Τα τελευταία πέντε χρόνια το πανεπιστήμιο Maison de l’Orient et de la Méditerranée της Λυών, σε συνεργασία με αριθμό επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων, πραγματοποιεί έρευνες στην περιοχή Ghozza, στην Ανατολική Έρημο της Αιγύπτου. Για φέτος το ελληνικό τμήμα της ανασκαφικής ομάδας, υπό τη διεύθυνση του μεταδιδακτορικού ερευνητή του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας δρος Μάρκου Βαξεβανόπουλου, ανέλαβε την επιφανειακή καταγραφή των αρχαίων μεταλλευτικών περιοχών χρυσού και τις ανασκαφικές εργασίες στο εσωτερικό δύο υπόγειων μεταλλείων.

Η επιφανειακή έρευνα αποκάλυψε περίπου 40 υπόγειες στοές μεταλλείων χρυσού και αρκετές περιοχές επιφανειακής απόληψης. Ο χρυσός εντοπίζεται σε φλέβες του ορυκτού χαλαζία μέσα στο υπόβαθρο των ηφαιστειακών πετρωμάτων. Αυτές οι φλέβες έτυχαν εκμετάλλευσης από το 3000 π.Χ. Η πιο έντονη μεταλλευτική δραστηριότητα που καταγράφηκε στην περιοχή χρονολογείται την Πτολεμαϊκή περίοδο και κυρίως τον 3ο αι. π.Χ.

Η ανασκαφή στο εσωτερικό των μεταλλείων χρυσού έφερε στο φως πολλά σημαντικά ευρήματα, όπως καλάθια μεταφοράς του μεταλλεύματος, τμήματα ξύλου από εργαλεία των μεταλλωρύχων, κομμάτια υφάσματος, φυτίλια των λύχνων, αλλά και αρκετή κεραμική. Ανάμεσα στα ευρήματα της κεραμικής εξέχουσα θέση έχει το φετινό εύρημα ενός οστράκου με ελληνική γραφή, το οποίο αποτελεί το γράμμα ενός μεταλλωρύχου προς τον επιστάτη του μεταλλείου. Τα στοιχεία που αντλούνται από το εύρημα είναι ανεκτίμητης ιστορικής και αρχαιολογικής αξίας, μιας και προσφέρουν απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο διαβίωσης των μεταλλωρύχων και τις συνθήκες εργασίας τους. Τα ονόματα, τόσο του αποστολέα όσο και του παραλήπτη, είναι σπάνια αρχαία ελληνικά. Αξίζει να αναφερθεί ότι γράμμα μεταλλωρύχου γραμμένο σε όστρακο είχε βρεθεί ξανά το 2020 από την ίδια ανασκαφική ομάδα. Τα δύο αυτά ευρήματα αποτελούν τα μοναδικά ευρήματα παγκοσμίως που έχουν βρεθεί στο εσωτερικό υπόγειου μεταλλείου.

Τα αποτελέσματα των ανασκαφών και γενικότερα της  έρευνας στην Ανατολική Έρημο της Αιγύπτου θα δημοσιευθούν στις αρχές του 2026 σε διεθνές αρχαιολογικό περιοδικό.

Τα έξοδα της φετινής αποστολής κάλυψε εξ ολοκλήρου το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Βόλου. Η έρευνα θα συνεχιστεί το καλοκαίρι του 2025, οπότε θα πραγματοποιηθεί μελέτη και εξέταση των ευρημάτων στο Κάιρο. Η ανασκαφή θα επαναληφθεί την επόμενη χρονιά σε παρακείμενα μεταλλεία.