Το τμήμα που ενώνει το λιμάνι με τη χερσονησίδα Μπούρτζι, είναι ο δρόμος που οδηγεί στο Μουσείο Ναυτικής και Πολιτιστικής Παράδοσης Σκιάθου.
«Κι αράδα-αράδα στο γιαλό δεμένα, αποσταμένα
να σιγοτρίζουν τα φτωχά σκιαθίτικα καΐκια».
(«Δέηση στην ψυχή του Παπαδιαμάντη», Λάμπρος Πορφύρας)
Η Σκιάθος λόγω της γεωγραφικής της θέσης αλλά και του ασφαλούς λιμανιού της, ήταν προορισμένη να παίξει σπουδαίο ρόλο τόσο στη ναυπηγική όσο και στη ναυτική παράδοση.
Η θάλασσα υπήρξε πάντοτε το στάδιο που ο Έλληνας διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο, και από αρχαιοτάτων χρόνων ανάμεσα σε όλα τα ναυτικά νησιά βρίσκουμε και τη Σκιάθο. Το 478 π.Χ. οι Σκιαθίτες προσχωρούν στην πρώτη Αθηναϊκή ναυτική συμμαχία, πληρώνοντας 1000 δραχμές το χρόνο στον “από Θράκης φόρον”, αργότερα προσχώρησαν και στη δεύτερη Αθηναϊκή συμμαχία και φαίνονται γραμμένοι στον 86ο στίχο στο ψήφισμα του άρχοντα Ναυσίνικου. Στον πόλεμο των Αθηναίων εναντίον του Φιλίππου του Β’, η Σκιάθος χρησιμοποιείται ως ναύσταθμος, κατά τον Δημοσθένη. Στους ταραγμένους καιρούς που ακολούθησαν Μακεδόνες, Ρωμαίοι, Βενετοί, Οθωμανοί χρησιμοποίησαν τη Σκιάθο πάντοτε ως βάση εξορμήσεων των κατακτητικών τους σχεδίων.
Μετά τους Ρωσοτουρκικούς πολέμους, οι Σκιαθίτες απέκτησαν το δικαίωμα να ναυπηγούν στο νησί τους μικρά σκάφη τα οποία έφεραν στον ιστό τους την οθωμανική σημαία και έκαναν μεταφορές και εμπόριο σε κοντινά τους μέρη.
Ακολούθησε η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), συνθήκη σταθμός για όλη την ελληνική ναυτιλία, αφού έδωσε τη δυνατότητα στους πλοιάρχους να μεγαλώσουν τα σκάφη τους, αλλά και να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους τόσο στη Μεσόγειο όσο και στη Μαύρη Θάλασσα.
Αποδεδειγμένα ο Γιάννης Χατζησταμάτης, πλοίαρχος και πατέρας του συνιδρυτή της ιστορικής Μονής Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της Σκιάθου, απέκτησε μεγάλη περιουσία με τα ταξίδια του στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, όπως φαίνεται από την κληρονομιά που παρέλαβε ο γιος του Γρηγόριος. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε τον Δημητράκη Αγάλου Οικονόμου, πατέρα του δασκάλου του Γένους Επιφανίου Δημητριάδη, που με το καράβι του έκανε ταξίδια στον ποταμό στη Βλαχία, όπως αναφέρει ο Αλ. Παπαδιαμάντης στα ‘Μαύρα Κούτσουρα’.
Ο Λάμπρος Κατσώνης και ο Νικοτσάρας στρατολογούν έμπειρους και ανδρείους ναύτες τόσο από τη Σκιάθο όσο και από τη Σκόπελο. Το τραγούδι του Αλβανού Χατζή Σεχρέτη μας θυμίζει ότι:
“Πάλι του μπήκε ο δαίμονας και τον ανακατώνει
Στη Σκιάθο και στη Σκόπελο καράβια τους γυρεύει
Καράβια να μου δώσετε να κλείσω το μπογάζι
να γκεζερώ στη θάλασσα κι ο κόσμος να τρομάξει
από τες τέσσερις μεριές τες θάλασσες να κλείσω
Τούρκους σε τούτα τα νερά ποτέ να μην αφήσω
κι αυτοί καράβια του ‘δωκαν, καϊκια και φρεγάδες
σε μια βδομάδα γίνηκε αυτός με δυο χιλιάδες”
Η ανεξαρτησία της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό βρήκε τη Σκιάθο και τις γειτονικές νήσους στην επικράτεια του μικρού ελληνικού κράτους αλλά και παραμεθόρια περιοχή μια και οι κοντινές, μόλις δύο μίλια απέχουσες ακτές της Μαγνησίας, ήταν τουρκική επικράτεια.
Η μεταφορά της πολίχνης από το απομονωμένο ως εκ της θέσεώς του Κάστρο στη σημερινή θέση, του ασφαλούς λιμένος, έδωσε τεράστια ώθηση τόσο στην ανάπτυξη της ναυπηγικής όσο και της ναυτοσύνης. Οι πρωτοβουλίες και η ακάματη ενεργητικότητα που χαρακτήριζε τους Σκιαθίτες της εποχής εκείνης, ο λιτοδίαιτος τρόπος ζωής και πάνω από όλα το συνεταιριστικό πνεύμα -μιας και τα πληρώματα είχαν μερίδιο πάνω στα κέρδη-υπήρξαν οι βασικοί πυλώνες πάνω στους οποίους αναπτύχθηκε η Σκιαθίτικη ναυτιλία.
Αξίζει εδώ να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το διήγημα ‘Η τύχη απ΄ την Αμέρικα’ του μεγάλου μας συμπατριώτη μας Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη “Οἱ νησιῶταί μας δὲν ἐπέδιδον εἰς ἄλλο ἐπάγγελμα παρὰ τὸ ναυτικόν. Οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἔγινε ποτὲ ἔμπορος τῆς ξηρᾶς ἢ βιομήχανος ἢ χειρῶναξ. Καὶ τέχνην ἂν εἶχον διδαχθῆ, τὴν ἐγκατέλειπον χάριν τῆς ἀστάτου ἐρωμένης, τῆς θαλάσσης.”
Όταν το 1833 επετράπη από τη Δημογεροντία του νησιού η ξύλευση των πυκνών δασών του νησιού και ιδίως της περιοχής του Αραδιά, πάνω από τη θέση Κεχριά, όπου αφθονούσε η άγρια ξυλεία διαφόρων ειδών, άρχισε μια εντατική ναυπήγηση ιστιοφόρων πλοίων. Πρωτομάστορες υπήρξαν οι Σκοπελίτες Κωνσταντίνος Φλούμης, Γεώργιος Γιαννούλης, Δημήτριος Αλεξάνδρου και ο Σκιαθίτης Σταμάτης Σταματάς.
Στα διασωθέντα σύμφωνα ναυπήγησης, οι πρωτομάστορες αρέσκονται να αυτοαποκαλούνται αρχιναυπηγοί αν και ήταν τελείως αγράμματοι και αναγκάζονται να υπογράφουν με το χέρι κάποιου που γνώριζε στοιχειώδη γραφή.
Οι αγράμματοι αυτοί λοιπόν αρχιναυπηγοί δεν αντιμετώπισαν κανένα μα κανένα πρόβλημα να κατασκευάζουν σκάφη τα οποία τόσο για το μέγεθός τους όσο και για την εξαιρετική ναυπηγική γραμμή τους, επέσυραν την προσοχή και το ενδιαφέρον επιστημόνων ναυπηγών, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας. Ο πλοίαρχος του Αγγλικού Πολεμικού Ναυτικού James Kenedy, σε έκθεσή του προς το αγγλικό Ναυαρχείο, κάνει ιδιαιτέρως εύφημο μνεία για τους αγράμματους αυτούς ναυπηγούς, στις επίσημες δε εκδόσεις του το Ναυαρχείο, αναφέρεται εκτός από το ευλίμενο της νήσου και η ναυπηγική τέχνη των Σκιαθιτών.
Τα διασωζόμενα σύμφωνα ναυπήγησης πλοίων στη Σκιάθο, μας πείθουν ότι οι αρχιναυπηγοί της Σκιάθου, όταν υπήρχε ανάγκη συμμετείχαν στην εκμετάλλευση των πλοίων που κατασκεύαζαν όπως ακριβώς και σήμερα διάφοροι ναυπηγικοί οίκοι δέχονται πληρωμή σε δόσεις, κατ΄ αυτόν τον τρόπο οι ναυπηγοί εκείνοι στήριζαν οικονομικά τους καπετάνιους πελάτες τους.
Οι Σκιαθίτες αρχιναυπηγοί εξέδιδαν σύμφωνα ναυπηγήσεως, όπως αποδεικνύεται από τα αρχεία του Δημοσίου Μνήμονος Σκιάθου, τα οποία είχαν θέση ναυτιλιακών εγγράφων του πλοίου. Όμως μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη της Σκιαθίτικης Ναυτιλίας εκτός από τους άριστους ναυπηγούς έπαιξε το συνεταιριστικό πνεύμα. Το πνεύμα αυτό καλλιεργήθηκε από το τέλος του 17ου αιώνα, και βασίστηκε στην εμπιστοσύνη και τιμιότητα μεταξύ των Σκιαθιτών. Ο συνδυασμός αυτός εμπορίου και ναυτιλίας είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ελληνικού πνεύματος και ήταν σε κοινή χρήση μεταξύ των Σκιαθιτών, απόδειξη αυτού η σωζόμενη διαθήκη του προπάππου του επιφανούς Σκιαθίτη εφοπλιστή Θωμά Ν. Επιφανειάδη, του Επιφάνειου Δημητριάδη ή Λογιωτάτου, που συντάχθηκε τον Αύγουστο του 1794, η οποία μαρτυρά την ύπαρξη μεριδίου σε σκιαθίτικα ιστιοφόρα των καπετανέων Ματαρώνα και Κωνσταντή Οικονόμου. Ως άνθρωπος αυτός των γραμμάτων, διδάσκαλος του γένους, δεν δίστασε να διαθέσει τα χρήματά του για την ανάπτυξη της ναυτιλίας της πατρίδας του, και το παράδειγμά του ακολούθησαν αρκετοί συμπατριώτες του. Χαρακτηριστικό του συνεταιριστικού πνεύματος, είναι το από 23ης Αυγούστου 1833 έγγραφο ενώπιον του Δημοσίου Μνήμονος Σκιάθου Κ. Λογοθέτη στο οποίο ο Πλοίαρχος και ιδιοκτήτης της γολέτας “Άρτεμις”, Θεόδωρος Τρακόσας, συμβάλλεται με τον Χατζή Αποστόλη, έμπορο, που καταθέτει ως συρμαγιά της προαναφερθείσης γολέτας 15 χιλιάδες τούρκικα γρόσια, ενώ ο ίδιος ο Τρακόσας προσφέρει για την επιχείρηση το πλοίο του καλώς αρματωμένο και 5 χιλιάδες γρόσια, ποσά όχι ευκαταφρόνητα για εκείνη την εποχή. Παραβλέποντας τις άλλες λεπτομέρειες του συμφωνητικού φθάνουμε στο δια ταύτα, ήτοι τη μοιρασιά.
Το κέρδος τους, μετά την αφαίρεση του κεφαλαίου και των νομίμων εξόδων το διανέμουν σε τρία ίσα μέρη εξ ων το κεφάλαιο των 20 χιλιάδων γροσίων λαμβάνει ο ένας, ο δε πλοίαρχος με το πλήρωμα λαμβάνει τα άλλα δύο.
Η επιτυχής συνεργασία παρομοίων πράξεων αποδεικνύεται από έγγραφο του Δημοσίου Μνήμονος Σκιάθου, στο οποίο εμφανίζεται και πάλι ο Χατζή Γεωργίου, να συνεταιρίζεται με τον Γεώργιο Ν. Χάνου, πλοιοκτήτη του μεγαλύτερου βρικίου της Σκιάθου, ονομαζόμενου ‘Παράδεισος’, « αγοράζων από αυτόν το μισό σκάφος αντί 2000 κολονάτων», πράγμα που αποδεικνύει ότι ο πρώτος συνεταιρισμός με τον πλοίαρχο Τρακόσα υπήρξε επιτυχής.
Η εμπορική πρόοδος της Σκιάθου αυτήν την περίοδο είναι καταφανής και από αρκετούς άλλους λόγους, όπως για παράδειγμα από τη μόνιμη εγκατάσταση εμπόρων προερχομένων από άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως ο Γεώργιος Ιωάννου, από τη Βάβδο της Χαλκιδικής, ο Γεώργιος Σουμαρίπας από τη Νάξο, ο Δημήτριος Φραγκίστας από τη Λαμία, ο Αντώνιος Σβορώνου από την Κεφαλονιά και άλλων, τους οποίους για λόγους οικονομίας χρόνου παραλείπω. Με την εγκατάστασή τους αυτή, οι έμποροι μαρτυρούν τη δυναμικότητα του εμπορικού στόλου του νησιού ερχόμενοι σε απευθείας επαφή με τους πλοιάρχους-ιδιοκτήτες και συνάπτοντας αυτοπροσώπως τις ναυλώσεις και τις εμπορικές δοσοληψίες.
Από τα συντασσόμενα εξάλλου ναυλοσύμφωνα ενώπιον του Δημοσίου Μνήμονος Σκιάθου προκύπτει ότι οι Σκιαθίτες εμποροπλοίαρχοι έχουν άριστη γνώση όλων των όρων και των διατάξεων των διεθνών ναυτικών κανόνων τα δε προς το εξωτερικό προοριζόμενα φορτία είναι διατυπωμένα κατά τέτοιο τρόπο που θυμίζουν σημερινά κοντράτα του Αγγλικού Chamber of Shipping.