Ο Μαρκ Τζόουνς διορίστηκε νέος προσωρινός διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, καθώς ο θεσμός προσπαθεί να αποκαταστήσει τη φήμη του μετά την κλοπή τεχνουργημάτων από τη συλλογή του.

«Είμαι ευτυχής και με τιμά το γεγονός ότι μου προσφέρθηκε η ευκαιρία να εργαστώ με το συμβούλιο και με συναδέλφους στο Μουσείο για να εγγυηθούμε τη μελλοντική ασφάλεια των συλλογών και να αποκαταστήσουμε τη φήμη αυτού του σπουδαίου μουσείου», δήλωσε ο Τζόουνς. Ο Τζόουνς αντικαθιστά τον Γερμανό ιστορικό της τέχνης Χάρτβιχ Φίσερ, ο οποίος παραιτήθηκε τον περασμένο μήνα λόγω παραλείψεων στην έρευνα για την κλοπή τεχνουργημάτων από το μουσείο.

Το Βρετανικό Μουσείο, ένα απο τα δημοφιλέστερα αξιοθέατα του Λονδίνου, ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα πως ένα μέλος του προσωπικού του απολύθηκε αφού διαπιστώθηκε πως διάφορα είδη, στα οποία περιλαμβάνονταν κοσμήματα και πολύτιμοι λίθοι που χρονολογούνταν από τον 15ο αι. π.Χ. μέχρι τον 19ο αι μ.Χ., είχαν αφαιρεθεί από αποθήκη.

Ο διορισμός του Τζόουνς, ο οποίος είχε προηγουμένως διατελέσει διευθυντής του Εθνικού Μουσείου της Σκωτίας και του Μουσείου Βικτωρίας και Αλβέρτου (V&A), έγινε αφού εγκρίθηκε προηγουμένως από τη βρετανική κυβέρνηση.

«Αυτή είναι μια κρίσιμη στιγμή για το Βρετανικό Μουσείο και δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον άλλο να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τον σερ Μαρκ Τζόουνς για να μας βοηθήσει να προχωρήσουμε μπροστά», ανέφερε σε δήλωσή του ο πρόεδρος του μουσείου Τζορτζ Όσμπορν.

«Περίπου 2.000» αντικείμενα έχουν κλαπεί από το Βρετανικό Μουσείο

Περίπου 2.000 αντικείμενα, ανάμεσά τους χρυσά κοσμήματα και πολύτιμοι λίθοι, εκλάπησαν από το Βρετανικό Μουσείο στη διάρκεια ετών, όμως οι έρευνες για τον εντοπισμό τους έχουν ήδη ξεκινήσει, σύμφωνα με δήλωση, τον περασμένο μήνα, του προέδρου του μουσείου Τζορτζ Όσμπορν. Ο διευθυντής του μουσείου, ο 60χρονος Χάρτβιχ Φίσερ που ανέλαβε τη θέση το 2016, υπέβαλε την παραίτησή του αφού παραδέχθηκε ότι υπήρξε αμέλεια σε ό,τι αφορά την έρευνα για την κλοπή των αντικειμένων αυτών.

Ο Όσμπορν, πρώην υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, δήλωσε στο ραδιόφωνο του BBC ότι δεν έχουν καταγραφεί σωστά όλες οι συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, κάτι που, όπως εξήγησε, συμβαίνει σε μεγάλα μουσεία που έχουν συγκεντρώσει τις συλλογές τους σε διάστημα εκατοντάδων ετών. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι διεξάγεται έρευνα προκειμένου να ταυτοποιηθούν τα αντικείμενα που έχουν κλαπεί. «Πιστεύουμε ότι πρόκειται για περίπου 2.000 αντικείμενα», σημείωσε ο Όσμπορν, «αλλά πρέπει να πω πως αυτός είναι ένας προκαταρκτικός αριθμός και συνεχίζουμε την έρευνα».

«Ήδη έχουμε ανακτήσει κάποια από τα κλεμμένα αντικείμενα», υπογράμμισε, χωρίς να εξηγήσει ποια είναι αυτά ή πώς ανακτήθηκαν. Ο Όσμπορν τόνισε εξάλλου ότι δεν πιστεύει πως το Βρετανικό Μουσείο συγκάλυψε σκοπίμως τις κλοπές, αφού οι αρμόδιοι απέρριψαν το 2021 προειδοποίηση ότι γίνονταν κλοπές. «Πιστεύουμε ότι ήμασταν θύματα κλοπών για μεγάλο χρονικό διάστημα και ειλικρινά θα έπρεπε να έχουμε κάνει περισσότερα για να τις αποτρέψουμε», παραδέχθηκε.

«Υπήρχε την εποχή εκείνη μια πεποίθηση μεταξύ των στελεχών του μουσείου, στο υψηλότερο επίπεδο, που αρνούνταν να πιστέψουν ότι κάποιος από μέσα έκλεβε αντικείμενα, να πιστέψουν ότι ένα από τα μέλη του προσωπικού το έκανε αυτό; Ναι, είναι πολύ πιθανό», πρόσθεσε ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου. Εκτίμησε επίσης ότι οι κλοπές αυτές «σίγουρα έβλαψαν» τη φήμη του μουσείου. «Για τον λόγο αυτό ζητώ συγνώμη εκ μέρους του μουσείου», πρόσθεσε.