Αρχαιολογικοί χώροι

Ακρόπολη του Γλα

Στερεά Ελλάδα

Έλενα Κουντούρη, Κώστας Θεοδωρίδης, Σοφία Σπυροπούλου

1
Δυτική Πύλη

Η Δυτική Πύλη, με θέα ολόκληρο σχεδόν το κωπαϊδικό πεδίο προς τα δυτικά, είναι η πρώτη πύλη που αντικρίζει κάποιος ερχόμενος από τον Ορχομενό. Ανοίγεται στο μοναδικό, σχεδόν, βατό σημείο της δυτικής πλαγιάς του λόφου και πλαισιώνεται και αυτή από δύο πυργοειδείς κατασκευές, μεταξύ των οποίων διαμορφώνεται εξωτερική λιθόστρωτη αυλή. Η σημερινή πρόσβαση προς την πύλη έχει τη μορφή στενού, σχετικά ομαλού και κατά περιοχές κλιμακωτού μονοπατιού. Τμήματα της αναβάθρας διακρίνονται σήμερα ανάμεσα στους πεσμένους λίθους.

2
Κτήριο Μ κατά Noack

Το Κτήριο Μ κατά Noack χωροθετείται στα δυτικά του κεντρικού περιβόλου και λίγο χαμηλότερα απ’ αυτόν. Πρόκειται για ιδιαίτερα επίμηκες ορθογώνιο κτίσμα με προσανατολισμό Α–Δ και εξωτερικές διαστάσεις 8,80×58,60 μ. Εδράζεται πάνω σε μικρό τριγωνικό πλάτωμα κοντά στη βορειοδυτική καμπή της οχύρωσης και σε απόσταση μόλις 23 μ. από το δυτικό σκέλος του κεντρικού περιβόλου. Ισχυρό μεγαλιθικό τοιχόβαθρο, που είναι θεμελιωμένο σε τεχνητή εξισωτική επίχωση, περιτρέχει και διαμορφώνει τη βάση του κτηρίου. Πάνω σε αυτό χτίζονται οι λίθινοι τοίχοι, οι οποίοι συμπληρώνονταν σε ύψος από ωμόπλινθους, πιθανώς ενισχυμένες με ξύλινα στοιχεία. Οι τοίχοι αυτοί φαίνεται να χωρίζουν εγκάρσια τη συνολική επιφάνεια του κτηρίου σε επτά επιμέρους χώρους, εκ των οποίων οι δύο ακραίοι έχουν το μικρότερο εμβαδόν (17–20 τ.μ.), μικρότερο μάλιστα από το ήμισυ που καταλαμβάνει καθένας από τους ενδιάμεσους χώρους (55–80 τ.μ.). Λόγω θέσης και διαστάσεων δεν αποκλείεται οι ακραίοι χώροι να λειτουργούσαν ως κλιμακοστάσια. Από τα ευρήματα του κτηρίου ξεχωρίζουν μεγάλα ελάσματα μολύβδου και ακέραια πήλινη πλάκα δαπέδου διαστάσεων 0,34×0,36 μ. και πάχους 0,08 μ. που βρέθηκε κατά χώραν στο εσωτερικό του κτηρίου.

3
Κτηριακό Συγκρότημα Ν κατά Νοack

Το κτηριακό συγκρότημα Ν ή αλλιώς Κτήριο Ν κατά Noack χωροθετείται σε φυσικό πλάτωμα στην κορυφή ομαλού κωνικού υψώματος στο νοτιοδυτικό τμήμα της ακρόπολης και σε απόσταση 110 μ. από τη νοτιοδυτική γωνία του Κεντρικού Περιβόλου και 150 μ. από το νότιο σκέλος της οχύρωσης. Διαπιστώνεται δε ότι απέχει ίση απόσταση, η οποία δεν ξεπερνά τα 200 μ., από τις δύο εγγύτερες προς αυτό πύλες της οχύρωσης, τη Νότια και τη Δυτική. Πρόκειται για συγκρότημα έξι ανεξάρτητων, κατά τα φαινόμενα, κτηριακών όγκων (που ονομάστηκαν συμβατικά Na–Νf), εξωτερικών διαστάσεων 8,60×27,70 μ., έκαστος με προσανατολισμό Α–Δ και κοινές οικοδομικές γραμμές. Οι κτηριακοί όγκοι με το μήκος τους προσανατολισμένο στον άξονα Α–Δ, διατάσσονται γραμμικά κατά τον άξονα Β–Ν σε ομάδες των τριών, ενώ μεταξύ τους φαίνεται να μεσολαβούν υπαίθριοι χώροι ομόλογων διαστάσεων. Από μία πρώτη ματιά, αναφορικά με τα κτηριακά κατάλοιπα, φαίνεται πως ανήκουν σε δομές που κτίστηκαν με εκτενή χρήση μεγάλιθων και διατήρηση ευθειών για μεγάλα μήκη σε επικλινή και βραχώδη εδάφη.

Η κεραμική που ανασύρθηκε είναι ως επί το πλείστον αποσπασματική (κυρίως όστρακα αδιάγνωστα), ενώ δεν λείπουν και τα ακέραια ή σχεδόν ακέραια αγγεία (ψευδόστομοι αμφορείς, κύλικες) τα οποία, αν και λίγα σε αριθμό, ωστόσο χρονολογούν την εγκατάλειψη των οικοδομημάτων στο τέλος της Υστεροελλαδικής ΙΙΙΒ ή στη μετάβαση προς την Υστεροελλαδική ΙΙΙΓ περίοδο (τέλη του 13ου αι. π.Χ.).

Τα σημαντικότερα ωστόσο ευρήματα της μέχρι σήμερα ανασκαφικής έρευνας στο εν λόγω συγκρότημα αποτελούν τα θραύσματα των τοιχογραφιών, τα οποία, αν και σώζονται αποσπασματικά, διαπιστώθηκε ότι προέρχονται από διακοσμητική ζώνη ροδάκων, απομίμηση ξυλοδεσιάς και μικρογραφική σύνθεση με καλαμοειδή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η ποικιλία στην τυπολογική απόδοση των διακοσμητικών ζωνών ροδάκων.

4
Κτήρια P και O

Οι έρευνες που διεξήχθησαν το 2019 στο νότιο τμήμα της ακρόπολης έφεραν στο φως δύο νέα κτήρια, που ονομάστηκαν συμβατικά με τα γράμματα της λατινικής αλφαβήτου Ο και Ρ. Τα κτηριακά κατάλοιπα φαίνεται πως ανήκουν σε δομές που κτίστηκαν με εκτενή χρήση κυβικών ογκόλιθων στις γωνίες και επαναλαμβάνουν τα ιδιότυπα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά ήδη εντοπισμένα στα παλαιότερα ανεσκαμμένα κτήρια του Κεντρικού Περιβόλου της ακρόπολης: ιδιόρρυθμες επιμήκεις πτέρυγες, συμμετρία, αξονική διάταξη και μεγάλα μεγέθη. Είναι θεμελιωμένα απευθείας στον φυσικό βράχο, ο οποίος μάλιστα έχει υποστεί κατάλληλη κατά περιοχές διαμόρφωση. Τα κτήρια είναι τετράπλευρα και μακρόστενα, διαθέτουν τετράπλευρους χώρους και εγκάρσιους διαδρόμους και μοιάζουν προς το παρόν να συναντώνται μεταξύ τους σε ορθή γωνία, ίσως εκατέρωθεν υπαίθριου χώρου. Τα όριά τους προς Β και Ν είναι ασαφή, καθώς η ανασκαφή τους δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Από τα ευρήματα που ήρθαν στο φως ξεχωρίζουν δέκα λίθινα εργαλεία κρούσης και τριβής, ένας ακέραιος χάλκινος διπλός πέλεκυς και ένα μολύβδινο αγγείο, που βρέθηκαν στο Κτήριο Ρ και καθιστούν πιθανή την εργαστηριακή χρήση του χώρου.

5
Κτήριο Q

Το 2019 η ανασκαφική έρευνα επεκτάθηκε και στο πλάτωμα νοτιοανατολικά του Κεντρικού Περιβόλου της ακρόπολης, όπου δεν είχε πραγματοποιηθεί κατά το παρελθόν καμία συστηματική ανασκαφή και τα μόνα διαθέσιμα στοιχεία αποτελούν οι πρόχειρες αποτυπώσεις του 1893 από τον F. Noack των ορατών, τότε, αρχιτεκτονικών καταλοίπων. Στην περιοχή αυτή εντοπίστηκαν, χαρτογραφήθηκαν και ερευνήθηκαν τοιχοδομές, με κυμαινόμενο πλάτος 0,60–0,80 μ., οι οποίες, παρά την αποσπασματικότητά τους, φαίνεται να συμπλέκονται και να στοιχειοθετούν την ύπαρξη ενός τουλάχιστον εκτεταμένου κτηριακού συγκροτήματος με ασαφή προς το παρόν όρια, το οποίο ονομάστηκε συμβατικά Κτήριο Q. Μεταξύ των οικοδομικών καταλοίπων, μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει τετράπλευρος χώρος ορθογώνιας κάτοψης, ο οποίος είχε εντοπιστεί και μερικώς αποτυπωθεί από τον F. Noack. Διατηρεί τους τοίχους και στις τέσσερις πλευρές του, ωστόσο η επίχωση που ερευνήθηκε στο εσωτερικό του ήταν ιδιαίτερα ισχνή και με λιγοστά ευρήματα, μεταξύ των οποίων θραύσματα από αδιακόσμητη κεραμική που χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο (13ος αι. π.Χ.).

Λίγο νοτιότερα εντοπίστηκαν τοίχοι που φαίνεται να εγγράφονται σε ένα άλλο κτήριο με διαφορετικό προσανατολισμό από το Κτήριο Q, υποδεικνύοντας την ύπαρξη και σε αυτό το τμήμα της ακρόπολης δομών αντίστοιχων με αυτές που έχουν εντοπιστεί στο δυτικό και νοτιοδυτικό πλάτωμα. Αν και τα οικοδομικά κατάλοιπα στην ευρύτερη αυτή περιοχή παρουσιάζουν κοινά στοιχεία, τουλάχιστον ως προς την κατασκευή των τοίχων και τη θεμελίωσή τους, με τα Κτήρια O και P, ο διαφορετικός προσανατολισμός μερικών εξ αυτών καθιστά πιθανή την ύπαρξη δύο διαφορετικών κτηριακών συνόλων στο συγκεκριμένο πλάτωμα, τα οποία, ενδεχομένως, αντιστοιχούν και σε διαφορετικές οικοδομικές φάσεις. Η ανασκαφή στην περιοχή είναι σε εξέλιξη και η συνέχιση της έρευνας είναι επιβεβλημένη, προκειμένου να εξεταστεί το σύνολο των καταλοίπων και να διευκρινιστούν οι μεταξύ τους συσχετισμοί.

6
Κεντρικός Περίβολος

Τα ανεσκαμμένα από τους A. de Ridder, Ι. Θρεψιάδη και Σπ. Ιακωβίδη χωροθετούνται στο κεντρικό και υπερυψωμένο άνδηρο του βράχου, το οποίο οριοθετήθηκε και προστατεύτηκε από έναν κεντρικό περίβολο που φτάνει από το βόρειο τείχος έως σχεδόν τη νότια πύλη. Ο περίβολος αυτός χωρίζεται σε δύο κύρια τμήματα, το βόρειο και το νότιο, που επικοινωνούν μεταξύ τους. Το βόρειο περικλείει ένα διώροφο κτηριακό συγκρότημα («μέλαθρον») κτισμένο σε δύο πτέρυγες που συναντώνται κατ’ ορθή γωνία πάνω σε ένα χαμηλό χτιστό άνδηρο. Στην ελεύθερη άκρη κάθε πτέρυγας, κοντά στην είσοδο, υπάρχει από ένα μεγαροειδές διαμέρισμα. Τα μεγαροειδή δωμάτια ήταν ευρύχωρα και τοιχογραφημένα, ενώ συνδέονταν με ένα σύστημα διαδρόμων που τους επέτρεπαν να επικοινωνούν, αλλά και να απομονώνονται το ένα από το άλλο. Κάθε πτέρυγα είχε από ένα κλιμακοστάσιο, τα διαμερίσματα είχαν και δεύτερο όροφο, οι πόρτες ήταν ξύλινες και οι τοίχοι ήταν στρωμένοι με ασβεστοκονίαμα τοιχογραφημένο ή διακοσμημένοι με ανάγλυφους ημικιονίσκους. Οι στέγες ήταν επικλινείς, σκεπασμένες με πήλινα κεραμίδια. Οι δύο όμοιες, ισοδιάστατες και καλοχτισμένες κατοικίες προορίζονταν, κατά τον Σπ. Ιακωβίδη, για δύο ισότιμους αξιωματούχους, πιθανόν έναν άρχοντα που ήταν επικεφαλής της φρουράς και έναν άλλο άρχοντα που ήταν υπεύθυνος για τα φράγματα και τις αποθήκες.

Στον νότιο περίβολο, έκτασης 51 στρεμμάτων, απαντούν δύο παράλληλα επιμήκη συγκροτήματα χωρισμένα από μεγάλη κεντρική πλατεία, όμοια και αυτά στη διάταξη, το μέγεθος και τη διαρρύθμισή τους. Τα κτήρια, εφοδιασμένα με αναβάθρες, περιελάμβαναν μεγάλες αποθήκες αγροτικών προϊόντων, ενώ φιλοξενούσαν και άλλες λειτουργίες, όπως χώρους διαμονής, μαγειρεία κ.ά. Εδώ προφανώς συγκεντρωνόταν και φυλασσόταν σε χώρους με ισχυρή περίφραξη και ελάχιστες, εύκολα ελεγχόμενες, προσβάσεις η παραγωγή της εύφορης πεδιάδας. Ένας τρίτος περίβολος, τέλος, διαμορφώνεται ανατολικά των μελάθρων, χωρίς να διακρίνεται είσοδος.

7
Νότια Πύλη

Η Νότια Πύλη βρίσκεται στο νότιο κυκλώπειο τείχος, είναι η επιβλητικότερη όλων και ενδεχομένως να αποτελούσε και την κύρια πύλη της ακρόπολης. Πλαισιώνεται, όπως και οι άλλες, από τις πυργοειδείς κατασκευές, πίσω από τις οποίες υπήρχαν αντίστοιχα δύο αντικριστά ορθογώνια δωμάτια, ενδεχομένως φυλακεία. Η πύλη κτίστηκε σε σημείο όπου το φρύδι του βράχου αλλάζει ξαφνικά κατεύθυνση, σχηματίζοντας τεθλασμένη. Αντίθετα προς τις άλλες πύλες, τα μέτωπα των πυλώνων της Νότιας Πύλης καταλήγουν να μην βρίσκονται στην ίδια περασιά — ανάλογη λύση μάς είναι γνωστή από τη διάταξη των πυλών των Μυκηνών και των Αθηνών με τους προεξέχοντες πλευρικούς προμαχώνες. Η αναβάθρα της πύλης είναι κατακρημνισμένη, ωστόσο έχουν εντοπιστεί αρκετά κατάλοιπά της τα οποία παραμένουν καλυμμένα από την πυκνή βλάστηση.

8
Νοτιοανατολικό Δίπυλο

Η πύλη αυτή χωροθετείται στη νότια πλευρά της οχύρωσης, διαγωνίως και απέναντι από τη Βόρεια Πύλη. Είναι γνωστή ως Διπλή Πύλη ή Δίπυλο γιατί αποτελείται από δύο παράπλευρες εισόδους χωρισμένες από έναν ισχυρό πυλώνα, μεμονωμένο και χτισμένο στην ίδια γραμμή με τις δύο ενισχυμένες απολήξεις του τείχους (πυλώνες) που το πλαισιώνουν δυτικά και ανατολικά. Εσωτερικά ήταν κτισμένη η αρχή ενός εγκάρσιου διατειχίσματος που διασχίζει το ύψωμα από νότο προς βορρά και χωρίζει το ανατολικό έξαρμα του βράχου από την υπόλοιπη έκταση. Η διαρρύθμιση αυτή εξηγεί την ιδιομορφία της όλης κατασκευής η οποία στην πραγματικότητα δεν είναι μία πύλη αλλά δύο γειτονικές και χωριστές που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους και εξυπηρετούν διαφορετικά τμήματα του οχυρού. Η αναβάθρα του ΝΑ Δίπυλου διατηρούνταν μέχρι το 1957 οπότε και καταστράφηκε από την Εταιρεία Κωπαΐδας στο πλαίσιο των αποστραγγιστικών έργων που πραγματοποίησε.

9
Βόρεια Πύλη

Η Βόρεια Πύλη βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της βόρειας οχύρωσης και είναι η πύλη με την ευκολότερη πρόσβαση προς την ακρόπολη, δεδομένου ότι στο σημείο αυτό ο βράχος έχει το χαμηλότερο ύψος. Από την αναβάθρα της Βόρειας Πύλης δεν βρέθηκαν ίχνη. Μόνο λίθοι λειασμένοι από το δάπεδό της καθώς και ο λειασμένος κατά τόπους βράχος. Οι πύργοι που πλαισιώνουν την πύλη έχουν τετραγωνική κάτοψη. Αμέσως μετά την είσοδο της πύλης διαμορφώνεται «εσωτερική αυλή» η οποία οριοθετείται προς τα δυτικά από δωμάτιο ορθογώνιας κάτοψης, που έχει ερμηνευτεί ως φυλάκιο, και προς τα ανατολικά από χώρο που πρέπει να ήταν στεγασμένος κατά την περίοδο χρήσης του.