Στην αποκατάσταση και ανάδειξη του Αρχοντικού Βουβάλη στην Κάλυμνο προχωρά η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, με χρηματοδότηση ύψους 850.000 ευρώ, από το Περιφερειακό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Νοτίου Αιγαίου. Για τον σκοπό αυτό, ο Περιφερειάρχης Γιώργος Χατζημάρκος κάλεσε την Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Δωδεκανήσου να υποβάλει σχετική πρόταση, για ένταξη και χρηματοδότηση στον Άξονα Προτεραιότητας «Προστασία, ανάπτυξη και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς» του Περιφερειακού Προγράμματος Ανάπτυξης Νοτίου Αιγαίου.

Το έργο διαθέτει ολοκληρωμένη, τεκμηριωμένη και εγκεκριμένη πρόταση σχεδιασμού σε επίπεδο αρχιτεκτονικής μελέτης και μελετών συντήρησης και προβλέπει:

—Επισκευή, αποκατάσταση και ανάδειξη του Αρχοντικού και του περιβάλλοντος χώρου, στον οποίο περιλαμβάνεται ο κήπος και τα συνοδευτικά κτήρια.

—Συντήρηση των κινητών αντικειμένων (οικοσκευής και έργων τέχνης) και του κτηριακού διακόσμου του Αρχοντικού.

—Επαναλειτουργία του Αρχοντικού με την επανέκθεση των παλαιότερων και τη δημιουργία νέων επισκέψιμων χώρων.

—Βελτίωση της επικοινωνίας του Αρχοντικού με το παρακείμενο Αρχαιολογικό Μουσείο Καλύμνου με το οποίο συνδέεται μέσω κοινού αύλειου χώρου, ώστε να αποτελέσουν ένα ενιαίο μουσειακό συγκρότημα.

Η ιστορία του Αρχοντικού Βουβάλη

Το σπίτι του Νικολάου και της Αικατερίνης Βουβάλη κτίστηκε λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα και ανακαινίστηκε το 1894 υπό την επίβλεψη του Κερκυραίου αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Ανδρέη. Πρόκειται για ένα τριώροφο νεοκλασσικίζον οίκημα με πολλά και μεγάλα παράθυρα, βεράντες και ταράτσες στην πίσω πλευρά, καθώς και μικρά στρογγυλά μπαλκόνια. Ολόγυρά του απλώνεται ένας μεγάλος κήπος με υποστατικά, πηγάδι και δύο ξύλινα περίπτερα, ερειπωμένα σήμερα. Aποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της νεοκλασικής νησιώτικης αστικής αρχιτεκτονικής στην Κάλυμνο.

Εδώ, έζησε στα τέλη του 19ου και στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ο Νικόλαος Βουβάλης, ο πλουσιότερος έμπορος σφουγγαριών της Καλύμνου και ένας από τους πιο δραστήριους σε ολόκληρο τον κόσμο. Συνεχιστής των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων του υπήρξε η σύζυγός του Αικατερίνη, η οποία έζησε εδώ έως το 1956. Μετά το θάνατό της το Αρχοντικό περιήλθε στη δικαιοδοσία του μοναστηριακού «Ιδρύματος Ελέους», το οποίο στη συνέχεια το δώρισε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, υπό τον όρο να λειτουργήσει ως Μουσείο. Ακολούθησαν εργασίες συντήρησης και επισκευής από την 4η ΕΒΑ και το 1981 ολοκληρώθηκε η μετατροπή του Αρχοντικού σε Μουσείο, με όσα αντικείμενα της οικογένειας είχαν απομείνει.

Κύρια επιδίωξη υπήρξε η δημιουργία ενός συνόλου ολοκληρωμένου αισθητικά και ιστορικά, μέσα από το οποίο να αποκαλύπτεται η ατμόσφαιρα της εποχής και οι αισθητικές και κοινωνικές αξίες των ανθρώπων που έζησαν σε αυτό το σπίτι. Από τα 18 συνολικά δωμάτια του Αρχοντικού είναι σήμερα οργανωμένα και επισκέψιμα μόνο 3: το Γραφείο του Ν. Βουβάλη, ο επαγγελματικός χώρος του δραστήριου εμπόρου, η Τραπεζαρία, το επίκεντρο της οικογενειακής ζωής, και το Σαλόνι, ο χώρος όπου οι οικοδεσπότες υποδέχονταν εξέχοντα πρόσωπα και γιόρταζαν σημαντικά γεγονότα.

Με την αποκατάσταση του Αρχοντικού Βουβάλη και την επικοινωνία του με το Μουσείο της Καλύμνου, το οποίο διαθέτει σημαντικά εκθέματα που αντιπροσωπεύουν, διαχρονικά, την ιστορία του νησιού, αξιοποιείται το μνημειακό κτηριακό απόθεμα της περιόδου του 19ου αι. και αναδεικνύεται μια σημαντική πτυχή της ιστορίας του νησιού στο ευρύτερο κοινό και τους επισκέπτες του.