Αρχαιολογικοί χώροι

Βλοχός

Θεσσαλία

Μαρία Βαϊοπούλου, Robin Rönnlund, Φωτεινή Τσιούκα

1
Δρόμοι με αναλημματικούς τοίχους

Ανεβαίνοντας στον λόφο με κατεύθυνση προς τα βορειοδυτικά, το πρώτο που συναντάει κανείς είναι ένας μεγάλος δρόμος με αναλημματικό τοίχο που ανηφορίζει στον λόφο με τεθλασμένη πορεία. Ο δρόμος οδηγούσε αρχικά από τους πρόποδες προς την κορυφή, αλλά από το χαμηλότερο τμήμα του έχουν αφαιρεθεί οι λίθοι, πιθανώς για να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή μεταγενέστερων κτηρίων. Έχει πλάτος 5–6 μέτρα –γεγονός που υποδεικνύει ότι δεν προοριζόταν μόνο για ανθρώπους αλλά και για ζώα και κάρα– και μήκος άνω του ενός χιλιομέτρου. Ο δρόμος συνδέεται με τις οχυρώσεις στην κορυφή του λόφου, που βρίσκεται 200 μέτρα ψηλότερα από την πεδιάδα, και διευκολύνει την πρόσβαση στην ακρόπολη. Αποσπασματικά κατάλοιπα ενός αντίστοιχου δρόμου διατηρούνται στην άλλη πλευρά του λόφου. Οι δρόμοι αυτοί είναι μοναδικοί στην Ελλάδα και πιθανότατα χρονολογούνται στην Ύστερη Αρχαϊκή περίοδο (περ. 500 π.Χ.).

2
Αρχαϊκή (;) οχύρωση

Πλησιάζοντας στην κορυφή του λόφου από τον δρόμο με τον αναλημματικό τοίχο, είναι ορατό στα αριστερά ένα τείχος με ακανόνιστη τοιχοδομία. Αποτελεί τμήμα της μεγάλης οχύρωσης στην κορυφή που κατασκευάστηκε την Ύστερη Αρχαϊκή περίοδο, πιθανώς γύρω στο 500 π.Χ., ενδεχομένως ως καταφύγιο για τη γύρω περιοχή. Το τείχος είχε μήκος 1,3 χλμ., περικλείοντας μια έκταση άνω των 100 στρεμμάτων, και ήταν κτισμένο κυρίως με πλίνθους πάνω σε μεγάλων διαστάσεων λίθινα θεμέλια, τα οποία σώζονται σήμερα. Δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου κατάλοιπα κτηρίων εντός της οχύρωσης, γεγονός που σημαίνει ότι πιθανότατα δεν περιέκλειε κάποιον οικισμό.

3
Δυτική πύλη

Στο τέλος του δρόμου με τον αναλημματικό τοίχο, ακριβώς απέναντι από τα κατάλοιπα των κλασικών–ελληνιστικών οχυρώσεων, σώζεται σε καλή κατάσταση μια πύλη του οχυρωματικού τείχους της Ύστερης Αρχαϊκής περιόδου. Η κατασκευή έχει πλάτος 12 μέτρα, με ένα εσωτερικό πέρασμα πλάτους 3,5 μέτρων και μήκους 10 μέτρων. Κατάλοιπα που σώζονται σε κακή κατάσταση στο τέλος του αντίστοιχου νότιου δρόμου δείχνουν ότι υπήρχαν δύο τέτοιες πύλες, οι οποίες αποτελούν τα μόνα προεξέχοντα στοιχεία του τείχους.

Το μέγιστο σωζόμενο ύψος του δυτικού τείχους είναι περίπου δύο μέτρα, αλλά αν κρίνουμε από την ποσότητα των πεσμένων λίθων, τα λίθινα θεμέλια της κατασκευής πρέπει να έφταναν τα τρία μέτρα. Για να βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με το παρακείμενο οχυρωματικό τείχος, η πύλη πρέπει να είχε ύψος περίπου έξι μέτρα, με μια πλίνθινη ανωδομή ύψους τριών μέτρων.

4
Τείχη της Κλασικής–Ελληνιστικής περιόδου

Ακριβώς μπροστά από την πύλη σώζονται σε καλή κατάσταση τα κατάλοιπα του τείχους των μέσων του 4ου αιώνα π.Χ., το οποίο ήταν κατασκευασμένο με επιμελημένη πολυγωνική τοιχοδομία.

Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι μόνο τα λίθινα θεμέλια του τείχους, το οποίο αρχικά ήταν ψηλότερο χάρη στην ύψους πέντε μέτρων πλίνθινη ανωδομή και η επιφάνειά του ήταν καλυμμένη με λευκό κονίαμα για την προστασία των πλίνθων από τη βροχή και το χιόνι. Το τείχος συνεχίζει σε μια μεγάλη καμπύλη κατά μήκος της κορυφογραμμής, με 18 τετράγωνους πύργους τοποθετημένους ανά ίσα διαστήματα, σχηματίζοντας τη μεγαλύτερη ακρόπολη της κεντρικής Ελλάδας.

Αρχικά το τείχος περιέκλειε την πόλη που ήταν κτισμένη στους πρόποδες του λόφου, καθώς και τις πλαγιές και την ακρόπολη στην κορυφή, αλλά σήμερα σώζονται κατάλοιπα μόνο στις πλαγιές και την κορυφή.

Στα τέλη της Ελληνιστικής περιόδου, γύρω στο 200 π.Χ., το τείχος της πόλης έφτανε σχεδόν τα τρία χιλιόμετρα σε μήκος, περικλείοντας μια έκταση 480 στρεμμάτων. Το επτά μέτρων ύψους τείχος και οι πολυάριθμοι πύργοι του έκαναν την οχυρωμένη πόλη να δεσπόζει στο αρχαίο τοπίο.

5
Οικία με περίκλειστη αυλή

Κοντά στο ψηλότερο σημείο της κορυφής του λόφου υπάρχει ένα τετράγωνο κοίλωμα με πεσμένους λίθους. Πρόκειται για τα κατάλοιπα μιας μεγάλης δεξαμενής, η οποία βρισκόταν στην αυλή μιας μεγάλης απομονωμένης οικίας της Κλασικής–Ελληνιστικής περιόδου. Κτήρια τέτοιου τύπου απαντούν συνήθως σε αστικά συγκροτήματα, αλλά αυτή η οικία στέκει μόνη της στην κορυφή του λόφου. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ανήκε σε κάποιο σημαντικό πρόσωπο της αρχαίας κοινότητας, πιθανώς στον φρούραρχο ή τον αρχηγό της φρουράς που ήταν εγκατεστημένη στην ακρόπολη της πόλης.

6
Παλαιοχριστιανική εκκλησία

Στο νοτιοανατολικό άκρο της κορυφής του λόφου υπάρχει ένας λιθοσωρός δίπλα ακριβώς από το κλασικό–ελληνιστικό οχυρωματικό τείχος. Πρόκειται για τα κατάλοιπα από την κατάρρευση μιας παλαιοχριστιανικής εκκλησίας, που ήταν κτισμένη πάνω ακριβώς από τη νότια πύλη της Αρχαϊκής περιόδου. Η εκκλησία είναι σχετικά μικρή και έχει τρία κλίτη. Επί του παρόντος δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε αν ανήκε στον οικισμό της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου ή σε κάποια μικρή μοναστική κοινότητα ιδρυμένη στην κορυφή του λόφου.

7
Οχυρώσεις της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου

Τα τείχη που κατηφορίζουν στη νοτιοανατολική πλαγιά του λόφου είναι από τα πιο καλοδιατηρημένα αρχαιολογικά κατάλοιπα του χώρου, εντυπωσιάζοντας τον επισκέπτη που προσεγγίζει τον λόφο από τον σημερινό δρόμο. Η κλασική–ελληνιστική οχύρωση δέχθηκε εκτεταμένες επιδιορθώσεις κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, πιθανότατα στο πλαίσιο του οχυρωματικού προγράμματος του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’ στα μέσα του 6ου αιώνα μ.Χ. Σε αντίθεση με την κλασική–ελληνιστική οχύρωση, τα βυζαντινά τείχη ήταν κατασκευασμένα με μικρότερους λίθους συνδεδεμένους με κονίαμα και δύο πύργοι είχαν προστεθεί στη γραμμή του τείχους για την περαιτέρω ενίσχυσή του. Από το τείχος στους πρόποδες του λόφου, πάνω ακριβώς από το σύγχρονο λατομείο, έχουν αφαιρεθεί εντελώς οι λίθοι, αλλά στην αρχική του μορφή έστριβε προς τα δυτικά και συνέχιζε κατά μήκος της πλαγιάς.

8
Ο χώρος του οικισμού

Κάτω και νότια του λόφου βρίσκεται η θέση «Πάτωμα», μια μεγάλη πεδινή έκταση, ακαλλιέργητη σήμερα, που στην αρχαιότητα αποτελούσε τον κύριο χώρο του αρχαίου οικισμού. Το μόνο κτήριο που υπάρχει σήμερα εδώ είναι το ξωκκλήσι του Αγίου Μοδέστου, χτισμένο τη δεκαετία του 1960. Θαμμένα όχι πολύ βαθιά στο έδαφος βρίσκονται τα κατάλοιπα αρχαίων αστικών οικισμών που ανήκουν σε διάφορες χρονολογικές φάσεις και περιλαμβάνουν μια κλασική–ελληνιστική πόλη, μια ρωμαϊκή πολίχνη και έναν οχυρωμένο οικισμό της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου. Πολύ λίγα από τα κατάλοιπα αυτά είναι ορατά σήμερα στην επιφάνεια του εδάφους, ωστόσο η γεωφυσική έρευνα και οι αεροφωτογραφίες αποκαλύπτουν ένα πυκνό δίκτυο κτηρίων, τειχών, δρόμων και πλατειών, που καλύπτουν μια έκταση 1.500 στρεμμάτων. Το αρδευτικό κανάλι ακολουθεί χονδρικά την εξωτερική πλευρά του τείχους της πόλης, δίνοντάς μας μια ένδειξη για το μέγεθος του οικισμού.

9
Ανεσκαμμένο τμήμα τείχους στη μεγάλη πύλη με αυλή

Ένα μικρό τμήμα του κλασικού–ελληνιστικού τείχους των μέσων του 4ου αιώνα π.Χ. είναι ορατό στην επιφάνεια του εδάφους κοντά στο αρδευτικό κανάλι στη νότια πλευρά της θέσης «Πάτωμα». Το τμήμα αυτό ανασκάφηκε από τη ΛΔ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, αποκαλύπτοντας ότι η οικοδομική τεχνική που χρησιμοποιήθηκε στα κατώτερα τμήματα της οχύρωσης μοιάζει με αυτή της κορυφής. Αμέσως δυτικά του τμήματος αυτού υπάρχει μια ανάβαθη κοιλότητα στο έδαφος, που σχηματίζεται από την εσωτερική αυλή μιας μεγάλης πύλης του τείχους. Αυτή η πύλη ήταν μία από τις τρεις κύριες εισόδους της κλασικής–ελληνιστικής πόλης και πλαισιωνόταν από δύο μεγάλους πύργους που προστάτευαν το πέρασμα από την εξωτερική πλευρά του τείχους. Περίπου 30 μέτρα έξω από την πύλη βρέθηκαν αποσπασματικά κατάλοιπα, πιθανότατα μιας γέφυρας που διέσχιζε ένα μικρό ρέμα, υποδεικνύοντας ότι ο δρόμος συνέχιζε προς τα νότια πέρα από την πόλη.