To Υπουργείο Πολιτισμού ολοκλήρωσε τη στρατηγική μελέτη της διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου των χαρακτηρισμένων ως κτηρίων-μνημείων του Βιομηχανικού Συγκροτήματος ΕΒΜΕ ΑΕ (πρώην Τσαούσογλου), στο πλαίσιο της αποκατάστασης και ανάδειξης του βιομηχανικού συγκροτήματος, έπειτα από την απευθείας αγορά του από το ΥΠΠΟ, έναντι περίπου 13.000.000 ευρώ, με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Τα κτήρια αποτελούν τυπικά δείγματα βιομηχανικών κατασκευών μεγάλης κλίμακας, με λιτή αισθητική, όπως επιβάλλουν τα πρότυπα του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, με χρήση του οπλισμένου σκυροδέματος για τα φέροντα στοιχεία και τις απαιτούμενες ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις (ηλεκτρικό ρεύμα, ανελκυστήρες). Τα κτήρια προβλέπεται να φιλοξενήσουν πολιτιστικές χρήσεις.

«Η απόκτηση από το Υπουργείο Πολιτισμού», δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, «του κτηριακού Βιομηχανικού Συγκροτήματος ΕΒΜΕ ΑΕ (πρώην Τσαούσογλου) –με αγορά από την Εθνική Τράπεζα– και η αποκατάστασή του για να δημιουργηθεί ένας νέος πολιτιστικός δυναμικός πόλος αποτελεί κρίσιμη παρέμβαση στον αστικό ιστό και στην εικόνα της πόλης, ενισχύοντας ιδιαίτερα την πολιτιστική φυσιογνωμία του άξονα της οδού Πειραιώς. Τα περισσότερα από τα κτήρια του συγκροτήματος έχουν χαρακτηριστεί μνημεία ως βασικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής και της βιομηχανικής φυσιογνωμίας της οδού Πειραιώς, στις αρχές του β’ μισού του 20ού αι., ενώ παρουσιάζουν σημαντικό κοινωνικό και τεχνολογικό ενδιαφέρον. Από το 2006, κάποια κτήρια χρησιμοποιούνται ως θεατρικοί χώροι από το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, ενώ προβλέπεται η λειτουργία και εργαστηρίων παραγωγής πιστών αντιγράφων και Γλυπτοθήκης-Μοντελοθήκης, επισκέψιμων από το κοινό, όπως και χώροι πωλητηρίου, αναψυκτηρίου και αποθηκών. Σήμερα, επιδιώκουμε την αποκατάσταση και την εξ ολοκλήρου επανάχρηση του  βιομηχανικού χώρου για πολιτιστικές χρήσεις. Η άμεση γειτνίασή του με την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών μπορεί να λειτουργήσει ενισχυτικά και για την ανάπτυξη συνεργιών. Στόχος μας είναι η αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος της περιοχής, των Δήμων Νίκαιας και Αγίου Ιωάννη Ρέντη, με την ανάδειξη των παλαιών βιομηχανικών πυρήνων, η αξιοποίηση και η επανάχρηση των αξιόλογων κτηριακών κελυφών και η ανάδειξη της Πειραιώς ως παράλληλου πολιτιστικού άξονα  προς τη λεωφόρο Συγγρού. Η αποκατάσταση και επανάχρηση του ακίνητου, επί της οδού Πειραιώς 260, υπηρετεί την πολιτική μας για αποκατάσταση και απόδοση νέων χρήσεων σε κτήρια ιδιοκτησίας του ΥΠΠΟ. Μέσα από την αναβάθμισή τους, συμβάλουμε δραστικά στην αναγέννηση του ιστορικού κέντρου και επιμέρους περιοχών της Αθήνας».

Το βιομηχανικό συγκρότημα επί της οδού Πειραιώς 260 εμπίπτει στα όρια των Δήμων Μοσχάτου-Ταύρου και Ρέντη. Στο οικόπεδο, που έχει εμβαδόν 28.286 τ.μ., υπάρχουν δέκα λειτουργικά αυτοτελή κτίσματα, συνολικής δόμησης 26.997 τ.μ. Κάποια έχουν παραχωρηθεί προς χρήση στον ΟΔΑΠ και στο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ, που χρησιμοποιεί τμήματα των χώρων ως θεατρικές σκηνές με τις απαραίτητες βοηθητικές εγκαταστάσεις τους. Το έργο της «Διαμόρφωσης και λειτουργίας Εργαστηρίου πιστών αντιγράφων, Μοντελοθήκης και Αποθηκών του ΟΔΑΠ» σε ένα κτήριο, συνολικού προϋπολογισμού περίπου 10.000.000 ευρώ, χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον ΟΔΑΠ.

Αντικείμενο της στρατηγικής μελέτης αποτελεί ο σχεδιασμός της γενικής διάταξης των εξωτερικών χώρων του συγκροτήματος, της κίνησης του κοινού (είσοδοι, διαδρομές, προσβάσεις) και της κίνησης οχημάτων (βαρέως τύπου, υπηρεσιακά, ΙΧ εργαζομένων, ΙΧ επισκεπτών), προκειμένου να υπηρετούνται οι προτεινόμενες χρήσεις. Διακριτό αντικείμενο της μελέτης αποτελεί η φύτευση του χώρου, η διαχείριση του νερού, τα υλικά της δαπεδόστρωσης σύμφωνα με τις αρχές της οικολογίας τοπίου, της βιοποικιλότητας, της ανθεκτικότητας και της δημιουργίας βιώσιμων οικοσυστημάτων. Στόχος είναι η διατήρηση του βιομηχανικού ύφους του χώρου, με παρεμβάσεις που μετατρέπουν την παλαιά βιομηχανική εγκατάσταση σε σύγχρονο χώρο συνάθροισης κοινού και πολιτιστικών εκδηλώσεων.

Με κατεδαφίσεις δευτερευόντων κτισμάτων και διανοίξεις περασμάτων σε υφιστάμενους κτηριακούς όγκους, δημιουργείται ένα δίκτυο κινήσεων και θεάσεων τόσο στο εσωτερικό του βιομηχανικού συγκροτήματος, όσο και στη σχέση του με την πόλη. Ο ελεύθερος χώρος ανάμεσα στα κτήρια δίνει την εντύπωση ότι έχει καταληφθεί από τη φύση, καθώς προβλέπονται φυτεύσεις δέντρων, ενώ θάμνοι και πόες καλύπτουν συνολικά έκταση πάνω από 2.000 τμ. Δημιουργείται ένα είδος πάρκου με τοπικές πυκνώσεις και αραιώσεις στη βλάστηση, ικανό να φιλοξενεί ποικίλες εκδηλώσεις. Η παρέμβαση του πρασίνου ολοκληρώνεται με τη δημιουργία ενός τρισδιάστατου/κατακόρυφου κήπου με αναρριχητικά φυτά, που αξιοποιεί τον φέροντα οργανισμό του βιομηχανικού κελύφους. Ο υπάρχων βιομηχανικός εξωτερικός χώρος διατηρεί τον χαρακτήρα του, ενώ παράλληλα, με τη χρήση φυσικών, απλών υλικών, μεταλλάσσεται σε χώρο συνάντησης και εκδηλώσεων. Στόχος είναι η ενεργειακή ανεξαρτησία του συγκροτήματος μέσα από την αξιοποίηση της ηλιακής και γεωθερμικής ενέργειας και η ενεργειακή του πιστοποίηση ως «πράσινου».