Την έκθεση της Ρενέ Ρεβάχ Tehom παρουσιάζει το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης από τις 22 Ιανουαρίου έως τις 16 Απριλίου 2025 στο Παράρτημα του ΜΙΕΤ στη Θεσσαλονίκη (Βίλα Καπαντζή, Βασιλίσσης Όλγας 108).
Το Tehom (μια βιβλική εβραϊκή λέξη που σημαίνει το αρχέγονο βάθος) ακολουθεί την επώδυνη διαδρομή της απώλειας των μελών της οικογένειας της Ρενέ Ρεβάχ από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς. Από τον Μάρτιο και μέχρι τον Αύγουστο του 1943 μεταφέρθηκαν από τη Θεσσαλονίκη 46.061 Εβραίοι στα στρατόπεδα, όπου, στην πλειοψηφία τους, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Μεταξύ των θυμάτων ήταν η προγιαγιά της Ρενέ Ρεβάχ, Σολ Βενέτσια, και τα παιδιά της Όλγα, Λίνα και Ισαάκ, καθώς και άλλοι συγγενείς. Μοναδικός επιζών ήταν ο παππούς της, Αλβέρτος Ρεβάχ, ο οποίος είχε διαφύγει στην Αθήνα και μέχρι το τέλος του πολέμου τους περίμενε προετοιμάζοντας την επιστροφή τους. Η Ρενέ Ρεβάχ τον συναντά τη στιγμή της συντριβής του, όταν μαθαίνει πως η οικογένειά του έχει αφανιστεί και υπόσχεται να τον οδηγήσει στον τόπο του εγκλήματος, τον οποίο ο ίδιος μέχρι το θάνατό του δεν βρήκε το κουράγιο να επισκεφτεί. Θα ακολουθήσουν δύο διαδοχικά ταξίδια της Ρεβάχ στα στρατόπεδα Μπίρκεναου και Άουσβιτς.
Σε κάθε βήμα της διαδρομής της η Ρεβάχ μιλά στο πρώτο πρόσωπο, απευθύνεται νοερά στον παππού της, του στέλνει φωτογραφίες και μοιράζεται μαζί του τις σκέψεις και τα συναισθήματά της.
Με φωτογραφίες, βίντεο και κείμενα συνθέτει εικαστικά μια αφήγηση της επώδυνης διαδρομής της οικογένειάς της από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς. Ακολουθεί τα ίχνη τους, στο σκοτεινό βαγόνι του τρένου που τους μετέφερε στα στρατόπεδα, στο γκρίζο τοπίο του Μπίρκεναου, στους διαδρόμους, στις σκάλες, στους κοιτώνες του Άουσβιτς και στους τοίχους των θαλάμων αερίων. Ένα λευκό πλεκτό ύφασμα, κειμήλιο της οικογένειας, είναι το νήμα της αφήγησης που διατρέχει το έργο της. Η Ρεβάχ το σκηνοθετεί, αποδίδοντας σε αυτό διαφορετικές σημασίες. Το συναντάμε αρχικά απλωμένο μέσα στο βαγόνι που μετέφερε τους δικούς της στο Άουσβιτς, να εκπροσωπεί «το πνεύμα της οικογένειας». Έπειτα το βρίσκουμε χρωματισμένο με το κυανό αποτύπωμα του θανατηφόρου Κυκλώνα Β και πιο πέρα μπλεγμένο στα κλαδιά ενός δέντρου πάνω από τα συρματοπλέγματα του στρατοπέδου. Στο τέλος της διαδρομής της έκθεσης το βλέπουμε να απλώνεται μέσα στο νερό μιας λίμνης, να τυλίγεται στο σώμα μιας γυμνής γυναίκας και να την παρασύρει στο βυθό της. Η αφήγηση της Ρεβάχ εκπορεύεται από μια ενδιάμεση μνήμη, ένα απόσταγμα εικόνων που διαμορφώθηκαν από τις αφηγήσεις της οικογένειάς της και τις μαρτυρίες αυτών που επέστρεψαν ζωντανοί. Ως «μετα-μάρτυρας» η ίδια, επεξεργάζεται το παρελθόν και μετουσιώνει το κληρονομημένο τραύμα σε μια τελική σκηνή εξαγνιστικής ανάδυσης του σώματος από το νερό της λίμνης, κενοτάφιο των ανθρώπων που δολοφονούνταν κατά χιλιάδες καθημερινά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η έκθεση παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μουσείο Μπενάκη από τον Φεβρουάριο έως τον Μάιο του 2024.
Την έκθεση συνοδεύει ομότιτλη έκδοση (Εκδόσεις Καπόν).
Επιμέλεια: Κωστής Αντωνιάδης, ομότιμος καθηγητής φωτογραφίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.
Εγκαίνια έκθεσης: Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2025 και ώρα 19:00.
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα-Παρασκευή: 10:00-17:00, Σάββατο: 12:00-20:00.
Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.
Ρενέ Ρεβάχ
Η Ρενέ Ρεβάχ γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε υποκριτική τέχνη στη Δραματική Σχολή του Σύγχρονου Θεάτρου Αθήνας (1997–1999), ενώ παράλληλα παρακολούθησε σεμινάρια τραγουδιού, χορού, φωτισμού θεάτρου και μαθήματα ελεύθερου σχεδίου και ζωγραφικής. Έχει εργαστεί επαγγελματικά σε θεατρικές παραστάσεις από το 1999 έως το 2001. Από το 2001 μέχρι σήμερα ασχολείται επαγγελματικά με τη φωτογραφία και τη γραφιστική. Το 2009 παρακολούθησε το «Σεμινάριο φωτογράφισης και κριτικής» και το μονοετές σεμινάριο με θέμα «Εισαγωγή στην καλλιτεχνική φωτογραφία» του Πλάτωνα Ριβέλλη, ενώ παράλληλα φοίτησε στη σχολή φωτογραφίας «Focus». Το 2011 παρακολούθησε το Masterclass του φωτογράφου Simon Norfolk. Το 2016 ξεκίνησε την υποβρύχια φωτογραφία με ελεύθερη κατάδυση. Έργα της έχουν εκτεθεί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.