάντες του Λένιν, ότι η Αγία Πετρούπολη ήταν το Λένινγκραντ της σοβιετικής Ρωσίας. Η Αναστασία, η ξεναγός μας, που διδάσκει ελληνικά στο κρατικό πανεπιστήμιο και κάποια στιγμή μας απαγγέλλει Καζαντζάκη με τέτοιον τρόπο που με κάνει να ξαναδιαβάσω τον κρητικό συγγραφέα, έχει μια ιδιαίτερη αγάπη στις εκκλησίες. Όχι μόνο στον πρασινοκόκκινο Αγιο Ισαάκιο, που ο χρυσός τρούλος του ξεχωρίζει πάνω από την πόλη, αλλά και στον πολύχρωμο ναό του Ρέοντος Αίματος, χτισμένο στη θέση όπου δολοφονήθηκε ο τσάρος Αλέξανδρος Β Δ. Κατεστραμμένος στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και από τη χρήση του ως αποθήκη σκηνικών της όπερας Μάλι, ο ναός αποκαταστάθηκε τα τελευταία χρόνια και αποτελεί νέο σταθμό σε αυτή την ορθόδοξη, μεταβυζαντινή Πετρούπολη- που όμως ο ιδρυτής της, ο Μέγας Πέτρος, την είχε σχεδιάσει σαν ένα Άμστερνταμ στο βάθος του Φινλανδικού Κόλπου. Το δείπνο στο εστιατόριο «Τσαρ» της οδού Σαντοβάγια, βαρυφορτωμένο με δεκάδες πιάτα ζακούσκι (καπνιστά ψάρια, τουρσιά, ρώσικη σαλάτα) γίνεται στη σκιά των πορτρέτων των τσάρων. Αλλά μήπως αυτοί δεν διεκδίκησαν τη βυζαντινή συνέχεια;
Πηγή: Το Βήμα, Ν. Μπακουνάκη, 20/9/09