Στο πνεύμα της 15ης επετείου λειτουργίας του Μουσείου της Ακρόπολης και της εξαιρετικά επιτυχημένης διαδρομής του, πραγματοποιήθηκε, ενώπιον της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, η επίσημη απόδοση στο ελληνικό και το διεθνές κοινό του νέου και ιδιαίτερα σημαντικού μουσειακού χώρου, ο οποίος συμπληρώνει το Μουσείο. Πρόκειται για το «Μουσείο κάτω από το Μουσείο», το οποίο προσφέρει στους επισκέπτες τη σημαντικά βελτιωμένη δυνατότητα κατανόησης και ερμηνείας των υλικών καταλοίπων και της ιστορίας μιας ολόκληρης γειτονιάς της αρχαίας Αθήνας, η οποία αποκαλύφθηκε κατά τις συστηματικές ανασκαφές που διενεργήθηκαν στην περιοχή για την κατασκευή του Μουσείου και του Σταθμού «Ακρόπολη» του Μετρό της Αθήνας.
Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, εξέφρασε, στον χαιρετισμό της, τη χαρά και την υπερηφάνεια της για εκείνους που συνέβαλαν καθοριστικά όχι μόνο στη δημιουργία και ανοικοδόμηση του Μουσείου Ακροπόλεως αλλά και στη λειτουργία του ως διεθνούς κύρους και εμβέλειας Πολιτιστικού Οργανισμού, ο οποίος συγκαταλέγεται, παγκοσμίως, μεταξύ των κορυφαίων και δημοφιλέστερων του είδους του, κερδίζοντας πλήρως την αναγνώριση των ειδικών και το θαυμασμό των εκατοντάδων χιλιάδων επισκεπτών του ετησίως.
Στη συνέχεια η Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε διεξοδικά στη διεκδίκηση της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα: «Με την ίδρυση, ανέγερση, και προπαντός τη λειτουργία του Μουσείου της Ακρόπολης», είπε, «η χώρα μας κατέρριψε το μοναδικό –στο παρελθόν– αληθές και ισχυρό επιχείρημα των Βρετανών, ότι η Ελλάδα δεν διέθετε κατάλληλες και αντάξιες υποδομές φιλοξενίας. Είναι πλέον ευρύτατα –σχεδόν καθολικά, και διεθνώς– αποδεκτό ότι η Ελλάδα στηρίζει την επιχειρηματολογία της διεκδίκησής της για την επανένωση των Γλυπτών σε απτές αποδείξεις της ισχυρής της βούλησης και της έμπρακτης δυνατότητας και ικανότητάς της να τα προστατεύσει, να τα διατηρήσει, να τα αναδείξει και να τα διαχειριστεί με άρτιο επιστημονικά και τεχνικά τρόπο. Εδώ και δεκαετίες, υλοποιούμε ένα υποδειγματικό και πρότυπο έργο συντήρησης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του συνόλου των μνημείων της Ακρόπολης, του Παρθενώνα συμπεριλαμβανομένου. Εδώ και 15 χρόνια, είναι απολύτως σαφές ότι το επιχείρημα του Βρετανικού Μουσείου όχι μόνο δεν ισχύει, αλλά αντιθέτως, μετά τις αποκαλύψεις των τελευταίων ετών, έχει πλέον απολύτως αντιστραφεί. Πέραν της αρτιότητας των υποδομών και της λειτουργίας του Μουσείου της Ακρόπολης, η οργανική του διασύνδεση με το Βράχο και τα μνημεία της Ακρόπολης, η συμβιωτική του σχέση με το σύγχρονο και το αρχαίο, το υπερκείμενο και το υποκείμενο οικοδομικό περιβάλλον και το αστικό τοπίο με το ιστορικό παρόν και παρελθόν της Αθήνας, το καθιστούν ιδανικό για να υποδεχθεί και να φιλοξενήσει το σύνολο των Γλυπτών του Παρθενώνα ως ενιαία και αδιαίρετη ενότητα. Το Μουσείο αυτό συνθέτει το βέλτιστο φυσικό και εννοιολογικό πλαίσιο για την ανάδειξη, την ερμηνεία και την κατανόηση των αριστουργημάτων του».
Ο χώρος της ανασκαφής, στην αρχιτεκτονική πρόταση των Μπερνάρ Τσουμί και Μιχάλη Φωτιάδη, αντιμετωπίστηκε ως εκθεσιακή προέκταση του Μουσείου, ως φυσική και εννοιολογική του συνέχεια και ομφάλιος λώρος, που συνδέει το νέο κτήριο με το χώρο και το χρόνο. Πριν από πέντε χρόνια, η ανασκαφή κατέστη προσβάσιμη στους επισκέπτες, οι οποίοι απέκτησαν τη δυνατότητα, πέραν της ξενάγησης στις αίθουσες του Μουσείου, να περιηγούνται και στις υποκείμενες αρχαιότητες.
«Στο σημείο αυτό», είπε η Λίνα Μενδώνη, «έχω το ηθικό χρέος να θυμηθώ προσωπικά και να θυμήσω δημόσια τον αγώνα του Δημήτρη Παντερμαλή για την ανέγερση του Μουσείου, για την άριστη διευθέτηση των ανασκαφικών ευρημάτων, για την υπεράσπιση του συνολικού έργου, έναντι κάθε μορφής και χρώματος λαϊκισμού, που δεν δίστασε να εργαλειοποιήσει την ανασκαφή. Η ίδρυση και η υποδειγματική λειτουργία αυτού του Μουσείου, η σημερινή έκθεση των κινητών ευρημάτων στον χώρο της ανασκαφής, όλο το έργο συνολικά, είναι η αποστομωτική απάντηση σε όλους αυτούς, τους δήθεν λάτρεις των μνημείων, αλλά εν τοις πράγμασι στον χυδαίο λαϊκισμό, που και σήμερα μετέρχεται τα ίδια μέσα σε ανάλογες περιπτώσεις. Στα 5,5 στρέμματα ανασκαμμένου χώρου, αποδομήθηκαν 5,4 τ.μ. για να θεμελιωθεί το κτήριο του Μουσείου. Ο Δημήτρης Παντερμαλής και εγώ –ως ΓΓ του ΥΠΠΟ και Πρόεδρος του ΚΑΣ– 109 φορές περάσαμε το κατώφλι του ανακριτή».
Η γειτονιά κάτω από το Μουσείο, χτισμένη στην απόληξη των πρανών της νότιας κλιτύος του βράχου της Ακρόπολης, φιλοξένησε σχεδόν αδιάλειπτα τη ζωή και τις δραστηριότητες κατοίκων της πόλης από την 4η χιλιετία π.Χ. έως και τον 12ο αι. μ.Χ. Δρόμοι, σπίτια, λουτρά, εργαστήρια, καταστήματα, νεκροταφεία συνυπήρξαν ή διαδέχθηκαν το ένα το άλλο στο πέρασμα του χρόνου στην ευρύτερη περιοχή. Για την περιοχή αυτή, ο Θουκυδίδης –στο δεύτερο βιβλίο του– αναφερόμενος στην ιστορία της Αθήνας, ιστορεί ότι είναι από τις αρχαιότερες της πόλης και με ορισμένα από τα παλαιότερα και πλέον σεπτά ιερά της. Μέχρι που ερήμωσε και εγκαταλείφθηκε, σε μια περίοδο που στο σύνολό της η Αθήνα παρήκμαζε και συρρικνωνόταν.
«Εδώ, σε αυτόν τον χώρο», επεσήμανε η Υπουργός, «δημιουργήθηκε ένα σύνθετο και εξαιρετικά ενδιαφέρον, ιστορικά και αρχαιολογικά, παλίμψηστο χρήσεων και οικοδομημάτων, αντιπροσωπευτικό της ζωής των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, αλλά και της κοινωνικής και πνευματικής ελίτ διαδοχικών περιόδων. Σήμερα, η μόνιμη έκθεση των περισσότερων από 1.100 κινητά ευρήματα των ανασκαφών, το “Μουσείο κάτω από το Μουσείο”, έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα της αρχαίας γειτονιάς. Χωροθετημένο στις νότιες παρυφές του αρχαιολογικού χώρου, εντάσσεται αρμονικά στη διαδρομή του επισκέπτη συμβάλλοντας στην καλύτερη κατανόηση της καθημερινότητας των ανθρώπων, που έζησαν εδώ για περισσότερο από 4.500 χρόνια».
Κλείνοντας, η Λίνα Μενδώνη ευχαρίστησε τόσο τον Γενικό Διευθυντή Νίκο Σταμπολίδη όσο και το προσωπικό του Μουσείου, «επειδή το Μουσείο δεν είναι το κέλυφος και οι υποδομές του αλλά πρωτίστως οι άνθρωποί του, που το ίδρυσαν και το δημιούργησαν, με πρώτον τον αείμνηστο φίλο Δημήτρη Παντερμαλή. Η έκθεση που εγκαινιάζεται αποτελεί φόρο τιμής στη μνήμη του». Ευχαρίστησε, επίσης, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα, για τη γενναιόδωρη χορηγία του, με την οποία χρηματοδοτήθηκε η έκθεση «του Μουσείου κάτω από το Μουσείο».