Τέσσερις «νόστιμες» μουσειοσκευές έχει ετοιμάσει η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Μαγειρεύοντας στην Ήπειρο, 100.000 χρόνια». Το πρόγραμμα αφορά τις διατροφικές συνήθειες στον χώρο της Ηπείρου από την Παλαιολιθική εποχή έως και τα οθωμανικά χρόνια και το εκπαιδευτικό υλικό του χωρίζεται σε τέσσερις μουσειοσκευές με τις εξής θεματικές: α) διατροφή Παλαιολιθικής περιόδου, β) διατροφή αρχαιότητας, γ) διατροφή Βυζαντινής περιόδου και δ) διατροφή Οθωμανικής περιόδου.
Οι μουσειοσκευές απευθύνονται σε μαθητές της Ε’ και Στ’ τάξης του Δημοτικού, καθώς και σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου (Α’- Γ’).
«Ως το μεδούλι»
Η μουσειοσκευή αφορά στη διατροφή κατά την Παλαιολιθική εποχή στην Ήπειρο (περ. 250.000-10.000/9.000 χρόνια πριν) και συγκεκριμένα στην πρόσκτηση μέσω της τροφοσυλλογής και του κυνηγιού, στην επεξεργασία της τροφής μέσω της φωτιάς και των εργαλείων και στη «συντήρηση» μέσω π.χ. της ώχρας ή και του ψησίματος.
«Στα μαγειρεία των Απειρωτάν»
Η θεματική αφορά στα στάδια της καθημερινής διατροφής στον δημόσιο και ιδιωτικό χώρο από τη Νεολιθική έως τη Ρωμαϊκή περίοδο, μέσα από τις διαδικασίες παραγωγής και επεξεργασίας των υλικών, του τρόπου μαγειρέματος, συντήρησης, αποθήκευσης και απόρριψης της τροφής.
«Βυζαντινές λιχουδιές»
Η μουσειοσκευή αφορά στα στάδια της καθημερινής διατροφής σε ένα νοικοκυριό της Ηπείρου, καθώς και στις μοναστικές τράπεζες από την Παλαιοχριστιανική έως τη Μεταβυζαντινή περίοδο. Αναλύονται οι διαδικασίες παραγωγής, επεξεργασίας, ο τρόπος μαγειρέματος, η συντήρηση και αποθήκευση της τροφής.
«Στον σοφρά τ’ Αλή Πασά»
Η μουσειοσκευή αφορά στις διατροφικές συνήθειες του Αλή Πασά και των θρησκευτικών κοινοτήτων των Ιωαννίνων (Εβραίων, Μουσουλμάνων, Χριστιανών) του 19ου αιώνα, με άξονα την τοπική, οθωμανική κουζίνα. Παρουσιάζονται οι δημόσιοι χώροι αλληλεπίδρασης των συγκεκριμένων κοινοτήτων (παζάρι, αγορά, καφενές), σύμφωνα με τα στοιχεία που αντλούνται από τα κείμενα Ευρωπαίων περιηγητών του 19ου αιώνα και από τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα (τζαμιά, οθωμανικά μαγειρεία, αρχοντικά κ.ά.).