Ο Θέρμος είναι από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Δυτικής Ελλάδας, με ιδιαίτερη ιστορική βαρύτητα και πλούσια μνημειακή κληρονομιά, καθώς έχει διαπιστωθεί αδιάλειπτη ανθρώπινη δραστηριότητα από τη Μεσοελλαδική εποχή (2000–1600 π.Χ.) έως τον 2ο αιώνα π.Χ. Στην καρδιά της Αιτωλίας, σε κατάρρυτο οροπέδιο βορειοανατολικά της λίμνης Τριχωνίδας, της μεγαλύτερης λίμνης της χώρας, ο Θέρμος υπήρξε από τα προϊστορικά χρόνια τόπος συνάντησης και συναλλαγής, ενώ γρήγορα εξελίχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο όλων των Αιτωλών. Ήδη από τον 8ο αιώνα π.Χ. απέκτησε το χαρακτήρα παναιτωλικού Ιερού, στο οποίο λατρευόταν ο θεός Απόλλων με την κατεξοχήν προσωνυμία Θέρμιος.
Στην πρώιμη Ελληνιστική περίοδο (τέλη 4ου–αρχές 3ου αι. π.Χ.), εκτός από θρησκευτικό κέντρο, μετατρέπεται και σε πολιτική έδρα της Αιτωλικής Συμπολιτείας, της οποίας ο δημοκρατικός‒κοινοπολιτειακός χαρακτήρας αποτελεί ακόμη και σήμερα πρότυπο για την ομοσπονδιακή οργάνωση των περισσότερων σύγχρονων κρατών. Από τα πιο σημαντικά κτήρια του χώρου είναι το αψιδωτό μέγαρο Α του προϊστορικού οικισμού, το μέγαρο Β του οικισμού της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου και οι τρεις ναοί, του Απόλλωνος Θερμίου, του Απόλλωνος Λυσείου και της Αρτέμιδος (;) της Αρχαϊκής περιόδου. Την πρώιμη Ελληνιστική εποχή κατασκευάζονται τρεις μεγάλες στοές, δύο κρήνες και το «Βουλευτήριο». Το Ιερό περιέβαλλε τείχος με δεκαέξι πύργους και δύο πύλες. Σύμφωνα με τις επικρατέστερες θεωρίες, το τείχος χτίστηκε ίσως με την ίδρυση της Αιτωλικής Συμπολιτείας, είτε μετά την επιδρομή των Γαλατών το 279 π.Χ. ή και λίγο αργότερα, μετά τις εισβολές του Φιλίππου Ε΄, το 218 και το 206 π.Χ.
Σύμφωνα με τον Αχαιό ιστορικό Πολύβιο, στις στοές φυλάσσονταν αναθήματα και πολλά λάφυρα, κυρίως πανοπλίες, ενώ στα βάθρα και τις εξέδρες μπροστά από την ανατολική στοά υπήρχαν στημένοι χάλκινοι ανδριάντες. Μετά τη νίκη κατά των Γαλατών το 279 π.Χ., οι Αιτωλοί έστησαν στο Ιερό ένα τρόπαιο παρόμοιο με εκείνο που είχαν αναθέσει στους Δελφούς, το οποίο παρίστανε γυναικεία οπλισμένη μορφή, την προσωποποίηση της Αιτωλίας, καθισμένη σε σωρό γαλατικών όπλων. Από τους ανδριάντες και τα λάφυρα σώζονται σήμερα ελάχιστα σπαράγματα, καθώς το Ιερό συλήθηκε δύο φορές από τον Φίλιππο Ε΄ και τον μακεδονικό στρατό. Το 167 π.Χ., μετά την ήττα του Περσέως από τους Ρωμαίους στη μάχη της Πύδνας και τη σταδιακή ρωμαϊκή επικράτηση, επέρχεται η διάλυση της Αιτωλικής Συμπολιτείας και το Ιερό βαθμιαία εγκαταλείπεται και ερημώνεται. Στα νεότερα χρόνια για το χώρο παραδίδονται οι ονομασίες «Παλαιοπάζαρο» ή «Παζαράκι».
Η ανασκαφή της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας στον Θέρμο είναι από τις παλαιότερες στον ελλαδικό χώρο και έχει συνδεθεί με μεγάλες μορφές Ελλήνων αρχαιολόγων. Άρχισε το 1897 από τον Έφορο Αρχαιοτήτων και καθηγητή της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γεώργιο Σωτηριάδη, και συνεχίστηκε έως το 1932 από τον καθηγητή Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνο Α. Ρωμαίο. Κατά τις πρώτες ανασκαφές ήλθαν στο φως τα περισσότερα μνημεία του χώρου και πλήθος ευρημάτων. Ο Ρωμαίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «όταν ποτέ ανασκαφώσι πλήρως αι στοαί και τα άλλα κτίσματα, ο αρχαιολογικός τόπος θα αποβεί κατά την Ελλάδα μοναδικός». Η νεότερη ανασκαφή άρχισε το 1983 και συνεχίζεται έως σήμερα από τον ομότιμο καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ι.Α. Παπαποστόλου.
Μια χάλκινη αμφίγραφη στήλη, διαστάσεων 0,43×0,36×0,05 μ., αποτελεί μοναδικής ιστορικής σημασίας εύρημα, καθώς είναι η πρώτη επιγραφική μαρτυρία για την ταύτιση του Ιερού. Συγκεκριμένα, στη β΄ όψη αναγράφεται ότι έπρεπε να αναρτηθεί «εν Θέρμω εν τω ιερώ του Απόλλωνος». Βρέθηκε στο σηκό του ναού του Απόλλωνος Θερμίου από τον Γ. Σωτηριάδη το 1898. Φέρει διαφορετικές επιγραφές, χαραγμένες με διαφορά περίπου 30 χρόνων μεταξύ τους. Στην α’ όψη αναγράφεται συνθήκη και συμμαχία μεταξύ Αιτωλών και Ακαρνάνων (260–250 π.Χ.), στην οποία τα δύο φύλα συναποφασίζουν ειρήνη, παντοτινή φιλία και συμμαχία αναγνωρίζοντας τον ποταμό Αχελώο ως το φυσικό σύνορό τους. Επίσης, αναφέρονται πολιτικά δικαιώματα μεταξύ τους, όπως η επιγαμία, η έγκτησις γης και η ισοπολιτεία, και προσδιορίζονται οι όροι της συμμαχίας σε περίπτωση εισβολής εχθρού σε μία από τις δύο χώρες. Στη β’ όψη αναγράφεται γεωδαιτική απόφαση διαιτητών του Θυρρείου, που ορίζει τα σύνορα δύο ακαρνανικών πόλεων, των Οινιαδών και της Μητροπόλεως (235–232 π.Χ.). Σύμφωνα με το κείμενο της επιγραφής η στήλη έπρεπε να αναρτηθεί από μεν τους Αιτωλούς στο Ιερό του Απόλλωνος στον Θέρμο, από τους Ακαρνάνες στο Ιερό του Απόλλωνος στο Άκτιο και από κοινού στα Ιερά των Δελφών, της Ολυμπίας και της Δωδώνης.
Το Ιερό του Απόλλωνος ιδρύθηκε στο κατάρρυτο οροπέδιο του Θέρμου, σε υψόμετρο 360 μ. βορειοανατολικά της λίμνης Τριχωνίδας, σε θέση φύσει οχυρή, προστατευμένη από τις βουνοκορφές του Παναιτωλικού όρους και των χαμηλότερων υψωμάτων της Αγριλιάς. Λόγω της στρατηγικής του θέσης χαρακτηρίζεται από τον Πολύβιο «ακρόπολις συμπάσης της Αιτωλίας». Ο φυσικός πλούτος και το κομβικό σημείο ίδρυσής του στο σταυροδρόμι μεταξύ της ορεινής και της πεδινής Αιτωλίας, των εύφορων κοιλάδων και των ποταμών Ευήνου και Αχελώου, προσέφεραν ιδανικές συνθήκες για την εγκατάσταση πληθυσμιακών ομάδων, ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συνάντησης και συναλλαγής κοινοτήτων που αναζητούσαν την άσκηση κοινών λατρευτικών πρακτικών, κυρίως σε περιόδους κρίσεων και πολέμων.
Για την πρόσβαση στον αρχαιολογικό χώρο του Θέρμου ο επισκέπτης μπορεί να επιλέξει μία από τις τρεις κύριες διαδρομές:
1. Ξεκινώντας από το Αγρίνιο, μέσω της επαρχιακής οδού Αγρινίου–Θέρμου, να ακολουθήσει τη διαδρομή που διασχίζει τη βόρεια πλευρά της λίμνης Τριχωνίδας (30 χλμ.).
2. Ξεκινώντας από το Μεσολόγγι και αφού διασχίσει το Φαράγγι της Κλεισούρας, να ακολουθήσει μετά τη διασταύρωση της Συκιάς την επαρχιακή οδό της Μακρυνείας κατά μήκος της νότιας πλευράς της Τριχωνίδας (37 χλμ.).
3. Ξεκινώντας από τη Ναύπακτο, να ακολουθήσει τον επαρχιακό δρόμο Ναυπάκτου–Θέρμου μέσω Χάνι Μπανιά και Ανάληψης (43 χλμ.) ή Κάτω Μακρινούς (47 χλμ.).
Λίγο πριν από την έξοδο του σημερινού οικισμού του Θέρμου προς Πετροχώρι, διασταύρωση οδηγεί μετά από 1 χλμ. περίπου στον αρχαιολογικό χώρο και το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Θέρμου. Οδικές πινακίδες σήμανσης κατά μήκος όλων των παραπάνω διαδρομών κατευθύνουν τον επισκέπτη προς το Ιερό του Απόλλωνος Θερμίου.
Το Ιερό του Απόλλωνος Θερμίου βρίσκεται στους πρόποδες του υψώματος Μεγαλάκκος, που ορθώνεται στα ανατολικά του αρχαιολογικού χώρου και του προσέφερε κατά την αρχαιότητα φυσική προστασία. Εδώ, στη βορειοανατολική γωνία του χώρου και αμέσως εξωτερικά της κύριας εισόδου, βρίσκεται μικρός χώρος στάθμευσης (χωρητικότητας 4–5 οχημάτων). Για πιο άνετη και ασφαλή στάθμευση προτείνεται ο αντίστοιχος χώρος του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Θέρμου, απ’ όπου συνιστάται να ξεκινήσει την περιήγησή του ο επισκέπτης. Το Μουσείο απέχει περίπου 200 μ. από τον αρχαιολογικό χώρο. Σε αυτό λειτουργεί εκδοτήριο εισιτηρίων και μικρό εκθετήριο με εκδόσεις αρχαιολογικού περιεχομένου του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων.
Η κάθοδος προς τον αρχαιολογικό χώρο, από το επίπεδο του σημερινού δρόμου που συνδέει τον Θέρμο με τον οικισμό Μάραθος, γίνεται από την πλαγιά του Μεγαλάκκου, κατηφορίζοντας διαμέσου των αρχαίων ανδήρων από βαθμιδωτό μονοπάτι. Το μονοπάτι είναι προσβάσιμο ως ένα σημείο και σε επισκέπτες που κινούνται με αναπηρικό αμαξίδιο. Εδώ έχει τοποθετηθεί η πινακίδα με το εισαγωγικό κείμενο για την ιστορία του Ιερού και τα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου και από το σημείο αυτό προσφέρεται εκπληκτική θέα προς τα κτήρια του προϊστορικού οικισμού, τους ναούς της Αρχαϊκής εποχής, την κρήνη, τις στοές, τον οχυρωματικό περίβολο και το οροπέδιο του Θέρμου.
Κατά την αρχαιότητα η πρόσβαση στο Ιερό δεν γινόταν από το μονοπάτι που χρησιμοποιείται σήμερα. Οι επισκέπτες εισέρχονταν από τη βόρεια πύλη του τείχους, ενώ όσοι ανέβαιναν από την ανατολική πλευρά της λίμνης Τριχωνίδας, τη Ναύπακτο και τις κοιλάδες του Ευήνου εισέρχονταν στην αγορά από τη νοτιοδυτική πύλη. Το σημερινό μονοπάτι καταλήγει λίγο πριν από την κρήνη. Στη συνέχεια ο επισκέπτης μπορεί να κατευθυνθεί δεξιά για να περιηγηθεί πρώτα στα κτήρια του προϊστορικού οικισμού και τους αρχαϊκούς ναούς και ακολούθως, διασχίζοντας την «πλατεία οδό» της αγοράς, να θαυμάσει τις δύο μεγάλες στοές, την ανατολική και τη δυτική, καθώς και την πληθώρα των βάθρων και εξεδρών, και να καταλήξει μπροστά από το «Βουλευτήριο» και το ανατολικό άκρο της νότιας στοάς. Ενημερωτικές πινακίδες με πλούσιο εποπτικό υλικό (κείμενα, φωτογραφίες, σχέδια, αναπαραστάσεις κ.ά.) παρέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες για όλα τα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου.
Η περιήγησή μας στα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου είναι χρονολογική και θα ξεκινήσει από τα κτήρια του προϊστορικού οικισμού.